Η θρησκευτική σειρά...

 


Η Βάσις αυτού του κόσμου, επαναλαμβάνουμε αυτού του κόσμου, είναι η θρησκευτική επικράτησις του ενός θεού, ο οποίος αποτελεί νοητή αρχή και τέλος του παντός. Ο κόσμος μας δεν έχει καμμία σχέση με την οντολογική απροσδιοριστία, αποτελεί ένα μικροκύκλο ο οποίος εκκινεί και τελειώνει στο θεό, ο οποίος δοκιμάσθηκε ως πλατωνική ιδέα, ως αριστοτελική νόησις νοήσεως και τελικά εφαρμόσθηκε κάτω από το κάτοπτρο των μονοθεϊστικών θρησκειών. Όλα μα όλα όσα συμβαίνουν στον κόσμο μας αποτελούν τρόπο και μετεξέλιξη του θεού αυτού.

Για όσο λοιπόν χρονικό διάστημα οι άνθρωποι έπρεπε να ελεγχθούν πνευματικά από το θεό διότι είτε δεν ζούσαν ακόμα σε πόλεις, είτε δεν ήταν ενωμένοι κάτω από κοινούς νόμους και πολιτειακές δομές, ο θεός ήταν ο απόλυτος κυβερνήτης των ανθρώπων: το βλέπουμε αυτό στη βίβλο εκεί όπου ο θεός καθοδηγεί το μωϋσή στη γή της επαγγελίας. Όταν όμως οι άνθρωποι οργανώθηκαν στις πόλεις και ήταν αρκετά εύκολο να ελεγχθούν ο θεός μεταλλάχθηκε σε πολιτικό ηγέτη και σε νόμο: αυτό το βλέπουμε στο βυζάντιο όπου ο αυτοκράτορας ως ελέω θεού κυρίαρχος διά του νόμου (ας μην ξεχνούμε τις τεράστιες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις του Ιουστιανιανού) κυριάρχησε σε μία ολόκληρη αυτοκρατορία, για πρώτη φορά ενώθηκαν κάτω από ένα νού και ένα νόμο. Οι άνθρωποι σταδιακά ενώθηκαν κάτω από ένα θεό και από έναν απεσταλμένο αυτού του θεού, επίσης ενώθηκαν κάτω από μία πολύ σημαντική έννοια, η οποία αποτελεί μεγάλο και προβεβλημένο χαρακτηριστικό αυτού του θεού: τη συσσώρευση: επειδή ο θεός είναι ο μέγας συσσωρευτής όλων αυτών που οι άνθρωποι θεώρησαν ότι δεν μπορούν να συσσωρεύσουν (ιδέες και αγαθά) ο θεός επεβλήθη στους ανθρώπους ως πλούσιος σε συμπαντικά αγαθά που αδυνατούν οι άνθρωποι να αποκτήσουν.

Σταδιακά αυτή η έννοια κυριάρχησε στις ανθρώπινες κοινωνίες: διότι έδωσε την έννοια του πλούτου: οι άνθρωποι άρχισαν να θεοποιούν όποιον μπορούσε να συσσωρεύει αγαθά , επίσης άρχισαν να μισούν και να ζηλεύουν και να κυνηγούν όποιον θεώρησαν ότι κατέχει όσα αυτοί δεν κατέχουν: οι πλούσιοι σε ιδέες άρχισαν να κυνηγώνται από ιερές εξετάσεις, οι πλούσιοι σε χρήματα άρχισαν να μισούνται και μάλιστα επεκράτησαν κοινωνικές ιδέες οι οποίες προσπάθησαν να προσφέρουν στα πλήθη το όνειρο μιάς καλής προλεταριακής και καπιταλιστικά ανερχόμενης ζωής.

Πανέξυπνα ο Ιησούς στην καινή διαθήκη στήριξε το σύνολο της διδασκαλίας του στην έννοια της θείας συσσωρευτικότητας, διεχώρισε πλουσίους και φτωχούς, διότι ο θεός της συσσώρευσης δεν διαβλέπει την οντολογική ακτημοσύνη ότι όλες οι δυνάμεις έρχονται και παρέρχονται, αλλά στην παρούσα εμμενή διάσταση πρέπει οι άνθρωποι να ζηλεύσουν την ικανότητα του θεού να συσσωρεύει δυνάμεις, και αυτοί θα πρέπει να το κάνουν εάν θέλουν να είναι ευτυχισμένοι: βέβαια πανέξυπνα ο Χριστός ωμίλησε για πνευματική συσσωρευτικότητα, όμως η έννοια του συσσωρεύω σε μία κοινωνία σαν τη σημερινή της ύλης γρήγορα θα κατέληγε στη μανία της απόκτησης πλούτου και στην ακόμη μεγαλύτερη μανία της κατανάλωσης.

Όταν λοιπόν μετά ειδικά το διαφωτισμό ο κόσμος κλείσθηκε στα  όρια της λογικής και της  εμπειρίας όλα τα περί πνευματώδους συσσωρεύσεως της θρησκείας μεταλλάχθηκαν σε υλικό τρόπο και μανία συσσώρευσης: ο μάρξ δεν μπόρεσε να μην συνεχίσει την πολιτική καινή διαθήκη σε κοινωνικά πλαίσια: πλέον η συσσώρευση είναι η αιτία του καπιταλισμού όπως κάποτε του θεού, πλέον όλοι πρέπει να συσσωρεύσουν αγαθά ως καλοί προλετάριοι, όπως κάποτε σε ιδέες και αξίες πάλευαν να πλουτίσουν οι χριστιανοί.

Τα χριστούγεννα και γενικά το δωδεκαήμερο ακολούθησαν όλη αυτήν την πορεία μετάλλαξης από την πνευματική συσσώρευση στην υλιστική συσσώρευση: για αυτό και ως εορτές επιβιώνουν διότι πλέον στον κόσμο μας κανένα πνευματικό νόημα δεν έχουν τα χριστούγεννα (τουλάχιστον όπως αυτό αναλύεται στο λόγο  του μεγάλου Αθανασίου «περί της ενανθρωπήσεως»).  Όμως οι εορτές χρειάζονται ώστε και η θεία καταγωγή του κόσμου μας και της συσσώρευσης να τονίζονται, και το υλιστικό συσσωρευτικό κομμάτι να δουλεύει καλά, και κυρίως οι άνθρωποι διά της υλικής συσσώρευσης να παραμένουν προσδεδεμένοι στο θρησκευτικό υπόβαθρο του κόσμου, να μην μπορούν να ξεφύγουν από αυτό, διά των χριστουγέννων να θυμούνται την θεία απαρχή του κόσμου έστω εάν αυτή συνεχίζεται με την υλιστική συσσώρευση και όχι την πνευματική. Διότι πλέον κανείς καν δεν λέγει καλά χριστούγεννα, αλλά καλές εορτές, κανείς πλέον δεν νοιώθει ότι όπως ο Χριστός έγινε άνθρωπος παρόμοια και αυτός μπορεί να γίνει θεός: τα χριστούγεννα και γενικά οι εορτές του δωδεκαημέρου συντηρούνται προκειμένου η συσσώρευση ως θεία συνήθεια να μην ξεχασθεί, οι άνθρωποι να μείνουν προσκολλημένοι στην ύλη η οποία έχει θεία καταγωγή ως συσσώρευση ιδεών η οποία κατέληξε συσσώρευση ύλης, οι άνθρωποι δεν πρέπει να βιώσουν την έλλειψη ιδεών και αγαθών ύλης διότι υπάρχει η καταστροφική διά την εξουσία αυτού του κόσμου περίπτωσις να θυμηθούν την οντολογική τους συνέχεια πέρα από το θεό και τα συσσωρευτικά υλικά και πνευματικά αγαθά του.

Οι άνθρωποι πρέπει λοιπόν να διαβιούν σε εξάρτηση απόκτησης και κατανάλωσης, είτε πνευματικών είτε υλικών αγαθών, αν και ελάχιστοι έχουν καταλάβει ότι τα πνευματικά και υλικά αγαθά αυτού του θρησκευτικού κόσμου είναι οι δύο όψεις του ενός νομίσματος: ιδεατό αγαθό είναι η ευτυχία συγχρόνως όμως είναι και υλικό αγαθό, διότι κανείς δεν σκέπτεται ότι στην οντολογική απειρία τέτοιο πράγμα δεν υπάρχει: ο θεός αυτής της θρησκείας είναι παντοδύναμος διότι πνευματικά και υλικά είναι ίδιος αλλά κατά τρόπο που άλλο είναι το πνευματικό και άλλο το υλικό: διότι η μεγάλη αντίφαση της πλατωνικής ιδέας είναι ότι έχει το πνευματικό της νόημα (ευτυχία) αλλά δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το υλικό περιεχόμενο: όταν λοιπόν τα χριστούγεννα είναι ως ιδέα πομπός ευτυχίας θα έλθει και καιρός που θα είναι ως ύλη πομπός ευτυχίας. Διότι όλα έχουν φτιαχθεί για αυτόν τον κύκλο του θεού αυτού του κόσμου και ο άνθρωπος δεν πρέπει να εξαχθεί (τουλάχιστον ακόμα) αυτού του κύκλου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr