Άρα στην α΄ραψωδία της Ιλιάδος έχουμε τον τρόπο σύμφωνα με τον οποίο η οντολογία γεννά την πολιτική. Συζητούμε βέβαια για την αρχαϊκή εποχή του Ομήρου. Ας προσέξουμε ότι η ενδιάμεση γέφυρα ανάμεσα στην Οντολογία των Θεών και στη μάζωξη των ανθρώπων (ώστε οι άνθρωποι να γίνουν Πόλη) είναι ο παράγων Γνώση: Η Αριστοτελική Απορία ανιχνεύεται λοιπόν στην Ιλιάδα: ο Αχιλλέας απορεί γιατί χάνονται οι άνθρωποι από τα βέλη του Απόλλωνος: το πρόβλημα της απορητικής γνώσης θα επανέλθει και στην Οιδιπόδεια περίπτωση όπου η απορία του χαμού θα καταστή αιτία αποκαλύψεων. Παρατηρούμε ότι τηρείται πιστά το μετέπειτα Εγελιανό πρότυπο: η αρνητικότητα (χάνονται άνθρωποι θα μας πεί ο Αχιλλέας) προκαλεί την θετικότητα της γνώσης που προσφέρει ο μάντης Κάλχας. Άρα η Γνώση δεν στηρίζεται σε ό,τι θεωρείται ως καλόν: Το καλόν δεν είναι πηγή γνώσης αλλά θέασης και απόλαυσης. Γνώση προκαλεί η αρνητικότητα, η έλλειψη, ο πόνος, η αρρώστεια, διότι γνώση είναι η προσπάθεια κάλυψης, ανάμνησης, μεταφοράς ιδεών και αξιών και λύσεων.
Τη Γνώση όμως δεν την προκαλεί ο Οδυσσέας, ο
κατ΄εξοχήν πονηρά σκεπτόμενος Ήρωας της Ιλιάδος. Την προκαλεί ο Αχιλλέας, αυτός ο οποίος θα
υποφέρει λόγω της μήνιδός του, ο
οργισμένος Αχιλλέας.Πολλά χρόνια αργότερα ο Σωκράτης θα συζητήσει για την
μυίγα, τον οίστρο, τον ίμερο, το ακαθόριστο δαιμόνιο, το οποίο τον ωθεί σε
απόκτηση γνώσης: η παράδοξη διαλεκτική της γνώσης κτίζεται προσεκτικά από τον
μάγο Όμηρο: το χαώδες ως οργή επισκέπτεται τον Άνθρωπο και ηρεμεί μεταμφιεσμένο
σε Γνώση η οποία ηρεμεί και αποκαθιστά τη σειρά και τη συνέχεια των ανθρώπων.
Όλο αυτό μας υπενθυμίζει ότι η Γνώση είναι το δώρο του Όντος ώστε να ξεχάσουμε
ότι ευρισκόμαστε στην άκρη του χάους , ας διασκεδάσουμε (διασκεδάννυμι=περνώ
την ώρα μου) με γνώση και σειρά (κτίσματα σε άμμο) πρίν χαθούμε στην συνέχεια
του χάους εκεί όπου η γνώση είναι διαλυμένη γέφυρα. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο,
καθόλου τυχαίο, ότι ο Αχιλλέας όταν Γνωρίσει θα φύγει από την Μάχη: ο άνθρωπος
της γνώσης κατανοεί ότι η ηρεμία της γνώσης δεν τον αντιπροσωπεύει στο βαθμό
που κινεί άλλους και ωφελεί άλλους, κλέβοντας από τον άνθρωπο την ατομική
οντολογικήσυνέχεια.
Ο Κάλχας , ο μάντης Κάλχας, το μεγάλο ενδιάμεσο ανάμεσα στις συμπαντικές δυνάμεις που αντιπροσωπεύουν οι θεοί και στους αδαείς ανθρώπους, φοβείται. Ο φόβος του είναι απαρχή λόγου: αρχή Σοφίας φόβος θεού (θα ειπωθεί πολύ αργότερα) αλλά το ίδιο ισχύει και στον Κάλχαντα: ο Όμηρος βάζει την αξιακότητα της γνώσης στις πρέπουσες ρεαλιστικές βάσεις: η γνώση είναι κακό πράγμα διότι ανατρέπει,ανακατανέμει, αποκαλύπτει: προκαλεί φόβο στον πομπό διότι προκαλεί ποικίλα προβλήματα στο δέκτη: αυτή η ίδια μεταφορά γνώσης προκαλεί φόβο στο Σωκράτη ( ο οποίος θα πιεί το Κώνειο) στον Μενέλαο του Ευριπίδου ( ο οποίος τρέμει στην αποκάλυψη ότι άλλη Ελένη είχε δίπλα του τόσο καιρό) η Γνώση ανατρέπει τα πάντα και στον Οιδίποδα και στην Αντιγόνη του Σοφοκλέους: διότι η Γνώση είναι ακόμα μεταφορά συμπαντικών δυνάμεων υπερτέρων του ανθρώπου : ο Αγαμέμνονας οργίζεται διότι η Γνώση η αποκαλυφθείσα από τον Κάλχαντα και πάλι (όπως στην περίπτωση της Ιφιγένειας) τον φέρει αντιμέτωπο με υπέρτερες δυνάμεις, δεν φοβίζει τόσο ο Μάντης και η μεταφερθείσα γνώση όσο οι υπέρτερες δυνάμεις οι οποίες διά αυτών μεταφέρονται: άρα σταδιακά ο Άνθρωπος αποκολλάται από το Είναι και θεάται αυτό στο Ενδιάμεσο κάτοπτρο το οποίο σταδιακά θα γίνει Φύσις, φωτισμένος άνθρωπος, Έλλογο όν. Ας σημειώσουμε ότι ο Αχιλλέας αδυνατεί απευθείας να γνωρίσει την Αλήθεια άρα η Αλήθεια πλέον είναι διά του Μέσου προς τον Άνθρωπο. Δημιουργείται λοιπόν το κάτοπτρο: βλέπουμε την Αλήθεια διά κάποιου μέσου και όχι εκ της πηγής. Η Αλήθεια πλέον από τον Όμηρο και δώθε μεταφέρεται ως αντανάκλαση. Όμως εάν θεωρήσουμε και το μέσον ως μέρος της Αληθείας απλά συζητούμε ότι η Αλήθεια υποκύπτει στις απαιτήσεις του ανθρωπομορφισμού: όσο ο Άνθρωπος θα σταθεροποιείται ως μορφή τόσο οι έννοιες θα χρειάζονται εσοπτρικό μέσον για να μεταφέρονται σε αυτόν ως μεγάλα ενδιάμεσα.