Περί του Αριστοτελικού παραδόξου.

 


Περί του Αριστοτελικού παραδόξου.

Ο κόσμος μας αποτελείται από τρείς κυρίως παραμέτρους: την ιδέα, τη φύση και τον άνθρωπο: η κινητικότητα αυτών των τριών παραμέτρων καθορίζει και την ποιότητα και ποσότητα του ανθρώπου και του κόσμου: η αφηρημένη ιδέα έγινε συγκεκριμένη αλλά ως ουσία και ονομάσθηκε φύσις (διότι έφυ η ουσία, το Είναι των ιδεών) επίσης αυτή η ουσία απέκτησε μορφή και κατέστη μορφική ουσιαστική ζωή (άνθρωπος και λοιπά έμβια όντα). Θα πρέπει όμως να καταλάβουμε και να υποστηρίξουμε ότι αυτό το σύνολο δεν προϋπήρχε και δεν θα μεταϋπάρχει, αποτελεί μία πρόσκαιρη στάση του όντος: άρα ορθή σκέψις είναι η περιγραφή και γνώσις όλης της σειράς από τα βάθη του όντος πώς εφτάσαμε σε αυτές τις τρείς παραμέτρους και κυρίως η οντολογική μοίρα αυτών των τριών παραμέτρων στον επόμενο κόσμο: τίποτε όμως από όλα αυτά δεν συμβαίνει στην παραδοθείσα φιλοσοφία, η οποία υποπίπτει στο παράδοξο απλά με το λόγο να πείθει ότι αυτά τα τρία μεγέθη υπάρχουν, με το λόγο να τα επιβάλει, να τα εγκαθιστά ως φιλοσοφικώς αποδεκτά, διαλύοντας κάθε οντική σειρά και στερεώνοντας μία όψιμη και πρόσκαιρη γήϊνη σειρά όλων αυτών των παραμέτρων η οποία όμως δεν έχει οντολογική αξία και συνέχεια.

Αυτό είναι και το παράδοξο του Αριστοτέλους: ως οντολόγος ορθός φιλόσοφος (εάν ήταν) ώφειλε να περιγράψει και να καθορίσει την οντολογική φύσιν των παραμέτρων του κόσμου μας ώστε να φανεί το οντολογικό αποτύπωμα στο χθές και σήμερα και αύριο των μεγεθών που αποτελούν τον κόσμο μας: Αντίθετα αυθαίρετα και αντιοντολογικά ο Σταγειρίτης φιλόσοφος θεωρεί ότι ο άνθρωπος ως μορφή και ύλη ήταν είναι και θα είναι: δεν λαμβάνει υπ΄όψιν άλλες μορφές ανθρώπου οι οποίες εξαφανίσθηκαν εντέχνως στο βάθος του χρόνου (οι θεότητες, οι ανθρωποθεότητες, τα όντα τα οποία περιγράφονται σε μυθολογίες και ποιήματα, ο Αριστοτέλης υιοθετεί μόνον μία από τις άπειρες ανθρώπινες μορφές με κριτήριο την επιφανειακή αρμονία ανάμεσα στην όψη στον Ήλιο στην αρμονία της μορφής και στο κοινώς αποδεκτό).

Με αυτόν τον τρόπο ο Αριστοτέλης υποπίπτει στη μεγίστη αντίφαση: απορρίπτει σωρεία μορφών, απορρίπτει το πώς ήταν και θα είναι στο χάος η μορφή όταν διαλυθεί και επανεκατανεμηθεί σε άλλες μορφές, και την παρούσα μορφή που βρήκε την τελειοποιεί στα Μεταφυσικά του ως μέρος της ουσίας, διότι η Αριστοτελική ουσία είναι το σύνολο της μορφής (κάποιων οντικών χαρακτηριστικών) και της ύλης. Το παράδοξο και η αντίφαση είναι έκδηλη: δηλαδή εάν ο Αριστοτέλης ήταν ταύρος θα έλεγε τα ίδια για τους ταύρους, επίσης εάν ήταν τέρας θα έλεγε τα ίδια για ένα τέρας με ένα μάτι το οποίο τώρα το έχει απορρίψει ως μη αρμονική μορφή.Η οποία δεν μπορεί να συνεχίσει στο ηθικό και άλλο σύστημά του. Άρα το παράδοξο της Αριστοτελικής και όχι μόνον φιλοσοφίας είναι το ότι δεν θυμάται ό,τι υπάρχει οντολογικώς ώστε να το αναλύσει, ξεκινά από αυτό που βλέπει το οποίο στερεοποιεί, επιβάλει, και θεωρεί ως αυθύπαρκτο στο σύμπαν των ανθρώπων, αποκόπτοντας άπειρες άλλες μορφές και ουσίες από την οντολογική πορεία και γνώση του ανθρώπου.

Με αυτόν τον τρόπο επιβάλλεται η ανθρώπινη αυτή μορφή, με αυτόν τον τρόπο επιβάλλεται αυτό το συγκεκριμένο ηθικό σύστημα, με αυτόν τον τρόπο επιβάλλεται ο μονοθεϊσμός ό οποίος πολλά οφείλει στην Αριστοτελική μορφή διότι εκεί στηρίχθηκε η μορφή του Ιησού η οποία λατρευτικά επεβλήθη στα πλήθη. Εξάλλου και οι βυζαντινοί και οι μετέπειτα δυτικοί αυτοκράτορες το μοντέλο του Αριστοτέλους υιοθέτησαν : απέρριψαν κάθε οντολογική άλλη μορφή και ουσία, και δέχθηκαν μόνον αυτήν που είδαν ως πρέπουσα: όπως ο Αριστοτέλης δεν ασχολήθηκαν με το Όν ως τέτοιο, με τη χαότητά του και την ποικιλία του αλλά ξεκίνησαν από τις εμπειρίες του ματιού ώστε να πούν ότι αυτή η μορφή είναι αποδεκτή ενώ κάποιες άλλες όχι με τις γνωστές συνέπειες.

Το Αριστοτελικό παράδοξο έδωσε σε αυτόν τον κόσμο και στην εξουσία του τον τρόπο εξουσίας του που είναι έλλογος, ο λόγος της εξουσίας πείθει, διότι τα πράγματα είναι αυτά που τα βλέπει η εξουσία ή αυτός που μπορεί να επιβάλλει τα δεδομένα της εμπειρίας του και να είπει: αυτά πιστεύω εγώ αυτά θα πιστεύσετε και εσείς. Το Αριστοτελικό παράδοξο διαλύει την οντολογική απειρία και επιβάλλει σε όλους τους τομείς (φιλοσοφικό, επιστημονικό, θεολογικό, πολιτικό, και στην καθημερινότητα των ανθρώπων) τη γνώμη αυτού που μπορεί και ξέρει πώς να επιβάλει τα δεδομένα της εμπειρίας του. Ο Αριστοτέλης ευρισκόμενος σε έναν άλλο κόσμο θα είχε εντελώς άλλη φιλοσοφία, σε αυτόν τον κόσμο με αυτές τις εμπειρικές μορφές είχε αυτή τη φιλοσοφία: άρα δεν έχει η φιλοσοφία της μία και ενιαία οντολογική απολυτότητα του Όλως και ενιαίως εν τω Είναι υπάρχειν. Πρώτα είδε εδώ τις μορφές και έπειτα τις κατοχύρωσε ως ουσίες φιλοσοφικά, σε άλλον κόσμο χωρίς μορφές θα έλεγε άλλα, αλλά αυτοί οι δύο κόσμοι οντολογικά είναι συνεχείς, άρα ο Αριστοτέλης επέβαλε τα δεδομένα του ενός κόσμου χωρίς να καταφέρει την οντολογική συνέχεια: αυτή όμως είναι και η γλώσσα της εξουσίας στους ανθρώπους σε αυτόν τον πλανήτη: υπάρχει ό,τι βλέπει και επιβάλλει η εξουσία πέρα από τους ατομικούς οντολογικούς δρόμους ελευθερίας του κάθε ενός.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr