Ανάλυση της φράσης της Ελένης του Ευριπίδου: «δυσκολονόητος ο Θεός παιδί μου, ολοένα αλλάζει…».

 



Στο β΄επεισόδιο και ειδικότερα στη β΄σκηνή (στ.786 κ.ε) αναφέρονται οι εξής στίχοι (στην περίφημη τραγωδία του Ευριπίδου «Ελένη»): «δυσκολονόητος ο Θεός παιδί μου, ολοένα αλλάζει, εδώθε εκείθε σέρνει, πότε ψηλά…». Η φράση αυτή κρίνεται ως κομβική στην ιστορία του ανθρωπίνου πνεύματος, θέτοντας την πρέπουσα σχέση ανάμεσα στον Ανθρώπινο Νού και στην Έννοια του Θεού.

Κατ΄αρχάς ο σοφιστής νοήμων Ευριπίδης συνδέει το μέγεθος του Θεού με το μέγεθος του Νοός. Το βήμα αυτό κρίνεται ως σημαντικότατο διότι έχει δύο απολήξεις: ο Θεός αντανακλά τις ανθρώπινες σκέψεις, ο Θεός προέρχεται από τα βάθη του Ανθρωπίνου Νοός, από την ίδια συμπαντική δύναμη, ώστε εύκολα ή δύσκολα είναι ικανόν ο Θεός να συλληφθεί εκ του ανθρωπίνου Νοός. Εάν επίσης σκεφθούμε ότι ο Νούς ετυμολογείται από το ρήμα: νέομαι (κινούμαι) ο Ευριπίδης συνδέει την κίνηση του Νοός με την κίνηση του Θεού, θεωρεί ότι ο Θεός είναι δυσκολονόητος επειδή κινείται, αλλά και ο Νούς κινείται, άρα θέτει ως κριτήριο νόησης την ικανότητα της σκεπτικής και ηθικής κίνησης, εξάλλου μην ξεχνούμε τον Οδυσσέα ο οποίος επί της θαλασσίας κινήσεως επέτυχε το Νόστο του.

Η Θεία κίνηση η οποία δυσκολεύει τον Ανθρώπινο Νού (η θεολογία του Ευριπίδη τίθεται στη βάση της συμπαντικής κίνησης, εάν κινηθεί ο Νούς τότε και μόνον τότε θα κατανοήσει την θεία κίνηση και θα επιτύχει την ανάλογη μέθεξη, ο τραγικός ποιητής αρνείται την ηρεμία της διασκεπτικής ή διαλογιστικής σκέψης και γνώσης του θεού, ο νούς πρέπει να κινηθεί διότι ο θεός παραδίδεται ως κίνηση (…ολοένα αλλάζει…) μόνον κινούμενος ως σκέψη και πράξη ο Νούς θα κατανοήσει την κίνηση του συμπαντικού θεού) θα λυθεί μόνον μέσα από την κίνηση του Ανθρωπίνου Νοός: όμως η κίνηση αυτή καμμία σχέση δεν έχει με τον πλατωνικό ή τον εγελιανό νοησιοκρατισμό: η Ελένη και ο Μενέλαος μέσα από την πραξιακή κίνησή τους, μέσα από την επίτευξη του δικού τους νόστου θα καταστήσουν ευκολονόητο το θεό μόνον μέσα από πράξεις: ο Νούς κινείται ως πράξη και καθιστά ευκολονόητο το θεό, ως συνέχεια των Ομηρικών επών όπου η πραγματική κίνηση του Οδυσσέα καθορίζει το Νόστο και όχι οι σκέψεις, οι πράξεις και όχι οι έννοιες.

Ώστε η σχετικότητα του Θείου, δηλαδή του Σύμπαντος και των δυνάμεών του, καθορίζονται ως υπερβατές από τον σοφιστή Ευριπίδη μέσα από την αποθέωση της βιωματικής πράξης του δραματικού Υποκειμένου. Ακριβώς σε αυτό το σημείο αδικείται ο Ευριπίδης όταν παραδίδεται ως απλός μαθητής των Σοφιστών: ίσως υπήρξε αφοσιωμένος μαθητής των Σοφιστών, όμως στο χωρίο που εδώ αναλύουμε ο Αθηναίος από σκηνής φιλόσοφος διαλύει την Πρωταγορική σχετικοκρατία, ή αναδεικνύει ως αληθή τη φράση του μεγάλου σοφιστού ότι για όλα όσα συμβαίνουν μέτρο είναι ο Άνθρωπος: η φράση αυτή νοηματοδοτείται κατά τρόπο εκπληκτικό στην Ευριπίδεια Ελένη, ξεπερνώντας τη σχετικοκρατία του Πρωταγόρα, ξεπερνώντας τη δυσκολονοητικότητα του Θείου καθιστώντας το Θείο όχι ευκολονόητο, το αντίθετο μέγεθος του δυσκολονόητου είναι το εύκολο προς την Πράξιν:

Πράγματι η Ελένη και ο Μενέλαος, η Ελένη η οποία αποτελεί το Ωραίο της Ελληνικής Ύπαρξης (ως το σύνολο των ηρωϊκών και ανδρείων αρετών που θα πρέπει να φέρει η Ύπαρξη) νικούν κάθε έννοια σχετικοκρατίας: όλα αποκτούν αντικειμενικότητα όταν με νού και σκέψη οδηγούμαστε σε πράξη νόστου και επιστροφής, όταν νικώμεν τον όποιον Θεοκλύμενο (όπως ο Οδυσσέας τους Λαιστρυγόνες) και οδεύουμε προς την Μεγάλη Πατρίδα. Προς το Νόστο. Το Ανθρώπινο Μέτρο του Πρωταγόρου δεν μπορεί να είναι θεωρητικό είναι βιωματικό και πρακτικό: η Ελένη και ο Μενέλαος μετρούν την Ύπαρξίν των ως πράξη αναγνώρισης, σκέψης, επιστροφής στη Σπάρτη, νίκης επί του Θεοκλυμένου, του αντιξόου Θεοκλυμένου: όλα είναι πράξις βάσει συνειδησιακής σκέψης: αυτό νικά κάθε σχετικότητα, κάθε δυσκολονοητικότητα, η πράξις αποδεικνύει το μέτρο της ανθρωπίνης Ύπαρξης διότι αποδεικνύει πόσο μακριά στον Ωκεανό του Όλου και της Αληθείας μπορεί να ταξιδεύσει ο Άνθρωπος: Ο Θεός γίνεται ευκολονόητος όταν ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα τις άπειρες σκέψεις να τις μεταλλάξει σε συγκεκριμένες πράξεις νόστου και επιστροφής, πορείας και λύσης.

Ο Ευριπίδειος λοιπόν Θεός είναι η σειρά των δυνάμεων οι οποίες επιθυμούν να βιωθούν και να σταματήσουν να αποτελούν απλά έναν υπερβατικό θεό ο οποίος σε τίποτε δεν εξυπηρετεί: αυτές οι δυνάμεις του Σύμπαντος εάν μείνουν σε διασκεπτικό επίπεδο είναι δυσκολονόητες διότι συμβαίνει μία απίστευτη σχετικότητα και απειρία σκέψεων και εννοιών: εάν όμως μία Ελένη και ένας Μενέλαος, μία Σπάρτη και μία συγκεκριμένη πορεία εμφανισθούν, τότε το βίωμα, η συγκεκριμένη σκέψη, η βούληση και η πράξη καθιστούν όλα ευκολονόητα ή μάλλον ευκολόπρακτα: διότι η συγκεκριμένη  πράξη νικά κάθε αφηρημένη σκέψη.

Βασίλειος Μακρυπούλιας, φιλόλογος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr