Περί της Οντολογίας των Ελληνικών αγαλμάτων.
Τώρα μπορούμε να κατανοήσουμε το γιατί ο Πλάτων αποδόμησε την Τέχνη από την ιδανική του Πολιτεία, θεωρώντας την απλή μίμηση, ειδικά στο Γοργία και αλλού τη θεωρεί τρίτη εμφάνιση της ιδέας, πέρα από τον καθαρό Νού και την ανάμνηση των Ιδεών. Η Οντολογική Τέχνη αποτελεί εχθρό του νοησιοκρατικού πλατωνισμού ο οποίος απέκοψε τον άνθρωπο από την οντολογική του ρίζα, τον χώρισε σε δύο μέρη: σε ψυχή αθάνατο και σε σώμα θνητό, εσωτερικοποίησε το πρώτο στο δεύτερο, απομόνωσε τον εαυτό άνθρωπο, και άφησε το κάθε σώμα ανελέητα να χάνεται υπό την παρηγοριά ότι κάτι αθάνατο μέσα του ζεί αιώνια. Με αυτόν τον τρόπο ο φιλόσοφος απομόνωσε τους ανθρώπους, τους απέκοψε από την κοινή οντολογική τους ρίζα του ενιαίου οντολογικού εαυτού, αφήνοντας τον κάθε άνθρωπο αδύναμο να φέρει το φόβο του θνητού σώματος, μεταβιβάζοντας μάλιστα την κοινή οντολογική δύναμιν που ανήκει στους ανθρώπους σε κάποιο θείο παράγοντα (ας σκεφθούμε το σωκρατικό δαιμόνιο κ.λ.π).
Φαίνεται όμως και από την καταδίκη του Σωκράτους ότι όλα αυτά δεν συνήδον με τον οντολογικό Ελληνικό πολιτισμό μέσα στα βάθη του χρόνου, φαίνεται ότι ο Πλάτων προωθούσε ιδέες ξένες και αλλότριες στον μακραίωνο Οντολογικό Ελληνισμό, αν μάλιστα προσέξουμε την γλυπτική τέχνη θα μπορέσουμε να υποστηρίξουμε ότι ο Πλάτων την υποβίβασε, την θεώρησε απλή μίμηση, σχεδόν την απέκλεισε από το ιδανικό του πολιτειακό σύστημα (ο Αριστοτέλης τη δέχθηκε ως ψυχοθεραπεία(!)) διότι η οντολογική τέχνη των Ελλήνων, και δή η γλυπτική τέχνη των Ελλήνων, είναι οντολογικός εχθρός του διαστασιακού Πλατωνικού συστήματος.
Πόσο άραγε κοντά είναι ο Πλάτωνας στη γένεση όταν ο Αδάμ και η Εύα νοιώθουν ντροπή για τη γύμνια τους και θέλουν με ενδύματα να την καλύψουν ενώπιον του θεού της γενέσεως; Πόσο κοντά είναι η Πλατωνική φιλοσοφία στο ότι οι άνθρωποι νοιώθουν μακριά από τον οντολογικό τους εαυτό και θέλουν με ιδέες και αξίες πρόσκαιρες να καλύψουν την οντολογική τους επιβαλλομένη γύμνια; Διότι ο Δορυφόρος του Πολυκλείτου ξεπερνά το θεό της γένεσης, τον πλατωνικό νού επίσης, επικοινωνεί με την Εωσφόρο Αφροδίτη και μας θυμίζει εποχές όπου ο άνθρωπος ήταν ενιαία οντολογική οντότητα, χωρίς διαχωρισμό φθαρτής σωματικής διάστασης και αθανάτου ψυχής, αλλά ο Άνθρωπος ήταν μία οντολογική κινουμένη διηνεκώς δύναμις χωρίς καμμία διάκριση ύλης και σώματος. Από την στιγμή όμως κατά την οποία ο Πλάτων διαμέλισε τον άνθρωπο σε φαινόμενο και νοούμενα, διαλύοντας την οντολογική του δύναμιν και συνέχεια, καθιστώντας τον αδύναμο κρίκο σε μία κοσμική συνέχεια που θα την ήλεγχε κάποιος θεός, είναι φυσικό ο Πλάτων να φοβείται την Τέχνη και να την θεωρεί απλή μίμηση.
Όμως η γλυπτική και γενικά η Τέχνη των Ελλήνων ξεπερνά τον πλατωνισμό (ο οποίος αποτελεί ανατολική επίδραση στον αρχέγονο Ελληνικό πολιτισμό και θεωρούμε ότι στον βαθμό που θα βαδίσει η Ελληνική ανάμνηση πέραν του Πλάτωνος Σωκράτους κ.λ.π θα φθάσει στα παλάτια του αρχεγόνου Ελληνισμού (δεν είναι τυχαία η αντικατάσταση των αρμονικών αγαλμάτων του αρχεγόνου Ελληνικού κάλλους από τη Σωκρατική μορφή). Γιατί όμως η Ελληνική τέχνη ξεπερνά τον πλατωνισμό; Όπως ήδη είπαμε τα αγάλματα των Ελλήνων μας υπενθυμίζουν εποχές όπου οι οντολογικοί Έλληνες αποτελούσαν αδιάσπαστη ενότητα σώματος και ψυχής, πέρα από τα ζεύγη ζωής και θανάτου, φθαρτότητας και αθανασίας, μας υπενθυμίζουν τον ενιαίο οντολογικό άνθρωπο.
Αυτόν ο οποίος ανήκε στο ποτάμι και στην κίνηση του Είναι του Όντος, συμμετέχοντας στο πλέον υπέροχο ταξείδι μέσα στο χάος του Είναι, πέρα από τα ζεύγη όντος και μη όντος, γνώσης και αγνοίας, ηθικής και απαξίας. Οι κούροι είναι μία ενιαία ενότητα οντολογική αγνή δύναμις, ατενίζουν το Όν υπερήφανα, δεν έχουν ανάγκη κανενός ενδύματος ιδέας ή αξίας, θείας ή πλατωνικής ή οτιδήποτε άλλου, διότι ανήκουν στην ηρεμία και στη συνέχεια του Όντος. Ο Δορυφόρος είναι γυμνός, όπως και με τον τρόπο του Παρθενώνος, για να θυμόμαστε όλοι ότι υπήρξαν εποχές κατά τις οποίες οι άνθρωποι ήταν και αποτελούσαν μία ενιαία οντολογική δύναμιν, ανήκουσα στην ροή του όλου, χωρίς διαφορά σώματος και ψυχής, πνεύματος και ύλης.
Ας προσέξουμε ότι εάν κάποιος έφτιαχνε ως άγαλμα τον Πλατωνικό άνθρωπο θα δημιουργούσε έναν άνθρωπο προβληματισμένο, ίσως ατημελήτου στην όψιν, και θα προσπαθούσε ίσως μέσα από τα μάτια του να περάσει την επαφή του με τον κόσμο των ιδεών. Όμως η τέχνη των Ελλήνων, των οντολόγων Ελλήνων δεν έχει καμμία σχέση με τέτοια αγάλματα: ο Δορυφόρος αποτελεί αδιάσπαστη ενότητα σώματος και ψυχής καταρρίπτοντας το πλατωνικό μύθευμα του Φαίδρου περί αθανάτου ψυχής και φθαρτού σώματος, διότι ο Δορυφόρος μας θυμίζει την Ελληνική εποχή κατά την οποία οι άνθρωποι ως τέτοιοι ήταν οντολογικές δυνάμεις (αδιάσπαστες χωρίς πνεύμα και σώμα αλλά ως μία οντολογική δύναμις) ο Πολύκλειτος μας θυμίζει ότι αυτός ο οντολογικός άνθρωπος δεν έχει ανάγκη ιδεατών και άλλων αξιακών ενδυμάτων διότι δεν ντρέπεται για τη γύμνια του (η γύμνια αντιπροσωπεύει την ως τέτοια συμμετοχή στον αγνό οντολογικό νόστο ο οποίος δεν διακόπτεται από ενδύματα προσκαίρων ιδεών θεών και αξιών) τα μάτια του είναι συνέχεια όλων τρόπος και τόπος εκφοράς αγνών οντολογικών δυνάμεων.
Ώστε η Τέχνη των Ελλήνων θυμίζουσα τον οντολογικό Ελληνισμό εξεβλήθη από τα μετέπειτα συστήματα, ειδικά η γυμνότης κατέληξε στη γνωστή βυζαντινή αγιογραφία όπου ο αντιοντολογικός άνθρωπος έπρεπε να ενδυθεί τις ιδέες και τις αξίες του προσκαίρου θεού. Όμως σε κάθε περίπτωση η Τέχνη του Οντολογικού Ελληνισμού είναι ο χαμένος οντολογικός εαυτός μας τον οποίον ποτέ δεν χάσαμε, συνεχώς αποκρύπτουμε, και κάποτε πρέπει να τον κινήσουμε οντολογικώ τω τρόπω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
vasilios888@yahoo.gr