Φιλοσοφία και Έκθεση Έκφραση.

 



Hκοσμοθεωρητική πορεία του κόσμου και του Ανθρώπου αποτυπώνεται στο μάθημα της Έκφρασης – Έκθεσης, κατά ένα τρόπο θα λέγαμε νομοτελειακό: ας προσέξουμε ότι όλες οι κοσμοθεωρίες είναι και αποτελούν ένα ταξίδι από το δυνητικό Καλό στην επιστροφή στο Καλό διά του Κακού: όπως ανέφερε και ο Κάρλ Πόπερ: ο δρόμος για τον Παράδεισο περνά μέσα από την κόλαση: Στην κοσμοθέαση της παλαιάς διαθήκης την παραδεισένια θεϊκότητα αντικαθιστά η γήϊνη δοκιμασία του πόνου, η οποία κατά εσχατολογικό τρόπο (διά της καθόδου του θεανθρώπου) υπερβαίνεται χάριν της επιστροφής του ανθρώπου στον παράδεισο της βασιλείας του θεού.

Γενικά στα Ομηρικά έπη ανιχνεύεται αυτό το κυκλικό θα λέγαμε σχήμα, το οποίο συλλήβδην έχει επικρατήσει στο μυαλό και στην πράξη όλων: ο Οδυσσέας αφήνει τον παράδεισο της Ιθάκης και οδεύει προς την θέαση της δοκιμασίας της Τροίας όπου θα αναπτύξει εν πόνοις και δυσκολίαις το Νού : επιστρέφοντας στην Ιθάκη αποκαθίσταται και πάλι στην Ιθάκη του δικού του παραδείσου: Εάν προσέξουμε θα διαπιστώσουμε ότι ο Παράδεισος και η κυκλική σε αυτόν επιστροφή, πραγματοποιείται μέσα από σκέψεις, δοκιμασίες, ανεύρεση λύσεων και ηθικών τρόπων: ο άνθρωπος πάντα προσπαθεί να ξεφύγει από το κακό χάριν του καλού.

Αυτή η πορεία υπό τη μορφή : ποια είναι η σημερινή κατάσταση με βάση την κυρία θεματική πρόταση της έκθεσης, ποιες λύσεις υπάρχουν, ποιο είναι το ιδεατό που επιζητεί ο μαθητής μέσα από την έκθεση, αυτή η πορεία λοιπόν είναι η  κρύφια πορεία της έκθεσης.

Ας διαβάσουμε το παρακάτω θέμα έκθεσης: οι σημερινοί νέοι δεν διαβάζουν, σε ένα άρθρο σου σε σχολική εφημερίδα γράφεις ένα κείμενο στο οποίο προσπαθείς να  τους πείσεις ότι θα πρέπει να είναι καλοί αναγνώστες.

Παρατηρούμε την πορεία την οποία παραπάνω αναλύσαμε: η ιδανική κατάσταση της μελέτης (Παράδεισος) αντικαθίσταται από την έλλειψη αναγνώσεως (κακή κατάσταση) ελπίδα επαναφοράς του καλού (Παράδεισος): άρα αναζητούμε: αιτίες, λύσεις, τρόπους, επιστροφή. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειώσουμε ότι αιτίες επιστροφής στην καλή κατάσταση είναι η γνώση των συνθηκών του νοητού παραδείσου:

Ο ρόλος του Πατριαρχείου στη Μικρασιατική καταστροφή.

 


Ας αρχίσουμε αυτήν την έρευνα πηγαίνοντας αρκετά χρόνια πίσω σε σχέση με τη Μικρασιατική καταστροφή: Φθάνουμε λίγο μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους οθωμανούς, τότε που ο μωάμεθ ο β΄έχρισε τον Γεννάδιο Σχολάριο Πατριάρχη της Πόλης (τηρώντας πάντως τις κανονικές διαδικασίες απλά αυτός επικύρωσε την εκλογή του). Εάν κάποιος ίδει το όλο θέμα απολύτως λογικά θα αναρωτηθεί πώς είναι δυνατόν ένας μουσουλμάνος να διατηρήσει ένα τέτοιο χριστιανικό θεσμό, για τον οποίο  όπως λένε οι πηγές διατηρήθηκε προκειμένου ο μωάμεθ να ομιλεί με τους ορθοδόξους επίσης να φαίνεται ότι είναι διάδοχος της βυζαντινής αυτοκρατορίας και των βυζαντινών αυτοκρατόρων. Άρα ο μωάμεθ θεωρούσε ότι ή συνέχεια του βυζαντίου δεν είχε διαρραγεί και μέσω αυτού συνεχιζόταν η βυζαντινή κατά κάποιον τρόπο αυτοκρατορία:   ο χριστιανισμός και ο μουσουλμανισμός είναι μονοθεϊστικές εξ αποκαλύψεως θρησκείες, οι μουσουλμάνοι κυρίως είχαν γνωρίσει πρώτα το χριστιανισμό (εάν εξαιρέσουμε τους ειδωλολάτρες άραβες) άρα ο μουσουλμανισμός ήταν προσαρμοσμένος στις ανατολικές επαρχίες του βυζαντίου χριστιανισμός: άρα η μία θρησκεία με άλλο πρόσωπο συνέχιζε το βυζάντιο το οποίο σκοπό είχε να ενώσει τους πάντες υπό τον ένα θεό των χριστιανών και μετέπειτα των μουσουλμάνων μεταφέροντας και στη δύση την άποψη αυτού του θεού: ώστε περί το 1500 όλη η φραγκική δύση και η βυζαντινή ανατολή είναι υπό την επήρεια του μονοθεϊσμού, των θρησκειών της αποκάλυψης και των δογμάτων τους: αυτό έχει εξαιρετική σημασία διότι φανερώνει ότι η θρησκευτική ταυτότητα είναι υπεράνω της Εθνικής ταυτότητας, για αυτό εξάλλου και μετά τη Μικρασιατική καταστροφή το Πατριαρχείο διατηρήθηκε (έπρεπε να διατηρηθεί η μονοθεϊστική αλυσίδα που ενώνει τον γνωστό κόσμο) επίσης η θρησκευτική ταυτότητα (χριστιανοί-μουσουλμάνοι) έμελλε να καθορίσει τη Μικρασιατική καταστροφή (διότι Έλληνες χριστιανοί  ορθόδοξοι αντηλλάγησαν με μουσουλμάνους): διότι απλά Έλληνες δεν θα μπορούσαν ως τέτοιοι να πειραχθούν και θα μπορούσαν να δημιουργήσουν την μεγάλη Ελληνική παμβαλκανική Δημοκρατία του Ρήγα υπό τον Ελληνικό Λόγο: όμως οι Έλληνες διαλύθηκαν διότι επεκράτησε και η δοθείσα άλλη ταυτότητά τους: Έλληνες χριστιανοί ορθόδοξοι.

H Οντολογία του Γορδίου δεσμού.

 



Ο Γόρδιος δεσμός υπήρξε στο μυαλό των Ελλήνων πολύ πρίν τον Μεγάλο Αλέξανδρο και το Φλάβιο Αρριανό. Η Ελληνική Μυθολογία βρίθει από γορδίους δεσμούς: η Ρέα και ο Κρόνος προσφέρουν το δεσμό της Γής και του Χάους, τον λύνει η Ρέα με το να κρύψει το Δία ο οποίος ώς άλλος Μεγάλος Αλέξανδρος λύει το γόρδιο δεσμό του Χρόνου Κρόνου σκοτώνοντας την αδυσώπητη ροή και ακινητοποιώντας στον πλανήτη γή τη ροή του χρόνου προκειμένου επί της Γής να εκτυλιχθεί ο μέγιστος των πολιτισμών: ο Ελληνικός: ο πρώτος λοιπόν γόρδιος δεσμός αφορά το Χρόνο, λύεται από τον δαίοντα (μοιράζοντα) τας δυνάμεις του Όλου (Δία).

Οι  Ποιητές  έφτιαξαν  το δικό τους  Γόρδιο δεσμό: ώς δεσμό θα πρέπει να εννοήσουμε κάθε συσσώρευση δυνάμεων η οποία θα πρέπει να επιλυθεί: ο Ησίοδος έμπλεξε το Χάος με τη Νύχτα, ήλθε ο Άνθρωπος και έλυσε το δεσμό με την επιλογή της Ημέρας, ο  Όμηρος έμπλεξε τις δυνάμεις της Ημέρας με τον Άνθρωπο, ήλθε η Ελένη και ο Οδυσσέας και ο Αχιλλέας και έλυσαν αυτό το δεσμό απελευθερώνοντας τις δυνάμεις του νοήμονος και βουλητικού ανθρώπου: ώς δεσμός λοιπόν εις την Ελληνικήν κοσμοθέαση νοείται σύνθεση αντιθέτων αντιρρόων δυνάμεων οι οποίες πρέπει με θαυμαστή μεσότητα να διακριθούν και να επιλεγούν από αυτές οι δυνάμεις της συνεχείας , οι δυνάμεις οι οποίες θα φτιάξουν μεγέθη συνεχείας. Από το δεσμό των δυνάμεων θεών και ανθρώπων προέκυψε ο Οδυσσέας, ο νοήμων άνθρωπος ο οποίος διά της κινήσεως του νοήμονος νόστου (ξίφος εν κινήσει) έλυσε το γρίφο των συσσωρευθεισών δυνάμεων.

Οι προσωκρατικοί αντιμετώπισαν τον απόλυτο γόρδιο δεσμό: Ο Ηρακλής είχε δεσμεύσει το σαρκίο (χιτώνα) και αυτός ο δεσμός ελύθη υπό του πυρός (βούλησις Ολυμπίας ανόδου): οι προσωκρατικοί έπρεπε με το νοητικό πύρ του μυαλού τους να ξεμπλέξουν το δεσμό που είχαν φτιάξει οι ανακαταμένες δυνάμεις του όλου: ο ωκύπους και ωκύμορος Αχιλλεύς (γρηγορος στα πόδια και στη μοίρα) είχε δείξει το δρόμο: με τη γρηγοράδα των δυνάμεών του ξέμπλεξε το γόρδιο δεσμό των δυνάμεων που τον βασάνιζαν στη γη΄και απελευθερώθηκε , με το σπαθί των γρηγόρων ποδιών του (το ξίφος της ταχύτητος): οι Έλληνες ειδικεύθηκαν μέσα από την Οντολογία τους στο να λύουν κάθε δεσμό, αναλύοντας τις δυνάμεις του δεσμού και δημιουργώντας όντα και θαύματα και ωραία πράγματα με τις αναλυθείσες δυνάμεις.

Οι προσωκρατικοί πήραν το ξίφος του νοός των και έκοψαν το γόρδιο δεσμό των ανακατεμένων οντολογικών δυνάμεων: ταξιθέτησαν τις δυνάμεις του συμπαντικού δεσμού φτιάχνοντας έναν ωραίο οντολογικό δεσμό: οι Έλληνες λύουσιν δεσμό για να φτιάξουν έναν καλλίτερο, λύουσαιν τις συσσωρεύσεις των δυνάμεων για να φτιάξουν νέα σύνολα οντολογικών δυνάμεων καλλίτερα και ανώτερα: το Άπειρο, τον Αέρα, το Ύδωρ, την Κίνηση, τη Ζωή, το Είναι, το Γίγνεσθαι: γόρδιοι δεσμοί είναι και αυτοί , κληρονομημένοι προς λύση σε εμάς: έχουμε άραγε το ξίφος να λύσουμε αυτούς τους γορδίους δεσμούς; Δυστυχώς η σημερινή άφρων εποχή (ολίγον προ του οντολογικού τέλους της γής) λύει τους γορδίους δεσμούς των Ελλήνων όχι με τον αρμονικό Ελληνικό τρόπο αλλά με την αμετρία και την αμετροέπεια μιάς άλλης εξουσίας.

Μετά τους προσωκρατικούς ο Πλάτων με τον Αριστοτέλη κλήθηκαν και είδον έναν άλλο γόρδιο δεσμό τον οποίο είχαν κατασκευάσει οι προσωκρατικοί: άνθρωποι και χαοτικές δυνάμεις ύδατος πυρός και απείρου, όλοι ανακαταμένοι: πήραν το ξίφος του νοός και έλυσαν το δεσμό, απελευθερώνοντας δυνάμεις νοός, ήθους, μεσότητος, ενδελέχειας, αγαθού. Ξεπήδησαν νέες δημιουργίες (ο πολίτης και η πόλις) οι οποίες ασφυκτιούσαν στο δεσμό των δυνάμεων όπου ευρίσκοντο. Η μεσότητα του Αριστοτέλους έδειξε τον πλείονα τέλειον τρόπο επίλυσης του γορδίου δεσμού: επιλέγεις ίση ποσότητα και ποιότητα προκειμένου από όλες τις δυνάμεις να λάβης όσα πρέπει και πραγματικά χρειάζεται κανείς. Ο Μεγάλος Αλέξανδρος ώς μαθητής του Αριστοτέλους, είχε μάθει τον τρόπο επίλυσης του δεσμού, κυρίως είχε μάθει ότι ο δεσμός είναι η αιτία της προόδου και της επιτυχίας διότι σημαίνει ότι ο άνθρωπος ευρίσκει συσσωρευμένες δυνάμεις επί των οποίων εργάζεται ώστε να  λάβει τις δυνάμεις δημιουργίας και συνεχείας.

Ο Μέγας Αλέξανδρος ήξερε ότι ο γόρδιος δεσμός είναι η σύνθεση των πλειόνων ακραίων δυνάμεων: της αφροσύνης των πολλών στρατιωτών οι οποίοι θα τον απέρριπταν σε περίπτωση αποτυχίας λύσεως του δεσμού, της ευνοίας των θεών προς τους δυνατούς, της προφητείας ότι ο λύων το δεσμό θα γίνει άρχοντας της Ασίας. Όλες αυτές οι δυνάμεις είχαν γίνει δεσμός (κόμπος) στο νού του Αλεξάνδρου: ο Αλέξανδρος πρώτα έλυσε το δεσμό νοητικά (ηθική ικανοποίηση) και έπειτα πραγματικά (νοητική υπέρβαση): άρα ο γόρδιος δεσμός γεννά τον εσωτερισμό: μέσα μας έχουμε δεσμό δυνάμεων για αυτό και το σύμβολο του εσωτερικού δεσμού που έχουμε στο νού μας και στην ψυχή μας το επιλύουμε εξωτερικά ώς γόρδιο δεσμό:

Ποια είναι η Πηνελόπη;

 


Η Πηνελόπη (πήνη=υφάδι, λέπω- εκτυλίσσω) είναι κατ΄αρχάς η αναγκαία θήλεια παρουσία στην Οδύσσεια. Εάν αντιμετωπίσουμε την Οδύσσεια από μέσα θα συζητήσουμε βέβαια ότι η Πηνελόπη είναι η σύζυγος του Οδυσσέα και η μητέρα του παιδιού του, Τηλεμάχου. Εσωτερικώς όμως η Πηνελόπη είναι η αντιΕλένη, η πιστή σύντροφος του Οδυσσέως. Όμως όπως και η Ελένη προκαλεί τον πόλεμο των μνηστήρων ως Ωραία και Όμορφη γυναίκα. Αυτά είναι δεδομένα, η Πηνελόπη είναι η θήλεια δύναμη η οποία ως ανθρωπίνη Φύσις αγκαλιάζει και επηρεάζει ζωές ανδρών και μάλιστα Βασιλέων και σημαντικών ανθρώπων, άρα η Πηνελόπη αντιπροσωπεύει κύριες θήλειες οντολογικές χαοτικές δυνάμεις οι οποίες έχουν κτίσει, κτίζουν και θα κτίσουν τον Οδυσσέα ως ύπαρξιν εντός του κόσμου αυτού: η Πηνελόπη είναι η θήλεια φυσική συμπαντική δημιουργός του εξύπνου πολυπείρου και ελλόγου Υποκειμένου το οποίο λαμβάνει  το όνομα Οδυσσεύς ώστε να αποτελέσει παράδειγμα προς όλους, όλοι θα μπορούσαμε να είμαστε Οδυσσείς.

Ώστε λοιπόν η Πηνελόπη είναι η οντολογική χαώδης θήλεια δύναμις η οποία καθορίζει την ατομική πορεία του Οδυσσέως, είναι ο θεός του, είναι η κατευθυντήρια δύναμίς του ως ανθρωπίνης ποιότητος: Το μέτρο της Πηνελόπης δίδεται στο διάλογο του Οδυσσέως με την Καλυψώ όπου ο Ήρωας αρνείται τη θεϊκή συνουσία και παραδέχεται μόνον την Ανθρώπινη συμπόρευση με τον Άνθρωπο Πηνελόπη: Η Πηνελόπη είναι η φυσική ανθρωποκεντρική δύναμις η οποία από τα σπλάχνα του όντος προωθεί την ανθρώπινη ταυτότητα ως συμπαντική εντός του κόσμου στιγμή: άρα είναι το σύνολο των οντολογικών δυνάμεων οι οποίες αντιστοιχούν στον Οδυσσέα, αυτές οι δυνάμεις προωθούν τη σκέψη, το σκοπό, την επιστροφή, το σχεδιασμό, την υπέρβαση, τη νίκη και τη συνειδητή ατομική πορεία στην Ιθάκη του οντολογικού προορισμού.

Η ετυμολογία του ονόματος: Απόλλων, παρά τω Πλατωνικώ Κρατύλω....

 

Ο Σωκράτης στον διάλογο που έχει με τον Ερμογένη ετυμολογεί την προέλευση των ονομάτων των θεών. Στο παρακάτω απόσπασμα... επιχειρεί να ετυμολογήσει το όνομα του Απόλλωνα και δίνει μια εξαιρετική εκδοχή.

"..ΣΩ. Εγώ θα προσπαθήσω να σου εξηγήσω εκείνο που σκέπτομαι, γιατί δεν υπάρχει κανένα άλλο όνομα που αν και είναι ένα, θα ταίριαζε καλύτερα στις τέσσερις δυνάμεις του θεού, ώστε να εγγίζη όλες και να τις κάνει να σημαίνουν με κάποιο τρόπο και τη μουσική και τη μαντική και την ιατρική (1) και την τέχνη του τόξου (τοξική).

ΕΡΜ. Λέγε λοιπόν γιατί μου παρουσιάζεις αυτό το όνομα σαν αλλόκοτο.

ΣΩ. Απεναντίας μάλιστα αρμονικό, αφού ο θεός εί­ναι μουσικός. Γιατί πρώτα η κάθαρση και οι εξαγνισμοί και από ιατρική άποψη και από μαντική και τα θειαφίσματα με τα γιατρικά φάρμακα και τα μαντικά μέσα, και τα λου­τρά, τα χρησιμοποιούμενα σε τέτοιες περιστάσεις, και τα ραντίσματα, όλα αυτά μπορούν να έχουν μια δύναμη, δηλαδή να καθαρίζουν τον άνθρωπο και στο σώμα και στην ψυχή. Ή δεν είν' αλήθεια;



ΕΡΜ. Πολύ σωστά.

ΣΩ. Έτσι λοιπόν αυτός ο θεός είναι που καθαρίζει και ξεπλένει (απολούει) και ελευθερώνει (απολύει) απ' αυτού του είδους τα κακά;

ΕΡΜ. Βεβαιότατα.

ΣΩ. Για τις απελευθερώσεις λοιπόν και τους καθαρισμούς θεωρούμενος σαν γιατρός των κακών αυτού του είδους, θα ήταν ορθό να ονομάζεται Απολούων (ο οποίος λούζει). Για τη μαντική τέχνη, την αλήθεια του και την ειλικρίνειά του (το αληθές και το απλούν)—γιατί αυτά σημαίνουν το ίδιο πράγμα—θα ήταν πολύ σωστό να τον ονομάζουμε, όπως τον ονομάζουν οι Θεσσαλοί (2). Απλούν τον ονομάζουν όλοι οι Θεσσαλοί αυτόν το θεό. Και επειδή είναι αείποτε (πάντοτε) διδάσκαλος των βολών στην επιστήμη του τόξου, είναι εκείνος που πάντα ρίχνει (αειβάλλων).

Διδάσκοντας αρχαία Ελληνικά στην Α΄γυμνασίου. 1.Ο Οδυσσέας στο νησί της Καλυψούς.



H Oδύσσεια κατά γενική ομολογία αποτελεί το οντολογικό ταξείδι του ανθρώπου προς τον Εαυτό του ο οποίος θα στηρίζεται στη νόηση και στην πράξη. To ανθρώπινο Υποκείμενο κατασκευάζεται προσεκτικά από τον Όμηρο ο οποίος είναι ο ποιητικός δημιουργός του εννοιακού Ανθρώπου, του μεγέθους δηλαδή το οποίο ώς Όν στηρίζεται σε νόηση και πράξη: όταν λέμε νόηση εννοούμε το ταξείδι της εσωτερικής δυνάμεως του ανθρώπου (ο νούς παράγεται από το νέομαι=ταξιδεύω (νέος) η οποία ενώνεται με λοιπές συμπαντικές δυνάμεις οι οποίες καθορίζουν τη σκέψη και την πράξη.

Ο Όμηρος γνωρίζει πολύ καλά ότι προκειμένου ποιητικώς να δημιουργήσει το Υποκείμενο Άνθρωπος πρέπει να κατασκευάσει τον απαραίτητο χώρο και χρόνο. Η Ιθάκη  ως ο γήϊνος χώρος του Οδυσσέως συμβολίζει ότι ο άνθρωπος επιθυμεί του δικού του τόπου (το θέμα διεξοδικά θα αναλυθεί στην πλατωνική διάκριση χώρου και τόπου, μέσα στον άπειρο οντολογικό χώρο ο άνθρωπος επιθυμεί του δικού του τόπου): Ο Όμηρος επίσης κατασκευάζει και το μέγεθος του χρόνου: χρόνος είναι η διάρκεια η οποία είναι απαραίτητη προκειμένου ο άνθρωπος να κατανοήσει το νόστο, τις δυνάμεις του, την προσωπικότητά του, τη νόηση και πράξη, την Πηνελόπη (μοίρα του) και να εγκαθιδρυθεί στη γή η οποία είναι η οικία του.

Η Ιστορία της Καλυψούς είναι προς αυτή την κατεύθυνση, είναι απαραίτητη ποιητικώς προκειμένου να ενδυναμωθεί η ανθρωπίνη ενσυναίσθηση του Οδυσσέως, μέσα από την διακριτή  ανθρωπίνη φύση να αυτοσυνειδητοποιήσει ο Οδυσσέας ότι δεν είναι θεός αλλά άνθρωπος  σε σχέση με ανθρώπους. Η Καλυψώ είναι το μεταΙλιαδικό διαλεκτικό στάδιο: δεν υπάρχει καμμία συνύπαρξη με τους Ολυμπίους Θεούς, είναι αδύνατον διότι είναι οι πρωτόλειες συμπαντικές δυνάμεις επιβολής σοφίας και ροής στον άνθρωπο: ας προσέξουμε ότι η συνύπαρξη του Οδυσσέως με τη θεά Καλυψώ δεν χαμηλώνει τη θεά αλλά υψώνει τον Άνθρωπο: ο  Όμηρος πανέξυπνα περνά στο επόμενο στάδιο: συνυπάρχει ο Οδυσσέας με τη θεά Καλυψώ, δηλαδή αφ΄ής στιγμής ο Άνθρωπος ηύρε την ύπαρξή του (την Ελένη) διαλύοντας και διακρίνοντας τις δυνάμεις με τις οποίες θέλει να πορευθεί (η πτώση του Ιλίου και η επιλογή της Σοφίας (Αθηνά) της Δυνάμεως (Δίας) της πληροφορίας (Ερμής) αυτός πλέον ο άνθρωπος μπορεί να συνυπάρξει με θεό και δεν αποτελεί πλέον υποτακτικό κανενός θεού: η Καλυψώ αντιπροσωπεύει ακριβώς τη θεανθρώπηση του θείου ώστε να φανεί η ανθρωποθέωση του ανθρώπου: η συνύπαρξη με την κόρη του Άτλαντος ο οποίος ήταν ο Τιτάν που κρατούσε το όλον (Γή και ουρανό) δηλαδή ο Τιτάν της καθολικής γνώσεως σημαίνει ότι πλέον ο Άνθρωπος διά του νοός και νόστου μπορεί να ανεξαρτητοποιηθεί και να οδεύσει κατά το δικό του χρεών και εικός και αναγκαίον επί της γής χαράσσοντας τη δική του οντολογική σειρά: άρα η περιπέτεια της Καλυψούς υπάρχει διότι πρέπει να φανεί η ωρίμανση της συνύπαρξης θεού και ανθρώπου , στην οποία συνύπαρξη θέτει τέλος ο άνθρωπος ο οποίος αποκτώντας την ανθρωπίνη ταυτότητα (νοώ και πράττω, πονώ και αγαπώ) επιθυμεί ανθρώπων (Πηνελόπης και Τηλεμάχου) και γηΐνου τόπου (Ιθάκης).

Τα επίπεδα της ανθρωπίνης ανύψωσης του πολυτρόπου και πολυπλάγκτου Οδυσσέως στο νησί της συνύπαρξης και της τελικής ανταλλαγής θείων και ανθρωπίνων δυνάμεων είναι εξαιρετικά:

Η θρησκευτική σειρά...

 


Η Βάσις αυτού του κόσμου, επαναλαμβάνουμε αυτού του κόσμου, είναι η θρησκευτική επικράτησις του ενός θεού, ο οποίος αποτελεί νοητή αρχή και τέλος του παντός. Ο κόσμος μας δεν έχει καμμία σχέση με την οντολογική απροσδιοριστία, αποτελεί ένα μικροκύκλο ο οποίος εκκινεί και τελειώνει στο θεό, ο οποίος δοκιμάσθηκε ως πλατωνική ιδέα, ως αριστοτελική νόησις νοήσεως και τελικά εφαρμόσθηκε κάτω από το κάτοπτρο των μονοθεϊστικών θρησκειών. Όλα μα όλα όσα συμβαίνουν στον κόσμο μας αποτελούν τρόπο και μετεξέλιξη του θεού αυτού.

Για όσο λοιπόν χρονικό διάστημα οι άνθρωποι έπρεπε να ελεγχθούν πνευματικά από το θεό διότι είτε δεν ζούσαν ακόμα σε πόλεις, είτε δεν ήταν ενωμένοι κάτω από κοινούς νόμους και πολιτειακές δομές, ο θεός ήταν ο απόλυτος κυβερνήτης των ανθρώπων: το βλέπουμε αυτό στη βίβλο εκεί όπου ο θεός καθοδηγεί το μωϋσή στη γή της επαγγελίας. Όταν όμως οι άνθρωποι οργανώθηκαν στις πόλεις και ήταν αρκετά εύκολο να ελεγχθούν ο θεός μεταλλάχθηκε σε πολιτικό ηγέτη και σε νόμο: αυτό το βλέπουμε στο βυζάντιο όπου ο αυτοκράτορας ως ελέω θεού κυρίαρχος διά του νόμου (ας μην ξεχνούμε τις τεράστιες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις του Ιουστιανιανού) κυριάρχησε σε μία ολόκληρη αυτοκρατορία, για πρώτη φορά ενώθηκαν κάτω από ένα νού και ένα νόμο. Οι άνθρωποι σταδιακά ενώθηκαν κάτω από ένα θεό και από έναν απεσταλμένο αυτού του θεού, επίσης ενώθηκαν κάτω από μία πολύ σημαντική έννοια, η οποία αποτελεί μεγάλο και προβεβλημένο χαρακτηριστικό αυτού του θεού: τη συσσώρευση: επειδή ο θεός είναι ο μέγας συσσωρευτής όλων αυτών που οι άνθρωποι θεώρησαν ότι δεν μπορούν να συσσωρεύσουν (ιδέες και αγαθά) ο θεός επεβλήθη στους ανθρώπους ως πλούσιος σε συμπαντικά αγαθά που αδυνατούν οι άνθρωποι να αποκτήσουν.

 



Οι Ομηρικές λέξεις για το Χρόνο:

Χρόνος δηρός: μακρύς χρόνος

Λυκάβας: Ο ενιαυτός

Ενιαυτός: ο τελεσφόρος, ο φέρων σκοπόν χρόνος

Το θέρος

Η οπώρη

Χείμα: ο χειμών

Μείς: ο μήνας

Ήμαρ: η ημέρα

Ηώς: η αυγή

Έσπερος: η εσπέρα

Βουλυτός: η ώρη του ύπνου

Αμφιλύκη: η ώρα του λυκόφωτος

Κνέφας: το σκότος

Ζόφος: το σκότος

Αχλύς: η θεσπεσίη κακή πάχνη

Νύξ: τρία κομμάτια: 1) ηώς αμφιλύκη, 2) προς την θοήν νύκταν 3) νύξ ερεβεννή



 Οι περιπέτειες του : ἵημι

Η κατάρριψις της Πλατωνικής αναμνήσεως από την ευλογημένη λήθη του Νίτσε.

 



Είναι γνωστή τοις πάσι η περίφημη θεωρία των ιδεών του Πλάτωνος: έχει θαυμασθεί μέσα στους αιώνες επειδή όλοι θεώρησαν ότι απελευθερώνει συμπαντικά τους ανθρώπους και τους θυμίζει μεγάλο μέρος του χθές αλλά και του  αύριο, των γενομένων και των μελλουμένων πραγμάτων των εσομένων. Ο Νίτσε φαίνεται ότι κατενόησε αυτό το οποίο μάλλον είναι πρόδηλο στη νοησιοκρατική φιλοσοφία του Πλάτωνος, πώς δηλαδή η πλατωνική φιλοσοφία αφορά κομμάτι του όλου, διαστασιακό μέρος περί της γήν, χωρίς να είναι οντολογία του Όλου, χωρίς να έχει σχέση με το καθεαυτό Όν ως χαώδης άπειρος και διηνεκής κίνησις. Επίσης μάλλον ο γερμανός φιλόσοφος κατενόησε ότι η πλατωνική φιλοσοφία δεν απελευθερώνει οντολογικά τον άνθρωπο αλλά τον καθιστά ικανό να διαχειρισθεί την επίγειο θέση του όποια και αν είναι αυτή. Εν ολίγοις η πλατωνική φιλοσοφία είναι πλήρως ξεπερασμένη εάν ο ξεχωριστός άνθρωπος θέλει να αφεθεί στην ξεχωριστή και ατομική οντολογική του θέση, πορεία και άπειρο νόστο.

Ο Νίτσε λοιπόν στους αφορισμούς του στη Γενεαλογία της Ηθικής, ομιλεί περί της ευλογημένης λήθης: κάτι το οποίο πλατωνικώς είναι απαράδεκτο εάν θυμηθούμε τον αγώνα που δίδει ο φιλόσοφος ώστε ο Άνθρωπος να θυμηθεί την προΰπαρξή του στον κόσμο των ιδεών όπου όλα τα είδε και τα εγνώρισε. Για τον Πλάτωνα (κάτι που αποδεικνύεται και στην περίφημη φράση του Τιμαίου «το γαρ ζητείν και μανθάνειν ανάμνησις του όλου εστίν») η πηγή γνώσεως του ανθρώπου είναι η ανάμνησις διότι αυτή τον συνδέει με τον κόσμο των ιδεών ώστε οι ιδέες του Αγαθού να συνδεθούν διά της ηθικής με τον εδώ κόσμο ωθώντας τον άνθρωπο στην συμπαντική του συνέχεια διά της τελείας Πολιτείας. Επίσης έχουμε και το μεγάλο ομηρικό πρόβλημα να αντιμετωπίσουμε, διότι και στην Οδύσσεια μέσω των Λωτοφάγων η λήθη (όπως και στον Πλάτωνα αλλά όχι στο Νίτσε) θεωρείται κάτι το άσχημο το οποίο απωθεί τους ανθρώπους από το νόστο και την επιστροφή στην Πατρίδα.

Η όλη πορεία της Γενεαλογίας της Ηθικής είναι η έξοδος του ανθρώπου από την παρούσα γήϊνη διάσταση εις την οποίαν εθελουσίως εισήλθε ο άνθρωπος και η οντολογική του απελευθέρωσις: φυσικώς περιμένει ο ωκεανός του μηδενισμού, αλλά ούτε εμείς πολλώ δε μάλλον ο Νίτσε δεν φοβείται την βύθιση σε αυτόν τον Ωκεανό ο οποίος τόσο έντονα εννοείται αλλά και αναφέρεται και στον Όμηρο αλλά και στον Ησίοδο: η ικανότητα του ανθρώπου να αντιμετωπίσει συλλήβδην τον παρόντα γήϊνο πολιτισμό από τα πανάρχαια χρόνια έως και σήμερα ως μηδέν είναι αναγκαία.

Η ΑντιΗθική Οντολογία των μνηστήρων.

 



Όλα στον Όμηρο αποτελούν κομμάτια ενός σε πολλά ξεχασμένου Οντιολογικού Όλου τα οποία συντίθενται με αριστοτεχνικό τρόπο. Έχουμε σε άλλη εργασία μας αποδείξει ότι ο πρώτος Ηθικολόγος (καθαρά Οντολογικός Ηθικολόγος όχι με την τρέχουσα έννοια του καλού και  του κακού (οι οποίοι αυτοί όροι περιορίζουν την οντολογικότητα της Ηθικής) είναι ο Αναξίμανδρος, ο Αναξίμανδρος ώς Οντολογικός Ηθικολόγος επικοινωνεί με την Οντολογική καθαρά Ηθική του Ομήρου. Η τελική απόδειξη έρχεται μέσα από τα Φυσικά του Αριστοτέλους όπου εκεί ο Σταγειρίτης θεωρεί ότι το  Άπειρο του Αναξιμάνδρου περιέχει όλες εκείνες τις δυνάμεις του σύμπαντος (ροή, φιλία, νείκος, δικαιοσύνη, ισορροπία, εξέλιξη) οι οποίες εάν περάσουν στον Άνθρωπο (κατά το χρεών) δημιουργούν την ισορροπία και δικαιοσύνη του κόσμου μας.

Τα στοιχεία της Απείρου Ηθικής του Αναξιμάνδρου όλα υπάρχουν στην Οδύσσεια: κίνησις, ταξείδι στο Άπειρον της Κίρκης και των λοιπών κυκλωπείων περιπλανήσεων, απροσδιοριστία της Οδυσσεϊκής νόησης και ήθους, συνεχής πορεία προς το νόστο που φέρει ο καθείς εξ ημών μέσα του. Ο Οδυσσέας διά της ατομικής πορείας προς την Ιθάκη (η οποία είναι μόνον σε αυτόν γνωστή διά της Σοφίας Αθηνάς) παρουσιάζεται ώς άπειρο μέγεθος: συνευρίσκεται με όντα σαν την Καλυψώ, νικά τον Πολύφημο, αντιστέκεται στους πειρασμούς στη νήσο του Ηλίου, είναι το Υποκείμενο το οποίο δεν κλείει τη νόηση και το ήθος σε καλούπια αλλά ορίζει τη νόηση και το ήθος κατά απροσδιόριστο  τρόπο διότι παραμένει  στο συμπαντικό φόντο: δεν κλείεται σε άστυ, αντιθέτως κινείται επί της χαώδους θαλάσσης: άρα νόηση και ήθος δημιουργούν το άπειρο Υποκείμενο το οποίο τροφοδοτείται από την απειρία του σύμπαντος (αυτή είναι η πηγή της νόησης και του ήθους) άρα ο Οδυσσέας είναι ο Άπειρος άνθρωπος που σκέπτεται και πράττει κατά τρόπο ανώλεθρο διηνεκή και συνεχή. Αντίθετος αυτού είναι ο προβλεπόμενος άνθρωπος του άστεως και της κατευθυνόμενης νόησης και ηθικής η οποία προέρχεται όχι από το άπειρο σύμπαν της θαλάσσης και του Αναξιμάνδρου αλλά από συγκεκριμένα θρησκευτικά και φιλοσοφικά κέντρα.

Εξάλλου αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά του Ομήρου από τον Πλάτωνα (για αυτό και ο Πλάτων απορρίπτει αναφανδόν τον  Όμηρο): ο Πλάτων κλείει το Υποκείμενο στην Πολιτεία των Νόμων, το Υποκείμενο δεν τροφοδοτείται από το άπειρο σύμπαν ώς δυνάμεις (όπως συμβαίνει στον Αναξιμάνδρειο και Ομηρικό κόσμο) αλλά από τις ιδέες αυτών: η γνωστική μετατόπιση είναι σημαντική: το όλον μεταφέρεται από την πραγματική θάλασσα της πραγματικής Οδυσσεϊκής κίνησης στο ανθρώπινο μυαλό το οποίο πλέον είναι έτοιμο να μετατρέψει τις ιδέες σε θεό, ηγεμόνες, επιστήμονες κ.λ.π συστήματα.

Επικούριος Απόλλων.

 


Ο ναός του Επικουρίου Απόλλωνα στις Βάσσες της Φιγαλείας είναι ένας από τους σπουδαιότερους και επιβλητικότερους της αρχαιότητας. Αφιερώθηκε από τους Φιγαλείς στον Απόλλωνα διότι τους βοήθησε να ξεπεράσουν μια επιδημία πανώλης. Ο ναός υψώνεται στα 1.130 μέτρα, στο κέντρο της Πελοποννήσου, πάνω στα βουνά μεταξύ ΗλείαςΑρκαδίας και Μεσσηνίας και βρίσκεται 14 χλμ. νότια της Ανδρίτσαινας και 11 χλμ. βορειοανατολικά των Περιβολίων. Διοικητικά ανήκει στο Δήμο Ανδρίτσαινας -Κρεστένων. Ο ναός ανεγέρθηκε το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. (420-410 π.Χ;) και αποδίδεται στον Ικτίνο, τον αρχιτέκτονα του Παρθενώνα. Το μνημείο αυτό, ένα από τα καλύτερα σωζόμενα της κλασικής αρχαιότητας ήταν το πρώτο στην Ελλάδα που ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO το 1986. Τμήμα της ζωφόρου του ναού αποσπάστηκε το 1814 και εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο. Σημειώνεται ότι η σωστή ορθογραφία της λέξης "επικούριος" είναι με "ι" και όχι "επικούρειος", καθώς προέρχεται από το ότι στην αρχαιοελληνική μυθολογία ο Απόλλωνας είχε επικουρήσει την περιοχή και όχι από τον Επίκουρο και τους επικούρειους (π.χ. πυθαγόρειος: από τον Πυθαγόρα), ενώ η γραφή αυτή χρησιμοποιείται ήδη από τον Παυσανία.

Η αρχαιολογική σκαπάνη απέδειξε ότι ο Ναός είναι θεμελιωμένος πάνω σε άλλο προϋπάρχοντα αρχαϊκό  Ναό του θεού Απόλλωνα. Ο Ναός αυτός είχε ιδρυθεί από του Φιγαλείς, ίσως μετά το 659 π.χ.        

Σ’ αυτό το ναΐδριο υπήρχε ένα θαυματουργό ξόανο, δηλαδή ένα ξύλινο λατρευτικό άγαλμα άτεχνο, του Βασσίτα Απόλλωνα. Η προσωνυμία του Θεού σχετίζεται με το χωρίο της περιοχής Βάσσαι (Βάσσα και Βήσσα = χούνη, φαράγγι). Ταλαιπωρημένοι από κάποιο λοιμό οι Φιγαλείς, ήρθαν να προσευχηθούν σ’ αυτό το θαυματουργό ξόανο, για να θεραπευθούν. Η μετακίνηση έκανε το θαύμα της και τους θεράπευσε, αφού έφυγαν από τη νοσηρότητα της περιοχής τους για κάποιο διάστημα και έμειναν στον καθαρό αέρα και το ζωογόνο ήλιο.

Μετά απ’ αυτό το γεγονός αποφάσισαν να κτίσουν τον καινούριο και μεγάλο ναό τους στη θέση του παλιού ναού, τον αφιέρωσαν στον Απόλλωνα και τον ονόμασαν Επικούριο, γιατί ήρθε ως επικουρία στο θανατηφόρο λοιμό. Υπήρχε και άλλος λόγος που οι Φιγαλείς κτίσανε αυτό το αριστούργημα. θέλησαν να ακολουθήσουν το παράδειγμα των άλλων πόλεων, που έφτιαχναν μεγαλοπρεπή μνημεία. Κάλεσαν, λοιπόν, τον ίδιο αρχιτέκτονα που έφτιαξε τον Παρθενώνα, τον Ικτίνο, και του ανάθεσαν να τους κάνει σε αυτή τη θέση ένα μεγάλο ναό, για να τοποθετήσουν το θαυματουργό ξόανο του Βασσίτα Απόλλωνα.Ο κλασικός ναός είναι θεμελιωμένος πάνω στο φυσικό βράχο του όρους Κωτιλίου σε ειδικά διαμορφωμένο γήπεδο. Η τοποθεσία του ναού ονομαζόταν στην αρχαιότητα Βάσσαι (μικρές κοιλάδες) και φιλοξενούσε από τον 7ο αιώνα π.Χ. ιερό του Απόλλωνος Βασσίτα που είχαν ιδρύσει οι γειτονικοί Φιγαλείς, οι οποίοι λάτρευαν τον θεό με την προσωνυμία Επικούριος δηλαδή βοηθός, συμπαραστάτης στον πόλεμο ή στην αρρώστια. Ο πρώτος ναός γνώρισε και μεταγενέστερες φάσεις, γύρω στο 600 και γύρω στο 500 π.Χ., από τις οποίες σώζονται πολυάριθμα αρχιτεκτονικά μέλη. Η μετάβαση στον Ναό του Επικουρίου Απόλλωνα γίνεται από το παραλιακό χωριό Θολό, μέσω Νέας Φιγάλειας (Φιγαλείας) Ηλείας κατά μήκος του ποταμού Νέδα. Ο δρόμος είναι μεν ασφαλτοστρωμένος αλλά λίαν κοπιαστικός λόγω στενότητας και στροφών. Τονίζεται ότι πρόκειται για κοπιαστική μετάβαση και επιστροφή. Η πρόσβαση αυτή είναι δυτική. Από Ανατολικά η πρόσβαση γίνεται μέσω Τρίπολης,Μεγαλόπολης και Ανδρίτσαινας. Η οδική σήμανση είναι άριστη.Κάτοψη του ναού

Πολιτική και φιλοσοφία.



Μπορεί ο Λέο Στράους να προσπάθησε να καθιερώσει (όχι μόνον αυτός βέβαια) τον όρο «πολιτική φιλοσοφία» αλλά ένα από τα κυριώτερα χαρακτηριστικά της εποχής μας είναι ο διαχωρισμός της πολιτικής εξουσίας από την έννοια της φιλοσοφίας, ως συνόλου ιδεών και των εφαρμογών τους, ως συνόλου της αποκόμισης των ιστορικών ιδεών, της αξιολόγησής των και της μελλοντικής εφαρμογής των, προκειμένου η ιστορία ως φωτεινό εργαλείο να καταστή παράγοντας εξέλιξης, μη επανάληψης των ιδίων λαθών και λόγος ανθρωπίνης και κοινωνικής γενικότερα εξέλιξης.

Ο διαχωρισμός της πολιτικής από τη σοφία των γεγονότων και των ιδεών και αξιών οι οποίες από εκεί αποκομίζονται στηρίζεται σε κάτι το πολύ απλό: η πλήρως υλιστική και μαζοποιητική αλλά και ψηφιακή εποχή μας έχει πλέον κεντρική ηλεκτρονική εξουσία και τρόπο ανάλογης διάχυσης της πληροφορίας ώστε πλέον οι άνθρωποι δεν χρειάζονται να γνωρίζουν την μακρόχρονη και μακραίωνη ιστορία αλλά φθάνει η πρόσκαιρος και σύντομος ιστορία, όση χωρεί στην τηλεόραση, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στην κινητή τηλεφωνία: πλέον η ιστορία ως σύνολο διαχρονικών γεγονότων  τα οποίαι κρύβουν ιδέες και αξίες χρήσιμες στο μέλλον για το άτομο και την κοινωνία, δεν χρειάζεται διότι έχει βρεθεί ο τρόπος να επιβληθεί η μία ιδέα και η μία αξία: η ψηφιακή εποχή όπου ο άνθρωπος ελεγχόμενος πλήρως θα έχει πλήρως συγκεκριμένη ζωή παραγωγής και κατανάλωσης, μικροσκέψης, συγκεκριμένων σκέψεων και πράξεων μέσα στο μικροκόσμο των αστικών και ψηφιακών πόλεων.

Θα καταλάβουμε ολοκλρηρωτικά την διαχώρησιν της ιστορίας από κάθε έννοια σοφίας εάν συγκρίνουμε τις ανθρωποκεντρικές εποχές όπου ο άνθρωπος αυτοδημιουργούσε ιστορία με τη σημερινή αποανθρωποποιημένη εποχή όπου ο άνθρωπος ως πλήρως ελεγχόμενο όν δεν δημιουργεί την ιστορία του αλλά βιώνει έτοιμα καλούπια μίας αοράτου εξουσίας. Το σημαντικό όμως είναι και η μεταβολή της φύσεως της πολιτικής και του πολιτικού.

Ας την προσέξουμε: πλέον ο πολιτικός δεν είναι ο κύριος υπεύθυνος της πορείας της Πόλης (κράτους) και των ανθρώπων: είναι περισσότερο διαχειριστής των δεδομένων της ψηφιακής, βιομηχανικής και υπετεχνολογικής εποχής, αυτή η εποχή σχεδόν έχει καταστήσει περιττή την πολιτική ως τρόπο διαχείρισης της εξουσίας διότι πλέον οι εξουσιασταί αυτού του κόσμου έχουν εύρει τεχνολογικούς και άλλους τρόπους διάχυσης και επιβολής της εξουσίας. Ο πολιτικός σήμερα δεν είναι εκτελεστικός παράγοντας της εκτελεστικής εξουσίας, δεν καθορίζει την πορεία και την εφαρμογή της εξουσίας, μάλλον είναι περιττός σε μία εποχή όπου ψηφιακά όλα εκπορεύονται από μία κεντρική πηγή τηλεεξουσίας.

Έκθεση Έκφραση γ΄λυκείου. Απάντηση στην ερώτηση: ποια είναι η πρόθεση του συγγραφέα και με ποιους τρόπους επιτυγχάνει το σκοπό του;

 



Α. Ο σκοπός του δοκιμιογράφου είναι:

Α1.Στο αποδεικτικό δοκίμιο: α)να πείσει με επιχειρήματα και τεκμήρια

                                                    Β)να πληροφορήσει (δίδοντας πληροφορίες για το θέμα του)

                                                    Γ)να διδάξει έμμεσα (προτροπές με υποτακτική : να πράξετε ή προστατική : γράψετε.

Α2.Στο στοχαστικό δοκίμιο : α) να συγκινήσει (λογοτεχνικό ύφος, συναισθηματικά ή ιδεολογικά φορτισμένες λέξεις).

                                                          Β)να τέρψει (το στοχαστικό δοκίμιο πλησιάζει σε πολλά το λογοτεχνικό κείμενο).

                                                         Γ) να εκφράσει ιδέες, να προβληματίσει (απουσιάζει η προσπάθεια τεκμηρίωσης).

 

Β. Ο σκοπός του αρθρογράφου είναι:

B1: πληροφόρηση και ενημέρωση των αναγνωστών για τα καθημερινά γεγονότα.

Β2: διαμόρφωση γνώμης και άποψης των αναγνωστών για την επικαιρότητα.

 

Γ)Ποια πρόθεση εξυπηρετεί η συγγραφή του κειμένου;

Η συγγραφή του κειμένου μπορεί να υπηρετεί:

1.Τον προβληματισμό, τον στοχασμό, την τέρψη.

2.Τη διαφώτιση , την πειθώ.

3. Την ενημέρωση και την διαμόρφωση άποψης.

Η απάντηση πρέπει να περιλαμβάνει:

Α. την πρόθεση του συγγραφέα

Design Turnpike Έκθεση Α΄ Λυκείου: Το Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας

 


 


Το Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας στοχεύει στο να ελέγξει τον βαθμό, στον οποίο οι υποψήφιοι, Έλληνες χρήστες της ξένης γλώσσας, είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις που έχουν αποκτήσει και τις επικοινωνιακές ικανότητες που διαθέτουν ως χρήστες δύο γλωσσών (της ελληνικής και της ξένης). Για να το επιτύχει στηρίζεται σε ένα σύστημα εξετάσεων που αποσκοπεί στην πιστοποίηση διαφορετικών επιπέδων γνώσης μιας γλώσσας. Έτσι, ελέγχεται ο βαθμός ικανότητας που έχει αναπτύξει κάποιος να κατανοεί και να παράγει προφορικό και γραπτό λόγο της γλώσσας αυτής.

Επίσης, ο θεσμός αυτός αντιμετωπίζει ισότιμα τις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες και συμβάλλει στην ενίσχυση της εκμάθησης ξένων γλωσσών, η γνώση των οποίων θεωρείται σημαντικό μορφωτικό και επαγγελματικό προσόν εντός και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τον τρόπο αυτόν προωθείται τόσο η κοινωνική όσο και η ατομική πολυγλωσσία στην Ελλάδα. Επιπλέον, με τον θεσμό αυτόν προάγεται το ευρωπαϊκό ιδεώδες της πολυγλωσσίας.

Επιπρόσθετα, το Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας συνδέεται με το σχολείο και στοχεύει στη σύνδεσή του και με τις άλλες βαθμίδες και τύπους εκπαίδευσης. Με το σχολείο συνδέεται έμμεσα και άμεσα. Έμμεσα, εφόσον επιδρά στις πρακτικές διδασκαλίας και εκμάθησης της γλώσσας, διαμορφώνει στάσεις και αναπτύσσει στρατηγικές μάθησης και παραγωγής λόγου. Άμεσα, επειδή λαμβάνονται υπόψη τα σχολικά προγράμματα σπουδών για τον σχεδιασμό των εξετάσεων, ενώ ξεκινά και η προσπάθεια για να παραχθούν προγράμματα και υλικά για υποστηρικτική διδασκαλία. Ακόμη, προβλέπεται να συνδεθεί και με άλλους εκπαιδευτικούς φορείς.

Τέλος, το Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές συνθήκες της χρήσης της ξένης γλώσσας και επιχειρεί να καλύψει τις επικοινωνιακές, κοινωνικές, εργασιακές και εκπαιδευτικές ανάγκες των σύγχρονων πολιτών.

 

Από την ιστοσελίδα του Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας. 24.04.2014 (διασκευή).

 

ΘΕΜΑΤΑ

 

Α1. Γιατί ο θεσμός της πιστοποίησης ξένων γλωσσών προάγει το ευρωπαϊκό ιδεώδες της πολυγλωσσίας, σύμφωνα με το κείμενο; (60-80 λέξεις)

Αρχαία Ελληνικά από μετάφραση, β΄τάξη γυμνασίου. Δειγματική διδασκαλία στους στίχους: Ζ 369-529.

 



Α.Η Θεατρικότητα του κειμένου: ο χώρος και ο χρόνος του κειμένου.

Συνάντηση του Έκτορα και της Ανδρομάχης στις Σκαιές πύλες από όπου οι Τρώες έβλεπαν την πορεία των μαχών του Τρωϊκού πολέμου: (γιατί ο Ποιητής εκτυλίσσει αυτόν τον διάλογο στις Σκαιές πύλες;).

Β. Σύνδεση με την κυρία υπόθεση του έπους:

Ο Δίας πρόσκαιρα δίδει τη νίκη στους Αχαιούς πρίν αλλάξει τις ισορροπίες ώστε οι Αχαιοί να επιζητήσουν και πάλι τον Αχιλλέα (όλα οικονομούνται κατά τη σειρά της συμφωνίας του Δία και της Μητρός Θέτιδος) (το ερώτημα του απολύτου προορισμού και καθορισμού του παντός από τον Όμηρο έως την μοντέρνα προτεσταντική ηθική).

Γ. Οι κύριοι πρωταγωνιστές του κειμένου:

Έκτορας, Ανδρομάχη, Αστυάνακτας: ο κύκλος της οικογένειας  ο οποίος περιέχεται στον κύκλο της Πατρίδος (αναφορά στα Πολιτικά του Αριστοτέλους (όπου το Εγώ στην Πόλη απορροφάται από το Εμείς, αναφορά στο χωρίο της Καινής διαθήκης: Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. Το πρόβλημα του Εαυτού και των ατομικών επιλογών, ποιος Είμαι και πού ανήκω ώς προορισμός).- Η αποκοπή του Ανθρώπου από την φυσική ατομικότητα και η νοητική υπαγωγή του σε ιδέες και αξίες (Πατρίδα, Εκκλησία κ,λ.π.) –Η έννοια του καθήκοντος.

Δ. Η συναισθηματική και πνευματική κατάσταση του Έκτορα και της Ανδρομάχης:

1. Ο Έκτορας: ο τρόπος σύμφωνα με τον οποίο ομιλεί (την αλήθεια ειπείτε μου) το ακαθόριστο των κινήσεών του (ερευνά απεγνωσμένα να εύρει την Ανδρομάχη) δηλώνει την αγωνία του. Η αγωνία της ύπαρξης πρό του θανάτου.

Προσοχή όμως υπάρχει μία δεδομένη εσωτερική πολεμική στον Έκτορα: Πνευματικώς είναι αποφασισμένος (δεν πολεμά να λάβει αποφάσεις έχει πάρει τις αποφάσεις του να θυσιασθεί για την Πατρίδα του, άρα η ψυχή του κινείται αυτοβούλως).

2.Η Ανδρομάχη: Η αντίθεση ανάμεσα στη θήλεια δύναμη της φυσικής υπεροχής και στην άρρενα της δυναμικής επιβολής: η Ανδρομάχη ώς φυσική δύναμις διαβλέπει περισσότερες επιλογές διότι δεν εγκλωβίζεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις αλλά διατηρεί τη φυσική συνέχεια των πραγμάτων.Επίσης έχει χάσει την οικογένειά της και για αυτό θέλει μία άλλη συνέχεια στη ζωή της( το δίλημμα ανάμεσα στο άπειρο της φύσης και στον μικρόκοσμο των ανθρώπων, η θήλεια άπειρη δύναμη και η άρρεν συγκεκριμένη δόμηση του κόσμου).

Πόσες φορές και εμείς εγκλωβιζόμαστε χάνοντας την άπειρη συνέχεια των πράγμάτων και της ζωής μας

Ε.Η πνευματικότητα στον Όμηρο, η γένεσις του Λόγου, ο αγώνας των επιχειρημάτων ανάμεσα στην Ανδρομάχη και στον Έκτορα.

Το σημερινό Έθνος – Κράτος ως προπύργιο του τελευταίου καπιταλιστικού σταδίου.

 


Πέρασαν πραγματικά χρόνια πολλά από τα Εθνικά κριτήρια του Ηροδότου: το όμαιμον, το ομόφυλον, το ομόθρησκον, το ομονοούν, το ομόγλωσσον. Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που οι Αθηναίοι ήταν Έθνος επειδή ήσαν ενωμένοι ενώπιον του κοινού τρόπου θέασης του κόσμου, της φύσεως, της Πόλεως. Η Γή γύρισε πολλές φορές περί τον Ήλιον από τότε που Έθνος ήταν οι Σπαρτιάτες επειδή ήσαν ενωμένοι ενώπιον του συμπαντικού και οντολογικού τρόπου ζωής. Το Έθνος τότε δεν ήταν κράτος, αλλά το κράτος εστηρίχθη ως τρόπος πολιτειακής διοικήσεως επί του Έθνους: το Έθνος ζούσε και χωρίς το κράτος διότι φυσικές και συμπαντικές δυνάμεις κρατούσαν ενωμένους τους ανθρώπους ενώπιον μιάς κοινής  οντολογικής και υπαρξιακής πορείας. Οι Σπαρτιάτες είτε είχαν κράτος είτε ήταν μόνοι τους το ίδιο «μολών λαβέ» θα βροντοφώναζαν στους επελαύνοντας Πέρσες.

Ήταν ο Πλατωνικός ευνομισμός απόρροια της απλέτου νοησιοκρατικότητας αυτού του φιλοσόφου ο οποίος για πρώτη φορά συντάραξε συθέμελα τις οντολογικές βάσεις του Έθνους (κράτους): ο Πλάτων εδημιούργησε μία καινή νοησιοκρατική ανθρωπίνη φύση, αποκόπτοντας σταδιακά τον Άνθρωπο από τις φυσικές συμπαντικές καταβολές του, συνδέοντάς τον μάλιστα με το πολιτικό περιβάλλον της πόλεως: εκεί ο Άνθρωπος δεν καθοδηγείται από την εσωτερική οντολογική φωνή του αλλά από την εξωτερικότητα του νόμου, αν και στην Πολιτεία η δικαιοσύνη είναι η εσωτερική ισορροπία ανάμεσα στο λογιστικό θυμοειδές και επιθυμητικό. Ο Αριστοτέλης απετελείωσε το έργο του διδασκάλου του. Εκτός πόλεως για τον Αριστοτέλη ο άνθρωπος εστί ή θηρίον ή θεός: άρα το Έθνος στηρίζεται όχι στα ενδότερα οντολογικά και υπαρξιακά κριτήρια του συμπαντικού ανθρώπου αλλά στα εξωτερικά κριτήρια του νόμου, των κρίσεων, των εξουσιών, της πολιτικης διαχείρισης: σταδιακά το Έθνος (κράτος) καθίσταται πλέον πρακτική πολιτική παράμετρος, και απολλύει τον φυλετικό άμα και συμπαντικό εσωτερικό και άπειρο χαρακτήρα του. Το Έθνος (κράτος) πλέον καθίσταται τρόπος εκτύλιξης πολιτικών και στρατιωτικών σχεδίων, και ολίγοι έχουν καταλάβει ότι ο Μέγας Αλέξανδρος με αυτόν τον τρόπο εχρησιμοποίησε το Έθνος (κράτος) των Ελλήνων προκειμένου να κατακτήσει τον κόσμο: το Έθνος (κράτος) πλέον ήταν προσαρμοσμένη πολιτική και στρατιωτική οντότητα, έρμαιο στα χέρια των εξουσιαστών του κόσμου, που πλέον είχαν τη θαυμαστή ικανότητα να πείθουν τους ανθρώπους του Έθνους (κράτους) για τα σχέδιά τους, τα οποία πλέον δεν είναι κοινά αλλά φαίνονται ως κοινά. Επειδή πλέον το Έθνος κράτος δεν έχει συμπαντικούς εσωτερικούς προσδιορισμούς αλλά χρησιμοποιούνται οι άνθρωποι που συναποτελούν το Έθνος (κράτος) ως ομάδα εξουσιαστικά ελεγχομένη, πλέον το Έθνος κράτος με κριτήρια νόμου , πολιτικής, εδαφικής εξάπλωσης και οικονομίας (αυτά ενώνουν τους ανήκοντες σε ένα Έθνος (κράτος) προωθεί τα εξουσιαστικά σχέδιά του (ο ηγεμών πλέον αντιμετωπίζει τους υπηκόους του ως νόμιμα ελεγχομένους και όχι ως συμπαντικά ισαξίους έχοντας οντολογικά ανωτέρους Εθνικά προσδιορισμούς, θεωρούμε μάλιστα ότι αυτό το στάδιο του Ελληνισμού ελάχιστα έχει παραδοθεί (ακόμα και στην Ελληνική Γραμματεία, μικρά ανάμνησις είναι η Λακωνική Πολιτεία).

Ποιός ήταν ο Μινώταυρος;

 


Ποιος ήταν ο Μινώταυρος;

Οι Μινωΐτες έφεραν έναν εντελώς ξεχασμένο σε εμάς παγανιστικό συμπαντικό τρόπο θέασης του όλου. Ο συμπαντικός μάλιστα τρόπος θέασής των συμπαντικών πραγμάτων και ροών έχει πλήρως αντιστραφεί οδηγώντας να θεωρούμε το Μινώταυρο κάτι το απεχθές και το Θησέα τροπαιούχο νικητή αυτού του απεχθούς όντος, ο Θησέας μάλιστα έχει επικρατήσει να θεωρείται ως σύμβολο των ανθρώπων που νικούν τους φόβους των.

Οι Μινωΐτες μέσα από την παγκόσμιο επικοινωνία τους, επίσης μέσα από την συμπαντική τους επαφή με οντολογικές δυνάμεις τόσο ξεχασμένες σε εμάς, οδηγήθηκαν στην Μεγάλη Μητέρα, στη Θεά της γονιμότητας. Αυτό ίσως ηχεί στα αυτιά μας σήμερα ως κάτι το απλό. Βέβαια δεν είναι, η μεγάλη Μήτηρ των Μινωϊτών αποτελεί ενορατική υπερθέαση της σειράς από το χειμώνα έως την άνοιξη, οικοδομεί μία μεγάλη φυσική γνώση την οποία δεν κατείχαν πάντα οι άνθρωποι, μία γνώση που ωδήγησε σε άλλες ανάλογες μετά: η εσωτερικότητα του χειμώνος οδηγεί στην εξωτερικότητα της ανοίξεως, η νύκτα οδηγεί στην ημέρα, η ακαρπία στην καρπερότητα. Σε συμπαντικές προδιαγραφές οι Μινωΐτες κατάλαβαν ότι ο Ήλιος της Ημέρας συνεχίζει ως Σελήνη τη Νύκτα, οι δυνάμεις του Όλου ποτέ δεν χάνονται, πάντα υπάρχουν όλα.

Η Μεγάλη Μητέρα ως θήλεια χαοτική δύναμις φέρει τον βρεφικό άνθρωπο ο οποίος διά της Μητρός ζεί έρχεται στη γή και αναπτύσσεται: η Σελήνη μέσα από το σχήμα της φανερώνει όλη την πορεία του Ηλίου την νύκτα, η Σελήνη είναι η εν νυκτί εσωτερικότης του Ηλίου, το σχήμα της καθοδηγεί τους ανθρώπους στα πιο κρύφια μονοπάτια του χάους και της νύκτας: ο Μινώταυρος είναι ο καθεαυτός γιός της Σελήνης, τα κέρατά του έχουν το σχήμα της βραδινής σελήνης, η μορφή του είναι ξεχασμένες οντότητες της σελήνης οι οποίες στη γή αντικαταστάσθηκαν από την ανθρώπινη μορφή:

Κεφ.1.4.2. Η ζωή και ο θάνατος στην ποίηση του Ησιόδου.(απόσπασμα από το βιβλίο μου: πέρα από τη ζωή και το θάνατο)....



Ο Όμηρος λοιπόν ξεκάθαρα όπως ήδη δείξαμε θεωρεί την απουσία ζωής και θανάτου ως ξεχωριστές καταστάσεις, διότι επί της ουσίας διακρίνει τη μία και συνεχή πορεία του ανθρώπου από τον  Όλυμπο στη γή στον Άδη και πάλι σε αυτή τη σειρά έως οι δυνάμεις εξέλθουν στον Ωκεανό και συνεχίσουν την αχανή πορεία τους. Παντού του Ομηρικού έργου η αδιαμφισβήτητη συνέχεια της αιθέριας δύναμης προ σώματος, εν σώματι και έξω του σώματος κυριαρχεί. Οι θεοί συσσωρεύουν τη δύναμη την οποία και θα μεταβιβάσουν στους ανθρώπους, αυτοί θα την μεταβιβάσουν στο στάδιο του α-δη (ασυνειδητότητας) και πάλι στο στάδιο του Ολύμπου έως αυτή η δύναμη να φύγει στα επόμενα οντικά στάδια.

Ώστε ο Όλυμπος συνιστά την καθαρά οντική επερχομένη δύναμη η οποία εν μορφή συνειδητοποιεί το Εδώ και έπειτα χωρίς μορφή προσανατολίζεται, αυτή η υπέροχη πορεία της οντικής δύναμης πουθενά στον Όμηρο δεν σκλαβώνεται σε απομονωμένα στάδια ζωής και θανάτου, αλλά μέσα από τη συνέχειά της, απλά παρουσιάζεται να έχει πολλά στάδια (σαν τις περιπλανήσεις του Οδυσσέως) πρίν χαθεί στη συνέχεια του μεγάλου Ωκεανού.

Ο Ησίοδος στο προοίμιο της  Θεογονίας μας αφηγείται τη συνάντησή του στο  όρος Ελικών με τις Μούσες οι οποίες του είπαν ότι επιθυμία των θεών είναι να μάθουν τους ανθρώπους να λένε μόνον την Αλήθεια. Άρα εάν σκεφθούμε την ποιότητα των μουσών ο Ησίοδος θέτει τους ανθρώπους να επικοινωνούν με δυνάμεις συμπαντικής συνεχείας προκειμένου να είναι και να νοιώθουν ελεύθεροι μέσα στο όν ως τέτοιοι. Ήδη ο Ησίοδος φιλοδοξεί να ξεφύγει από τον αναπαραστατικό ποιητικό λόγο του Ομήρου θέτοντας το δικό του πραγματικό φιλοσοφικό λόγο οποίος ξεχωρίζει τον κόσμο των φαινομένων από τον κόσμο των πραγματικών οντικών παραστάσεων. Από την αρχή λοιπόν ο Ησίοδος (και θα ακολουθηθεί σε αυτό από τον Παρμενίδη) διαχωρίζει τον κόσμο των φαινομένων από τον κόσμο της Αληθείας, όμως αυτοί οι  δύο κόσμοι δεν διαχωρίζονται και δεν διαχωρίζουν και τον άνθρωπο σε δύο κομμάτια ξεχωριστά, αλλά τίθενται ως δύο στάσεις ενός κοινού ταξιδιού. Εάν σκεφθούμε ότι επάνω σε αυτή τη διαφοροποίηση (του φαινομενικού κόσμου από τη μία και του κόσμου της Αληθείας από την άλλη) στηρίχθηκε το παραπλανητικό για τη συμπαντική πορεία του ανθρώπου ζεύγος της ζωής και του θανάτου ο Ησίοδος προσφέρει (και μετέπειτα ο Παρμενίδης και συλλήβδην οι προσωκρατικοί ) την μακραίωνη ελευθέρα λύση ώστε ο άνθρωπος ποτέ να μην υποπέσει ως θύμα στις οντολογικές παραχαράξεις θρησκειών, φιλοσοφιών και πολιτικών. Ο Ησίοδος θεωρώντας ότι οι μούσες, ως φορείς του Όλου, ομιλούν στον άνθρωπο και τον αφυπνίζουν, συγχρόνως του υποδεικνύουν ότι όλα είναι οδός πορείας και εξέλιξης, πορείας από το ψέμμα στην αλήθεια. Άρα συνδέεται η ενσώματη θεώρηση της μορφής με τη συμπαντική γνώση αυτής, και όχι με την μετέπειτα τυφλή συναισθηματική πίστη. Η ποίηση του  Ησιόδου επειδή φιλοδοξεί να ξεφύγει από την ποιητική συμβολικότητα του Ομήρου και να καταστή έλλογη αποτύπωση του όλου, αναγάγει το ζεύγος ζωής και θανάτου σε θέματα γνώσης και συμπαντικής θεώρησης. Η μούσα σε κάθε περίπτωση περίπτωση συνιστά μία πρώτη βαθμίδα γνώσης η οποία καταργεί κάθε συζήτηση ότι υπάρχει ζωή και θάνατος, διαφημίζοντας μάλλον ότι υπάρχει συνέχεια γνώση και υπέρβαση: (ομιλεί η μούσα στον ποιητή) « Έϊ εσείς βοσκοί στα λειβάδια επονείδιστοι και τιποτένιοι, εμείς ξέρουμε να λέμε πολλά ψέμματα που μοιάζουν πολύ με την πραγματικότητα, αλλά σαν θέλουμε ξέρουμε να λέμε και την αλήθεια». Έπειτα (σύμφωνα πάντα με τον ποιητή της Θεογονίας) τον ενέπνευσαν να υμνήσει τους αιωνίους και μακάρους θεούς. Ο Ησίοδος λοιπόν θεωρεί ότι όλα είναι γνώση πορείας, οδός πραξιακής ολοκλήρωσης, η ανθρώπινη μορφή ως δύναμις (όχι μόνον νοός, αλλά ως δύναμις τέτοιας αυτοκαθολικής) συνδέεται με το όν ούσα κομμάτι εκ του σώματός του, άρα η γνώση δεν αποτελεί στον Ησίοδο νοητικό κομμάτι, όταν η γνώση ξέπεσε σε κάτι το απλά πνευματικό στον  Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη έχασε τον οντολογικό της προσανατολισμό.

Η Ησιόδειος γνώσις η οποία καταργεί κάθε επιβληθένα αντιοντολογικό ζεύγος (όπως είναι αυτό της ζωής και του θανάτου) αποκαθιστά τη γνώση όχι ως υπόθεση μόνον του μυαλού αλλά ως ολιστική πορεία του ανθρωπίνου μορφικού Είναι του συνδεδεμένου με το λοιπό οντικό Είναι κομμάτι του οποίου και είναι. Γνώσις είναι η γεγονυία συνολική ανθρωπίνη δύναμις η οποία συνολικά ως μορφή αποκτά μορφή εις το όν (ζωή) και έπειτα βυθίζεται πάλι σε αυτό (δήθεν θάνατος). Ώστε μέσα από αυτή την ολιστική γνώση ο Ησίοδος σηματοδοτεί την ταύτιση του μύθου με το λόγο πρίν βιαίως ο Πλάτων αντιοντολογικά διαχωρίσει αυτά τα δύο και προκαλέσει την τυραννία του λόγου η οποία υπήγαγε τον κατώτερο άνθρωπο (ο οποίος ξαφνικά έμαθε να ζεί μόνον με το νού του ο οποίος απλά αποτελεί ένα πολλοστημόριο της ανθρώπινης ύπαρξης) στο να βλέπει τα πάντα μέσα από την αντανάκλαση του παντός στο ανθρώπινο μυαλό ως ιδέα.

Νέα Ελληνικά κείμενα β ΄γυμνασίου. Άντον Τσέχοφ, Ένας αριθμός.

 



Ο συγγραφέας: σύνδεση με τη φιλοσοφική κίνηση της εποχής του.

Ο Άντον Τσέχοφ (νότια Ρωσία 1860-Γερμανία 1904), είναι ρώσος πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας, από τους κορυφαίους της παγκόσμιας λογοτεχνίας και δραματουργίας των νεωτέρων χρόνων. Ευρίσκεται στην ίδια υπαρξιακή γραμμή η οποία σημαδεύει υπαρξιστές φιλοσόφους του διαμετρήματος του Κίρκεγγωρ, Σάρτρ, Γιάσπερς. Επίσης ευρίσκεται στην ίδια ηθογραφική γραμμή (απότοκη συνέπεια της υπαρξιακής φιλοσοφίας) η οποία εγέννησε τον Ντοστογιέφσκι, στην Ελλάδα μάλιστα τον Παπαδιαμάντη και τον Βιζυηνό.

Θα μπορούσαμε να δώσουμε τουλάχιστον 3 χαρακτηριστικά του υπαρξισμού (ο οποίος διέπει το έργο του Τσέχοφ):

1.Η ύπαρξη προηγείται κάθε ουσίας

2.Η υποκειμενικότητα ως εσωτερικότητα είναι η Αλήθεια (έστω η δική μου Αλήθεια)

3.Ο άνθρωπος δεν θα πρέπει να υποτάσσεται σε οργανωμένα πλαίσια θεωρητικών αρχών.

Σε αυτό το έργο του Άντον Τσέχοφ, εφαρμόζονται και οι τρείς αυτές αρχές του υπαρξισμού (ο οποίος γιγαντώνεται στην απαρχή της αστικής και βιομηχανικής ευρώπης του 18ου αι.).

1.Η δασκάλα δεν θα πρέπει να υποταχθεί σε κανένα δήθεν ηθικό σύστημα, θα πρέπει να διεκδικήσει αυτά τα οποία της αξίζουν.

2.Η δασκάλα γνωρίζει μέσα της ποια είναι η αλήθεια και πόση είναι ακριβώς η αμοιβή της.

3. Η δασκάλα επιβάλλεται να αντιπαρατεθεί ως ίση προς ίσον στον πατέρα των μαθητών  της.

Η συναισθηματική κατάσταση της δασκάλας, η δυνητική υπαρξιακή αφύπνισή της, η εννοιακή καθολικοποίηση της δασκάλας.

Η αποσυμβολοποίηση της δασκάλας είναι δεδομένη: μας φέρει στο νού μας κάθε άνθρωπο ο οποίος προσέφερε γνώση αλλά αδικήθηκε: από το Σωκράτη έως τον Πλάτωνα και το Μπρούνο, οι τιτάνες της σκέψης αντιπαρατέθηκαν προς την ανθρώπινη αδικία: η γνώση μετρείται πολλές φορές με ηθικές αξίες και όχι τόσο με υλικούς υπολογισμούς.

Η δασκάλα ως εννοιακό Υποκείμενο είναι η Ωραία Ελένη η οποία παρέχει τη Γνώση αλλά δεν εκτιμάται πάντα, διότι ο κόσμος ως χειραγώγηση φοβείται (μαζί με τους εξουσιαστές του) τους φορείς της γνώσης. Ο Πατέρας των παιδιών δύσκολα θα έκανε τέτοια φάρσα σε κάποιον άλλο επαγγελματία: όμως οι άνθρωποι της γνώσης είναι πάντα κοινωνικά αδύναμοι διότι η γνώση αφυπνίζει σταδιακά τους ανθρώπους: άρα η δασκάλα νοιώθει όλα όσα ένοιωσε και εσκέφθη ο Σωκράτης πίοντας το κώνειο: οι πνευματικοί άνθρωποι είναι δέσμιοι των αρχών των: είναι δέσμιοι των πνευματικών εννοιών και των ηθικών αξιών εις τις οποίες έχουν καθυποτάξει τη ζωή τους. Μέσα σε αυτό το σπήλαιο δεν κινούνται όπως κάθε άλλος άνθρωπος: θεωρούν  κάλλιον το αδικείσθαι ή το αδικείν. Ο Τσέχοφ παραδίδει πολύ ωραία το συναισθηματικό κόσμο του πνευματικού ανθρώπου ο οποίος γνωρίζει ότι οι πνευματικές αξίες καλούνται να υπερβούν την υλική αδικία: όμως ο άνθρωπος χρειάζεται τα χρήματα, ούκ επ άρτω μόνον ζήσεται ο άνθρωπος.

Αναδύεται το υποκείμενο το οποίο πνευματικά μπορεί να νικήσει όλες τις δύσκολες καταστάσεις: κατά τον τρόπο του Ιησού ο οποίος πνευματικώς ενίκησε την έπαρση, την ύλη, τις ψευδαισθήσεις, διά των τριών πειρασμών.