Επικούριος Απόλλων.

 


Ο ναός του Επικουρίου Απόλλωνα στις Βάσσες της Φιγαλείας είναι ένας από τους σπουδαιότερους και επιβλητικότερους της αρχαιότητας. Αφιερώθηκε από τους Φιγαλείς στον Απόλλωνα διότι τους βοήθησε να ξεπεράσουν μια επιδημία πανώλης. Ο ναός υψώνεται στα 1.130 μέτρα, στο κέντρο της Πελοποννήσου, πάνω στα βουνά μεταξύ ΗλείαςΑρκαδίας και Μεσσηνίας και βρίσκεται 14 χλμ. νότια της Ανδρίτσαινας και 11 χλμ. βορειοανατολικά των Περιβολίων. Διοικητικά ανήκει στο Δήμο Ανδρίτσαινας -Κρεστένων. Ο ναός ανεγέρθηκε το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. (420-410 π.Χ;) και αποδίδεται στον Ικτίνο, τον αρχιτέκτονα του Παρθενώνα. Το μνημείο αυτό, ένα από τα καλύτερα σωζόμενα της κλασικής αρχαιότητας ήταν το πρώτο στην Ελλάδα που ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO το 1986. Τμήμα της ζωφόρου του ναού αποσπάστηκε το 1814 και εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο. Σημειώνεται ότι η σωστή ορθογραφία της λέξης "επικούριος" είναι με "ι" και όχι "επικούρειος", καθώς προέρχεται από το ότι στην αρχαιοελληνική μυθολογία ο Απόλλωνας είχε επικουρήσει την περιοχή και όχι από τον Επίκουρο και τους επικούρειους (π.χ. πυθαγόρειος: από τον Πυθαγόρα), ενώ η γραφή αυτή χρησιμοποιείται ήδη από τον Παυσανία.

Η αρχαιολογική σκαπάνη απέδειξε ότι ο Ναός είναι θεμελιωμένος πάνω σε άλλο προϋπάρχοντα αρχαϊκό  Ναό του θεού Απόλλωνα. Ο Ναός αυτός είχε ιδρυθεί από του Φιγαλείς, ίσως μετά το 659 π.χ.        

Σ’ αυτό το ναΐδριο υπήρχε ένα θαυματουργό ξόανο, δηλαδή ένα ξύλινο λατρευτικό άγαλμα άτεχνο, του Βασσίτα Απόλλωνα. Η προσωνυμία του Θεού σχετίζεται με το χωρίο της περιοχής Βάσσαι (Βάσσα και Βήσσα = χούνη, φαράγγι). Ταλαιπωρημένοι από κάποιο λοιμό οι Φιγαλείς, ήρθαν να προσευχηθούν σ’ αυτό το θαυματουργό ξόανο, για να θεραπευθούν. Η μετακίνηση έκανε το θαύμα της και τους θεράπευσε, αφού έφυγαν από τη νοσηρότητα της περιοχής τους για κάποιο διάστημα και έμειναν στον καθαρό αέρα και το ζωογόνο ήλιο.

Μετά απ’ αυτό το γεγονός αποφάσισαν να κτίσουν τον καινούριο και μεγάλο ναό τους στη θέση του παλιού ναού, τον αφιέρωσαν στον Απόλλωνα και τον ονόμασαν Επικούριο, γιατί ήρθε ως επικουρία στο θανατηφόρο λοιμό. Υπήρχε και άλλος λόγος που οι Φιγαλείς κτίσανε αυτό το αριστούργημα. θέλησαν να ακολουθήσουν το παράδειγμα των άλλων πόλεων, που έφτιαχναν μεγαλοπρεπή μνημεία. Κάλεσαν, λοιπόν, τον ίδιο αρχιτέκτονα που έφτιαξε τον Παρθενώνα, τον Ικτίνο, και του ανάθεσαν να τους κάνει σε αυτή τη θέση ένα μεγάλο ναό, για να τοποθετήσουν το θαυματουργό ξόανο του Βασσίτα Απόλλωνα.Ο κλασικός ναός είναι θεμελιωμένος πάνω στο φυσικό βράχο του όρους Κωτιλίου σε ειδικά διαμορφωμένο γήπεδο. Η τοποθεσία του ναού ονομαζόταν στην αρχαιότητα Βάσσαι (μικρές κοιλάδες) και φιλοξενούσε από τον 7ο αιώνα π.Χ. ιερό του Απόλλωνος Βασσίτα που είχαν ιδρύσει οι γειτονικοί Φιγαλείς, οι οποίοι λάτρευαν τον θεό με την προσωνυμία Επικούριος δηλαδή βοηθός, συμπαραστάτης στον πόλεμο ή στην αρρώστια. Ο πρώτος ναός γνώρισε και μεταγενέστερες φάσεις, γύρω στο 600 και γύρω στο 500 π.Χ., από τις οποίες σώζονται πολυάριθμα αρχιτεκτονικά μέλη. Η μετάβαση στον Ναό του Επικουρίου Απόλλωνα γίνεται από το παραλιακό χωριό Θολό, μέσω Νέας Φιγάλειας (Φιγαλείας) Ηλείας κατά μήκος του ποταμού Νέδα. Ο δρόμος είναι μεν ασφαλτοστρωμένος αλλά λίαν κοπιαστικός λόγω στενότητας και στροφών. Τονίζεται ότι πρόκειται για κοπιαστική μετάβαση και επιστροφή. Η πρόσβαση αυτή είναι δυτική. Από Ανατολικά η πρόσβαση γίνεται μέσω Τρίπολης,Μεγαλόπολης και Ανδρίτσαινας. Η οδική σήμανση είναι άριστη.Κάτοψη του ναού



Ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας που τον επισκέφθηκε, τον θεώρησε δεύτερο, μετά τον της Τεγέας, ναό της Πελοποννήσου "ἐς κάλλος καὶ τῆς ἁρμονίας ἕνεκα". Ο ναός ξεχωρίζει από τους υπολοίπους κλασικούς ναούς της αρχαιότητας γιατί δεν έχει ανατολικομεσημβρινό προσανατολισμό αλλά είναι κατασκευασμένος με διεύθυνση από βορά προς νότο λόγω οικονομίας του χώρου ή για λατρευτικούς λόγους που συνδέονται με τις παραδόσεις των Αρκάδων μιας και άλλοι ναοί της περιοχής φέρουν ίδιο προσανατολισμό.

Ο ναός συνδυάζει αρχαϊκά, κλασικά και παραδοσιακά αρκαδικά χαρακτηριστικά. Έτσι προσφέρει ένα ελκυστικό μείγμα του παλιού και του νέου, του αγροτικού και του εκλεπτυσμένου. Η επιμήκης περίπτερη δομή (39,87 × 16,13 μέτρα) είναι κατασκευασμένη κυρίως από γκρίζο ασβεστόλιθο τοπικής προέλευσης. Η εξωτερική κιονοστοιχία του εξάστηλου ναού ακολουθεί έναν εξαιρετικά αυστηρό δωρικό ρυθμό (οι μετόπες δεν είναι λαξευμένες). Όμως στο εσωτερικό, έξοχης ποιότητας γλυπτική συνταιριάζεται με έναν πιο περίτεχνο αρχιτεκτονικό ρυθμό. Το εμπρόσθιο τμήμα του προνάου και του οπισθοδόμου με δύο κίονες εν παραστάσει (in antis) αναδιατυπώνουν τον δωρικό ρυθμό. Χαρακτηρίζεται λοιπόν ως ναός δωρικός, δίστυλος εν παραστάσει περίπτερος. Αντιθέτως, στον σηκό μια σειρά εντοιχισμένων ιωνικών κιόνων στέκονται απέναντι σε χαμηλούς τοίχους στήριξης. Στο νότιο τμήμα όπου βρίσκεται το άδυτο, οι δύο τελευταίοι ιωνικοί κίονες του σηκού στέκονται στο μακρινό άκρο λοξών τοίχων, ενώ ανάμεσά τους βρίσκεται ένας κορινθιακός κίων, μόνος στο κέντρο του ναού. Το κιονόκρανο του κίονα αυτού αποτελεί «το αρχαιότερο σωζόμενο δείγμα και θεωρείται πρότυπο για όλα τα "Κορινθιακά" μνημεία του ελληνικού, ρωμαϊκού και μεταγενέστερων πολιτισμών».

Η διακόσμηση είναι αξιοσημείωτη ειδικά λόγω των διαφορετικών υλικών που χρησιμοποιούνται: οι τοίχοι, οι βάσεις και οι κίονες είναι από ασβεστόλιθο, τα ιωνικά κιονόκρανα και το κορινθιακό κιονόκρανο είναι από μάρμαρο Δολιανών  όπως και οι λαξευτές μετόπες της εξωτερικής ζωφόρου του κυρίως ναού, οι βάσεις της ιωνικής ζωφόρου στο εσωτερικό του τεμένους, τα ερείσματα και τα κεραμίδια της οροφής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr