H εργαλειοποίηση του θανάτου ώς το έσχατο στάδιο του Ανθρωπίνου εξουσιαστικού λόγου.

 



Ο Ησιόδειος και ο Ομηρικός λόγος στηρίζονται στο ζεύγος της Ημέρας και της Νύκτας. Δεν μπορώ να γνωρίζω εάν οι δύο αυτοί Ποιητές (με την Οντολογική σημασία του όρου) εθέλησαν να εργαλειοποιήσουν τα δύο αυτά μεγέθη: είναι σίγουρο όμως ότι επάνω στην Ημέρα και την Νύκτα εστήθη το εξουσιαστικό μετέπειτα παιχνίδι της εξουσίας.

Ο Ησίοδος διαβλέπει συμπαντική διαλεκτικότητα στο πέρασμα από το Όν προς το Είναι της Νυκτός και της Ημέρας: ας προσέξουμε σε αυτό το σημείο: η Νύκτα και η Ημέρα δεν αποτελούν αυθύπαρκτα μεγέθη, άρα μπορούν κάλλιστα να εργαλειοποιηθούν από τον Άνθρωπο όσον αφορά την προέλευσή τους και τη χρήση τους: Επίσης ας προσέξουμε ότι η διαλεκτικότητά τους –η φτιαχτή θα λέγαμε προέλευσή τους στον Ησίοδο και στον Όμηρο- φανερώνει ότι δεν υπάρχει Νύκτα και Ημέρα, παρά μόνον η δύναμη του καθ΄εαυτού Όντος, την οποία όμως μερίζουμε με σημείο αναφοράς τον Ήλιο προκειμένου να εξουσιάσουμε νόες και συμπεριφορές. Το μόνον που υπάρχει είναι η συνέχεια όσων δυνάμεων επηρεάζουν τον άνθρωπο: η νοητική και ηθική εκμετάλλευση αυτών των δυνάμεων είναι κάτι άλλο.

Ας θυμηθούμε λοιπόν ότι η Νύκτα στον Ησίοδο –εν ολίγοις και στον Όμηρο- είναι τέκνον του Χάους: εάν το Χάος παράγεται από το ρήμα Χέω σημαίνει ότι η Νύκτα είναι δύναμις απορρέουσα από το χάος: άρα είναι τόσο δημιουργική και ζωντανή όσο και η Ημέρα. Άρα θα πρέπει να σκεφθούμε ότι στο γύρισμα του χρόνου υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι ζούσαν εν τη νυκτί διότι ώς δύναμις απορρέουσα από το χάος κρύβει ζωή και συνέχεια: άρα η μεγάλη συνεισφορά του Ησιόδου και του Ομήρου είναι το ότι μετέφεραν την ανθρώπινη ζωή στον Ήλιο και στην Ημέρα: για αυτό (π.χ στον Όμηρο) επαναλαμβάνεται άπειρες φορές ο περίφημος στίχος: Ήμος δε ηριγένεια εφάνη ροδοδάκτυλος Ηώς: ο Οδυσσέας ουδέποτε κινείται την νύκτα, πάντοτε την Ημέρα. Άρα εάν ζωή είναι η εμφάνιση της μορφής στην Ημέρα υπό το φώς του Ηλίου, Νύκτα είναι η πορεία προς την πρώτη ζωή του αμόρφου δυναμικού ανθρώπου ο οποίος ζεί ώς δύναμις απορρέουσα από το χάος: άρα ζωή και θάνατος είναι η ίδια δύναμις του Ανθρώπου απορρέουσα από το χάος, απλά εμφανίζεται ώς μορφή υπό τον Ήλιο δίχως ορατή μορφή εν τη νυκτί. Η νοησιοκρατική όμως φιλοσοφία, αυτή που εγέννησε και το μονοθεϊσμό, προσεκτικά εργαλειοποίησε το θάνατο, σταδιακά αποκηρύσσοντας τη Νύκτα και τον Άρχοντα του Σκότους, προκειμένου να ελέγξει το κομμάτι ζωής του Ανθρώπου ενώπιον του Ηλίου και του φωτός (εν φωτί ρέει =μορφή): κρύβοντας το ότι η Νύκτα δεν είναι το αντίθετο της Ημέρας ούτε η εξαφάνισις του Ανθρώπου αλλά ένας άλλος τρόπος ύπαρξης της απορρεούσης από το χάος μορφής.Ο Άνθρωπος υπάρχει και στο Φώς και στη Νύκτα, διότι και οι δύο αυτές στιγμές είναι δυνάμεις οι οποίες κινούν το Όν από το οποίο και απορρέουν. Οι Πλατωνικές αλληγορίες του σπηλαίου, ότι το σκότος είναι απουσία φωτός κινούνται στα πλαίσια της λήθης της Οντολογικής αλήθείας και του αστεϊσμού.

Εξάλλου ο Ησίοδος δεν ξεχωρίζει την Ημέρα από τη Νύκτα: Αντιθέτως: η Ημέρα είναι θυγατέρα της Νυκτός και του Ερέβους, αδελφή του Αιθέρος: τι σημαίνει θυγατέρα και τι σημαίνει αδελφή; Τι σημαίνει αυτή η ομομητρία; Σε πρώτη εκτίμηση σημαίνει μεταφορά συμπαντικών δυνάμεων, η Μήτηρ Νύξ μεταϋπάρχει με έναν καινούργιο τρόπο διά του Όντος ώς Ημέρα: άρα η Ημέρα είναι ο άλλος τρόπος της Νυκτός, όπως ο Θάνατος είναι ο άλλος τρόπος της Ζωής: είναι η ίδια δύναμη η οποία μεταμορφώνεται ώστε να προχωρήσουν όλες οι δυνάμεις του Όντος: τι σημαίνει ότι η Ημέρα είναι από την ίδια δελφύδα (μήτρα) με τον Αιθέρα (ο οποίος στον Ευριπίδη είναι η ουσία εκ της οποίας απορρέει αυτή η ζωή); Σημαίνει ότι η Νύκτα διά των Οντολογικών δυνάμεων που μεταφέρει εμφανίζει την Ημέρα και τον Αιθέρα: αυτό σημαίνει ότι μέσα από τις δυνάμεις οι οποίες ενυπάρχουν στις δυνάμεις της Νυκτός (Νύκτα δεν είναι κατάσταση αλλά ένα άλλο σύνολο δυνάμεων) αναδιανεμήθησαν αυτές οι δυνάμεις και εμφανίσθηκαν ώς Ημέρα και Αιθέρας: ας προσέξουμε αυτό το σημείο: εχύθη δύναμις εκ του Όντος εκ της πύλης του Ηλίου ώστε η Νύκτα να ζωγραφισθεί ώς Ημέρα και Αιθέρας: άρα η ίδια δύναμις έγινε Ημέρα και Αιθέρας: άρα ο Ήλιος είναι ο μετασχηματιστής της κοινής δυνάμεως , η δύναμις της Νυκτός διά του Ηλίου ήλθε σε νέα μορφή. Άρα ο Αιθέρας είναι η δύναμις που ώς αήρ μετέφερε τις μορφές διά του Ηλίου και τις παρέδωσε στην Ημέρα διά την υπόλοιπον ωρίμανση.

Φρειδερίκος Νίτσε: Η Υπέρβασις της Μετα-φυσικής.

 



Ο Οδυσσέας κινείται, δεν σκέπτεται, δεν έχει το σύμπαν στο μυαλό του: Δεν χρειάζεται να το έχει στο μυαλό του: το βλέπει σαν θάλασσα, επάνω του κινείται, ευελπιστεί στο Νόστο, στη μεγάλη επιστροφή: την ξέρει την Ιθάκη, μέσα του την έχει: γνωρίζει το Νόστο και στη γνώση επιστρέφει: Αποτελεί βάση για τη βουλησιοκρατία του Νίτσε: μία παράξενη ταύτιση του νοείν και του Είναι: όπως θα έλεγε και ο Χάϊντεγγερ μία παράξενη ταξιθέτηση του όλου , η νόηση ταξιθετεί τις ιδιότητες του Είναι: αυτό το οποίο νοεί ο Οδυσσέας (Ιθάκη) το ταυτίζει με το Είναι του νόστου (επιστροφή): ο Νίτσε σε αυτό τον κινηματικό τρόπο κατανοεί ότι η μεταφυσική ευτελίζει την ταύτιση του νοείν και του Είναι: διότι το Εϊναι μετατίθεται σε ένα μέρος όπου το νοείν ώς πράξη επιστροφής δεν μπορεί να το πλησιάσει ώς δύναμη πραγματικής βουλησιοκρατικής επιστροφής: Για αυτό και στη γενεαλογία της Ηθικής θα ταυτίσει το ζεύγος του δούλου με τον κύριο με κάθε ζεύγος υποταγής σε φεύτικα θεωρητικά σχήματα τα οποία εμποδίζουν τον άνθρωπο από το να ριχθεί στον γκρεμό του Είναι και να τον ακουλουθήσει αυτό το δρόμο σύμφωνα με την προαιώνια βούληση, η επιστροφή στην Ιθάκη θα σημάνει και την ανακύκλιση των αξιών, ο Άνθρωπος θα ξαναβιώσει τη δύναμη και τη βούληση της παρουσίας του στον τόπο όπου ανήκει.

Συγχρόνως η δυναμική και πραγματικά διά της βουλήσεως επιστροφή του Ανθρώπου στην Πατρίδα του, στο Είναι όπου ανήκει, μηδενίζει το ολίγο πρίν παρόν: ο μηδενισμός του Νίτσε είναι δημιουργικός διότι κτίζει επάνω στο μηδενισμένο την κατάσταση της δημιουργικής επιστροφής: ο Οδυσσέας σκοτώνει τους μνηστήρες όπως ο Νίτσε σκοτώνει τα φαντασιακά θεωρητικά σχήματα από το Σωκράτη και έπειτα τα οποία τα θεωρεί κατασκευές που κρύβουν αυτά που ώς ορμέμφυτη η βουλησιοκρατική ύπαρξη μπορεί να επιτύχει: οι αξίες του Οδυσσέως ενεργοποιούνται ανακυκλωτικά όταν επιστρέφει στην Πατρίδα, αλλά και ο Νίτσε το ίδιο θεωρεί, όταν ο άνθρωπος . η ύπαρξη βαδίσει την πορεία της , στον Τόπο της θα ξαναζήσει όλες τις μεγάλες αξίες: όπως αναφέρει στη Γένεση της Τραγωδίας όταν επικρατήσει το βάθος του Διονύσου πέρα από το Απολλώνειο Φώς.

Η Μεταφυσική είναι κατασκευή, η Νιτσεϊκή Πορεία είναι Οδός: Οδός η οποία συνεχίσθηκε με τον Ηράκλειτο, το πύρ του οποίου στηρίζει πολλά στη Νιτσεϊκή πορεία: το πύρ, επί της ροής πορεία, αυτή η κρυμμένη βούληση της υπάρξεως, φανερώνει ότι όλα είναι δρόμος: σε καμμία στιγμή ο Νίτσε δεν επιτρέπει η σκέψη του να καταστή σύστημα, διότι δεν θέλει η αρχή να έχει κάποιο τέλος: η αρχή έχει τέλος μόνον στο μυαλό των εσχατολόγων μεσσιανιστών οι οποίοι περιορίζον το σύμπαν στο μυαλό του: κρίμα διότι το Ηρακλείτειο πύρ, το αείζωον πύρ, ανοίγει το δρόμο προς τη μεγάλη συνέχεια: τα πάντα οιακίζει κεραυνός, τα πάντα υπόκεινται στο πύρ, στη βούληση της συνεχείας, όπως θα έλεγε και ο Χάϊντεγγερ (και μάλλον θα συμφωνούσε και ο Νίτσε ) το Γίγνεσθαι είναι το Φαίνεσθαι του Είναι: ο Νίτσε (όπως και ο Χάϊντεγγερ) κατάλαβε τη μεγάλη γωνία που σχηματίσθηκε στην ανθρώπινη πορεία: έπειτα από τον Ηράκλειτο άνοιξαν δύο δρόμοι: ένας προς το Όν και ένας προς την τροποποίηση του Όντος ώστε να υπάρχει νόηση θρησκείας, πολιτικής, επιστήμης, τεχνολογίας, ανθρώπινου πολιτισμού. Ο Νίτσε ακολούθησε τον επάνω δρόμο, αυτόν που οδηγούσε πάντοτε από τον Ηράκλειτο προς το Όν: δεν θέλησε να διαπομπεύσει το πύρ και να το ταυτίσει με άγιο πνεύμα ή άλλες μεταφυσικές δοξασίες: προσπάθησε να ακολουθήσει το δρόμο του πυρός το οποίο φωτίζει τον Οδυσσέα όπως φωτίζει τους Λαιστρυγόνες, τις Σειρήνες την Κίρκη και τις άλλες συνολικές οντολογικές δυνάμεις.

Η μετατροπή της οντικής κίνησης σε σκέψη ήταν η γένεσις της μεταφυσικής: η μετατροπή αυτή συνετελέσθη μέσα από την έξοδο του Υποκειμένου από την οντολογική πορεία, το υποκείμενο διά της σκέψεως μετατρέπει σε Αντικείμενο τις οντολογικές δυνάμεις που εμφανίζονται διά του πυρός: αυτή είναι η πλατωνικη και αριστοτελική στιγμή η οποία τόσο αντίθετο ευρίσκει τον Οντολόγο Νίτσε: η Υποκειμενοποίησις του Ατόμου καθιστά Αντικείμενο αυτό το οποίο ουσιαστικά μας περιέχει και μας κατευθύνει: ο Οδυσσέας δεν είναι Υποκείμενο, η Θάλασσα (η κίνησις του Όλου) δεν είναι αντι-κείμενο: διότι ο Οδυσσέας είναι όχι αντί της θαλάσσης αλλά επί της θαλάσσης: άρα η υπέρβασις της μεταφυσικής στο Νίτσε ξεκινά από την μη-ψευδή-Υποκειμενοποίηση του Ανθρώπου, ο Άνθρωπος δεν είναι Υπιοκείμενο αλλά Ύπαρξις επί της Βουλήσεως της συνεχείας: σε αυτό το σημείο ο Νίτσε παρουσιάζεται ώς αντι-χριστιανός: η ερημοποίηση της ύπαρξης περνά μέσα από την υποκειμενοποίησή της: διότι τα υποκείμενα επί της θαλάσσης του όντος απομακρύνονται, ατομικοποιούνται, δεν τα ενώνει η θάλασσα του όντος, αλλά η μεταφυσική ώς επιβληθεία σκέψις φιλοσόφων θεών και ανθρώπων.

Η Οντολογία της Βίας: Μάρτιν Χάϊντεγγερ:Εισαγωγή στη Μεταφυσική: Η διαλεκτική του κόσμου μας: η βία και η ισχύς.

 



Ο Μάρτιν Χάϊντεγγερ αφορμάται προκειμένου να ομιλήσει για τη βία, από το σύνολο της προσωκρατικής φιλοσοφίας: Ανακαλύπτει τη βία στο Ηρακλείτειον αείζωον πύρ, στο Παρμενίδειον νοείν τε και Είναι, αφορμάται όμως και από το μετασωκρατικό λόγο της Σοφόκλειας Αντιγόνης, από το περίφημο στάσιμο εκεί όπου αναγράφεται :πολλά τα δεινά και το μεγαλύτερο δεινό ο άνθρωπος: ο Γερμανός φιλόσοφος αυτομεταφράζει το δεινόν με το ανοίκειον, κάτι το οποίο το κρίνουμε απολύτως επιτυχημένο. Εάν προσεχθεί η πρισματική ματιά του φιλοσόφου του Μέλανος Δρυμού, θα διαπιστωθεί ότι ο Χάϊντεγγερ αφορμάται από το όλον της διαστάσεώς μας, άρα η βία θεωρείται ώς γενεσιουργός αιτία του όλου Ώδε Είναι.

Ο Μαρτίνος Χάϊντεγγερ είναι γνήσιος οντολόγος: Κατανοεί ότι η Γαία είναι τράπεζα οντολογικών δυνάμεων, το Είναι αποτελεί το μεγαλύτερο καταθέτη: η Γαία κινείται με βάση τις ανείπωτες και ανερμάτιστες δυνάμεις του Είναι τις οποίες και εμπεριέχει: ο διαχειριστής αυτής της οντολογικής τραπέζης είναι ο Άνθρωπος: ο Άνθρωπος ώς εσωτερικότητα, ώς ύπαρξις εδυναμικής παρ-Είναι παρουσίας εν τω Είναι: η βία του Ανθρώπου, του Ανθρώπου που νοεί και πράττει είναι αυτό το καταδαμάζον μέγεθος το οποίο ελέγχει και κατευθύνει σκοποθετικά τις άπειρες οντολογικές δυνάμεις οι οποίες εμπεριέχονται στη γή: Το αείζωον πύρ διά της ανθρωπίνης βίας διαμορφώνει, ανακατανέμει, τροποποιεί και αναδεικνύει πολιτισμό και ιστορική συνέχεια: η βία είναι η σειρά πραγμάτωσης των δυνάμεων του Είναι η οποία αυτή σειρά καταδαμάζει το χάος των δυνάμεων οι οποίες περιφέρονται διά της γής, πέριξ της γαίας. Άρα η Χαϊντεγγεριανή βία είναι η θεραπαινίς του Είναι, ο τρόπος σύμφωνα με τον οποίο κατανέμονται και κτίζουν οι χαοτικές δυνάμεις οι οποίες εκ του Είναι προσφέρονται στη γή: για αυτό και ο Δήμος δαμάζει εαυτόν και δημιουργεί (δαμάζει διά του έργου) Πόλιν και νόμον.

Η ενασχόλησις του Χάϊντεγγερ με το νοείν τε και Είναι του Παρμενίδου είναι εντυπωσιακή, συνεχίζει μάλλον την οντολογία της Βίας: Η νόησις δεν είναι ακόμη σκέψις διότι κατ΄αρχάς ο άνθρωπος ώς ύπαρξις ενυπάρχει εν τω Είναι: κατ΄αρχάς είναι συμμετοχή δυναμική της υπάρξεως στις δυνάμεις που συναποτελούν το Είναι: για αυτό και ο Χάϊντεγγερ κατ΄αρχάς θεωρεί το Λόγο όχι ώς Ομιλία αλλά ώς Συλλογή: η ύπαρξις κατ΄αρχάς συλλέγει δυνάμεις του Είναι, είναι νόησις αυτό, διότι νόησις εκ του νέομαι σημαίνει κίνησις: κίνησις Οδυσσεϊκή η οποία καθιστά τον Άνθρωπο πολύτροπο, πολύπλαγκτο, πολύνοον: άρα η νόησις συλλέγει δυνάμεις του Είναι,   ο Οδυσσέας καθίσταται πολύτροπος: έπειτα διά της ενοράσεως η ύπαρξις συμμετέχει του Είναι, τέλος το νοείν ώς σκέπτεσθαι αρπάζει δυνάμεις του Είναι: η νόησις λοιπόν είναι βία διότι συλλαμβάνει ποιες δυνάμεις του Είναι χρειάζονται από την ύπαρξιν ώστε να κατανοηθεί ότι η νόησις αφορά όλο το Είναι (ταυτόν εστίν  νοείν τε και Είναι): Άρα η βία είναι η κίνησις του νοήμονος υποκειμένου το οποίον διά του νοείν  και του κτίζειν καταδαμάζει όλες τις παρασχεθείσες οντολογικές δυνάμεις προκειμένου να  δομήσει τον ανθρώπινο πολιτισμό της μέριμνας του Ώδε Είναι: ο άνθρωπος είναι αν-οίκειος σε αυτό διότι οικείο είναι η ηρεμία η ησυχία του όλου, όμως ο τρόπος της βίας που καταδαμάζει το όν και τις παρασχεθείσες δυνάμεις του είναι χαλασμός, θύελλα, πόλεμος, αν-οικειότης.

Η ιστορία σε κάθε περίπτωση δικαιώνει το Γερμανό στοχαστή: οι Έλληνες με τρείς πολέμους, με τρείς τεράστιες κινήσεις βίας, έκτισαν τον κόσμο τους και τον παρέδωσαν στους επομένους: συζητούμε για τους περσικούς πολέμους, τον Τρωϊκό πόλεμο, τον Πελοποννησιακό πόλεμο, μέσα από τις κύριες αυτές καταδαμαστικές κινήσεις οι Έλληνες συνέστησαν την ύπαρξή τους ώς Έθνος, ώς Άτομα, ώς Πόλις κράτος, αποθεώνοντας το Νού (ο κύριος εκφραστής της καταδαμάζουσας το Ώδε Είναι και τις δυνάμεις του βίας) ετοιμάζοντας μάλιστα το έδαφος στην παγκοσμιότητα και οικουμενικότητα του Ελληνιστικού κόσμου.

Ερμηνεύοντας την Έκθεση Έκφραση...

 


Ερμηνεύοντας την Έκθεση Έκφραση γ΄λυκείου.

α) Διαδικασίες κατανόησης του νοήματος, της οργάνωσης και της μορφής των κειμένων:

1. Εντοπισμός και αναγνώριση του θέματος, της θέσης του πομπού, της πρόθεσής του

2. Εντοπισμός και δικαιολόγηση στοιχείων που συνθέτουν τη δομή του κειμένου σε επίπεδο παραγράφου, συνοχής και συνεκτικότητας (αλληλουχία νοημάτων)

3. Εντοπισμός και δικαιολόγηση γλωσσικών επιλογών του πομπού με τις οποίες αναδεικνύονται ιδέες, στάσεις, θέσεις και διαμορφώνεται το εκάστοτε υφολογικό επίπεδο λόγου

Έστω λοιπόν ότι παραδίδεται το παρακάτω κείμενο:

Κείμενο 1

 

Το  κείμενο  που  ακολουθεί  είναι  διασκευή  άρθρου  γνώμης,  το  οποίο   δημοσι-εύθηκε στον       ημερήσιο τύπο, σχετικά με τον ρόλο της παιδείας στη σύγχρονη κοινωνία.

 

Άποψη: Παιδεία, κοινωνία και ανάπτυξη!

 

Η παιδεία και η εκπαίδευση είναι ο τομέας στον οποίο η Ελλάδα παρουσιάζει ένα  από τα σημαντικότερα ελλείμματα συγκριτικά με τις άλλες προηγμένες χώρες της Ευρώπης και αυτό δεν μπορεί κανείς να το υποβαθμίσει, με τον οποιοδήποτε τρόπο, ό,τι είδους ιδεοληψία και να κουβαλάει πάνω του. Η παιδεία είναι προτεραιότητα επιβίωσης, πλέον, για  τον τόπο μας και ως τέτοια επιβάλλεται να την αξιολογήσει και να την αναβαθμίσει, επειγόντως μάλιστα, το σύνολο της κοινωνίας. Η παιδεία σήμερα είναι ένα πολύ σημαντικό οικονομικό θέμα, αλλά και ένα μείζον κοινωνικό ζήτημα για την ταλαιπωρημένη από τη δεκαετή κρίση Ελλάδα.

Η παιδεία, πράγματι, είναι ένα κολοσσιαίας σημασίας ζητούμενο για την ελληνική κοινωνία και το μέλλον της νέας γενιάς, καθώς αποτελεί το βασικό          μοτέρ  εξέλιξης της κοινωνικής δομής, των επιστημών και του πολιτισμού. Παράλληλα είναι εργαλείο βασικό για την αναβάθμιση της οικονομίας και της τεχνολογίας. Η παιδεία, μαζί με την ελευθερία και τη δημοκρατία, έννοιες αναπόσπαστες άλλωστε και μεταξύ τους ανατροφοδοτούμενες, αποτελούν το ύψιστο δημόσιο αγαθό στον σύγχρονο κόσμο. Η πρόσβαση στην παιδεία αφορά ή πρέπει να αφορά όλες σχεδόν τις κοινωνικές ομάδες και αυτή ήταν η επιτυχία του μεταπολεμικού συστήματος της Δύσης. Η περίφημη μεσαία τάξη, η οποία λειτούργησε όντως  ως η ραχοκοκαλιά του μεταπολεμικού μοντέλου, ήταν το αποτέλεσμα αυτής της ευρύτερης πρόσβασης στην παιδεία γενικότερα και της τριτοβάθμιας                       εκπαίδευσης ειδικότερα.

άφωνα σύμφωνα, η βοήθειά τους.

 


Άφωνα σύμφωνα.

Τα άφωνα σύμφωνα:     π   β   φ

                                           Κ   γ    χ

                                           Τ   δ    θ

                                          1   2    3

Λόγω της φύσεώς των  (α-φωνή) βοηθούν ποικιλοτρόπως στο σχηματισμό ρηματικών χρόνων.

1. Στο σχηματισμό παρακειμένου:

1.Τα λήγοντα ρήματα σε π  β  φ  πτ σχηματίζουν παρακείμενο στο 3ο (φα)

           Βλάπτω-βέβλαφα

2.Τα λήγοντα σε κ γ  χ  ττ στο 3ο (χα)

           Πράττω-πέπραχα

3. Τα λήγοντα σε τ δ θ ζ  σε κα

             Ελπίζω- ήλπικα

Επίσης:

Εάαν το ρήμα αρχίζει από τη σειρά 3 (φ,χ,θ) ο παρακείμενος ξεκινά με τα σύμφωνα της σειράς 1 (π,κ,τ).

Φαίνω-πέφηνα

Χορεύω- κεχόρευκα

Θύω-τέθυκα.

Διδάσκοντας τη Νεοελληνική λογοτεχνία στο Λύκειο.

 



Η Νεοελληνικη λογοτεχνία πλέον μας θυμίζει όλο και περισσότερο τη φράση του Σοπενάουερ (και όχι μόνον): η λογοτεχνία είναι φιλοσοφία με πρωταγωνιστές. Άρα σταδιακά δεν ενδιαφέρει η λογοτεχνία μόνον στο καθαρά αισθητικό λογοτεχνικό μέρος της (πώς ένα κείμενο είναι ωραίο μέσα από εκφραστικές και αφηγηματικές τεχνικές ( εννοείται ότι και αυτά ενδιαφέρουν διότι παρέχουν μέρος των κειμενικών δεικτών) αλλά κυρίως στο αξιακό ηθικό τομέα: ποιες ιδέες και αρχές προικίζουν το λογοτεχνικό υποκείμενο ώστε νοητικώς και ηθικό να το καταστήσουν ικανό να αντεπεξέλθει στις ουσιακές και υπαρξιακές ανησυχίες  του και πορείες του. Κυριώτατα συζητούμε για μία επιτομή: η φιλοσοφία μέσω της λογοτεχνίας καλεί τους μαθητές σε ένα ώραίο ταξίδι: ποια είναι εκείνα τα φιλοσοφικά απαιτούμενα τα οποία κοσμούν το λογοτεχνικό υποκείμενο ώστε να του προσδώσουν ικανή ταυτότητα ξεχωριστού νόστου και πορείας.

Ο νούς μας ταξιδεύει κατ΄αρχάς στον Πλάτωνα ο οποίος διέπλασε τα φιλοσοφικά του έργα ώς διαλόγους για να δείξει ακριβώς ότι ο πρώτιστος σκοπός της λογοτεχνίας είναι ο πλήρης νοητικός και αξιακός εξοπλισμός του Σωκρατικού υποκειμένου: αυτό το οποίο εθαύμασαν οι αιώνες είναι η ανάδειξη του λογοτεχνικού Σωκράτους ο οποίος μέσα από τους πλατωνικούς διαλόγους προικίζεται με τη δύναμη του Αγαθού, των αρετών, του σκοπού της εριβώλου Φθίας ώστε διά της πεπαιδευμένης φύσεώς του να φθάσει στο δικό του νόστο.

Ας θεωρήσουμε το παρακάτω λογοτεχνικό κείμενο των Πλατωνικών διαλόγων. Το απόσπασμα προέρχεται από τον Πλατωνικό διάλογο Θεαίτητο:

«ΣΩ. Μα, Θεόδωρε, δεν είναι δυνατόν να εξαφανιστή το κακό ―γιατί είναι ανάγκη να υπάρχη πάντα κάτι αντίθετο στο αγαθό― ούτε όμως να στήση την έδρα του ανάμεσα στους θεούς. Από τη μοίρα του το κακό τριγυρνά τη θνητή φύση και τούτον εδώ τον κόσμο μας. Γι' αυτό δα και πρέπει να προσπαθούμε να φεύγωμε από εδώ προς τα εκεί το ταχύτερο. Και φυγή είναι η ομοίωση με το θεό, όσο είναι δυνατόν· και ομοίωση, να γίνεται κανείς δίκαιος και όσιος με καθαρή σκέψη».

Αντιμετωπίζουμε αυτό το κείμενο ώς λογοτεχνικό κείμενο: Αυτό το οποίο μας ενδιαφέρει είναι η πνευματική  και συναισθηματική κατάσταση του λογοτεχνικού υποκειμένου (Σωκράτης):

1.Ο Σωκράτης συναισθάνεται το κακό στην Αθηναϊκή πολιτεία και επιθυμεί να το εκμηδενίσει.

2.Σκέπτεται ότι η ανάμνηση του Αγαθού τον προικίζει με την ηθική πράξη των αρετών άρα μπορεί να προσομοιωθεί τοις θεοίς.

Ώστε στην ερώτηση: να αποδώσετε την κατάσταση του υποκειμένου και να δώσετε την προσωπική σας άποψη συζητούμε τα εξής:

Ο Σωκράτης συναισθάνεται σε σχέση με τον κόσμο και την κοινωνία γύρω του την ανάγκη της ατομικής εσωτερικής μαιευτικής φώτισης και πορείας. Ο Σωκράτης σε αυτό το δρόμο έχει σύμμαχο το λόγο και το ότι συναισθάνεται το κακό και νοεί πώς μπορεί αυτό να νικηθεί μέσα από την ομοίωση τω θεώ και την νοητή πράξη των αρετών.

Παρατηρούμε λοιπόν ότι στη Λογοτεχνία ανιχνεύονται οι τρόποι της ηθικής πανάρχαιης  φιλοσοφίας: το υποκείμενο συναισθάνεται την έλλειψη (ηθική και πνευματική) του ατόμου και του κόσμου και διά των ιδεών, αρετών, ατομικών αποφάσεω, αξιών και ενδελεχούς σκοπού αποφασίζει να οδεύσει στο δικό του νόστο: πλέον με τη λογοτεχνία μετατρέπουμε τους μαθητές σε Οδυσσείς και θα πρέπει να αποτυπωθεί (συναισθηματικά και πνευματικά) με ποια όπλα ο Οδυσσέας πραγματοποιεί το νόστο του: μας ενδιαφέρει όχι τόσο η περιγραφή του κόσμου ώς τέτοιου αλλά η προσωπική αφύπνιση και τα φιλοσοφικά υπαρξιακά όπλα της ώστε η ύπαρξη να προχωρήσει διά του κόσμου προς το νόστο της: ειδικά στην εποχή μας η υπαρξιακή αυτή αφύπνιση των μαθητών είναι απαραίτητη ώστε να μετουσιωθούν οι προβληματισμοί των νέων ανθρώπων σε υπαρξιακές αποφάσεις.

Nέα Ελληνικά κείμενα γ΄γυμνασίου. Διδάσκοντας το «όσο μπορείς» του Κ.Καβάφη.

 



Το ποίημα παραδίδεται:

Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κι εκθέτοντάς την
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική.

Κ.Π. Καβάφης, Ποιήματα, τόμ.1, Ίκαρος.

Θεατρική αποτύπωση του ποιήματος:Ομιλεί ο ποιητής:

1.Προσπάθεια αυτοσκέψης και αυτοπράξης.

2.Δυσκολία πνευματικής και ηθικής ανεξαρτησίας σε σχέση με τους Άλλους.

2α: προσεγγίζονται δύο δυσκολίες πνευματικής και ηθικής ανεξαρτησίας και αυτοβούλησης:

Α)η μαζική επιρροή του όχλου (όχι λαός)

Β) οι πολλές περιττές πράξεις (κινήσεις) και σκέψεις (ομιλίες).

3.Παραινέσεων συνέχεια:

3α:ο άνθρωπος καλόν είναι να αυτοστοχάζεται και να μονολογεί παρά να χάνεται στα λόγια και στις πράξεις των άλλων.

Αρχαία Ελληνικά από μετάφραση γ΄γυμνασίου. Ελένη Ευριπίδου. Α΄επεισόδιο, σκηνή 1η (437-494).

 



1.Υπόθεση επεισοδίου.

Ο Μενέλαος εμφανίζεται στη σκηνή καταταλαιπωρημένος και βαθιά απογοητευμένος.

Α.Αμφισβητεί το γενεαλογικό του δένδρο.

Β.Ενθυμείται τα περασμένα μεγαλεία του.

Γ.Περιπλανάται στα πελάγη, η μόνη του ανακούφιση είναι το ότι έχει και πάλι τη γυναίκα του.

Προβληματισμός:

1.Πού έγκειται η τραγικότητα του Μενελάου;

Α..Τι κρύβει σε σχέση με την τραγικότητα του Μενελάου ο μύθος του Πέλοπος;

Β.Πώς δομείται σε αυτό το επεισόδιο το ζεύγος φαίνεσθαι και Είναι (αναφορά στο πλατωνικό και αριστοτελικό ανθρωποκεντρικό μοντέλο): ποιος είναι ο Άλλος; Ποιος είμαι ώς απόγονος του Πέλοπος; (ο μύθος της αυτογνωσίας του Ταντάλου).

3.Γιατί το Α΄επεισόδιο ονομάζεται 2ος πρόλογος;

Α.Ομοιότητες και διαφορές του Μενελάου και του Τεύκρου. Η σειρά του Άλλου στη ζωή μας.Ο Ιησούς και οι Προφήτες.

Β. Ο δραματικός ρόλος του Α΄επεισοδίου. Ο μονόλογος ώς εσωτερική παρουσίαση του Ανθρώπου: ο διάλογος με το σύμπαν, τη φύση, τους θεατές. Από τους προσωκρατικούς έως το Σοφιστή Ευριπίδη ο Άνθρωπος συζητεί με όλους και όλα ώς εσωτερικότητα και εξωτερικότητα.

Γ.Η προσωπικότητα του Μενελάου μέσα από το μονόλογο.

Τα δύο χρονικά επίπεδα:ο Μενέλαος του χθές και ο Μενέλαος του σήμερα.

Οι περιπέτειες του ρ. ἔχω.

 



Οι αρχικοί χρόνοι του ρ. ἔχω είναι οι εξής:

Α. Ενεργητική φωνή.

Ενεστώτας:             χω

Παρατατικός:  εχον

Μέλλοντας:            ξω ή σχήσω

Αόριστος β΄:            σχον

Παρακείμενος:        σχηκα

Υπερσυντέλικος:     σχήκειν

Β. Μέση / Παθητική φωνή.

Ενεστώτας:          χομαι

Παρατατικός:      εχόμην

Μέλλοντας:           ξομαι ή σχήσομαι

Αόριστος:               σχόμην

Παρακείμενος:     σχημαι

Υπερσυντέλικος:   σχήμην

Οι σημαντικές στιγμής του ρήματος αυτού:

1.Στον αόριστο β΄

Η οντολογία του πολέμου.

 



Η αστική ζωή τα ταξιθέτησε όλα. Το μοναδικό μέγεθος που την παιδεύει είναι ο πόλεμος, δεν μπορεί ή δεν θέλει να τον ελέγξει, ή θέλει να τον έχει ώς πρόφαση για τα τελικά της στάδια. Η εισροή πλούτου από τις αποικίες και τις μηχανές σταδιακά εξοβέλισαν τη βασιλεία και τα αστικά πολιτειακά καθεστώτα άρχισαν να εγκαθιδρύονται. Η αστική ζωή σταδιακά έδειξε τις προθέσεις της και τον τρόπο της: απεμάκρυνε οριστικά τον άνθρωπο από τη φύση, ο άνθρωπος εκλείσθη στις πόλεις, η μηχανή αγαπά τους κλειστούς χώρους και παρασύρει σε αυτό και τους ανθρώπους: είναι αδιανόητο η βιομηχανία και η φύση να συμβαδίζουν, είναι αδύνατον ο άνθρωπος της βιομηχανικής εποχής να συνυπάρχει με τη φύση: η φύση πρέπει να εξαφανισθεί ώς ουρανός γή και θάλασσα, αέρας και αίσθημα οντολογικής διαφυγής από τη ζωή του ανθρώπου.

Η αστική ζωή έχει δουλεύσει πολύ μα πάρα πολύ σε αυτό το σημείο: ο άνθρωπος απεκόπη από  κάθε μορφή φυσικής ατομικής παραγωγής: ο παππούς και η γιαγιά πλέον δεν πηγαίνουν στην πηγή να πάρουν νερό, ούτε ανάβουν τη λάμπα το βράδυ στο σπίτι τους, οι μέλλοντες καθηγητές δεν διαβάζουν στο φώς της λάμπας πετρελαίου: προκειμένου οι άνθρωποι να κλεισθούν στις πόλεις η μηχανή οι άνθρωποι και η εποχή συνασπίσθηκαν και αντικατέστησαν τον τρόπο της φύσης: όπως υπάρχει ο ουρανός ως παραγωγή κάθε είδους ενέργειας υπάρχουν πλέον τα εργοστάσια ύδατος ενέργειας και τηλεπικοινωνίας: όπως όλα στη φύση υπάρχουν εν στιγμή οι άνθρωποι έφτιαξαν τα υπερκαταστήματα τροφίμων και ψυχαγωγίας, ανέπτυξαν τις ιδέες της καλοπέρασης της κατανάλωσης και του life style. Όλα καλά στην αστική ζωή, ένα πράγμα όμως φαίνεται ότι δεν τιθασσεύεται (μπορεί βέβαια να είναι επίτηδες ακόμα άναρχο και δήθεν ίσως μη ελέγξιμο): ο αστός δεν μπορεί να συνυπάρξει με τον πόλεμο. Ή ας το πούμε καλύτερα: ο αστός μετέφερε τον πόλεμο σε κοινωνικό επίπεδο πολιτικής εμβελείας, μαλώνουν οι καπιταλιστές με τους προλεταρίους, οι αριστεροί με τους δεξιούς, οι πλούσιοι με τους φτωχούς, όμως φαίνεται ότι πλέον ο πόλεμος δεν εκτονώνεται σε αυτά τα επίπεδα και μεγέθη: οι άνθρωποι κλεισμένοι στις μεγαλουπόλεις, βιώνοντας το θάνατο παραδοσιακών ιδεών και αξιών, παρασυρόμενοι στην κλειστή ψηφιακή εποχή, συχνά-πυκνά παρασυρόμενοι από τη φύση τους (διότι φέρουμε ενδογενείς ζωώδεις φυσικές δυνάμεις) προβαίνουν σε απίστευτες εγκληματικές πράξεις: σταδιακά ο πόλεμος μεταφέρεται στις πόλεις και αυτό είναι κάτι το οποίο είτε ανησυχεί την αστική εξουσιότητα είτε προκαλείται εσκεμμένως: ας μην ξεχνούμε ότι παραδοσιακά οι πόλεμοι ήταν ο τρόπος τρίτες δυνάμεις να ελέγχουν φαινομενικά αντίθετες παρατάξεις ιδέες και πράξεις ώστε κρυφίως ώς τρίτη δύναμη η πραγματική εξουσία να επιβάλλεται επάνω σε νικητές και ηττημένους: θα μπορούσαμε ως κλασσικό παράδειγμα να δώσουμε ότι επάνω στους καθολικούς και προτεστάντες οι οποίοι σφαγιάσθηκαν επί σειρά ετών στην ευρώπη εγκαινιάσθηκε και επεβλήθη ο ανθρώπινος λόγος διότι οι άνθρωποι απηυδισμένοι από το ειδος του θεού που θα τους κυβερνούσε προτίμησαν τελικά τον δικό τους ανθρώπινο λόγο.

Η αστική εποχή δεν μπορεί ή επίτηδες δεν θέλει να εύρει τρόπο και χώρο για τον πόλεμο: αφήνοντας ανοικτό το μέτωπο του πολέμου είτε αυτοκαταστρέφεται είτε επιτυγχνάνει τα τελικά της βήματα διότι διά του πολέμου διαιρεί και βασιλεύει, και ας κλαίουσιν όλοι για τις ποικίλες μορφές βίας: η κουτσομπόλα ιστορία είναι αμείλικτη: ο πόλεμος είναι ο καλύτερος σύμμαχος του ηγεμόνος διότι ώες βροχή και χιόνι διασπά και διαιρεί τα πλήθη και κρύβει τον ήλιο της κοινής πορείας.

Ας ιδούμε κάποια πράγματα όσο γίνεται πιο καθαρά:οι Έλληνες του 5ου αι. α.κ.χ όπως ξεκάθαρα μας αναφέρει ο Θουκυδίδης και ο Περικλής, μετέφεραν διά του νοός τη φύση στην Πόλιν και προσπάθησαν να φτιάξουν την πόλιν τους κατά προτύπωση του Αγαθού (ευνομουμένη πολιτεία) αφήνοντας όμως ανοικτό το γνωστό φυσικό παραθυράκι του πολέμου ώστε όλοι να ξεθυμαίνουν στο κομμάτι των υποσυνειδήτων αγρίων κενταυρείων δυνάμεων τις οποίες πάς άνθρωπος  φέρει. Η αστική εποχή το έχει προβλέψει αυτό; Προσωπική μας άποψη είναι πώς ναι, το έχει προβλέψει, διότι ο μέγας εχθρός της αστικής εποχής είναι ο λαός, ο λαός που πρέπει και να ξεσπά κλεισμένος μέσα στις πόλεις υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο πόλεμος μέσα στις πόλεις θα αποτελεί αιτία για πιο πολύ ελεγξιμότητα ειδικά στην εικονική εποχή.

Διδάσκοντσς το επιχείρημα στην Έκθεση-έκφραση.

 



Το επιχείρημα είναι –ως διατυπωθείσα αρχή- συνδυασμός θεωρίας και πράξης. Επί της ουσίας  το επιχείρημα γεννάται όταν γεννώνται θεωρητικές αρχές οι οποίες πρέπει νααποδειχθούν βιωματικά, μέσω της πράξης και των φαινομένων. Άρα όλες οι θεωρητικές αρχές που διέπουν τον πολιτισμό μας επιβεβαιώνονται μέσω των φαινομένων και όλα τα φαινόμενα κλείονται σε θεωρητικές αρχές.

Το επιχείρημα απαιτεί τρείς μεταβλητές; Μία θεωρητική αρχή , μία βιωματική πραγματικότητα και έναν ενδιάμεσο νού. Ο Νούς αποδεικνύει όσα σκέπτεται και όσα πράττει ενώνοντας με το επιχείρημα τις σκέψεις του και τις πράξεις του.

Ας συζητήσουμε αυτό:

Η φύση είναι μητέρα όλων, πρέπει να την προστατεύουμε διότι πεθαίνοντας η φύση πεθαίνουμε και εμείς.

Προσέχουμε ότι σε αυτή την επιχειρηματολογουμένη διατύπωση υπάρχουν τα παρακάτω μεγέθη:

1. Η πανάρχαια θεωρητική αρχή: η φύση είναι μητέρα όλων (αυτό δεν αποτελεί επιχείρημα εάν δεν συνδυασθεί με βιωματικές αρχές).

2. Παρατηρώ στον εαυτό μου και στους άλλους ότι χωρίς τις φυσικές δυνάμεις η ζωή μου χάνει την ποιότητά της.

3.(γένεση του επιχειρήματος ως συνδυασμού θεωρίας και βιώματος): απομακρυνόμενος ο άνθρωπος από τη φύση εξασθενίζει τον εαυτό του.

Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι το επιχείρημα είναι ο συνδυασμός της νόησης και της εμπειρίας; Εάν δεν υπάρχει το ένα από τα δύο επιχείρημα πειθούς δεν υφίσταται. Εάν υπάρχουν μόνον θεωρητικές αρχές συζητούμε για πίστη, εάν υπάρχουν μόνον εμπειρικές αρχές ομιλούμε για απομονωμένη εμπειρία χωρίς καθολική ισχύ.

Για αυτούς τους λόγους οι παρακάτω προτάσεις:

Διδάσκοντας τον Ιουλιανό στην Ιστορία γυμνασίου και λυκείου.

 



Αυτό το οποίο θα προσπαθήσουμε σε αυτή την εργασία να συζητήσουμε  είναι το ότι ο Ιουλιανός δεν προσπάθησε να αναβιώσει την Ελληνική κουλτούρα, το Ελληνικό ιδεαλιστικό αξιακό σύστημα, αλλά ένα συγκρητικό μείγμα θεοτήτων, δοξασιών, τελετών, το οποίο σε σημεία του ίσως ώς ανατολίτικες δοξασίες δεν είχε πάντα στενή ή και καθόλου σχέση με τον Ελληνισμό των προπλατωνικών και πλατωνικών χρόνων. Άρα πρέπει να προσεχθεί το γεγονός ότι ο Ιουλιανός δεν προσπάθησε ακριβώς να επαναφέρει το Ελληνικό συμπαντικό ή νοησιοκρατικό σύστημα (αυτό κατά ένα μέρος είχε απορροφηθεί από τη χριστιανική δογματική και το υπόλοιπο ήταν αδύνατον να αναβιωθεί διότι απαιτούσε άλλο χώρο, χρόνο, πεδίο εφαρμογής. Άρα ο Ιουλιανός προσπάθησε να επαναφέρει ένα μεταΕλληνιστικό συνθετικό σύνολο θεοτήτων με κοινό παρονομαστή την απροσδιόριστη συμπαντικότητα ενάντια στην προσωπική ενυπόστατη φύση του Ιησού.

Θεωρούμε λοιπόν ότι σε βάθος χρόνου ο Ιουλιανός δεν είναι βέβαια μεμονωμένο φαινόμενο, εάν σκεφθούμε ότι το σύστημά του είναι πολύ κοντά στο Νεοπλατωνισμό και ακόμα στην ανατολική διαμαρτύρηση του χριστιανισμού, στο Ισλάμ, στη βάση ότι και ο Ιουλιανός όπως ο Νεοπλατωνισμός και το Ισλάμ, αρνείται την προσωπικότητα του θείου, προωθεί έναν παρεφθαρμένο πλατωνισμό, ειδικά στο σύστημά του των τριών Ηλίων. Ώστε η σωστή θεώρηση (μάλλον) του Ιουλιανού είναι η εξής: ο Ιουλιανός συνθέτει την τάση εκείνη στο βυζάντιο σύμφωνα με την οποία πρίν την ολοκληρωτική επικράτηση του προσωπικού χριστιανισμού, μέσα από τα Ελληνικά και Ελληνιστικά σπλάχνα της αυτοκρατορίας ξεπήδησε η διαμαρτύρηση του Ιουλιανού η οποία συνίσταται στα εξής: η Ελληνική ορφική παράδοση του Ηλίου, όπως μεταλλάχθηκε στον Πλάτωνα ώς Νούς, αυτή μεταφέρθηκε στις Ελληνιστικές μάζες μέσω του νοήμονος στωϊκισμού και Επικουρισμού (οι οποίοι ενάντια σε κάθε προσωποποίηση  του θείου προσπάθησαν να στηρίξουν ηθικά και βιωματικά τον Έλλογο νοητό άνθρωπο) ώστε οι άνθρωποι να μην εμμείνουν σε κάποια πρόσκαιρη προσωποποίηση  του Νοός αλλά να συνεχίσουν κατά Ελληνικό τρόπο και στο Βυζάντιο να νοιώθουν την απειρία του όλου, τη νοητή θέαση του σύμπαντος στη βάση απροσώπων δυνάμεων, ώστε οι άνθρωποι να διαφυλάξουν την οντολογική απρόσωπη συνέχειά τους. Διαβάζοντας τα έργα του Ιουλιανού (Επιστολές, κατά Γαλιλαίων) διαβλέπουμε πέραν των άλλων την άποψή του ότι επάνω στην προσωποποίηση του θεού στο πρόσωπο του Ιησού θα μπορούσε να στηριχθεί ένα εξουσιαστικό κράτος το οποίο χρησιμοποιώντας τον θεό πρόσωπο θα μπορούσε να προτάξει εφιαλτική ηθική στον άνθρωπο (σύμφωνα με την ενανθρώπιση του Ιησού) οδηγώντας στην εγκλειστότητα του ανθρώπου εδώ): άρα ο Ιουλιανός δεν προσπάθησε τόσο να αναστήσει το Ελληνικό πάνθεον διότι το θεολογικό του σύστημα αλλά και η πρακτική του απείχαν πόρρω από το γνωστό σε εμάς Ελληνικό πάνθεον: ο Ιουλιανός διείδε ότι μέσα από τον ενανθρωπησθέντα Ιησού το βυζάντιο θα μπορούσε να ενώσει όλους τους υπηκόους κάτω από μία κοινή πίστη η οποία θα εμπόδιζε την πίστη του Ιουλιανού στον Ήλιο και στην ελευθερία του και στην απροσδιοριστία του, η οποία κρατεί ελευθέρους συμπαντικά τους ανθρώπους: ο Ιουλιανός δεν είχε πρόβλημα τόσο με το χριστιανικό δογματισμό όσο με την εξουσιαστικότητα της νέας θρησκείας.

Έκθεση α΄γυμνασίου. Η ζωή στην εξοχή.

 



Πολλά πράγματα μου αρέσουν. Ένα από αυτά είναι οι εκδρομές που πηγαίνουμε με τους γονείς μου και τον μικρό μου αδελφό στην εξοχή. Ευτυχώς είμαι τυχερός και ο πατέρας μου έχει εξοχικό σπίτι στο χωριό του, αρκετά συχνά λοιπόν και πολλά σαββατοκύριακα κάνουμε αποδράσεις στην εξοχή.

Συνήθως φθάνουμε στο εξοχικό σπίτι και στην εξοχή το πρωΐ. Αφήνουμε τις προμήθειες στο σπίτι και γρήγορα πηγαίνουμε με τον αδελφό μου βόλτα στο ποτάμι. Είναι τόσο ωραία εκεί, ηρεμούμε, ησυχάζουμε, πού και πού μπορεί και να ψαρέψουμε καμμία φορά. Μας αρέσει πολύ γιατί ξεφεύγουμε από τη ρουτίνα, στη φύση αναπνέουμε καθαρό αέρα, η ψυχή μας ηρεμεί και ετοιμαζόμαστε για τον αγώνα της εβδομάδας στο σχολείο.

Έπειτα πηγαίνουμε όλοι μαζί προς τις βρύσες που είναι μαζεμένες λίγο πιο πέρα. Εκεί βρίσκεται ωραίο και γάργαρο νερό, πίνουμε και ευχαριστιόμαστε. Όπως λέει ο πατέρας μου αυτό το νερό κάνει τόσο καλό στην υγεία. Εάν ο καιρός είναι καλός τρώμε στην εξοχή. Η μητέρα μου έχει προετοιμασθεί, έχει όλα τα απαραίτητα, στρώνουμε, τρώνε και περνάμε πολύ καλά.

Το μεσημέρι ίσως βαδίσουμε προς το κοντινότερο χωριό, είναι ανάμεσα σε πεύκα και είναι πολύ όμορφο με λίγους απλούς και καλούς ανθρώπους: Μόλις μας βλέπουν μας κερνάνε σοκολάτες και ρωτάνε για τους γονείς μας. Δεν υπάρχουν μικρά παιδιά για αυτό και γυρίζουμε στο εξοχικό μας. Καθώς έρχεται το απόγευμα μας αρέσει και ανεβαίνουμε σε ένα κοντινό βουναλάκι και απολαμβάνουμε την κοντινή θέα.

Το ανθρώπινο Υποκείμενο στη Λογοτεχνία γυμνασιου και λυκείου.

 


Σύμφωνα με τα Νέα Προγράμματα Σπουδών (ΝΠΣ) στο μάθημα της Λογοτεχνίας ενδιαφέρει η πνευματική, συναισθηματική, αξιακή κατάσταση του Υποκειμένου. Ουσιαστικά συμβαίνει μία αξιολογική μετατόπιση –η οποία έχει συγκεκριμένες φιλσοοφικές ρίζες τις οποίες και θα ιδούμε- η οποία θα πρέπει να προσεχθεί: στην ηλεκτρονική, ψηφιακή εποχή της πληροφορίας, ο ανθρωποκεντρισμός «προικίζεται» με την άπλετη διάχυση της πληροφορίας. Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι το καρτεσιανό «σκέπτομαι άρα υπάρχω» μετουσιώνεται σε «πληροφορούμαι άρα υπάρχω». Αξίζει πραγματικά να προσέξουμε αυτό το σημείο: πλέον ο σημερινός ανθρωποκεντρισμός δεν τροφοδοτείται από ατομικές έωλες μεταφυσικού τύπου σκέψεις, ώς κάτι ιδιαίτερο της φιλοσοφικής εκλεπτυσμένης γνώσης κάποιων φιλοσόφων: το «πληροφορούμαι άρα υπάρχω» αναβαθμίζει εννοιακά τον άνθρωπο στην σημερινή οικουμενικότητα της κοινωνίας της πληροφορίας. Τα λογοτεχνικά κέιμενα που αναλύουμε παρακολουθούν και συνταυτίζονται με το νέο αυτό υποκείμενο και το σύγχρονο ταξίδι του.

Πλέον ο σημερινός άνθρωπος αντιστρέφει τελείως την παθητικότητα των Επικουρείων και των Στωϊκών: είναι σημαντικό αυτό να προσεχθεί: η κοινή σχέση των ανθρώπων με την κοινωνία της πληροφορίας, όπως κάποτε η κοινή σχέση του ανθρώπου με το νού έφερε τις μονοθεϊστικές θρησκείες,αυτή λοιπό η κοινή σχέση του ανθρώπου με την κοινωνία της πληροφορίας αναβαθμίζει γνωσιλογικά και αξιολογικά τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος πλέον σήμερα και εννοιακά αλλά και ατομικά γνωρίζει τα του κόσμου εν στιγμή, συμμετέχει στα δρώμενα έστω με ψηφιακό αλλά και διά ζώσης, ενημερώνεται για όλα, έχει ενεργό συμμετοχή στα πολιτικά και άλλα δρώμενα, έχει άποψη, μπορεί μέσα από ψηφιακές και ζωντανές συλλογικότητες και δράσεις να διαφημίζει δράσεις και εκδηλώσεις για την βελτίωση της ζωής του και του κόσμου. Ο σημερινός άνθρωπος της εικονικής πραγματικότητας εν στιγμή γνωρίζει πολλά και εν στιγμή αποφασίζει για πράξεις οι οποίες σε άλλες εποχές ανήκαν σε λίγους προνομιούχους μιάς γνώσης η οποία σήμερα ευρέως διαχέεται.

Διδάσκοντας το ισλάμ στην ιστορία γυμνασίου-λυκείου.

 



Η ιστορία αναμφίβολα εκκινείται από τις πρώτες ιδέες που μεταφέρουν τις δυνάμεις της ανθρώπινης ζωής, φθάνει μάλιστα έως τις αξίες οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή αυτών των ιδεών. Οι ιδέες μετουσιώνονται σε αξίες, υπολογιζομένων όμως του χώρου, του χρόνου, του τόπου, των περιβαλλοντικών συνθηκών, των γενικοτέρων γηΐνων συνθηκών. Θα μπορούσαμε να παράσχουμε πλείστα όσα παραδείγματα: Ας δώσουμε το Θεό: ο Ήλιος των Ορφικών μετουσιώθηκε σε Πλατωνικό Νού, είναι σαφές ότι το πέρασμα από τη Φύση προς την Ανθρώπινη Πόλη συνέβη μέσω της συμβολοποίησης του Ηλίου σε Νού: είναι μία σημαντική παρατήρηση: όπως ο Ήλιος φωτίζει το σύνολο κόσμο παρομοίως ο εσώτερος Ήλιος του Ανθρώπου , ο Νούς, μπορεί και δύναται να φωτίσει την ανθρώπινη Πόλη, κοινωνία και πολιτισμό παράγοντας τον νοήμονα τύπο Ανθρώπου.

Αυτή η θεώρηση είναι καθολική: όταν ο Πλάτων συζητεί στον Τίμαιο για το Θεό Δημιουργό καλύπτει μια οικουμενική ανάγκη όλων των νοημόνων Ανθρώπων: Όπως ο Ήλιος ζωοποιεί τη Γή μέσω της ενέργειάς του, παρομοίως και ένας διηνεκής Νούς δύναται να πράξει το ίδιο: να ζωοποιήσει μέσω των εσωτέρων ενεργειών του τη ζείδωρη φύση  όχι μόνον του κόσμου αλλά και του Ανθρώπου: με αυτόν τον τρόπο ειτυγχάνεται κάτι το πολύ σπουδαίο: ο Άνθρωπος εισάγεται στο κεντρικό συμπαντικό σύστημα ζωής, αφύπνισης, ικανοτήτων και σκοπού: δηλαδή  ο Ήλιος (Νούς-Θεός) δεν ζωοποιεί απλά δυναμικά το σύμπαν της Γής αλλά ως Νούς Θεός μετατρέπει σε ανθρώπινες δυνατότητες συγκεκριμένες δυνάμεις που μεταφέρονται από το Νού προς τον Άνθρωπο: όπως το φυτό ζεί μέσω του Ηλίου, παρόμοια ο Άνθρωπος ανακαλύπτει τις ικανότητές του μέσω του Νοός-Θεού: για αυτό και ο Πλατωνικός δημιουργός είναι διαχειριστής της συμπαντικής δυνάμεως που μεταφέρεται και αφυπνίζει δυναμικά και εξελικτικά τον άνθρωπο, δεν δημιουργεί εκ του μηδενός, μεταφέρει το ήδη υπάρχον στον Άνθρωπο (για αυτό και ο Σωκράτης ερευνούσε εις τον Άνθρωπον το ήδη υπάρχον).

Όλα αυτά θα πρέπει να τα εφαρμόσουμε στις διδασκαλίες μας στην Ιστορία του Βυζαντίου και της γενικοτέρας ανατολικής περιοχής του Βυζαντίου καθώς και εκεί υπήρξαν σημαντικά ιστορικά γεγονότα (ισλάμ): Ο Πλατωνικός και Αριστοτελικός Νούς επιβίωσε μέσα από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διά  των Στωϊκών και των Επικουρείων και των συναφών φιλοσοφικών τεχνημάτων της Ελληνιστικής και όχι μόνο περιόδου: θα πρέπει πολύ να προσέξουμε σε αυτή την εποχή (Ελληνιστική προς Ρωμαϊκή) την τεράστια και σημαντικοτάτη αξιολογική μετατόπιση της φιλοσοφίας (με σταθερό βλέμμα στις μελλοντικές μονοθεϊστικές θρησκείες του χριστιανισμού και του μωαμεθανισμού ώστε να κατανοηθούν επαρκώς τα συγκοινωνούνται δοχεία που ενώνουν κάθε τι στην Ιστορία (άρα και τον μεταπλατωνικό Ελληνισμό, το χριστιανισμό και το μωαμεθανισμό): από τους προσωκρατικούς οι οποίοι ησχολούντο με τη φύση ώς ύλη και πρώτη αρχή, από τους πλατωνικούς οι οποίοι ησχολούντο με το Νού ώς συμπαντικό διανεμητικό μέγεθος, από τους αριστοτελιστές οι οποίοι προσεπάθησαν να μεταφέρουν το Νού εις την εμπειρίαν, τώρα (Ελληνιστική+Ρωμαϊκή εποχή) η φιλοσοφία τοποθετεί το Νού εντός του Ανθρώπου: ζούμε στον αιώνα σταδιακά της Ηθικής (για αυτό και οι μονοθεϊστικές θρησκείες (χριστιανισμός και μωαμεθανισμός θα αποθεώσουν κάτι που ήταν άγνωστο στους Έλληνες: την ηθική ώς σύνδεση με ιδέες, η ηθική στον Ελληνισμό παραμένει σταθερά συνδεδεμένη με τις φυσικές δυνάμεις (έστω και αν αυτές αντιπροσωπεύονται συμβολικά από τους 12 θεούς).

Έκθεση-έκφραση . Για το δεύτερο θέμα διευκρινίζονται τα εξής:

 



α. Με τα ερωτήματα που περιέχονται στο δεύτερο θέμα οι μαθητές και οι μαθήτριες καλούνται να εντοπίσουν, να συσχετίσουν, να ερμηνεύσουν ή και να αξιολογήσουν κειμενικούς δείκτες, στοιχεία του κειμένου (περιεχόμενο-νόημα, δομή και ύφος/γλώσσα), στη μεταξύ τους συνάφεια και στη σχέση τους με το περικείμενο (εισαγωγικό σημείωμα του κειμένου, τίτλο, συγγραφέα, χρόνο έκδοσης κ.λπ.), την επικοινωνιακή περίσταση και το συγκείμενο του/της συγγραφέα και του/της αναγνώστη/τριας. (βλ. Διδακτικά εργαλεία σελ.20-24).

 β. Δε δίνονται ερωτήματα που στηρίζονται σε μεταγλωσσικούς όρους ή ζητούν την αναπαραγωγή τους (π.χ. τρόποι ανάπτυξης παραγράφου, χαρακτηρισμούς συλλογισμών ως προς τη μορφή ή τη συλλογιστική πορεία, χαρακτηριστικά κειμενικού είδους, τροπικότητα κ.ά).

 γ. Το γλωσσάρι όρων δεν είναι αντικείμενο εξέτασης αλλά αξιοποιείται διδακτικά. - Το γλωσσάρι όρων περιέχει βασικές λεξικογραμματικές γνώσεις, τις οποίες οι μαθητές και οι μαθήτριες ήδη γνωρίζουν από προηγούμενες τάξεις και τις αξιοποιούν με σκοπό αφενός να διαβάζουν (κατανοούν, ερμηνεύουν, κρίνουν) και αφετέρου να παράγουν αποτελεσματικά κείμενα. Οι μαθητές και οι μαθήτριες χρήσιμο είναι να εξοικειωθούν με τις γνώσεις που περιέχονται στο γλωσσάρι, να τις χρησιμοποιούν λειτουργικά ως εργαλεία ανάλυσης των κειμένων, προκειμένου να αντιλαμβάνονται τον ρόλο που έχουν στη διαμόρφωση του νοήματος. Για παράδειγμα στην ερώτηση: «Με ποιους τρόπους νομίζετε ότι ο συγγραφέας επιχειρεί να πείσει ή να επηρεάσει τους αναγνώστες του;», δεν απαιτείται οι μαθητές και οι μαθήτριες να κάνουν λόγο για τρόπους και για μέσα πειθούς (ανακαλώντας τυπικά τη σχετική ορολογία), αλλά να αποδείξουν πώς ο συγγραφέας χρησιμοποιεί επιχειρήματα, στατιστικές, μελέτες, παραδείγματα, απόψεις ειδικών, περιγραφή και αφήγηση γεγονότων ή/και κατάλληλες γλωσσικές επιλογές, προκειμένου να πληροφορήσει/ να συγκινήσει/ να προβληματίσει/ να διαμαρτυρηθεί κ.ά.

Διδάσκοντας τον Ξενοφώντα και το Θουκυδίδη: Η υπέροχη διαλεκτική συνέχεια του Ξενοφώντος και του Θουκυδίδου.

 




Ο Ξενοφών και ο Θουκυδίδης ώς ιστορικοί συνδέονται μέσα από το σύστημα της πλείονος υπέροχης διαλεκτικής συνεχείας. O Θουκυδιδης είναι ο άνθρωπος ο οποίος μέσω της Ιστορίας του ίδρυσε την Πολιτική Φιλοσοφία. Είναι αυτός ο οποίος μετέφερε το Νού ( ο οποίος φιλοσοφικά άνθισε στην Αθήνα μέσω της προσωκρατικής κληρονομιάς, μέσω του Αναξαγόρου, του Γοργίου και άλλων σοφιστών, μέσω του Σωκράτους) στα γεγονότα δημιουργώντας τη φιλοσοφία περί της πόλεως: Ουσιαστικά ο Θουκυδίδης είναι ο πνευματικός πατήρ των Πλάτωνος και Αριστοτέλους στο κομμάτι της Πολιτικής φιλοσοφίας.

Ο Θουκυδίδης είναι αυτός ο οποίος ενέδυσε όλα τα ανθρώπινα γεγονότα με την Αρχή, με το συνεκτικό δεσμό του Λόγου και του νοός: για αυτό και διαμαρτύρεται στα Κερκυραϊκά, στα Σικελικά και αλλαχού για τις αγριότητες και τις βιαιότητες, για αυτό και διακηρύσσει ότι η αιτία του πολέμου και των ακροτήτων είναι η ανθρώπινη φύσις: μόνον όποιος ακόνισε τον οφθαλμό του νοός και των ιδεών και αξιών οι οποίες αρύονται από αυτόν θα μπορούσε να ίδη τόσο καθαρά την ανθρώπινη φύση και τις δυνατότητές της. Ας προσέξουμε πολύ σε αυτό το σημείο: ο Θουκυδίδης δεν θα εσήμαινε την ανθρώπινη φύση ώς αιτία του κακού εάν δεν επίστευε ώς λάτρης του νοός ότι αυτή μπορεί να σμιλευθεί και να μεταρρυθμισθεί και διά της παιδείας να φθάσει σε ύψη διαφοροποίησης από τα άλογα ζώα. Άρα η Θουκυδίδεια Ιστορία είναι η στιγμή κατά την οποία ο Νούς εγκαταλείπει τα ρείθρα του Ουρανού, τον κόσμο του Ονείρου και της Ενόρασης, του Αγαθού, και πέφτει στον Άνθρωπο και στις πράξεις του: ο Θουκυδίδης είναι ο Άνθρωπος ο οποίος έφερε το Νού στα γεγονότα, έντυσε και ένωσε τα γεγονότα με τις αρχές του Νοός: διότι διέκρινε ότι η ανθρωπίνη φύσις είναι κατ΄αρχάς ώς αγνοούσα κακή εάν γνωρίσει θα γίνει καλή: άρα ο Αθηναίος ιστορικός κινήθηκε στην κοινή αρχή της Ελληνικής φιλοσοφίας: όλα είναι θέμα γνώσεως, αναμνήσεως και βιωματικότητας, στον άξονα του χρόνου από το χθές έως το αύριο, ότι συλαμβάνεται ώς ανάμνηση βυθίζεται στη γνώση και αποτελεί συνειδητό ηθικό βίωμα.

Αυτή η τριπλή χρήση του χρόνου καθιστά τον Θουκυδίδη τον ιδρυτή της Πολιτικής φιλοσοφίας: το Υποκείμενο ενθυμείται το καλό, το βυθίζει στις αξίες του Νοός (Εγώ σε σχέση με τους Άλλους σε σχέση με την Ιδέα και την πολιτική της πραγμάτωση) και προχωρεί στο Δημοκρατικό πνευματικό βίωμα: για αυτό και η Ιστορία του είναι σύνολο αντιθέσεων: από τη μία οι ανείπωτες σφαγές στην Κέρκυρα και από την άλλη η δημηγορία του Επιταφίου όπου εκτυλίσσεται η παραπάνω τριπλή παραλλαγή της πολιτικής του φιλοσοφίας με φόντο τη Δημοκρατική Αθήνα (διότι οι δημηγορίες στο έργο του υπάρχουν (όχι απλά (όπως αφελώς υποστηρίζεται και στο σχολικό βιβλίο) για να έχουμε την άμεση γνώμη των πρωταγωνιστών) αλλά υπάρχουν ώστε σε αντίθεση με τη βιαιότητα των γεγονότων να περάσει ο ιστορικός την ηρεμία της πολιτικής του φιλοσοφίας).

Η υποτίμηση της γλώσσας ώς το ανώτατο στάδιο εφαρμογής των θρησκειών.

 



Ο Εύμαιος στην Οδύσσεια είναι ο χοιροβοσκός, είναι ο δούλος του Οδυσσέως, όμως ομιλεί την ίδια ακριβώς γλώσσα με το Θείο Βασιλέα της Ιθάκης. Συγκεκριμένασυζητεί μέσα από τον ίδιο λεξιλογικό πλούτο με τον Οδυσσέα ώστε αυτό αποκαλύπτει ότι και οι δύο αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο το σύμπαν, τις θείες συμπαντικές δυνάμεις, τον κόσμο και την Φύσιν και τον Άνθρωπον. Επίσης στην Ιλιάδα ο Θερσίτης μπορεί να παραπονείται ότι είναι ένα παιδί κατωτέρων θεών όμως η γλώσσα του είναι η ίδια ομιλουμένη γλώσσα με αυτή των Ηρώων , του Αχιλλέως και του Αγαμέμνονος. Άρα μέσα από την κοινή γλώσσα όλοι μα όλοι οι άνθρωποι του Ομηρικού κόσμου αντιλαμβάνονται και ζούν στον ιδιο κόσμο, γνωρίζουν τους ίδιους θεούς, τις ίδιες δυνάμεις γεύονται και πράττουν τις ίδιες ενεργειακές αξίες. Η διαφορά των ανθρώπων είναι κατά τρόπο συμπαντικό φτιαγμένη: όπως υπάρχει ο Ήλιος και η Σελήνη, η Γή και τα άστρα, η διαφορά των ανθρώπων είναι συμπαντικώς πρακτική: κάποιοι πρέπει να είναι βασιλείς (πρακτικά) κάποιοι άλλοι δούλοι (πρακτικά) : για αυτό και ενυπάρχει ο ανείπωτος σεβασμός στο Βασιλέα της ΟδυσσεϊκήςΓής τον Εύμαιο εκ μέρους του ποιητή διότι ο Εύμαιος απλά πρέπει να κάνει αυτό , ο Οδυσσέας πρέπει να κάνει κάτι άλλο: ο ένας είναι Βασιλέας Γής ο άλλος ανθρώπων, δεν υπάρχει βαθύτερος αξιολογικός χωρισμός των ανθρώπων διότι όλα γίνονται κατά συμπαντικό τρόπο: για αυτό και ο ποιητής κάνει αποστροφές σε Πάτροκλο και Εύμαιο μόνο ομιλώντας τους στο β΄ενικό: δεν υπάρχει στον Όμηρο υποτίμηση της ανθρωπίνης προσωπικότητος, επιβίωση ηρώων και ανθρώπων δυνατών εν τω σύμπαντι υπάρχει, όλοι όμως βάσει της γλώσσας που ομιλούν μετέχουν σε κοινές δυνάμεις.

Κάποια χρόνια αργότερα η πνευματική αριστοκρατία των Αθηνών επέβαλε τη γλώσσα των θεϊκών νόων διότι παρήγαγε σκέψη, πόλιν, πολίτην, ζωή, συνέχεια. Δεν θα είχε επιβληθεί η γλώσσα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους εάν δεν επέβαλε και δεν διαφήμιζε τη φιλοσοφία ως τρόπον ζωής, πόλεως, πορείας και σκοπού: η γλώσσα είναι ο απόλυτος γεννήτωρ όλων εκείνων των ιδεών και των αξιών οι οποίες ως Γίγαντες και Τιτάνες σκλαβώνουν τους ανθρώπους και τους υποδουλώνουν στη σκέψη και συμπεριφορά: οι Έλληνες διά του Πλατωνικού και Αριστοτελικού Νοός εδημιούργησαν τιτανικές ιδέες και γιγάντιες αξίες και για αυτό επεβλήθη στα πέρατα της οικουμένης η Ελληνική γλώσσα: η Ελληνική γλώσσα βγαλμένη μέσα από τα σπλάχνα του Όντος όμως δεν διαβλέπει ανωτέρους και κατωτέρους ανθρώπους με βάση το χρήμα ή την πίστη σε κάποιον θεό, αλλά διαβλέπει ανώτερο και κατώτερο άνθρωπο με βάση την παιδεία αν και οι σοφιστές με βάση τις λέξεις για τη φύση της Ελληνικής γλώσσα πίστευαν ότι οι άνθρωποι εν φύσει εισίν ίδιοι: και πάλιν όμως: όλοι οι Αθηναίοι, ελεύθεροι και δούλοι, ομιλούσαν την ίδια αττική λαμπρή του Δημοσθένους και του Σοφοκλέους γλώσσα, χωρίς διάκριση: και οι δούλοι δεν πήγαιναν στα σχολεία: άρα οι άνθρωποι όπως και στον Όμηρο διά της γλώσσης εγεύοντο τις ίδιες ιδέες και αξίες, την ίδια συμπαντική θέση: η γλώσσα προκαλούσε σε μία κοινή συμπαντική υπέρβαση διά του νοός και του ήθους, το σύμπαν ήταν ανοικτό και η γλώσσα μετέφερε συμπαντιό υλικό σε όλους τους ανθρώπους: το σύνολο των Αθηναίων ήκουον το Δημοσθένη και τον κατανοούσαν, ενώ ο Δημοσθένης πολλά χρόνια αργότερα εγένετο αντιληπτός και κατανοητός από το σύνολο των Αθηναίων πολιτών.Ενώπιον του Έλληνος Νοός οι άνθρωποι κατανοούσαν και έπραττον βάσει κοινά αντιληπτών εννοιών και ιδεών.

H Oντολογία του Ονείρου.

 



Το τι πραγματικά αντιπροσωπεύει το Όνειρο μπορούμε εύκολα να το καττανοήσουμε εάν κατ΄αρχάς ερευνήσουμε τη θέση του Ύπνου και του Ονείρου στην Ελληνική μυθολογία. Ο Θεός Ύπνος λοιπόν ήταν ο γιός της Νύχτας και του Ερέβους, η συμβολικότητα αυτής της μυθολογικότητας είναι ξεκάθαρη: μέσα από τις δυνάμεις του Αγνώστου και της εξωτερίκευσης του Αγνώστου εμφανίζεται ο Ύπνος: ο Ύπνος είναι η μετεέλιξη του σκότους, το σκότος εννοείται ως άγνοια και απουσία φωτός, άρα ο Ύπνος μεταφέρει δυνάμεις άλλες πρό Φώτός και μετά το Φώς. Είναι πράγματι μία πολύ σημαντική διαπίστωση αυτή: όταν κοιμόμαστε η δύναμις η οποία απετέλεσε για λίγο τη μορφή αναλύεται και ως δύναμις ελευθέρα χάνεται στο όλον Είναι το οποίο επειδή δεν υπακούει σε καμμά ισορροπία Ηλίου είναι σκότος δηλαδή δύναμις οντολογικής περιήγησης πέρα από γνώσεις και συνειδητοποιήσεις. Άρα όταν είμαστε υπό την επήρεια του Ύπνου η δύναμις της μορφής αυτοελευθερώνεται και χάνεται στο άπειρο όλον το οποίον επειδή ανοίγεται πρό και μετά τον Ήλιον είναι άλλη γνώσις αγνώστων οντοτήτων στο όλον: ο Ύπνος είναι η απελευθερωσις της μορφικής υπερδυνάμεως στο άπειρο σύμπαν το οποίο είναι σκότος διότι περιέχει πράγματα άγνωστα στους οφθαλμούς και στον ήλιο.

Όταν κοιμόμαστε λοιπόν αναλυόμαστε στην υπερμορφική δύναμί μας και απελευθερωνόμαστε σε έναν σύμπαν πέρα από τον Ήλιον. Σε αυτή τη βάση θα πρέπει να εκτιμήσουμε και το Όνειρο: το Όνειρο είναι η περιήγησις αυτής της υπερμορφικής δυνάμεώς μας η οποία έχει δομηθεί ως η μορφή μας αλλά παραμένει ως οντολογική δύναμις συνδεδεμένη με τις οντολογικές καταβολές της: το Όνειρο είναι η περιπλάνηση της δυνάμεως που για λίγο εμφανίζεται ως η μορφή μας στον Οντολογικό της κόσμο: επειδή ακριβώς αυτή η δύναμις συνθέτει τη μορφή μας αναλυομένη στον πραγματικό της εαυτό χάνεται στο σκότος της απειρίας: εκεί δεν υπάρχει Όνειρο: εκεί υπάρχει η ησυχία του ύπνου: όταν όμως η δύναμις αυτή επανέρχεται στη μορφική της διάσταση εκεί ενυπάρχουν τα όνειρα: ολίγον πρίν η άπειρος δυναμίς μας η οποία συντίθεται σε μορφή , ξαναλάβει τη μορφική της εικόνα τερματίζοντας το ταξείδι της στο χάος (επιστρέφοντας στη μορφή) εκεί υπάρχουν τα όνειρα: άρα όνειρο είναι η πληροφορία που μας προσφέρει η δύναμις που αποτελεί τη μορφή μας μέσα από το απελευθερωτικό ταξίδι της κατά τη διάρκεια του ύπνου: τα όνειρα είναι ο νόστος της δυνάμεώς μας κατά τον Ύπνο όταν η δύναμις της μορφής απελευθερώνεται και ταξιδεύει στο Σκότος και επιστρέφει στη μορφή, ολίγον πρίν να επιστρέψει και καθώς μορφοποιείται προδίδει πληροφορίες του ερεβώδους ταξιδιού της, αυτό είναι το όνειρο: για αυτό τα  ονειρα είναι πολλών και διαφόρων ειδών: εξαρτάται από ποιο χρονικό σημεό θα ξεκινήσει τη  μορφοποίησή της και πάλι η για ολίγον απελευθερωθείσα δύναμις της μορφής μας: εάν από το χθές τότε στο όνειρο βλέπουμε πράγματα που ζήσαμε, εάν στο τώρα βλέπουμε τα τελευταία γεγονότα εάν από το μέλλον τότε διαισθανόμαστε μελλοντικά συμβάντα. Συζητούμε λοιπόν ότι ο Ύπνος είναι η άμορφη δυναμοποίησή μας και αυτή η απελευθερωμένη δύναμη περιδιαβαίνει το όλον και ως τέτοια ταξιδεύει παντού χωρίς τους περιορισμούς της μορφής. Άρα όνειρο είναι οι εμπειρίες που αποκομίζει αυτή  η δύναμη στο υπνικό ταξίδι της , όνειρο είναι ο νόστος μας το ταξίδι μας ως άμορφη δύναμη στο όλον που ανήκουμε.

Διδάσκοντας την Αριστοτελική μεσότητα...

 


Διδάσκοντας την Αριστοτελική μεσότητα.

Η μεσότητα ώς πνευματική αλλά και ηθική έννοια δεν είναι καινούργια όταν την αναλαμβάνει να την διαφημίσει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά ΝΙκομάχεια. Aν προσέξουμε θα ιδούμε ότι στη Θεογονία ο Ησίοδος συζητεί ότι ο άνθρωπος ευρίσκεται ανάμεσα στο Χάος και στο Φώς του Ηλίου, στο Έρεβος και στην Ημέρα. Επίσης εάν προσέξουμε θα διαπιστώσουμε ότι ο Οδυσσέας επιστρέφει στην Ιθάκη ακολουθώντας το Νόστο ώς μεσότητα: Δεν επιθυμεί της Κίρκης αλλά ούτε και την ησυχία της Καλυψούς, το πρώτο είναι πλεονασμός παθών το δεύτερο είναι έλλειψις ζωής πράξης και συνεχείας: επιθυμεί του μεσαίου καλού που είναι η πορεία προς την Ιθάκη, προς το σκοπό, ο σκοπός είναι το καλό ανάμεσα στην ελλειψη λόγου και στον πλεονασμό παθών.

Και όχι μόνον: ο Πάτροκλος στην αριστεία του διδάσκει τη μεσότητα: για όσο χρονικό διάστημα δεν φωτίζει η γνώσις του Απόλλωνος το φαινόμενο και το φαίνεσθαι στο πρόσωπό του ώστε ο Έκτορας τελικά να τον σκοτώσει: ο Φίλος του Αχιλλέως κινείται ανάμεσα στην υπερβολή της αποκάλυψης και στην έλλειψη της αποχής: πολεμά ως μεσότητα καλού διότι ούτε η υπερηφάνεια είναι καλή αλλά ούτε και η ακηδία της απουσίας: το καλό είναι το μέσον, να πολεμάς για τις αξίες σου ώς Ήρωας: όταν μάλιστα ο Ήρωας κλίνει προς το υπερβολικό και ξεχνιέται και προχωρεί η μη μεσότητα του καλού τιμωρείται: ο Πάτροκλος πεθαίνει.

Αυτός όμως ο οποίος είναι κυριολεκτικά ο εφευρέτης του μεσαίου τρόπου είναι ο Ηράκλειτος: ο σκοτεινός φιλόσοφος Το αείζωον πύρ ώς παλίντονος αρμονία ποτέ δεν πλεονάζει (διότι ο ήλιος εάν απολέσει το μέτρο του όλα θα διαλυθούν) αλλά και ποτέ δεν ελλείπει (διότι πάντα ο ήλιος και το αείζωον πύρ ώς αρμονία διδάσκουν): ο τρόπος της μεσότητας του Εφεσίου είναι ο διάλογος, θα πρέπει να προσεχθεί ότι ο Πλάτων επίσης με τους διαλόγους του συναντά την Αριστοτελική μεσότητα: η αλήθεια δεν είναι ούτε στην μία πλευρά ούτε στην άλλη, είναι σύνθεση ή αφαίρεση (εάν δεν υπάρχει κυριολεκτικά ούτε στην μία πλευρά ούτε στην άλλη) (ο Έγελος είναι ο θετικός διαλεκτικός ενώ ο Κίρκεγγωρ ο αρνητικός διαλεκτικός).

Συλλήβδην όμως οι προσωκρατικοί είναι εφευρέται της μεσότητος: ο Θαλής δέχεται ότι το ύδωρ είναι αρχή του παντός (με τη βιολογική έννοια χρόνου) όμως ποτέ το ύδωρ δεν πλεονάζει ώστε να καταστρέφει αλλά ούτε και ελλείπει ώστε και πάλι να καταστρέφει: η πύκνωση και η μάνωση του Αναξιμένους σηματοδοτεί το ότι ζούμε ώς μεσότητα μορφής και πνεύματος ανάμεσα στην πύκνωης και αραίωση των οντολογικών δυνάμεων που συναποτελούν τον πλανήτη Γή: είμαστε εμείς οι ίδιοι μεσότητα ανάμεσα στο χάος της μη μορφής και στην παρούσα διάσταση που  θέλει τη μορφή: ήδη αυτό έχει προλεχθεί στην Ιλιάδα: είμαστε η μεσότητα ανάμεσα στον Όλυμπο του Είναι και στον  Άδη του μη Είναι. Η μεγάλη προσφορά του Αριστοτέλους είναι το ότι απερίφραστα καλεί ώς καλόν τη μεσότητα, άρα προσπαθεί να μην παρεκκλίνει ούτε προς το χάος ούτε προς την άλογη διάστασή μας (να ζούμε ώς άλογα όντα) αλλά ουσιαστικά μεσότητα είναι η ανακάλυψη του νοητικού δρόμου σκοπού και δημιουργίας ανάμεσα στο αχανές και στο συγκεκριμένο : το αχανές εξαφανίζει το συγκεκριμένο μπορεί να ξεγελάσει με τα πάθη. Αυτό το οποίο θα πρέπει να προσεχθεί  είναι ότι ο Άνθρωπος ανακαλύπτοντας τη δύναμη του Νοός (όπως μπορούμε να καταλάβουμε διαβάζοντας το Πλατωνικό Συμπόσιο) ώς Ίκαρος θα μπορούσε να πετάξει προς την αφροσύνη ή ώς άλογον ζώον να καταστή θύμα ακηδίας και ραστώνης: η μεσότητα είναι η νοητική πορεία προς τον έσχατο σκοπό του κάθε ενός νοήμονος όντος χωρίς να παρασυρθεί από το χάος του αγνώστου ή το πάθος γνωστών δυνάμεων.