Ερμηνευτικά σχόλια στη Μεσότητα του Αριστοτέλους.

 


Ερμηνευτικά σχόλια στη Μεσότητα του Αριστοτέλους.

Η «αρετή»  της μεσότητας είναι στον Αριστοτέλη επεξεργασμένη όχι μόνον στα Ηθικά Νικομάχεια. Ουσιαστικά στα Ηθικά Νικομάχεια λαμβάνει την πλέον συγκεκριμένη στιγμή της. Η μεσότητα αποτελεί ερώτημα στο «περί ψυχής», στα «φυσικά», στα «μεταφυσικά», εκεί όπου ο Σταγειρίτης προσπαθεί αφ΄ενός μέν να εξισορροπήσει σε σχέση με τον Πλατωνικό δυαλισμό αλλά και να προτείνει μία κοινή οδό ανάμεσα σε τόσο (φαινομενικά) αντιθετικά μεγέθη όπως είναι ο Νούς, η  Ψυχή, το Σώμα. Αυτή η διχοτόμηση  του ανθρώπου γεννά στο Σταγειρίτη την προσπάθεια της μεσότητας ως εξισορροπητικής μέσης  λύσης: σε ποιο βαθμό και με ποιο τρόπο ο Νούς επηρεάζει την Ψυχή, σε ποιο βαθμό και με ποιο τρόπο ο άνθρωπος ως Σώμα μπορεί να κινηθεί με βάση Ιδέες και Αισθήματα τα οποία ενδελεχώς μέσα στο Λόγο του Κόσμου θα τον εξελίξουν; Ώστε να μην αιωρείται στο χάος του αλόγου ή στο χάος ενός πλατωνικού υπερβατικού Νοός ο οποίος προσφέρει το Αγαθό αλλά αφήνει τον Άνθρωπο αβοήθητο Εδώ μέσα από μία αδιευκρίνιστη  ηθική (μέσα από μία γενική γνώση του καλού;): άρα η  Αριστοτελική μεσότητα είναι η προσπάθεια της εξισορρόπησης του ανθρώπου ανάμεσα στο Νού του Αγαθού και στον  Ανθρώπινο Νού, ανάμεσα στο χάος και στο  λόγο, ανάμεσα στις έννοιες του Αγνώστου και στις έννοιες οι οποίες μπορούν να εκτυλιχθούν σε συγκεκριμένες πράξεις και συναισθήματα και σκέψεις προς την ενδελέχεια η οποία βοηθεί τον άνθρωπο ευσυνείδητα και ελλόγως να κινηθεί προς το πρώτον κινούν ακίνητον ως ηθική οντότητα: άρα η πρώτη αριστοτελική μεσότητα  είναι ο άνθρωπος ο  έχων Νού ο οποίος Νούς μεταφέρει τις έννοιες εκείνες οι οποίες μπορούν να γεννήσουν ανώτερα ψυχικά συναισθήματα ώστε να παραχθούν πράξεις οι οποίες σεβόμενες τον Εαυτό και την Ιδέα του Όλου όντος θα προχωρούν τον άνθρωπο προς το σκοπό του Σύμπαντος   κόσμου του Αγαθού.

Άρα η Αριστοτελική μεσότητα δεν απασχολεί μόνον τον άνθρωπο στις διαπροσωπικές του σχέσεις σε σχέση με την υπερβολή  και την έλλειψη: ήδη στο «περί ψυχής»  έργο του ο Αριστοτέλης θεωρεί την ψυχή ως μεταφέρουσα έννοιες Νοός οι οποίες γεννούν συναισθήματα μέθεξης του Αγαθού διά αρετών και  πράξεων: όλα αυτά όμως γίγνονται προκειμένου ο άνθρωπος να αποκτήσει λόγο στο χάος (μόνος αυτός από όλα τα ζώα) διά του λόγου να ελέγξει  τη ζωή του και την πορεία του, άρα η Αριστοτελική μεσότητα σε όλο της το εύρος έγκειται ως εξισορρόπηση ανάμεσα στο χάος του αλόγου και στο άλογο των ζώων τα οποία απλά υπακούουν στο ένστικτό τους. Άρα ο άνθρωπος μπορεί να κινηθεί ανάμεσα στις ακραίες χαοτικές καταστάσεις με βάση έννοιες οι οποίες γεννούν συναισθήματα ωραιότητας σε σχέση με τον Εαυτό την ιδέα του Αγαθού και τους άλλους .

Διδάσκοντας την Αντιγόνη.

 


Α΄επεισόδιο, 280-314.

Αρχαία Ελληνικά από μετάφραση β΄λυκείου.

Σοφοκλέους Αντιγόνη.

Κείμενο: στ.280-314.

1.Η Αντιγόνη διδάχθηκε το 441 π.Χ. Η Αθήνα σε αυτό το χρονικό σημείο ήταν παντοδύναμη  και μάλιστα ο Περικλής είχε μεταφέρει το ταμείο της συμμαχίας στην Αθήνα. Πραγματικά στο κείμενο αναδεικνύεται η έννοια του ηγέτη σε μία φαινομενικά παντοδύναμη πόλη.Κάποια χρόνια αργότερα ο Θουκυδίδης θα ονομάσει την πολιτειακή κατάσταση : ενός ανδρός αρχή (σύγκριση με Κρέοντα).

2. Ο μύθος έγινε αντικείμενο καθαρά πολιτικής επεξεργασίας από το σοφιστή (φιλόσοφο) και μυημένο στα Ελευσίνεια μυστήρια Σοφοκλή. Διότι αναδεικνύονται εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις οι οποίες θα χαρακτήριζαν την πολιτική  πορεία και της πόλεως-κράτους αλλά και των μετέπειτα πολιτειακών σχηματισμών.

3.Ο μύθος της Αντιγόνης είναι επιλεγμένος από το Θηβαϊκό κύκλο, σμιλευμένος από την νοητική γραφίδα  του Σοφοκλέους. Ποιες δυνάμεις απελευθέρωσε ο Οιδίποδας ( ο άνθρωπος ο οποίος έθεσε το ανθρωποκεντρικό πρόβλημα στη Σφίγγα, ο άνθρωπος ο οποίος ενυμεφεύθη τη Μητέρα του και εδολοφόνησε τον Πατέρα του). Άρα το κείμενο αυτό προσπαθεί να θέσει όρια ανάμεσα στην παντοκρατορία του ενός συμπαντικού απελεύθερου ανθρώπου και του πολιτικού ανθρώπου. Ουσιαστικά είναι η αναφορά στον διχοτομημένο συμπαντικά και πολιτικά άνθρωπο. Αναφορά στο μύθο του Προμηθέως (η φωτιά αντί να ανήκει σε όλους τους ανθρώπους καθορίσθηκε να γίνει αντικείμενο διαχείρισης από το Δία).

4.Το κείμενο λοιπόν αφορμάται από το μύθο αλλά γράφεται από έναν εξαιρετικό φιλόσοφο και αντικατοπτρίζει όλα τα προβλήματα του κλεινού άστεως (τα οποία γιγαντώθηκαν από το Σωκράτη και τον Αριστοτέλη)(διαμάχη του φυσικού υποκειμενισμού και του αντικειμενικού σωκρατικού καλού).

Α.το πρόβλημα του ηγέτη

Β.το πρόβλημα της ατομικής και εσωτερικής ελευθερίας μέσα στην πόλη

Γ.ο διπολισμός του φυσικού και του πολιτικού ανθρώπου.

The dialectical nature of Freedom. Freedom as a human control.

 


VasileiosMakrypoulias, phd in philosophy

                                          vasilios888@yahoo.gr

Title: The dialectical nature of Freedom.

Summary: Freedom is not a simple concept, freedom is a situation in constant reference to various concepts.Freedom in not an immanent matter because there is no freedom when we are in a nature situation where we just do things for living. This virtue starts when men understand universal principles which create moral systems. Ideas and moralities are based on morality because we are talking about this idea and morality and the opposite idea and morality. The first dilemma is between chaos and logos. Freedom is the choice of logos and not of chaos. But we have to think that there is no freedom if we conceive one way which starts from chaos, continues to logos, and then leads to chaos. So far freedom is the slavery of the world of ideas and morality.This world starts with two opposites ideas and moralities, freedom is the slavery of the choice between good and bad.

Key words:freedom, dialectic, conception, understanding, morality, religious.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

The ontological existence of “freedom”.

There is a fundamental question: Did the first man know the word freedom? We say “word” because there is no specific nature as far as we discuss about freedom. There is an evolutionary process until the moment philosophers called freedom a force, an idea, or anything else. In the begining we believe that the first man did not know this word because there was men and the universe. Plato in his famous dialogue “Protagoras” remembers that unce upon a time there were no men, when they came in existence nous was  the only weapon they acquired by the gods. Up to that moment men were unprotected. Plato did not write “they were slaves”or “they were not free”.  So far we understand that the whole of ideas –freedom as well- were something like a nooumenal apprehension. Man did not fell free or slave in the very beginning of his earthly life because they have just one ability, the ability of thinking. There were only men and the chaotic nature at that time. There were no bipolarities of thinking between good or bad thoughts. Men were thinking of universe forces and  activities. This is beyond the subsequent apprehension of freedom.

So far Plato did not discuss about free or not free nous in his mentioned dialogue. He wrote: «When Prometheus visited Epimetheus he saw man being naked, without shoes, without weapons”.(Plato, Protagoras, 321B6). If we think that Prometheus gave artificial wisdom (as a fire) to people in order to make them capable of political creation, we understand that freedom is not an ontological and archetypal conception. The first man was thinking of his diabilities not of his illiberality because he did not know the word “freedom”. We believe that Immanuel Kant discussed the same thing, when he put the sense of freedom not in the world of phaenomena but in the world of nooumena as an unresolved eternal problem. It is similar to say that freedom is only in our mind.

Kant’s argument in his “Critique of pure reason” is very known. Freedom belongs to the world of nooumena with the problem of God and immortality of souls. We have to emphasize the fact that German philosopher connected the concept of freedom with the force of the will. He discussed for freedom not generally but he put freedom of the will in the world of nooumena. Because freedom is something useless as such, unless this word will be correlated with something else. So Kant wrote: freedom of the will. We could compare the absence of freedom in the Platonic dialogue Protagoras with the Kantian freedom of the will. At  the outset men have just one ability. They are able of acting in according with  theorders of their mind. There is no choice as far as we talk about survival. So men, at that situation, are not free in a sense they do not have two choices, survival is the only way to walk. Much time later Immanuel Kant thought that men acguired many choices in their spiritual and moral life: Men should be morals or immorals, Christians or something else. Men should live according to this way or to another way. Because of this German philosopher understood that men gained choices through their life. So he discussed that there is freedom of the will. So choice is the cause of freedom birth.

The platonic birth of choice.

Η μετατροπή των Ελληνικών ιδεών σε χριστιανικές.

 



Η μετατροπή των Ελληνικών ιδεών σε χριστιανικές.

Η υιοθέτησις μέρους της Ελληνικής κουλτούρας από τη χριστιανική διανόηση εστηρίχθη στο δούρειο ίππο της Ελληνικής γλώσσης. Ας θεωρήσουμε ότι η Ελληνική γλώσσα διαθέτει μία εκπληκτική πρωτοτυπία: μετέφερε τις οντολογικές δυνάμεις του νοός στα χείλη, συνδυάζοντας με αυτόν τον τρόπο τη σκέψη με την εξωτερίκευσή της η οποία οδηγεί στην ατομική και συλλογική πράξη και υπέρβαση αλλά και εξέλιξη του Ανθρώπου: όταν λοιπόν ο Έλληνας συζητούσε για το «ίσθι» συζητούσε ότι αυτός ο ρηματικός τύπος είναι συγχρόνως προστακτική και του ρήματος ειμί αλλά και του οίδα (γνωρίζω) διότι το να είναι κανείς σημαίνει να γνωρίζει.

Άρα λοιπόν η Ελληνική λέξη περιέχει: την οντολογική εσωτερικότητα, τον τρόπο επαφής της με τον άνθρωπο, τον τρόπο πρακτικής εφαρμογής αυτής της δύναμης για τον άνθρωπο και την κοινωνία. Το σύμπαν πέλει (επικοινωνεί) ως άστρα, άνθρωποι και πλανήτες, άρα είναι Πόλις, η βιαία επαφή των ανθρώπων και η βιαία επικοινωνία τους είναι πόλεμος.

Ώστε λοιπόν η χριστιανική υιοθέτησις αλλοίωσε στα τρία παραπάνω οντολογικά βασικά σημεία τις Ελληνικές λέξεις που εκμεταλλεύθηκε: διότι η Ελληνική λέξις τίκτεται μέσα σε οντολογικό περιβάλλον, από Οδυσσείς του Νόστου, και έχουν καθαρά δυναμική εν τω όντι εξελικτική σημασία. Στη χριστιανική λοιπόν διανόηση έπρεπε οι υιοθετηθείσες λέξεις έπρεπε να αλλοιωθούν και οντολογικά και σημασιολογικά και πρακτικά, κάτι που έγινε.

Το ερμηνευτικό σχόλιο στα Αρχαία Ελληνικά από μετάφραση.

 


Το ερμηνευτικό σχόλιο στα Αρχαία Ελληνικά από μετάφραση.

Ο Ελληνικός κόσμος είναι κόσμος Αρχών, Σκοπών, Συνεχείας, συγκεκριμένης τελεολογίας. Αποτελεί συγκεκριμένο δόμημα μέσα στο χαοτικό πέρασμα του χρόνου, άξιο αναφοράς και μίμησης. Εάν θυμηθούμε την Αρχή του και τη συνέχειά του, αλλά και την εξέλιξή του, θα καταλάβουμε ποιες ιδέες και αξίες τον διέπουν και τον καθορίζουν και τον εξηγούν.

Ο Ησίοδος αντιμετώπισε ένα θεμελιώδες πρόβλημα: Υπήρχε Νύκτα και κανείς δεν μπορούσε να συνδέσει την Ημέρα με τη Νύκτα: θα πρέπει να καταλάβουμε ότι η Νύκτα υπερίσχυε, ο Ησίοδος έκανε την απέλπιδα προσπάθεια η οποία ποιητικώς απέδωσε. Πρό της Νυκτός υπήρξε το Χάος , το Έρεβος, ο Ησίοδος παρακολούθησε την εναλλαγή Ημέρας και Νυκτός και είπε ότι η Ημέρα και η Νύκτα είναι από την ίδια δελφύδα (μήτρα) είναι αδελφές ψυχές, παιδιά του Ερέβους: σημαντική στιγμή του Ελληνικού πνεύματος: το καλό και το κακό, το ωφέλιμο και το βλαβερό, είναι αδέλφια από την ίδια πηγή της χαοτικής φυσικής δύναμης, για αυτό και το ταξείδι του Οδυσσέως είναι  ένα άτερμον ταξείδι διαδοχής καλού και κακού (κακοί μνηστήρες καλός Οδυσσέας): ο Σωκράτης προσπάθησε να το αντιμετωπίσει ανακαλύπτοντας ένα μέγεθος το οποίο προϋπήρχε αλλά  για πρώτη φορά δραστηριοποιήθηκε σε ανθρώπινο επίπεδο ,το Λόγο. Ο Σωκράτης ηύρε έτοιμα πολλά από τους προσωκρατικούς, ποιητές και φιλοσόφους: ο Λόγος  του ήταν Λόγος για έναν κόσμο ο οποίος είχε δομηθεί από τον Όμηρο: τρείς δυνάμεις περιβάλλουν τον κόσμο μας: η δύναμις, η Σοφία, η Πληροφορία: Ολίγοι κατάλαβαν ότι μέσα από την Ομηρική κοσμοθεωρία αντικαθίσταται ο ουρανός από τη δύναμη, η θάλασσα από τη Σοφία, η δύναμη του Ανθρώπου είναι η ενημέρωση (Ερμής και Δίας και Αθηνά).

Ο Ανθρώπινος νοήμων Οδυσσέας κτίζει ( ο όρος ανήκει στον Χάϊντεγγερ) το υπόλοιπο σύμπαν με ανθρώπινα υλικά: η κίνησις (νέομαι) μαζεύεται στο Νού (νέομαι=κίνησις) και άρα υπάρχει ένα  μέγεθος στον άνθρωπο το οποίο αντιλαμβάνεται την κίνηση με ιδέες και αξίες ώστε να μορφωθεί από τις εμπειρίες του νοητικού ταξιδιού: είναι ο νούς. Ο νούς είναι η εσωτερική κίνησις του ανθρώπου, τοποθετήθηκε στο κεφάλι  για να επικοινωνεί με τα μάτια, σε άλλους ήταν στην καρδιά: σταδιακά ο άνθρωπος κινείται με το νού, ο Οδυσσέας διδάσκει ότι με το νού επιστρέφουμε εκεί που ανήκουμε (Ιθάκη) άρα είναι γνωστή η  Πατρίδα μας: στην πορεία χωρίζουμε το καλό (Φαίακες, Αίολος, Αυτογνωσία του Άδου κ.λ.π) από το κακό (Κίρκη, πάθη, Σειρήνες, καλό και κακό (Σκύλλα και χάρυβδη κ.λ.π): Ο Οδυσσέας πολύ προ του Σωκράτους έκοψε τον κόσμο σε καλό και κακό, ο Πολύφημος ως αντιδιαλεκτικότητα του ενός οφθαλμού είναι κακό, ο Οδυσσέας βλέπει και ως άνθρωπος και ως φίλος της Σοφίας Αθηνάς (έχει δύο οφθαλμούς): άρα όταν τελικά σκοτώνει τους μνηστήρες ο Οδυσσέας έχει δημιουργήσει έναν κόσμο τον οποίο συναντούμε στο Πλατωνικό Συμπόσιο: η δύναμις του Όλου διά της Σοφίας επισκέπτεται τους ανθρώπους, οι οποίοι κυνηγούν το καλό της επιστροφής μέσα σε ένα κόσμο νοητικής  και αξιακής κίνησης.

Η κατώτερη Σωκρατική ηθική.


 Η κατώτερη Σωκρατική ηθική.

Όπως πολλαπλώς και πολλαχού έχουμε είπει η Σωκρατική ηθική στηρίχθηκε στη μετατροπή της Οντολογικής δυνάμεως των Ηρώων των επών σε συγκεκριμένη γνώση και πράξη η οποία απορρέει από αυτή τη γνώση. Η όλη μετατροπή αυτή στηρίζεται σε κάτι το οποίο ξεκαθαρίζει στον Αριστοτέλη: στην αποθέωση της μορφής του ανθρωπίνου σώματος: εάν προσέξουμε η νοησιοκρατική φιλοσοφία από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και έπειτα στηρίζεται στο ανθρώπινο σώμα το οποίο αποθεώνεται αρνητικά στο χριστιανισμό διότι θεωρείται ως πηγή αμαρτίας που πρέπει να καθαγιασθεί με μία σειρά ηθικών ακολουθιών.

Ίσως πραγματικά όλοι θα συμφωνήσουμε ότι όλες οι γνώσεις και όλες οι πράξεις είναι δυνάμεις οι οποίες απλά επεισέρχονται στο ανθρώπινο σώμα είτε διά του νοός είτε διά της ψυχής. Άρα πρίν να εισέλθουν στην ανθρώπινη ψυχή και στον ανθρώπινο νού είναι καλές ή κακές; Ως συμπαντικές δυνάμεις είναι καλές ή κακές; Καταλαβαίνουμε ότι οι συμπαντικές δυνάμεις είναι πέραν του καλού ή του κακού. Διότι ως τέτοιες είναι απλά αιθέριες κινήσεις αχαρακτήριστες, απλά ταξιθετούν τον άνθρωπο και τη ζωή του. Ακόμα και η ιστορία του Αιγίσθου η οποία αναφέρεται στον Όμηρο και στην Οδύσσεια ότι ο Πατήρ των θεών και των ανθρώπων αναφέρει ως αποκρουστικό παράδειγμα τον Αίγισθο, δεν το πράττει αυτό έχοντας στο νού του τη Σωκρατική υποηθική: σε επίπεδο καθαρά συμπαντικό ο Δίας ο καθοδηγητής και διαμοιραστής της οντολογικής δύναμης στον κόσμο μας απορρίπτει τον Αίγισθο ως κακό διαχειριστή της δυνάμεως: ως κακό διαχειριστή της δυνάμεως της ζωής η οποία τον καθιστά ικανό να ζωοποιεί αλλά και να νεκρώνει ανθρώπους και ζώα: σε διαφορά από τη σωκρατική ηθική ο Αίγισθος δεν είναι ανήθικος ή κακός αλλά κακός διαχειριστής μιάς δοθείσης οντολογικής δυνάμεως ζωής σωματικής.

Διδάσκοντας την αλληγορία του σπηλαίου.

 


Διδάσκοντας την αλληγορία του σπηλαίου.

To  Πλατωνικό σπήλαιο δεν είναι κάτι το καινούργιο στη φιλοσοφία της παιδείας. Ήδη στον Όμηρο διαβλέπουμε την παράλληλη ύπαρξη δύο κόσμων: ενός ανοικτού και ενός κλειστού: ο Όλυμπος είναι ανοικτός κόσμος αλλά το σπήλαιο της Καλυψούς μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα η τόσο σημαντική συνάντηση του Οδυσσέως και της Καλυψούς είναι κλειστός χώρος προοικονομών  το πλατωνικό σπήλαιο. Επίσης οι Ομηρικές μάχες της Ιλιάδος συμβαίνουν σε ανοικτό χώρο αλλά η μνηστηροφονία της Οδυσσείας συμβαίνει σε κλειστό χώρο. Μέσα από την Ορφική παράδοση, μέσα από την παράδοση των κυκλίων και άλλων επών, συνεχώς διαπιστώνουμε την αδυσώπητη και αβυσσαλέα μάχη ανάμεσα στο άπειρο χάος και στην πεπερασμένη γή: Ειδικά στα Ορφικά κείμενα υμνείται με πόσα και διαφορετικά επίθετα ο Ήλιος για να υμνηθεί ο ανοικτός χώρος και να κατακριθεί ο κλειστός χώρος ως χώρος αφαιρών το ηλιακό σώζον φώς: γενικώς μέσα από τη μυστηριακή και μυστική παράδοση των προΕλληνικών μυστικών κειμένων (τα οποία με κάποιο τρόπο εμύησαν τον Πλάτωνα) λατρεύεται ο Ήλιος η ανοικτότητά του , διότι υπό το φώς του ο άνθρωπος καθοδηγείται στο συμπαντικό έλλογο ταξείδι του. Ας μην ξεχνούμε εξάλλου ότι και στη χριστιανική διδασκαλία o Χριστός έγινε ο Ήλιος ο νοητός (υπονοώντας ότι ο κόσμος είναι ένα κλειστό σπήλαιο το οποίο έχει ανάγκη  του Θείου Φωτός).

Ακόμα και στην προσωκρατική Φιλοσοφία ο Ηράκλειτος προκειμένου να αναπαραστήσει την Οντολογική του Πορεία επιλέγει τις ακτίνες ενός νοητού Ηλιακού  Όντος, τις ακτίνες Πυρός, διότι το αείζωον και αειφόρον Πύρ είναι η οντολογική ατελεύτητος βούλησις η οποία διέπει την πορεία των Όντων. Επίσης οι παρατηρήσεις των Προσωκρατικών εγένοντο υπό το Φώς του Ηλίου, ο Παρμενίδης στο περίφημο ποίημά του «περί φύσιος» θέτει τις κόρες του Ηλίου να καθοδηγούν το άρμα του Νοός προς το Είναι. Επίσης ο Όμηρος υπό το Φώς του Ηλίου αναδεικνύει τον Έναν Οδυσσέα διότι υπό το Φώς του δικαίου Ηλίου ανεφάνη η αδικία των συντρόφων του, οι οποίοι δεν σεβάσθηκαν τις επιταγές να μην φάγουν τα ιερά βόδια του Ηλίου.

Άρα ο Ήλιος και το Φώς γίγνονται σταδιακά κριτές του καλού, της αρετής και της δικαιούνης, εάν μάλιστα σκεφτούμε την πλείονα επαναλαμβανομένη φράση του Ομήρου: ήμος δεν ηριγένεια εφάνη ροδοδάκτυλος ηώς: Σταδιακά όλα άρχισαν να εργάζονται και να απεργάζονται τα πάντα υπό το φώς του Ηλίου: όλα εγένοντο υπό το Φώς της Ημέρας, η  Νύξ έγινε κάτι το απεχθές, το σκοτεινό:  Ειδικά μετά την Αριστοτελική φιλοσοφία η Νύκτα σχετίσθηκε με το άλογο ενώ η Ημέρα με το έλλογο.

Η έννοια της ευτυχία στην Ελένη του Ευριπίδου.

 


Τίτλος:
Η  έννοια της ευτυχία στην Ελένη του Ευριπίδου.

1.Hγένεση του ειδώλου της Ελένης.

Ο Ευριπίδης στην τραγωδία του «Ελένη» θέτει την Ελληνίδα Ηρωΐδα στον πρόλογο του έργου να αμφισβητεί την θεία καταγωγή της: «μία φήμη αναφέρει ότι είμαι κόρη του Δία» (στίχος 20). Η λογικότητα του ανθρώπου κατανοεί ότι ο άνθρωπος φέρει συμπαντικές δυνάμεις που πρέπει να λογικοποιηθούν και να ηθικοποιηθούν όμως αντιστέκεται στην παθητικότητα αυτής της ανάγκης. Η άλογη υποδούλωση στη θεία καταγωγή φέρει την ανάγκη της εξάρτησης και τελικά η Ελένη υποπίπτει στην τύχη να αποτελεί πιόνι στα χέρια του Δία. Ο Ευριπίδης μέσα από το έλλογο υποκείμενό του υψώνει τον Άνθρωπο υπεράνω της ανάγκης και της τύχης που αυτή φέρει: η Ελένη ερευνά πραγματικά ποιος είναι ο πατέρας της, είναι ο Τυνδάρεως, η ανάγκη ως δύναμη καταγωγής και κληρονομικών προδιαθέσεων ηρεμεί: μένει να αντιληφθεί η ηρωΐδα η τύχη που ξεδιαλύνει τις δυνάμεις της ανάγκης ποιες δυνάμεις της έχει κατανείμει. Η τύχη δεν είναι ούτε δυστυχία ούτε ευτυχία μέχρι τη στιγμή κατά την οποία ο άνθρωπος θα προσανατολισθεί ώς δύναμις νόστου και επιστροφής στην Πατρίδα.

Ο Ευριπίδης προλογίζει τον Επίκουρο ο οποίος θεωρεί ώς ευ-τυχία την διά της φιλοσοφίας ξεκαθάριση της ψυχής από τα πάθη: για τους Έλληνες φιλοσόφους μέγιστο πάθος εμμένει η παραμονή στο ψεύδος. Ψεύδος καταγωγής, πορείας και σκοπού. Ο Ευριπίδης το ξεκαθαρίζει αυτό στην Ελένη: η Ελένη απεγνωσμένα προσπαθεί να εύρη σειρά στα πάθη της ώστε να κατανοήσει ποιες θείες δυνάμεις την επισκέφθηκαν ώς ανάγκη που έφεραν πόνο ώστε να κατανοήσει ποια κομμάτια πόνου της δόθηκαν από το μαχαίρι της τύχης που μοιράζει τα φέροντα της ανάγκης. Ο Ευριπίδης συναντά τον Επίκουρο όταν ξεδιαλύνει το φαίνεσθαι και το Είναι, διότι στην αλήθεια του Είναι στηρίζεται τελικά η ευ-τυχία. Η Ελένη γνωρίζει από τον Ερμή την Ιστορία της δικής της αληθείας: Ο Πάρις εκλήθη να προσφέρει το αέθλιον μήλο επιλέγοντας ανάμεσα στη Σοφία (Αθηνά) Ροή (Ήρα) και Έρωτα (Αφροδίτη): η επιλογή του Έρωτος φανερώνει ότι η απομόνωση του Έρωτος από τη Σοφία και τη Ροή προκαλεί τον πόλεμο της ύπαρξης η οποία ερευνά το Ωραίο του Εαυτού της: η Ροή Ήρα κατασκευάζει το είδωλο της Ελένης και η συμπαντική δύναμη της Ροής μεταφέρει την ανάγκη του  πολέμου η οποία προκαλεί δυσ-τυχία σε Έλληνες και Τρώες. Άρα η κακή τύχη προέρχεται όταν οι συμπαντικές δυνάμεις διαχωρίζονται και η ανάγκη τις φέρει εμπολέμως και ανάλογα τις μοιράζει η τύχη. Ο Ευριπίδης το ξεκαθαρίζει: «στου Σκαμάνδρου έχουν χαθεί πολλές ψυχές» (στίχος 65). Η κακή λοιπόν τύχη διαμοιράζει εκείνες τις δυνάμεις της ανάγκης οι οποίες δεν πρεσβεύουν τη Σοφία και τον Έρωτα ώς συνεκτικές δυνάμεις αλλά ώς ατομικές δυνάμεις ατομικής ικανοποίησης, όπως συνέβη στην περίπτωση του Πάρι.

2.Η τραγικότητα ώς έρευνα για την ευ-τυχία.

Η ευ-τυχία ξεκινά από τις συμπαντικές καταβολές του ανθρώπου, ο άνθρωπος όμως δεν πρόκεται να ανακαλύψει το εύρος των δυνάμεων οι οποίες διά της ανάγκης μεταφέρονται και διά της τύχης διαμοιράζονται εάν μέσα από την τραγικότητα δεν αυτομηδενισθεί.

Η χειραγώγηση των Ηρώων.

 


Η χειραγώγηση των Ηρώων.

Έχουμε ενδελεχώς αναφερθεί στον απίστευτο σφετερισμό των Ελληνικών εννοιών και αξιών από τους μετέπειτα φορείς των διαφόρων πολιτικών, φιλοσοφικών και θρησκευτικών συστημάτων. Ο σκοπός ήταν ένας: οι συμπαντικές ανοικτές στο Όν συλλήψεις των Ελλήνων (πολλές εξ αυτών παντελώς άγνωστες σε εμάς) να προσαρμοσθούν στον μικρόκοσμο που ετοιμάσθηκε προς ανθρώπινη χειραγώγηση, αναφερόμαστε σε έναν μικρόκοσμο ο οποίος κλείσθηκε ανάμεσα στην Ιδέα στην πραγμάτωση αυτής ως όντα (φύσις) και στην εκδήλωση της μορφικής ουσίας (Άνθρωπος). Τη στιγμή κατά την οποία ο προαιώνιος, εντελώς ξεχασμένος σε εμάς Ελληνισμός ήταν ένα μέγεθος και θα είναι διαπλανητικό, υπερσυμπαντικό, άπειρο και χαώδες μέσα στο Άπειρο όπου και ανήκουμε.

Οι Ήρωες δεν μπόρεσαν και δεν γινόταν να γλιτώσουν και να ξεφύγουν από τον παραπάνω κανόνα. Οι Ήρωες αναπαρέστησαν στην Ελληνική Οντολογία την Τιτανική προρροή των Ανθρώπων: ο Δίας ενίκησε τους Τιτάνες και τους Γίγαντες, κληρονομώντας κατά διαφορετικό τρόπο την άπειρο δύναμίν των : η οντολογική διαλεκτική είναι σαφής: η διαλεκτική σύνθεσις Τιτάνων και Διός (τιτανομαχία) αφορούσε την μίξη των δυνάμεων του χθές και του σήμερα σε σχέση με τον κόσμον μας. Η χαοτική δύναμις των Γιγάντων έπρεπε να εισέλθει σε καλούπια ουσίας και μορφής μέσα στον γήϊνο κόσμο. Ο Δίας ενίκησε τους Τιτάνες (αυτό σημαίνει έκλεψε τις δυνάμεις τους, για αυτό και με το ίδιο νόμισμα ο Τιτάνας Προμηθέας επλήρωσε τον Πατέρα των Θεών και των Ανθρώπων) ξεκίνησε λοιπόν στον κόσμο μας η διανομή κατά τον τρόπο του ουσιώδους και ανθρωπίνως μορφικού Διός-Ανθρώπου των τιτανικών δυνάμεων: αυτό εξάλλου συμβολίζει και ο μύθος του Επιμηθέως: ο Επιμηθεύς ζών ακόμα σε τιτάνιες εποχές δεν κατάλαβε ότι απλά η δύναμις δεν φθάνει στον Άνθρωπο: ανοιγόταν η εποχή του Λόγου για αυτό και ο Προμηθέας επροίκησε τον Άνθρωπο με Νού και Τέχνη: συζητούμε λοιπόν ότι πλέον η Τιτάνια φύσις του Ανθρώπου περιλαμβάνει κομψευομένη την αρχέγονον δύναμιν των Τιτάνων ως τέχνη και Νού.

Ο Μυστικός δείπνος του Λεονάρντο Ντα Βίντσι.

 


Ο Μυστικός δείπνος του Λεονάρντο Ντα Βίντσι.

Η Αναγέννηση συνιστά μία εκ των μεγίστων απατηλών περιόδων της ανθρωπίνης ιστορίας. Αποτελεί μάλιστα προάγγελο της ψηφιακής (εικονικής) εποχής μας, διότι είναι η γεμάτη από σφετερισμούς, αντιφάσεις και ψευδή τρόπο πορείας και εξέλιξης εποχή. Η Αναγέννηση είναι η τελική ταφόπετρα που έθεσε η βυζαντινή δύση στον γνήσιο Ελληνισμό, τον οποίο μετέφερε από το χρονοντούλαπο της δικής της ιστορίας, προκρούστεια τον έκοψε και τον μεγάλωσε στα μέτρα της, εξαφανίζοντας από τη μία την υγιά Οντολογική σκέψη των Ελλήνων, στρώνοντας το έδαφος στην ηλεκτρονική-υλιστική και μηχανιστική σημερινή εποχή.

Η Αναγέννηση χαρακτηρίζεται από την μεγαλυτέρα αντίφαση: απαγορευόταν στους ανθρώπους να ομιλούν υπό τον φόβο της σταδιακά εξελισσομένης Ιεράς Εξετάσεως (για αυτό και έχουμε τα λατρευτικά αφελή κείμενα του Θωμά Ακινάτη, του Ιερού Αυγουστίνου κ.λ.π, τα κείμενα φωτισμένων οντολόγων όπως ο Τζιοβάννι Μπρούνο καίγονται μαζί με τους συγγραφείς τους, απουσιάζει η οντολογική υπερσυμπαντική σκέψη, όλα είναι ταυτισμένα στο πώς θα προσαρμόσουμε τη χριστιανική θρησκεία του θεανθρώπου του βυζαντίου στον νέο κόσμο της δύσης).

Η Αναγέννηση αυτόν τον σκοπό υπηρέτησε και αποτελεί καθαρά μεταβυζαντινό χριστιανικό τρόπο ξεγελάσματος των μαζών προκειμένου ο χριστιανισμός να εισέλθει ως πολιτικό και κοινωνικό κίνημα στις μάζες και να τις κατακτήσει επιβάλλοντας τη σκέψη και την ηθική των χριστιανών ώστε οι άνθρωποι να απεμπολήσουν την οντολογική ατομικότητά τους, εξαρτώμενοι από ένα θεό ο οποίος σταδιακά θα μετεξελιχθεί σε ηγεμόνα, επιστήμονα, τεχνοκράτη.

Παν. Κονδύλης: Ο μαρξισμός, ο κομμουνισμός και η ιστορία του 20ου αιώνα (I)

 



 

Κείμενο: Παναγιώτης Κονδύλης*

Η ιστορική κατάταξη του μαρξισμού και του κομμουνιστικού κινήματος εξαρτάται από το πως αποτιμά κανείς στο σύνολο της την πορεία της πλανητικής ιστορίας του 20ου αι. Για να το πούμε αλλιώς: ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα σε τούτον τον ιδιαίτερο τομέα της ιστορικής έρευνας προϋποθέτει μιά συγκεκριμένη αντίληψη του τι διαδραματίσθηκε μέσα στην οικουμενική ιστορία αυτού του αιώνα, και μάλιστα τόσο στο επίπεδο της κοινωνικής όσο και στο επίπεδο της εθνικής και διεθνούς πολιτικής ιστορίας. Τούτο παύει να αποτελεί κοινότοπη μεθοδολογική επιταγή μόλις αναλογισθούμε πόσο επίμαχο μπορεί να γίνει ένα τέτοιο εγχείρημα ήδη από τα πρώτα του βήματα, προ παντός όταν αμφισβητήσει κανείς την ιδεολογική αυτονομιμοποίηση της σημερινής «Δύσης» ως της νικήτριας του Ψυχρού Πολέμου. Η αυτονομιμοποίηση αυτή στηρίζεται στην αποδοχή ορισμένων ιστορικών συνεχειών, δηλαδή σε ρητές ή σιωπηρές περιοδολογήσεις της ιστορικής πορείας, και αναφέρεται σε κάποιες ιστορικά διαμορφωμένες κοινωνικές οντότητες, των οποίων η ουσία, όπως νομίζεται, διατηρήθηκε παρ’ όλες τις μεταβολές των συμβεβηκότων. Η ευρύτερη από τούτες τις κατασκευασμένες οντότητες είναι η «Δύση» ως ιδεατή σύνοψη αρχαίων-κλασσικών, χριστιανικών και φιλελεύθερων παραδόσεων, δηλαδή ως κρυστάλλωση μιας σχεδόν τρισχιλιετούς ιστορίας. Αν όμως αποδώσουμε στην έννοια της «Δύσης» τέτοιο ιστορικό εύρος, τότε στη μαρξιστική θεωρία και στην κομμουνιστική πρακτική δεν υπάρχει ουσιαστικά τίποτε που να μην έχει την αντιστοιχία του σε μιάν τουλάχιστον έποψη της «Δύσης» – από ιστορικές εσχατολογίες και διάφορες μίξεις ανθρωπισμού και κολλεκτιβισμού ίσαμε την όχι και πολύ αβρή μεταχείριση των αντιφρονούντων, τις πνευματικές απαγορεύσεις και τις μαζικές εξοντώσεις ανθρώπων από την άλλη μεριά, με βάση αυτήν την ευρεία έννοια της «Δύσης» δεν στάθηκε ποτέ δυνατό στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου να διευκρινισθεί αν λ.χ. η καπιταλιστική και κοινοβουλευτική Ιαπωνία ανήκε περισσότερο στην «κοινότητα των δυτικών λαών» απ’ ό,τι η κομμουνιστική Ανατολική Ευρώπη. Η ιστορική εικόνα γίνεται ευκρινέστερη όταν ο μαρξισμός και ο κομμουνισμός νοούνται ως οι μεγάλοι αντίπαλοι του αστικού φιλελευθερισμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε στους ευρωπαϊκούς Νέους Χρόνους προ παντός μετά τη γαλλική Επανάσταση. Στην προοπτική αυτή γεννιέται η εντύπωση ότι με την κατάρρευση του κομμουνισμού αποκρούσθηκε τελειωτικά η επίθεση εναντίον της αστικής-φιλελεύθερης κοινωνίας και τώρα αυτή, πλουτισμένη με τη διάσταση του κοινωνικού κράτους και εδραιωμένη χάρη στη γενική ευημερία, θα εκδιπλωθεί σ’ όλον τον κόσμο και με την ανθρωπιά της θα χαρίσει την ειρήνη και την ευτυχία στους λαούς. Στο σχήμα αυτό η ιστορική συνέχεια εκτείνεται σ’ ολόκληρη την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και περιλαμβάνει σε μα πρώτη φάση την εκκαθάριση των φεουδαλικών-αριστοκρατικών κατάλοιπων και σε μιά δεύτερη την απόκρουση της επαναστατικής επίθεσης από τα αριστερά μέσω της οργανικής ένταξης των κατώτερων στρωμάτων σε μιάν μεταρρυθμισμένη και ανοιχτότερη, βέβαια, όμως κατά βάση πάντοτε αστική-φιλελεύθερη κοινωνία.

Η ιστορική κατάταξη του μαρξισμού και του κομμουνιστικού κινήματος εξαρτάται από το πως αποτιμά κανείς στο σύνολο της την πορεία της πλανητικής ιστορίας του 20ου αι.

Απόσπασμα από το ετοιμαζόμενο βιβλίο μου: 9.1. Η δύναμη των λέξεων στο ιστορικό παράθεμα.

 


9.1. Η δύναμη των λέξεων στο ιστορικό παράθεμα.

Είναι σημαντικό να κατανοηθεί από τους μαθητές ότι το ιστορικό παράθεμα δεν «ομιλεί» μόνον ώς περιεχόμενο αλλά και ως μορφή.Hμορφή του ιστορικού παραθέματος όπως οποιουδήποτε άλλου κειμένου, στηρίζεται κυρίως στα ονοματικά και ρηματικά σύνολα, επίσης στα προθετικά σύνολα.

Τα ονοματικά σύνολα είναι αυτά τα οποία μεταφέρουν: πληροφορίες, χαρακτηρισμούς, γεγονότα, αιτίες, αποτελέσματα, συνέπειες, σκέψεις, συναισθήματα και πράξεις: κατά τρόπο όμως αντικειμενικό ήδη τετελεσμένο, διότι το όνομα δεν έχει τη ροή του ρήματος: όταν λοιπόν διατυπώσω την φράση: ο αιρετικός Μακεδόνιος σημαίνει ότι ο Μακεδόνιος είναι αιρετικός, αυτό είναι κάτι το τετελεσμένο σύμφωνα βέβαια με τις κρίσεις της Εκκλησίας: όταν όμως διατυπώσω τη φράση: κάποιοι λένε ότι ο Μακεδόνιος ισορρόπησε ανάμεσα στην Ορθοδοξία και στην αίρεση, οι δυνάμεις των ρημάτων είναι στα όρια του πιθανού και θα πρέπει να προσεχθεί κατά πόσο και σε ποιους τομείς και γιατί ο Μακεδόνιος ισορρόπησε στα όρια της αίρεσης.

Το ρήμα προσφέρει τη ροή των πληροφοριών η οποία ροή μπορεί να αφορά κάθε είδους υποκειμενικότητες, αντικειμενικότητες, απόψεις και εκτιμήσεις.  Άρα η ρηματική φράση είναι υποκειμενική τουλάχιστον σε μεγαλύτερο βαθμό από την ονοματική φράση: όταν ο ιστορικός διατυπώνει την παρακάτω άποψη: oι Ρωμαίοι κατέκτησαν το κόσμο επειδή διατήρησαν την σιδηρά πειθαρχία, θα πρέπει να σημειώσουμε δύο ρήματα άρα δύο προτάσεις: το ρ.κατέκτησαν στην κύρια πρόταση και το ρήμα διατήρησαν στην αιτιολογική: ήδη οι δύο ρηματικές προτάσεις συνδέονται με την υποκειμενική αιτιολογία «επειδή» άρα υπάρχει η προσωπική άποψη κάποιου ο οποίος έχει δεχθεί αυτή τη δικαιολογία. Ώστε τα ρήματα προάγουν την υποκειμενικότητα, τις ρευστές πληροφορίες, ή τις τετελεσμένες πράξεις (οι οθωμανοί κατέκτησαν την Κωνσταντινούπολη): στο ιδεολογικό όμως και αξιολογικό περιβάλλον τα ρήματα είναι ρευστή ενέργεια (όχι η σταθερή του ονοματικού συνόλου) άρα αυτή η ενέργεια μπορεί να είναι και αντικειμενική αλλά και υποκειμενική, σχετική ή και απόλυτη, το ύφος πάντως είναι πιο υποκειμενικό και δεν διαθέτει την αντικειμενικότητα των ονοματικών συνόλων.

Περί της οντολογίας της τραγωδίας.

 



Περί της οντολογίας της τραγωδίας.

Η τραγωδία είναι η πλήρης μηδενοποίηση του ανθρώπου, όχι ως τέτοια αλλά ως αφαίρεση της χαράς από τη λύπη, ή της λύπης από τη χαρά. Η τραγωδία είναι η πλήρης εξομοίωσις του ανθρώπου με την ζωϊκή δύναμιν που κινεί κάθε έμψυχο όν στη Γαία, είναι η πλήρης αφαιρετική στιγμή κατά την οποία ο άνθρωπος μηδενοποιεί κάθε σκέψη που δεν οδηγεί πλέον σε καμμία πράξη και για αυτόν τον λόγο προσπαθεί το τραγικό υποκείμενο να αυτοκινηθεί όχι ως σκέψις και πράξις αλλά ως έχον την πηγαία αιωνία οντολογική αιθέρια κίνησιν πέραν σκέψεως και πράξεως.

Το τραγικό υποκείμενο αυτομηδενίζεται διότι καταργεί κάθε σκέψη που προφυλάσσει και κρύβει τα προβλήματα ή και τις χαρές, το τραγικό υποκείμενο δεν θέλει να πράξει σύμφωνα με τις μηδενιζόμενες αυτές σκέψεις οι οποίες είναι μόνον για τον κόσμο αυτό. Η τραγωδία είναι το κύκνειο άσμα του Ελληνισμού, ο τραγικός επίλογος του Έλληνος ο οποίος κατάλαβε κάτι που μόνον αυτός ως οντολόγος μπόρεσε να το καταλάβει: έχουμε την οντολογική έλλογον εσωτερικότητα να σταθούμε όρθιοι εν μέσω της τρικυμίας του Όντος. Μετά το τραγικό υποκείμενο έρχεται το πλατωνικό και αριστοτελικό παραπλανητικό υποκείμενο το οποίο δεν μπορεί να σταθεί παρά μόνον με το μυαλό και βέβαια έπειτα έρχεται ο θάνατος του οντολογικού Ελληνισμού με τον Ελληνιστικό κόσμο του Αλεξάνδρου.

Η Σοφία της Θεάς Αθηνάς μέσα από τη διαδικασία ωρίμανσης του Τηλεμάχου.

 


Η Σοφία της Θεάς Αθηνάς μέσα από τη διαδικασία ωρίμανσης του Τηλεμάχου.

Ο Τηλέμαχος στην Ομηρική Τηλεμάχεια παρουσιάζεται ως ανώριμος, άβουλος, συγχυσμένος λόγω της απωλείας του πατρός του Οδυσσέως. Ο Ποιητής τον παρουσιάζει απελπισμένο να βλέπει τις ευωχίες των μνηστήρων, την κατασπατάληση της πατρικής του περιουσίας, και άβουλος να σκέφτεται ότι δεν αξίζει να ενθυμείται τον πατέρα του, δεν αξίζει να λέγεται γιός του, νοιώθει μάλιστα ντροπή διότι δεν μπορεί να αποτινάξει αυτή τη ζοφερή κατάσταση με τους μνηστήρες από το σπίτι του, θεωρεί ότι είναι κρίμα το ότι δεν μπορεί ούτε τον εαυτό του ούτε την μητέρα του να βοηθήσει. Ο υιός του Ήρωος Οδυσσέως είναι σε μία διαρκή απελπισία η οποία στηρίζεται στην άγνοια ότι ο Πατήρ του ζεί, η άγνοια επιφέρει την στενοχωρεία και την απελπισία, η απελπισία φέρει την αδυναμία πράξης.

Αυτή η σειρά παραδίδεται και από τον Πλάτωνα εις την Πολιτεία, τον Λάχητα και άλλους διαλόγους: η γνώση φέρει την αρετή της σοφίας, η σοφία φέρει τη φρόνηση και η φρόνηση την ανδρεία και τη σωφροσύνη, όλες μαζί οι αρετές συναποτελούν την δικαιοσύνη. Ο Όμηρος όλο αυτό το αρετολογικό σύστημα το παρουσιάζει στη ραψωδία α της Οδυσσείας και μάλιστα την Ομηρική αρετολογία την επιφέρει εις τους ανθρώπους η ιδία η Θεά της Σοφίας Αθηνά.

Η Σοφία (Αθηνά) εκτελώντας το σχέδιο των Θεών επισκέπτεται ως Μέντης τον Τηλέμαχο προκειμένου να τον προτρέψει να ερευνήσει για τον Πατέρα του Οδυσσέα. Ουσιαστικά ο Τηλέμαχος ενθυμείται τις αυτοϊκανότητές του μέσα από μία ενορατική ενδοσκόπηση, η Σοφία αποτελεί συμπαντική δύναμη η οποία είτε ενορατικά μέσα από την παρατήρηση του Όντος γύρω μας είτε μέσω ανάμνησης των εσωτάτων δυνάμεών μας μας ωριμάζει και μας εξελίσσει στη συνέχεια της συμπαντικής ζωής μας. Η Σοφία (Αθηνά) θυμίζει στον Τηλέμαχο το Είναι του γένους του (πνευματική αφύπνιση) τον καθιστά ανδρείο επειδή ακριβώς το μυαλό του δυνάμωσε με την ανάμνηση του γένους του και επικοινωνεί με την ψυχή του, επίσης τον καθιστά αποφασιστικό στις πράξεις του (όταν επικοινωνούν οι σκέψεις με τα συναισθήματα οι πράξεις είναι η ακούσια εκούσια ολοκλήρωση των διαθέσεων του ανθρώπου).

Περί του Απολύτου Όντος των διαφωτιστών.

 


Περί του Απολύτου Όντος των διαφωτιστών.

Μέσα στην ιστορία του ανθρωπίνου πνεύματος, κατά καιρούς υπάρχουν διάφορα απόλυτα Όντα τα οποία έχουν καταλήξει είτε σε φιλοσοφικές θέσεις περί υπερτάτου νοός, είτε σε θεολογικές θέσεις περί θεού. Το πρόβλημα καθαρά διασκεπτικά τίθεται ως ακολούθως: το απόλυτο Όν του Παρμενίδου έχει κάποια σχέση με το απόλυτο Όν της παλαιάς διαθήκης; Ας ισχυρισθούμε τα παρακάτω: εάν διαφέρουν αυτά τα δύο στις συλλήψεις τους αυτό συμβαίνει  επειδή οι λαοί που τα εσκέφθηκαν (Έλληνες και κάτοικοι της μεσοποταμίας) είναι διαφορετικοί στις σκέψεις τους λόγω διαφόρων παραγόντων; Ή μήπως είναι ένα Όν το οποίο απλά παιδαγωγεί διαφορετικά διαφορετικούς λαούς και εμφανίζεται διαφορετικό επειδή αν και το ίδιο Όν έχει να κάνει με διαφορετικούς λαούς οι οποίοι το αντιλαμβάνονται διαφορετικά;

Σε κάθε περίπτωση η αφαιρετικότητα του Παρμενίδου και το απολύτου Όλου του αλλά και του ανατολικού υπερτάτου Όλου (όπως παρουσιάζονται σε σχέση με τους λαούς από την ανατολή έως την Ελληνική οντολογικότητα) επηρεάζει την ιστορία και οδηγεί είτε στην θεωρία των ιδεών του Πλάτωνος, είτε στη μονοθεϊστικότητα των λαών της μεσοποταμίας. Μέσα από τα σπλάχνα αυτού του απολύτου Όντος διαμορφώνεται η θρησκευτική φιλοσοφική και ιστορική συμπεριφορά του ανθρώπου: στην προσπάθειά του ο άνθρωπος να κατεβάσει όσες περισσότερες δυνάμεις αυτού του όντος στη γή ξεχνά την μεγάλη πρόκληση του αρχεγόνου Ελληνισμού: ο κάθε ένας από εμάς αποτελεί ξεχωριστή οντολογική χαοτική πορεία ερευνώντας την Ιθάκη του στο χάος: το υπέρτατο Όν ως μέγεθος που ενώνει όλους υπό την σκέπην του κυριάρχησε υπό τη θεωρία των ιδεών του Πλάτωνος αλλά και τις πρώτες αρχές των προσωκρατικών, υπό την εφεύρεση του μονοθεϊστικού θεού, του ενώνοντος όλους τους ανθρώπους υπό την σκέπην του.

‘Εκτοτε όλοι και όλα εργάσθηκαν ώστε όλοι μα όλοι οι άνθρωποι να μην εύρουν την ατομική τους πορεία στο Όλον χάος αλλά ενωμένοι κάτω από το υπέρτατο Όν να αποτελέσουν ένα νού με πολλά σώματα: είδαμε λοιπόν ότι το υπέρτατο όλον του Παρμενίδου, η θεωρία των ιδεών του Πλάτωνος, ο μονοθεϊστικός θεός, ο χριστιανικός και μουσουλμανικός θεός, ως ουράνιος θόλος σκέπασε όλους τους ανθρώπους ως ιδέες και αξίες και τρόπο ζωής. Πραγματικά μέσα από όλες τις αποχρώσεις και την εφαρμογή του απολύτου Όντος σε ποικίλους ανθρώπους και πολιτισμούς, εμφανίσθηκε το υπέρτατο όν ως πλωτινικόν όν, ως θεός των χριστιανών, ως απόλυτος νούς των αγνωστικιστών, ως απόλυτος δύναμις των αθέων, ως απόλυτος δύναμις των επιστημόνων.

Ανακαλύπτοντας το Υποκείμενο στη Λογοτεχνία.

 



Δίδεται το παρακάτω ποίημα:

Άρης  Αλεξάνδρου (1922-1978) : Το μαχαίρι.

 

Όπως αργεί τ΄ατσάλι να  γίνει κοφτερό και χρήσιμο

   Μαχαίρι,

Έτσι  αργούν και  οι λέξεις ν΄ακονιστούν σε λόγο

Στο μεταξύ

Όσο δουλεύεις στον τροχό

Πρόσεχε μην παρασυρθείς

                                           μην ξιππασθείς

απ΄τη λαμπρή  αλληλουχία  των σπινθήρων

Σκοπός σου εσένα τα μαχαίρι.

Άρης Αλεξάνδρου, Ποιήματα, (1941-1974), εκδ.Καστανιώτη, Αθήνα 1981, σελ. 99.

Βήμα 1ο  Φιλο-σοφική εκτίμηση του ποιήματος.

Από τον ξυνόν λόγον του Ηρακλείτου, έως τον Λόγον του Θεού (Ιησούς) ο Λόγος ως Ομιλία η οποία κυριαρχεί στο Ανθρώπινο μυαλό και δημιουργεί την Ηθική συμπεριφορά, είναι το μέγεθος εκείνο το οποίο εδημούργησε τον Άνθρωπο, τον πολιτισμό, την πορεία, το νόστο, τη θρησκεία, την Πόλιν, την εξέλιξιν, την Επιστήμην. Ο Λόγος ως διά των λέξεων εξωτερίκευση των σκέψεων αποτελεί τη διαχρονική επιταγή : οι άνθρωποι πρέπει να εφαρμόσουν εκείνες τις σκέψεις και εκείνες τις Ηθικές , οι οποίες υπο του λόγου επιτάσσονται.

Περί του Οντολογικού Έρωτος: περί της συμπαντικής κινήσεως του Ελληνικού πνεύματος.

 

Περί του Οντολογικού Έρωτος: περί της συμπαντικής κινήσεως του Ελληνικού πνεύματος.

Μας πήρε πράγματι πολύ καιρό να καταλάβουμε ότι ο Έρως εις τους Έλληνας είναι οντολογική δύναμις η οποία κινεί εσωτερικά τους Έλληνας ενώ η Πράξις τους κινεί εξωτερικά. Ο Έρως είς τους Έλληνας δεν έχει να κάνει με την ηδονή ή με κατώτερα ηδονικά πάθη, είναι η αιτία της Φιλοσοφίας, για αυτό εξάλλου το λόγο η Φιλοσοφία γιγαντώθηκε εις τα Συμπόσια. Ας προσέξουμε ότι ο Έρως είς τους Έλληνας είναι ά-φυλος υπό την έννοια ότι προσπαθεί να αντιμετωπίσει άνδρας και γυναίκας ως δυνάμεις οι οποίοι κινούνται σε συμπαντικά τροχιά άσχετα εάν για ολίγον αυτές οι δυνάμεις φέρουν σώματα.

Άρα ας προσέξουμε το πρώτο εξαιρετικό συμπέρασμα: μοιραία τα σώματα ενώνονται προκειμένου να γίνουν και επιτευχθούν οι ανταλλαγές δυνάμεων: οι Έλληνες αποθέωσαν τον Έρωτα όχι ως εμμενή ηδονή αλλά ως αναγκαίο τρόπο συνουσιακής ένωσης των κρυφών δυνάμεων, άρα ο Έρωτας είναι ο μόνος τρόπος διά του σώματος να ενωθούν οι εσωτερικές δυνάμεις που φέρουν άνδρες και γυναίκες: σύμφωνα με αυτόν τον τρόπο οι Έλληνες δεν διέκριναν έμφυλο έρωτα αλλά προσεπάθησαν να ενώσουν οντολογικά και δυναμικά όλους με όλες ώστε να αποδείξουν ότι η ένωση σωμάτων δεν αποτελεί ηδονικό γεγονός (κατ΄αρχάς) αλλά μόνον τρόπον οι εσώτατες δυνάμεις να ενωθούν να οργανωθούν να υπερβούν τα σώματα και ως ενωθείσες ασώματες δυνάμεις να φωτίσουν τα πνεύματα και τις πράξεις τους ώστε οι άνθρωποι να προχωρήσουν προς τον επόμενο οντικό σταθμό: για αυτό οι Έλληνες συζήτησαν για ερώμενο και εραστή (καμμία σχέση με ό,τι σήμερα εννοείται ως ομοφυλοφιλία) για ερώμενο, ερωμένη και εραστή-εράστρια (καμμία σχέση με το σημερινό εκχυδαϊσμένο ετεροφυλοφιλικό έρωτα). Οι Έλληνες ως Έρωτα εννοούσαν ανταλλαγές εσωτάτων δυνάμεων διά πνευματικής ένωσης (ηδονής) διά σωματικής ένωσης (ηδονής): το αποτέλεσμα του Έρωτός τους ήταν η γένεση καθαράς οντολογικής απελευθερωθείσης δυνάμεως εκ των ερωμένων ανδρών και γυναικών.

Ελληνική Μυθολογία. Περί του Ηφαίστου.

 



Κατά την παράδοση ο Ήφαιστος ήταν από γεννησιμιού του κουτσός. Γι αυτό η Ήρα μόλις τον γέννησε ντράπηκε επειδή έκανε γιό ανάπηρο και τον πέταξε από τον ουρανό στη θάλασσα για να πνιγεί. Ωστόσο δύο θαλάσσιες θεότητες , η Θέτιδα και η Ευρυνόμη, τον νοιάστηκαν και τον ανέθρεψαν κρυφά με πολλή αγάπη για εννέα ολόκληρα χρόνια. Μεγαλώνοντας ο θεός περνούσε την ώρα του μέσα στη σπηλιά του Νηρέα φτιάχνοντας δαχτυλίδια, βραχιόλια, σκουλαρίκια, και πολλά ακόμα γυναικεία στολίδια.

Κάποτε όμως ο θεός βαρέθηκε να ζεί στα βάθη της θάλασσας και σκέφτηκε να βρεί τρόπο όχι μόνον να αποκατασταθεί στον Όλυμπο, μιάς και ήταν γιός του Δία και της Ήρας, αλλά και να εκδικηθεί τη μητέρα του. Κάθισε λοιπόν και μαστόρεψε έναν θαυμάσιο χρυσό θρόνο με αόρατα δίχτυα και τον έστειλε δώρο στην  Ήρα τάχα πώς δεν της κρατούσε κακία επειδή τον είχε απαρνηθεί. Εκείνη δέχθηκε με χαρά την προσφορά του γιού της, μόλις όμως κάθησε επάνω στο θρόνο βρέθηκε μπλεγμένη στα αξεδιάλυτα δίχτυα του θρόνου αυτού. Ύστερα από πολλά συμβούλια των θεών, ή Ήρα κατάλαβε ότι μόνον ο ίδιος ο  Ήφαιστος μπορούσε να τη λυτρώσει και να την απελευθερώσει, στην απελπισία της λοιπόν επάνω δέχθηκε να  προσφέρει ως γυναίκα  την Αφροδίτη σε όποιον θα καταφέρει να ανεβάσει με το καλό ή με το κακό τον Ήφαιστο στον Όλυμπο.

Ποιος άραγε από τους νέους θεούς δεν ονειρευόταν να παντρευτεί την πανέμορφη θεά του έρωτα; Πρώτος ο Άρης πήρε επάνω του την επιχείρηση αυτή, βέβαιος ότι ο Ήφαιστος δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί, εκείνος εκσφενδόνισε τόσες φλόγες εναντίον του ώστε τον ανάγκασε να το βάλει στα πόδια και να γυρίσει μάλιστα ντροπιασμένος στον Όλυμπο.

Τη λύση θα τη δώσει ο Διόνυσος, πηγαίνοντας με το μαλακό κατεβαίνει και κάνει παρέα με τον Ήφαιστο, του δίνει να πιεί, τον μεθάει, και έπειτα μεθυσμένο καβάλα επάνω σε ένα μουλάρι τον ανεβάζει στον Όλυμπο μέσα στα τραγούδια και στους χορούς των Σειληνών και των Νυμφών που συνοδεύουν την πομπή. Στον ουρανό επάνω μητέρα και γιός φιλιώνουν ή Ήρα λύνεται και ο Ήφαιστος γίνεται δεκτός από τους Ολυμπίους θεούς ως ομότιμός τους, για να τον εξιλεώσουν μάλιστα του  προσφέρουν ως  γυναίκα του την Αφροδίτη.