Η Οντολογία του Σέξ.

 


Η Οντολογία του Σέξ.

Η λέξις σέξ αποτελεί αντιδάνειο από την ινδοευρωπαϊκή: seksus (sek=κόπτω)  (η οποία  έδωσε και τη λατινική λέξη sexus= φύλο)ουσιαστικά αποτυπώνει  την κοπή της ενιαίας συμπαντικής δυνάμεως σε δύο μέρη: το άρρεν και το θήλυ: αυτά είναι φύλα: από το φύω=γεννιέμαι, δημιουργούμαι. Μέσα από την ενιαία οντολογική δύναμη συνεχείας  και μεταφοράς του αειζώου πυρός ζωής και δημιουργίας ξεπηδούν διχοτομημένα το άρρεν και το θήλυ.

Άρα η πρώτη σκοποθεσία του σέξ είναι η δημιουργία του κόσμου: και των όντων: δεν νοείται κόσμος και όντα χωρίς το διπολισμό του άρρενος (τέκτων) και του θήλεος  (μεταφορέας της οντολογικής δυνάμεως η οποία τίκτεται από το άρρεν). Για αυτό εξάλλου έχουμε δύο πόδια και δύο χέρια προς ανάμνηση  της διπλής δημιουργικής  οντολογικής φυσεώς μας. Από αυτή την άποψη ο Κύκλωπας με το ένα μάτι μας θυμίζει μία εποχή όπου οι άνθρωποι κρατούσαν έντονη την ανάμνηση της μιάς αδιχοτόμητης ενιαίας οντολογικής δυνάμεως συνεχείας.

Άρα το σέξ ως λέξις  που σημαίνει φύλο επέρασε στην αναπαράσταση της λειτουργικής ένωσης  των δύο  αυτών φύλων (σέξ): δεν είναι η μόνη λέξη που το κάνει αυτό: Η λέξις που αντικαθιστά το σέξ συν-ουσία σημαίνει τις δύο ουσίες οι οποίες όμως γίγνονται συν-παρουσιακά μία.Επίσης λέμε μάθηση (η έννοια της γνώσης) αλλά εννοούμε την επαφή δασκάλου και μαθητού. Άρα η λέξις σέξ αντιπροσωπεύει και το φύλο αλλά και την επαφή ανάμεσα στα δύο φύλα.

Μέχρι αυτού του σημείου η λέξη σέξ ( φύλο) κρατεί την οντολογική  κοινή διαστασιακή δυναμική της: η οποία χαρακτηρίζει τα δημιουργικά έμψυχα βασίλεια του κόσμου μας: το κοσμικό, φυτικό, ζωϊκό:  χρειάζονται δύο φύλα (sexes) ώστε η οντολογική δύναμις από το θήλειον μέρος να μεταφέρεται και από το άρρεν μέρος να μορφοποιείται και να σχηματοποιείται (γλύφεται) : όπως ο γλύπτης δίδει μορφή στο άμορφο μάρμαρο: η έξαρσις της γλυπτικής στην Ελλάδα ήταν αναπαράστασις της οντολογικής  λειτουργίας: η γυνή φέρει το ακατέργαστο μάρμαρο και ο άνδρας το σμιλεύει ως μορφή και πράξη (η οποία καθορίζει το ανθρώπινο νοητικό και ηθικό είδος).

Στην πρώτη λοιπόν οντολογική λειτουργία το σέξ (ως φύλο και συνουσία) δεν ξεφεύγει από την ενστικτώδη διαγεγραμμένη οντολογική λειτουργία της αναπαραγωγής: θα πρέπει να προσέξουμε ότι το σέξ στο φυτικό και ζωϊκό  βασίλειο είναι υπακοή στην λογική ενστικτώδη οντολογική δύναμη: είναι η  ψυχρή  οντολογική λειτουργία πολλαπλασιασμού και ετεροδημιουργίας μορφών και ειδών: τα φυτά διά του Ηλίου δημιουργούν καρπούς όπως και τα δένδρα, τα ζώα (από τα άλογα έως τους ιχθύς και τα πτηνά) υπακούουν στη συνουσία ως οντολογική λειτουργία αναπαραγωγής. Σε αυτό το επίπεδο το sex (ως φύλο και συνουσία) υπακούει στο λόγο της συνέχειας χωρίς περαιτέρω στοιχεία λογικής και συναισθήματος (δεν υπάρχει η ηδονή ως φαντασίωση, ως απόλαυση, ως εναλλαγή συντρόφων): όλα υπακούουν στο σκοπό της αναπαραγωγής του είδους.

Η μυθολογία εξέλιξε την έννοια του σέξ: ο Δίας ως ταύρος κατακτά την Ευρώπη: η Ευρώπη δεν κατακτάται από τον ταύρο ως τέτοιο: άρα το ανθρώπινο σέξ περνά σε μία επόμενη λογική κατά βάση διάσταση: ο έλλογος άνθρωπος δεν υπακούει απλά στην λογική και μονότονη οντολογική δύναμη αναπαραγωγής: αρχίζει το μεγάλο όπλο του ανθρώπου, ο νούς, να διανθίζει με σκέψεις, συναισθήματα  και πράξεις το σέξ : ο Δίας χαίρεται να κατακτά την Γυναίκα, άρα σταδιακά ο Νούς του ανθρώπου γεννά σκέψεις και συναισθήματα και πράξεις μέσα από τη  σεξουαλική επαφή: αυτό έχει μία πολύ σημαντική συνέπεια: σταματά η συν-ουσία αρσενικού και θηλυκού να είναι μονότονη υπακοή στην οντολογική λογική χωρίς συναίσθημα συνέχεια του ανθρωπίνου γένους: ο ανθρώπινος νούς  δίδει νέες σκέψεις και συναισθήματα στη σεξουαλική επαφή: σαν την Αρτέμιδα που την κυνηγούν οι άρρενες δυνάμεις: οι άρρενες δυνάμεις που κυνηγούν την Αρτέμιδα (αιώνια Παρθένο) (όπως ο Ωρίωνας ο οποίος τελικά θα γίνει αστερισμός) αντιπροσωπεύουν την συναισθηματικά έλλογη νοητική εξέλιξη της σεξουαλικής δύναμης: σε σχέση με την ανάπτυξη του νοητικού Εγώ: όπως αποτυπώνεται στο ότι ο Δίας ως το απόλυτο νοητικό και συναισθηματικό και ηθικό Εγώ, κυνηγεί τις θήλειες υπάρξεις:

Ο άνδρας δεν θέλει τη σεξουαλική λειτουργία μόνον ως υπακοή στη σκληρή αναπαραγωγική οντολογική λειτουργία: ο νούς του Ελλόγου ανθρωπίνου Εγώ στηρίζει τη συνουσιακή λειτουργία στη διαφορά μορφής ανάμεσα στο θήλυ και στο άρρεν: έπειτα: προικίζει με ποικίλες σκέψεις την πλησίαση της θηλείας μορφής εκ μέρους του άρρενος: κατάκτηση, εξουσία, ικανοποίηση πόθου: αυτό το βλέπουμε έντονα και στο μύθο της γενέσεως: όταν οι πρωτόπλαστοι γεύθηκαν τη γνώση της ιστορικής τους συνεχείας τότε ο Αδάμ πόθησε ως Αντικείμενο Πόθου την Εύα και ο Δημιουργός θεός είπε ότι διά της συνουσίας θα έρχονται οι απόγονοι: αυτή όμως η συνουσία στηρίζεται στην απόκτηση της γνώσης του Εαυτού και της ιστορικής συνεχείας: άρα το σέξ ως λειτουργία εξελίσσεται μέσα από τη νοητική λειτουργία του ανθρώπου: ο άνθρωπος ως νοήμον υποκείμενο θεωρεί ότι ως Εγώ μπορεί να εκμεταλλευθεί και να ελέγξει εξουσιαστικά μέρος της οντολογικής δυνάμεως που τον καθοδηγεί: αυτό έχει ως συνέπεια μέσα από την ιδέα και τη φύση και το θεό (τα τρία στηρίγματα της ανθρώπινης εγωϊστικής ανεξαρτησίας) να αλλάζει ή να τροποποιείται η σεξουαλική συμπεριφορά.

Από τη μετάφρασή μου στο βιβλίο του Λόκ: δοκίμιο σχετικό με την ανθρώπινη νόηση.

 


Επιστολή στον αναγνώστη.

Αναγνώστη.

Παραδίδω στα χέρια σου αυτό το οποίο αποτέλεσε την ψυχαγωγία μου μέσα στις δικές μου άσκοπες και βαρετές ώρες.Εάν είναι τυχερό να αποδείξει κάποια πράγματα σε εσένα ,εάν έχεις τη μισή χαρά να το διαβάσεις σε σχέση με την απόλαυση που εγώ είχα όταν το έγραφα  τότε σε καμμία περίπτωση δεν θα σκεφθείς ούτε στο ελάχιστο για τα χρήματά σου,όπως εγώ σκέφθηκα  για τον κόπο μου,ότι τα έδωσες άδικα.Μην αποδώσεις  λανθασμένα κανένα έπαινο στη δουλειά μου.Επισης μην συμπεράνεις ότι επειδή ευχαριστήθηκα με την περάτωση της εργασίας μου αυτής  άρα  κατ΄ανάγκη είμαι συνεπαρμένος από την ικανότητά μου να  την τελειώσω.Αυτός ο οποίος διαδίδει αστεία πράγματα ,παντελώς ανώφελα ,δεν έχει κατώτερη ασχολία ,αν και το όλο θέμα είναι μία αδιάφορη ερευνητική ανησυχία,από αυτόν που ίπταται σε ευγενέστερα παίγνια.Πάντως σε κάθε περίπτωση είναι πολύ λίγο εξοικειωμένος με το υποκείμενο αυτής της πραγματείας ,τη νόηση,αυτός ο οποίος δεν ξέρει ότι επειδή αυτή η λειτουργία αποτελεί την πιο εξελίξιμη λειτουργία της ψυχής  ως εκ τούτου  ασχολείται αυτή η πραγματεία περισσότερο  από κάθε  άλλη με την πιο σπουδαία και αναγκαία  πνευματική απόλαυση.Η έρευνα που επιχειρείται γύρω από την αλήθεια μοιάζει με τον αγώνα του γυρολόγου και του κυνηγού,εκεί όπου η επιδίωξη της αλήθειας επιφυλάσσει την μεγαλύτερη ευχαρίστηση.Κάθε βήμα που το μυαλό καταφέρνει και επιτυγχάνει σε σχέση με τη νόηση αποτελεί μία  καινούργια ανακάλυψη ,η οποία δεν είναι μόνο  καινή,σε απόλυτο βαθμό,αλλά το καλύτερο,είναι με τη σειρά της πρόσκαιρη.

Όταν ομιλούμε για τη δύναμη της κατανόησης ,όπως παρόμοια για την ικανότητα της όρασης,το να χρησιμοποιούμε κριτήρια που εκπορεύονται μόνο από τη θέα των αντικειμένων είναι κάτι που αφαιρεί την ευχαρίστηση σε σχέση με το τι πραγματικά έχει ανακαλυφθεί.Κανείς δεν θα νοιώσει τύψεις για ό,τι θα έχει χαθεί διότι αυτό θα βρίσκεται στη σφαίρα του αγνώστου.Γι αυτό λοιπόν όποιος έχει θέσει εαυτόν πιο πάνω από κάθε καλάθι της ελεημοσύνης και δεν είναι ευχαριστημένος μέσα από μία ζωή τεμπελιάς όπου ζητιανεύει  ό,τι έχει μείνει από τις γνώμες άλλων,αποφασίζει να σκεφθεί  και να δουλεύσει  ώστε να εύρει και να ακολουθήσει την αλήθεια,αυτός –άσχετα με το τι θα ανακαλύψει-δεν θα χασει την ικανοποίηση του θηρευτή.Κάθε στιγμή της επιδίωξης της αλήθειας θα αμείβει τις στιγμές του πόνου του με τη χαρά της απόλαυσης ,και θα έχει κάθε λόγο να σκέφτεται ότι ο χρόνος του δεν πάει χαμένος,ακόμα και στην περίπτωση που δεν θα μπορεί να καυχηθεί για κάτι παραπάνω που θα έχει αποκτήσει.

Αυτή,αναγνώστη,είναι η ψυχαγωγία αυτών που αφήνουν να ελευθερωθούν οι  προσωπικές τους σκέψεις, τις οποίες ακολουθούν όταν συγγράφουν.Εσύ δεν πρέπει να τους φθονήσεις από τη στιγμή που σου παράσχουν την ευκαιρία μιάς παρόμοιας διασκέδασης ,εάν βέβαια εσύ αποφασίσεις να χρησιμοποιήσεις τις σκέψεις που σου γεννιούνται μέσα από τη μελέτη.Μαζί με αυτούς,εάν θέλεις θεωρώ και εσένα μαζί με αυτούς,τοποθετώ τον εαυτό μου.Αλλά τη στιγμή που αυτοί γίνονται πιστευτοί από τους άλλους δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία ποιοι είναι ,δεν ακολουθούν απλά την αλήθεια αλλά μία θεώρηση με περισσότερο νόημα.Δεν έχει καμμία σχέση τι λέει ή τι κάνει  αυτός που ομιλεί και σκέφτεται μόνο σαν δορυφόρος κάποιου.Εάν εσύ αξιολογείς σωστά τον εαυτό σου ,το ξέρω ότι θα κρίνεις με ζέση το όλο θέμα.Άρα έπειτα σε καμμία περίπτωση δεν θα ζημιωθώ ή θα προσβληθώ από την όποια επίκρισή σου.Γιατί,αν και είναι φυσικό ότι δεν υπάρχει τίποτε σε αυτή την πραγματεία το οποίο εγώ το  έχω γράψει χωρίς να πεισθώ ότι είναι αλήθεια,παρ΄όλα αυτά,όπως και εσύ θα δείς,θεωρώ ότι είμαι επιρρεπής στο λάθος.Να ξέρεις ότι αυτό το βιβλίο ως επιτυχία και αποτυχία χαρακτηρίζεται από τη στάση του αναγνώστη,όχι από την άποψη που εγώ έχω γι αυτό,αλλά από την άποψη που εσύ που θα το διαβάσεις έχεις για την πραγματεία που παραδίδω.Εάν εύρεις ότι λίγα καινούργια ή διδακτικά στοιχεία σου παρέχει μην κατηγορήσεις εμένα γι ΄αυτό.Αυτή η πραγματεία δεν προνοήθηκε γι αυτούς που έχουν ήδη εξειδικευθεί σε αυτά τα επιστημονικά πεδία και με αυτή τη λογική προχώρησαν σε λεπτομερή γνώση του βιβλίου.Αυτό το πόνημα γράφηκε για τη δική μου ανάγκη πληροφόρησης αλλά και για την ικανοποίηση λίγων φίλων οι οποίοι ομολογουμένως έως τώρα δεν έχουν μία σαφή και διαμορφωμένη γνώμη για το βιβλίο.Εάν θα ήθελα να σε σκοτίσω ακόμα περισσότερο με την ιστορία αυτής της πραγματείας θα μπορούσα να σου ειπώ ότι πέντε ή έξι φίλοι  καθώς με συνάντησαν στο δωμάτιό μου και άρχισαν μία συζήτηση για θέματα πολύ πέρα από τα θέματα αυτού του βιβλίου κατάλαβαν γρήγορα ότι αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες σε κάθε πλευρά των αντικειμένων  της συζήτησης.Αφού για λίγο ζαλίσαμε  τους εαυτούς μας χωρίς να καταφέρουμε να φθάσουμε σε μία επίλυση των αμφιβολιών που μας μπέρδευαν ,σκεφθήκαμε ότι ακολουθούσαμε λάθος σειρά.Άρα πριν αρχίσουμε να εξετάζουμε  θέματα τέτοιας δυσκολίας θα ήταν αναγκαίο να ερευνήσουμε τις ικανότητές μας ,βλέποντας όλα εκείνα τα αντικείμενα επάνω στα οποία η σκέψη μας θα μπορούσε να συμφωνήσει σε κάποια συμπεράσματα.Αυτό πρότεινα και στην παρέα και όλοι ώριμα συμφώνησαν.Αυτή λοιπόν ήταν και η πρώτη μας συμφωνία ότι με αυτό τον τρόπο θα πρέπει να εξετάσουμε το όλο ζήτημα.Μερικές βιαστικές σκέψεις που δεν είχαν αφομοιωθεί καλά ,επάνω σε πεδία σκέψης που δεν τα είχα καλά υπολογίσει από παλαιά ,τα οποία τα σημείωσα για την επόμενη συνάντησή μας,αποτέλεσαν την πρώτη προσέγγιση σε αυτή την πραγματεία η οποία λοιπόν άρχισε τελείως ευκαιριακά αλλά συνεχίσθηκε με χαρακτηριστική αφοσίωση.Είναι γραμμένη μέσα από ασυνάρτητες σημειώσεις.Έπειτα από μεγάλα διαστήματα παραμέλησης του όλου εγχειρήματος ,η συγγραφή ξανάρχισε στο βαθμό που η αίσθηση του χιούμορ  εκ μέρους μου και οι συνθήκες το επέτρεψαν.Τελικά ,τη στιγμή της αποχώρησής μου,όπου η παρακολούθηση της υγείας μου ,προσέφερε σε εμένα ελεύθερο χρόνο,εμφανίσθηκε αυτή η πραγματεία την οποία εσύ τώρα βλέπεις.

Αυτός ο περιστασιακός τρόπος γραψίματος πέρα από όλα τα άλλα,μπορεί να έχει δύο παράπλευρα και διαφορετικά μεταξύ τους σφάλματα.Δηλαδή μπορεί πολύ λίγα αλλά και πάρα πολλά να ειπωθούν για αυτό το βιβλίο.Εάν εσύ αναγνώστη εύρεις ό,τι χρειάζεσαι , θα ήμουν χαρούμενος επειδή αυτό το οποίο έχω επικαλεσθεί σου δίνει την επιθυμία να υποστηρίξεις ότι θα έπρεπε να είχα προχωρήσει περισσότερο.Εάν κάτι σου φαίνεται υπερβολικό θα πρέπει να μεμφθείς το πεδίο ερεύνης.Διότι από την πρώτη στιγμή που άρχισα να γράφω ,πίστευσα ότι όλα όσα θα έπρεπε να υποστηρίξω για αυτό το  αντικείμενο στοχασμού θα  έπρεπε να περιέχεται μόλις σε ένα φύλλο χαρτιού.Αλλά επειδή είχα την ανάλογη προοπτική προχώρησα αρκετά μακριά.Νέες ανακαλύψεις μου προσέφεραν ώθηση και με αυτό τον τρόπο δημιούργησα ασυναίσθητα το ογκώδες πόνημα που τώρα παρουσιάζεται.Δεν θα αρνηθώ ότι ίσως θα έπρεπε να εκτείνεται σε λιγότερη έκταση από αυτή που τώρα κατέχει.Επίσης δεν θα αρνηθώ ότι κάποια μέρη  του βιβλίου ίσως θα έπρεπε να περικοπούν.Ο τρόπος με τον οποίο το βιβλίο έχει γραφεί ,μέσα από τυχαίες συλλήψεις ,αλλά και το ότι συχνά σταματούσε η συγγραφή,όλα αυτά είναι ικανά να προκαλέσουν πολλές επαναλήψεις.Αλλά για να ειπώ την αλήθεια ,τώρα  είμαι πολύ οκνηρός ή πολύ απασχολημένος για να κάνω αυτό το βιβλίο μικρότερο.

Δεν αγνοώ το γεγονός πόσο λίγο λαμβάνω υπ΄όψιν τη φήμη μου,όταν εν γνώσει μου αφήνω αυτό το σύγγραμμά μου να προχωρήσει με λάθη ικανά να αηδιάσουν και τον πιο νουνεχή μελετητή,ο οποίος σε κάθε περίπτωση είναι ο πιο καλοδιάθετος αναγνώστης.Αλλά αυτοί οι οποίοι γνωρίζουν ότι η νωθρότητα είναι ικανή να ικανοποιεί  τον εαυτό της με πολλές δικαιολογίες,θα με συγχωρήσουν για το ότι η δική μου οκνηρία υπερίσχυσε επάνω μου και σε θέματα για τα οποία νομίζω ότι διαθέτω πολύ καλές δικαιολογίες.Δεν πρόκειται βέβαια να ισχυρισθώ σαν  υπεράσπισή μου ότι η ίδια παρατήρηση ,έχοντας κάποιες διαφορετικές όψεις ,θα μπορούσε κατάλληλα και με αναγκαίο τρόπο να αποδείξει ή να διαφωτίσει διάφορα μέρη της ίδιας αυτής πραγματείας.Το ίδιο έχει συμβεί σε πολλά κεφάλαια αυτού του βιβλίου.Αλλά ,υποστηρίζοντας όλα αυτά,ειλικρινά θα ομολογήσω,ότι συχνά έχω επικαλεσθεί το ίδιο επιχείρημα και βέβαια το εξέφρασα με πολλούς τρόπους μέσα από ένα τελείως διαφορετικό σχέδιο.Προσποιούμαι  ότι δεν θα δημοσιεύσω αυτή την πραγματεία προκειμένου να προσφέρω πληροφορίες σε ανθρώπους έξυπνους και με ιδιαίτερα ανεπτυγμένη αντιληπτική ικανότητα.Σε τέτοιους επαΐοντες της γνώσης παρουσιάζω τον εαυτό μου ως μαθητούδι και άρα τους προειδοποιώ εκ των προτέρων να μην περιμένουν τίποτε παραπάνω εδώ παρά μόνο ό,τι έχει προχωρήσει αρκετά από τις χοντροκομμένες σκέψεις μου και αυτό τελικά ταιριάζει σε ανθρώπους του δικού μου μεγέθους ,στους  οποίους  ,ίσως, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί απαράδεκτο το ότι έχω επίπονα προσπαθήσει να καταστήσω ξεκάθαρες και οικείες στη σκέψη τους μερικές αλήθειες τις οποίες καθιερωμένες προλήψεις αλλά και η ασαφής διατύπωση  των καθ εαυτών ιδεών έχουν καταστήσει δύσκολες στην κατανόησή τους.Κάποια πεδία σκέψεις πρέπει να ιδωθούν από άλλες πλευρές επίσης.Όταν η παρατήρηση σε ένα ερευνητικό πεδίο είναι καινούργια,όπως έχω παραδεχθεί ότι κάποιες είναι σε εμένα,ή εάν κάποιες σκέψεις είναι έξω από την παραδοσιακή οδό,όπως υποψιάζομαι ότι κάποιες σκέψεις μου εδώ με αυτόν τον τρόπο θα εμφανισθούν σε κάποιους,δεν είναι απλό στη θεώρησή του το γεγονός ότι κάθε νόηση θα παραδεχθεί αυτή την προσπάθεια,ή θα την καθιερώσει μέσα από μία ξεκάθαρη και διαρκή αποτύπωση.Υπάρχουν κάποιοι πιστεύω,οι οποίοι δεν έχουν παρατηρήσει είτε στους εαυτούς τους είτε σε άλλους ότι αυτό το οποίο έχεις στοχεύσει φαίνεται από τη μία πλευρά δύσκολο αλλά μέσα από ένα άλλο τρόπο έκφρασης παρουσιάζεται πολύ καθαρό και ευφυές.Αν και εν τέλει το μυαλό λίγες διαφορές ανακάλυψε  στις φράσεις και αναρωτήθηκε γιατί κάποιος απέτυχε να γίνει  κατανοητός περισσότερο από έναν άλλο;

Γιατί το 1974 δεν υπήρχαν ντόπιοι τουρκοκύπριοι στην Κύπρο;

 


Γιατί το 1974 δεν υπήρχαν ντόπιοι τουρκοκύπριοι στην Κύπρο;

Το 1974 όταν έγινε ο Αττίλας Ι και ΙΙ, δεν υπήρχαν τουρκοκύπριοι στη νήσο της Κύπρου.  Υπήρχαν τούρκοι μεταφερόμενοι προκειμένου να ολοκληρωθεί το σχέδιο το οποίο είχε εξυφανθεί από τη  Μεγάλη Βρεττανία  ώστε η νήσος να μην ενωθεί με την Ελλάδα, αλλά ως ανήκουσα σε ντόπιους Ελληνοκυπρίους και σε τούρκους μεταφερομένους εποίκους (οι οποίοι κατονομάσθηκαν τουρκοκύπριοι) να καταστή με αυτές τις δύο πληθυσμιακές ομάδες ανεξάρτητο κράτος, εύκολα ελέγξιμο και διαχειρίσιμο, μέσα από λύσεις όπως η εισαγωγή της στην ευρωπαϊκή ένωση.

 Αλλά γιατί το 1974 δεν υπήρχαν τουρκοκύπριοι στη νήσο της Κύπρου; Με βάση τη συνθήκη της Λωζάννης η Βρεττανία οριστικοποίησε την κατοχή της νήσου, μόνον αυτή, οι τούρκοι επίσημα απώλεσαν κάθε κυριαρχικό δικαίωμα επάνω στην  Κύπρο, το υπέγραψαν φαρδιά πλατιά, δίδοντας τη  νήσο στους Άγγλους και μόνο.  Μέσα από τα άρθρα 16 και 22 η τουρκία αποποιήθηκε κάθε δικαιώματος επί της Κύπρου και των άλλων νήσων εκτός της περιφέρειάς της, δίδοντάς τα αποκλειστικά στους Βρεττανούς (κάθε δικαίωμα κατοχής και εκμετάλλευσης): συζητούμε βέβαια για την Ελληνική μακραιώνως Κύπρο. Οι εγκατεστημένοι τούρκοι επί της νήσου Κύπρου ( τουλάχιστον έως τον Νοέμβριο του 1914) είχαν δύο εναλλακτικές λύσεις: είτε να μείνουν στη νήσο αλλά ως Βρεττανοί και όχι τούρκοι πολίτες, λαμβάνοντας την Βρεττανική και μόνον υπηκοότητα, ή να φύγουν προς την Μικρά Ασία λαμβάνοντας την τουρκική υπηκοότητα, ως τούρκοι στην τουρκία. Το όριο ήταν το 1927, παρόμοιος όρος υπήρξε και σε συμφωνία της βρεττανίας πρίν τον  α΄παγκόσμιο πόλεμο, η οποία δεν υλοποιήθηκε λόγω των πολεμικών συνθηκών.

Η μετανάστευση τουρκοκυπρίων στην τουρκία (ήταν περί τις 61.000 οι τουρκοκύπριοι πρίν τη συνθήκη της Λωζάννης στο νησί της Κύπρου) ξεκίνησε με 6-8.000 περίπου ψυχές, σταδιακά θα μπορούσε η μετανάστευση αυτή να χαρακτηρισθεί ως αθρόα, για τον απλούστατο λόγο ότι η  τουρκική κυβέρνηση προσέφερε ως δέλεαρ την κλαπείσα περιουσια των Μικρασιατών η οποία εξ΄ολοκλήρου περιήλθε στα χέρια των τουρκοκυπρίων οι οποίοι ζούσαν πλέον ως ακραιφνείς τούρκοι στην Μικρά Ασία και αλλού. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι καθ΄όλη τη μετανάστευση των τουρκοκυπρίων προς τη Μικρά Ασία προκειμένου  ως τούρκοι πολίτες να ζήσουν στη νέα τους πατρίδα, τουρκικές εφημερίδες αλλά και τούρκοι επίσημοι προπαγάνδιζαν τα καλά της μικρασιατικής πλουσίας γής, η οποία για ευνοήτους λόγους είχε πολλά να προσφέρει στους νέους τούρκους πλέον εποίκους. Η Κύπρος πλέον έμεινε με ακραιφνείς βρεττανούς πολίτες, οι τελευταίοι των οποίων πήραν κανονικότατα την βρεττανική και μόνο υπηκοότητα πολιτογραφημένοι ως Βρεττανοί πολίτες.

Το πρόβλημα ανεφύη όταν οι τουρκοκύπριοι έφθασαν στη Μικρά Ασία: έχει να κάνει με το εξής: οι περιουσίες των μικρασιατών ήταν προϊόν μακράς και επίπονης δουλείας και ικανότητας: οι τουρκοκύπριοι όταν έφθασαν στην τουρκία και πήραν τις περιουσίες των μικρασιατών , αφενός έπρεπε να τις αναστήσουν (ήταν  κατεστραμμένες μέσα από τον  μικρασιατικό πόλεμο) αφετέρου έπρεπε να τις εξελίξουν δημιουργικά όπως οι προκάτοχοί τους μικρασιάτες: δεν τα κατάφεραν: από την άλλη πλευρά οι Βρεττανοί απαγόρευαν σε μικρασιάτες πρόσφυγες  να φύγουν προς την Κύπρο, βλέποντας τα μελλοντικά  γεωπολιτικά τους βρεττανικά σχέδια άρχισαν και πάλι να προσηλυτίζουν τους τούρκους που είχαν φύγει από την Κύπρο προς την  Μικρά Ασία να επιστρέψουν στην Κύπρο: όμως σύμφωνα με τη συνθήκη των Λωζάννης  μόνον ως Βρεττανοί υπήκοοι θα μπορούσαν να επιστρέψουν: σταδιακά φαίνεται ότι αυτό δεν τηρήθηκε στην προσπάθεια των Άγγλων να δημιουργήσουν μία τουρκοκυπριακή αντικοινότητα στην Ελληνοκυπριακή αντίστοιχη προκειμένου μέσα από την διχοτόμηση της νήσου να την εγκαταλείψουν αλλά να την ελέγξουν μέσω αυτών των κοινοτήτων.

Η μονογαμία ως στάδιο εξέλιξης του Εγώ (του Ενός Εαυτού).

 


Η μονογαμία ως στάδιο εξέλιξης του Εγώ (του Ενός Εαυτού).

Πότε γεννήθηκε η έννοια του γάμου; Μάλλον πότε γεννήθηκε η έννοια της ένωσης του άρρενος και του θήλεος; Ακόμα καλλίτερα: πότε γεννήθηκε η έννοια της ένωσης; Η απάντηση φαντάζει απλή: όταν ετοιμάσθηκε το άρρεν και το θήλυ. Άρα η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στη μονογαμία και στην πολυγαμία δεν είναι ότι η πρώτη είναι ηθική και η δεύτερη ανήθικη (αυτή η απλοϊκότητα η οποία στηρίζεται στο ότι αυτό που λέγει η γραφή είναι ηθικό κάθε τι άλλο είναι ανήθικο δεν έχει διασκεπτική προσφορά παρά μόνον ηθική ήρεμη ακινησία η οποία δεν βοηθεί στην ανάλυση καταστάσεων). Άρα πρώτα ετοιμάσθηκαν το άρρεν και το θήλυ και έπειτα ή έννοια της ένωσης αυτών: Επίσης ανάλογα με την ένωση κατανοούμε το θεολογικό και κοινωνικό αλλά και το πολιτικό υπόβαθρο των ιστορικών εποχών.

Είναι σαφές λοιπόν ότι υπήρξε εποχή κατά την οποία το θήλυ και το άρρεν δεν είχαν διακριτούς ρόλους άρα δεν υπήρχε λόγος να ενωθούν. Η χαοτική οντολογική πορεία είχε έχει και θα έχει πολλούς τρόπους ανακατανομής της δυνάμεώς της: άρα υπήρξε εποχή κατά την οποία η ζωή ερχόταν μέσα από την ανακατανομή της μίας κυρίας οντολογικής δυνάμεως η οποία αυτοκατένειμε τον εαυτό της σε  νέες μορφές και είδη: Αυτό ως ανάμνηση ισχύει στα πρωτόζωα (αμοιβάδες) οι οποίες αυτοαναπαράγονται ως μία αυτοκατανεμηθείσα οντολογική δύναμη. Δεν έχουμε καμμία εμπειρία από τέτοιες εποχές, μάλιστα θα λέγαμε ότι μας φαίνεται πολύ παράξενο να προχωρεί η ζωή χωρίς άρρεν και θήλυ: Θα μπορούσαμε όμως να ερωτήσουμε η γαία και ο ουρανός δεν είναι τμήση και διχοτόμηση της μίας δυνάμεως η οποία αυτοδιαιρέθηκε σε δύο μέρη; Ο Ησίοδος συζητεί ότι από το Χάος προήλθε η Ζωή  όπως και ο Όμηρος  συζητεί ότι εις το Χάος επιστρέφουμε, άρα το Χάος αυτομερίζεται και δημιουργεί την Ημέρα, η Ημέρα υπό το Φώς του Ηλίου διαμοιράζει τη δύναμη σε ενέργεια ως μεταφορά  (θήλυ) και μορφική εκμετάλλευση  αυτής της ενεργείας (άρρεν): για αυτό ο Δίας (ειδικά στον  Προμηθέα Δεσμώτη) δεν κατηγορείται από τον Προμηθέα ως κακός παραγωγός της οντολογικής και κοσμικής ενεργείας αλλά ως κακός διαχειριστής: για αυτό εξάλλου και το όνομα του Διός παράγεται από το ρ.δαίω μοιράζω, είναι ο διαμοιραστής των ήδη υπαρχουσών θηλέων φυσικών δυνάμεων: άρα σταδιακά οι άνθρωποι ακολουθούν το ότι μία οντολογική δύναμη διχοτομήθηκε, η γαία και ο ουρανός, αυτό σταδιακά δίδει δύο νέους ρόλους συνεχείας της οντολογικής δυνάμεως : το θήλυ διά του άρρενος, συεχίζουν την οντολογική κατανομή δυνάμεων.  

Είναι σοβαρό λοιπόν να κατανοήσουμε ότι το άρρεν και το θήλυ είναι τρόποι συνεχείας  αλλά και διαχείρισης της μίας οντολογικής δυνάμεως: Είναι η περίφημη αρχή της μίττωσης εκ της οποίας το ζυγωτό διαιρείται και παράγει διά του θήλεος και άρρενος ζωή συνεχείας, έως τον επόμενο τρόπο της οντολογικής χαοτικής πορείας. Αυτό το κατανοούμε πολύ καλά μέσα από τα γραφόμενα στη γένεση: ο θεός της γενέσεως πρώτα μορφοποιεί τις οντολογικές δυνάμεις ως φύση, σύνολο ιδιοτήτων και τρόπου πορείας (φτιάχνεται η οικία μέσα στην οποία θα ζήσουν οι άνθρωποι, η φύση γίγνεται το καταφύγιο του ανθρώπου ο οποίος αποκόπτεται από το ον ως τέτοιο και πλέον θα πορευθεί ως άρρεν και θήλυ). Έπειτα φτιάχνεται ο Αδάμ και βέβαια η Εύα: δεν πρέπει να φάγουν το μήλον της αναμνήσεως, για να θυμηθούν πώς θα συνεχίσουν την οντολογική αποστολή τους δημιουργώντας την ανθρωπίνη ιστορία: παρατηρούμε λοιπόν στη γένεση την έννοια της διαίρεσης: η μία οντολογική δύναμη διαιρείται σε φύση (θήλυ) και μορφή διαχείρισης της φύσης (άρρεν): για αυτό  λέγει ότι το θήλυ δημιουργήθηκε από το πλευρό του Αδάμ: Διά του Αδάμ η προϋπάρχουσα αυτού φύση αποκολλάται ως τρόπος μορφοποίησης και ως κομμάτια δυνάμεων φτιάχνει το ανθρώπινο σύμπαν.

Άρα λοιπόν το ανθρώπινο σύμπαν στηρίζεται στην διαίρεση: η μία οντολογική δύναμις κατανομής μορφών και δυνάμεων διαιρείται: ο τρόπος είναι κοινός: το ένα μέρος  είναι οι συσσωρευθείσες οντολογικές δυνάμεις οι οποίες θα κτίσουν την ανθρώπινη ιστορία: γεννιούνται, φύουν, αυτές οι δυνάμεις (φύση) μέσα από τα σπλάχνα του όντος: ο άνθρωπος κλείνεται σε αυτό το σπίτι δυνάμεων και με αυτές κτίζει τον κόσμο των ανθρώπων: η θηλυκή συσσώρευση δυνάμεων επιφέρει την άρρενα εκμετάλλευση αυτών: ως ο οικοδόμος: συλλέγει τα υλικά και με αυτά κτίζει την οικοδομή.

Για αυτό οι πρωταρχικές δυνάμεις του όντος (όπως έχουν σωθεί σε ελάχιστα κοσμοθεωρητικά γραπτά (Ησίδοος , Όμηρος κ.λ.π) είναι άφυλες: οι Γίγαντες και οι Τιτάνες σε μεγάλο βαθμό παρουσιάζονται ως άφυλα τέρατα, μετά από αυτά τα τέρατα παρουσιάζεται ο Έρωτας όταν διά της διαίρεσης πλέον πλάθεται η Νύκτα (πρώτη προτύπωση του θηλυκού) και η Ημέρα (διά του Ηλίου η προτύπωσις του άρρενος Νοός (οι προσδιορισμοί άρρεν και θήλυ (ακόμη) δεν έχει καμμία σχέδη με την έμφυλη μετέπειται ταυτότητα: είναι ο οντολογικός τρόπος μεταφοράς δυνάμεως (θηλυκή Νύκτα) και ο τεκτονισμός αυτής (άρρεν Ημέρα): η έμφυλη ταυτότητα  είναι η μετέπειτα πολιτική ταυτοποίηση αυτών των οντολογικών κατ΄αρχάς ταυτοτήτων.

Απόσπασμα από το βιβλίο μου: πέρα από τη ζωή και το θάνατο.

 


Εισαγωγή και Πρόλογος.

Αναμφίβολα οι δύο πύλες μέσω των οποίων έχει μάθει να διέρχεται πλέον κάθε ανθρώπινη ύπαρξη είναι η ζωή και ο θάνατος. Οι Συμπληγάδες πέτρες αυτού του πολιτισμού είναι η ζωή και ο θάνατος.Δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος ο οποίος να μην γνωρίζει τις θεμελιώδεις αυτές έννοιες, ίσως για αυτό το λόγο ο Kantθα τις είχε κατατάξει στις καθ΄εαυτές apriori πρωτογνώσεις, καθαρές πρωτογνώσεις, του ανθρώπου. Εάν όμως σκεφθούμε ότι ο άνθρωπος ο οποίος πορεύεται αιώνες τώρα μέσα στην ποικίλη άγνοια και την αδυναμία να κάνει πάντα όσα σκέφτεται, τότε θα σκεφθούμε ίσως ότι και αυτή η σκέψη περί της ζωής και του θανάτου είναι αρκετά σφαλερή, ίσως μάλιστα έχει αντικαταστήσει μία σωστότερη και οντολογικότερη θέαση αυτών των δύο καταστάσεων.

Η ζωή λοιπόν και ο θάνατος δεν απουσιάζουν από καμμία θεολογία και φιλοσοφία, έχουν μάλιστα κινήσει την παγκόσμιο ιστορία διότι από αυτές τις δύο δυνάμεις αρπάχθηκε ο άνθρωπος προκειμένου να κτίσει τα φιλοσοφικά του αλλά και τα θεολογικά του συστήματα, τα οποία πολύ χρησιμοποίησαν την αγάπη προς τη ζωή και το φόβο προς το θάνατο. Πράγματι μέσα στην πορεία της ανθρώπινης ζωής, αυτές οι δύο αναλυόμενες εδώ πύλες της ανθρώπινης και όχι μόνον πορείας, χρησίμευσαν ως μαγνήτες, έλκυσαν εκατομμύρια ανθρώπων, γέννησαν και δημιούργησαν πολλούς θεούς και σκεπτικά συστήματα, φόβησαν αλλά και χαροποίησαν πάμπολλους ανθρώπους, ζώα και λοιπές έμψυχες μορφές.

Η ζωή και ο θάνατος αποτελούν πλέον οντολογικά όρια και απευθύνονται μόνον σε έμψυχα όντα. Και αυτό είναι η αιτία εκ της οποίας αρυόμενος κάποιος θα μπορούσε να αμφισβητήσει και τις δύο αυτές ιδιότητες του όντος (;) ή ακόμα και να τις αρνηθεί. Η ζωή και ο θάνατος πράγματι αποτελούν διασπαστικά όρια μέσα στο σύμπαν, είναι αυτές οι δύο επιβληθείσες έννοιες (καταστάσεις) οι οποίες διαχώρισαν τις οντικές κατανομές δυνάμεων σε ζωντανές και νεκρές, σε έμψυχες και άψυχες, και κανείς πραγματικά δεν μπορεί να σκεφθεί μία άλλη θεώρηση της ζωής πέρα από τις παρεδεδομένες ζωντανές και νεκρές θεωρήσεις των όντων. Το διπολισμό της ζωής και του θανάτου οι προσαρμοσμένοι σε αυτόν τον κόσμο και τις θεωρήσεις του φιλόσοφοι, τον συνταίριαξαν σε κάθε θεώρηση περί του πνεύματος και της ψυχής και του σώματος. Λανθάνοντας ότι το Όν είναι μία διαρκής συνέχεια ανακατανεμηθεισών δυνάμεων οι φιλόσοφοι μέσα από τιις παρωπίδες της ζωής και του θανάτου, μέσα από τις συμπληγάδες  πέτρες αυτές, προσπάθησαν να ελέγξουν κάθε ανθρώπινη κίνηση, επιβίωσαν μόνον όσοι πέρασαν από αυτές τις  συμπληγάδες  πέτρες προσαρμοσμένοι στη ζωή και το θάνατο και σε όσες παραμέτρους νοητικές και ηθικές επινοήθηκαν ώστε απόλυτα να ελεγχθεί η ανθρώπινη ζωή.

Ως εκ τούτου πραγματικά οι έννοιες και συλλήψεις της ζωής και του θανάτου (οι οποίες διαλύουν κάθε έννοια συμπαντικής διαδοχής δυνάμεων και ενεργειών) εδημιούργησαν το μικροσύμπαν μέσα στο οποίο ζούμε, εγέννησαν τις ανύπαρκτες οντολογικά μεταβλητές του σώματος και του πνεύματος και της ψυχής, καθόρισαν τις σκέψεις και τις δράσεις και τα συναισθήματα των ανθρώπων, τους θεούς και τους τύπους των ανθρώπων που επιθυμούν να έχουν, τον τρόπο που πορεύονται και ατενίζουν τον κόσμο γύρω τους.

Σαφέστατα η υιοθέτηση των υπάρξεων της ζωής και του θανάτου καθιέρωσαν τον τρόπο ιστορικής πορείας των ανθρώπων, ακόμα και των πλέον προηγμένων νόων. Ίσως απετέλεσαν λέξεις βάσει των οποίων συνεννοούνται πλέον οι άνθρωποι, διότι εάν κανείς προσφέρει άλλη θεώρηση του σύμπαντος και της πορείας του ίσως δεν γίνει αντιληπτός από κανένα. Η ζωή και ο θάνατος καθιέρωσαν τον τρόπο πορείας του σύμπαντος και είναι βέβαια πολύ πιθανόν το σύμπαν ως τέτοιο να μην γνωρίζει τίποτε για τη ζωή και το θάνατο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και οι οντολόγοι προσωκρατικοί δεν κινήθηκαν παραγωγικά (από το σύμπαν ως τέτοιο προς τα όντα) αλλά καθαρά επαγωγικά από τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων προς τον τρόπο δράσης του σύμπαντος. Ας ασχοληθούμε συνοπτικά με τον Αναξίμανδρο : ήταν αδύνατο για τον μεγάλο αυτό φιλόσοφο να σκεφθεί πέρα από τις δυνάμεις του ζεστού και του κρύου, όμως το ζεστό και το κρύο αποτελούν καταστάσεις ανθρώπινες τις οποίες το Όν δεν βιώνει, όπως δεν βιώνει τη φθορά και την αφθαρσία, καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι όλες οι έννοιες που κυβέρνησαν την ανθρώπινη ζωή, άρα και η ζωή και ο θάνατος δεν έρχονται από το σύμπαν προς τον άνθρωπο αλλά αντίστροφα από τον άνθρωπο προς τις συμπαντικές δυνάμεις, γι αυτό εξάλλου προκύπτουν και οι θεοί προκειμένου οι άνθρωποι να φτιάξουν όσα περισσότερα σκαλοπάτια μπορούν στη σκάλα προς τον ουρανό.

Η διαπίστωση ότι ο κυριότερος ίσως μαθητής του Σωκράτους είναι ο Ευκλείδης, ο δημιουργός της εφηρμοσμένης Γεωμετρίας με σχήματα και γραμμές, δεν είναι καθόλου άσχετη με το όλο θέμα μας εδώ. Στο πέρασμα του Χρόνου η ανακατανομή των οντικών δυνάμεων ωδήγησε στη συρρίκνωση των οντικών δυνάμεων προκειμένου να ξεπηδήσει ένας ακόμη πλανήτης εξάντλησης των οντικών δυνάμεων, και αναφερόμαστε στη γή. Αυτό σηματοδοτεί και η τιτανομαχία. Το άπειρο του όντος πρέπει να γίνει συγκεκριμένο ως δύναμη και μορφή. Ο κόσμος μικραίνει και χωρεί σε 12 δυνάμεις, θεών, όμως αυτό δεν φθάνει για να ελεγχθούν άνθρωποι και πορείες. Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι για τον ανθρώπινο έλεγχο, προκειμένου να ελεγχθεί ο άνθρωπος ως πορεία και μορφή δεν επαρκούσε η μίκρυνση  του κόσμου. Εντάξει, το άπειρο έγινε ο μικρόκοσμος της αντιληπτικής μας ικανότητας, θείας και ανθρώπινης. Πλέον ως κόσμος εννοείται όχι το αχανές όν αλλά ο κόσμος ο οποίος υπακούει σε τρείς προϋποθέσεις:

Η προέλευσις των Πλατωνικών αρετών μέσα από την Οδυσσεϊκή περιπλάνηση.

 


Η προέλευσις των Πλατωνικών αρετών  μέσα από την Οδυσσεϊκή περιπλάνηση.

Η μέθοδος ανεύρεσης της Αληθείας εκ μέρους του Ομήρου είναι η περιπλάνησις: αλλά η κινησιακή περιπλάνησις. Η ίδια μέθοδος κληρονομήθηκε σε όλη την μετέπειτα φιλοσοφία: η μέθοδος ανεύρεσης της Αληθείας στην Ελληνική φιλοσοφία είναι η περιπλάνησις: είτε η πραγματική (μυθολογικώς κινησιακή) όπως στον  Όμηρο, είτε οι περιπλανήσεις του νοός (πλατωνικοί διάλογοι ) κ.λ.π. Είναι το σημείο τομής σε σχέση με την ανατολική αποκαλυπτική αλήθεια: στον Όμηρο η Αθηνά και ο Δίας και ο Ερμής δεν προσφέρουν καμμία αποκαλυπτική αλήθεια: αντίθετα δίδουν σημεία τα οποία ως κίνητρα νόστου κινητοποιούν τον Οδυσσέα ο οποίος ως περιπλανούμενος κινούμενος επιστρέφει στην ατομική του αλήθεια, την Ιθάκη.

Η Αλήθεια βέβαια στον Όμηρο (επειδή η περιπλάνησις είναι κινησιακή (βιωματική) δεν έχει καμμία σχέση με την αλήθεια στον Πλάτωνα ως αναμνησιακό νοησιοκρατικό καθεστώς: αυτό εξηγείται εάν ίδωμεν την αλλαγή της κίνησης προς την Αλήθεια από τον Όμηρο ως τον Πλάτωνα: η πλατωνική κίνησις προς την Αλήθεια είναι νοησιοκρατική, ο Σωκράτης ακίνητος στην Αθήνα κινείται πνευματικά στο σύμπαν  για να ανακαλύψει τις επαγωγικές και οριστικές αρχές του. Αντίθετα ο Οδυσσέας δεν σκέπτεται αλλά κινείται στο πέλαγος του σύμπαντος, βλέπει, αντιμετωπίζει, βιωματικά κινείται και με αυτόν τον τρόπο ανακαλύπτει την αλήθεια: για αυτό και η αλήθεια στον Πλάτωνα είναι η μη-λήθη της ιδέας του αγαθού, ενώ στον Όμηρο είναι η ατρέκεια, δηλαδή να μην τρέμει κανείς όταν κινείται στο πέλαγος της επιστροφής διότι δεν πρέπει να παρεκτραπεί της οδού του νόστου φθάνοντας στην Ιθάκη της επιστροφής του.

Άρα η Αλήθεια είναι περιπλάνηση σώματος και νοός: συνθετικά: αλήθεια είναι η ομόνοη κίνησις σώματος και νοός  προς τον ατομικό τόπο όπου ανήκουμε. Αλλά σε κάθε περίπτωση η αλήθεια είναι περιπλάνηση: για αυτό οι λατίνοι είπαν ότι το ρήμα: απατώμαι: θα είναι το erro : το οποίο σημαίνει περιπλανώμαι: για αυτό και οι χριστιανοί συνδύασαν την πλάνη με το ψεύδος: διότι μόνον η σταθερότης  δήθεν του χριστιανικού θεού είναι η ασφαλής αλήθεια: αλλά αυτή είναι η σημαντικοτέρα διαφορά του Ελληνικού συμπαντικού πνεύματος και του χριστιανικού δογματισμού.

Ο Έλληνας κινείται, κινείται  με όλους τους τρόπους προκειμένου να ανακαλύψει τους δρόμους της συμπαντικής περιπλάνησης η οποία και θα τον οδηγήσει πολύ μακριά στον οντολογικό του προορισμό. Ενώ ο μεταχριστιανικός  κόσμος, μίσησε την περιπλάνηση, ακινητοποίησε την αλήθεια στο πρόσωπο ενός ακινήτου θεού, η περιπλάνησις ταυτίσθηκε με τον πόνο και τη δυστυχία, ο ακίνητος θεός και η ακινησία θεωρήθηκαν ως πηγή αληθείας: μέχρι το στωϊκό έκτρωμα το οποίο αποθέωσε την αταραξία (δηλαδή ποια αταραξία θα μπορούσε ο Οδυσσέας να νοιώσει έναντι της Σκύλλας;).

Η περιπλάνησις λοιπό στον μεταρωμαϊκό μεταελληνιστικό κόσμο (όπου επί Φλαβίων σμιλεύθηκε το φαντασίωμα του χριστιανισμού) θεωρήθηκε ως κάτι το κακό διότι ξαφνικά μέσα στο χάος της Ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής ήταν μεγάλο πρόβλημα οι άνθρωποι να αγαπούν την περιπλάνησιν: η περιπλάνησις είναι θέμα του Ενός (ας θυμηθούμε το προοίμιο της Οδυσσείας το οποίο εξυμνεί την περιπλάνησιν ως ικανότητα του Ενός, ο οποίος ανευρίσκει το συμπαντικό του δρόμο ως Είς επιβιούς των περιπλανήσεων του όλου). Η περιπλάνησις δεν αντέχεται στον μεταελληνιστικό κοντοχριστιανικό κόσμο: αφ΄ενός μέν όλοι οι άνθρωποι εξισώνονται κάτι το οποίο καθιστά την Γαία γλυκεία πατρίδα όλων (κάτι το οποίο είναι άγνωστο στον Οδυσσέα εκεί όπου η κάθε Πατρίδα είναι διαφορετική και ατομική, δεν υπάρχει κοινή Πατρίδα διότι ο κάθε ξεχωριστός Κοίρανος Βασιλεύς αξιώνει τη δική του Πατρίδα, διότι αυτός δίδει αξία στην Πατρίδα, είναι ο Βασιλεύς της, δεν δίδει αξία η Ιθάκη στον Οδυσσέα, για αυτό και σκοτώνει τους μνηστήρες, για να ξαναδώσει τη χαμένη αίγλη στην ηγεία Πατρίδα. Αφ΄ετέρου μέσα από τη Ρώμη έγινε το πλέον οντολογικό ξεκαθάρισμα (κάτι το οποίο ελάχιστοι έχουν αντιληφθεί): μέσα από την πλατωνική και αριστοτελική φιλοσοφία: τα όντα απώλεσαν την οντολογική χροιά τους, απεκόπησαν από την οντολογική συνέχειά τους και απέκτησαν την έννοια του πραγματικού: μέσα από τη ρωμαϊκή έννοια του : δίκαιο είναι αυτό το οποίο πειθαρχεί στο κυριολεκτικό, χάθηκε το φαντασιακό, ενορατικό, οντολογικό της Ελληνικής διακοσμικότητας. Ό άνθρωπος σταμάτησε να ζεί σε οντολογικούς ορίζοντες και έγινε το σύνολο αυτού που σκέπτεται να υπακούει σε αυτό που βλέπει και ακούει. Άρα οι οντολογικοί άνθρωποι εξαφανίσθηκαν και περιμένουν καρτερικά την μεγάλη κατά-στροφή ώστε να συνδεθούν με τις γήϊνες δυνάμεις συνεχείας τους, επικράτησαν οι πραγματικοί άνθρωποι αυτοί οι οποίοι κάνουν όσα βλέπουν και βλέπουν όσα κάνουν. Για αυτό και σε αυτό το σημείο παρουσιάσθηκε ο θεός ο κυριολεκτικός θεός του κυριολεκτικού ανθρώπου, ο Ιησούς Χριστός.

Κεφάλαιο 1. Συνελόντι ειπείν περί της γενικής αιτίας της απαρχής κάποιων Πόλεων, αναφορά στην αιτία γένεσης της Ρώμης (σε δική μου μετάφραση).

 


Κεφάλαιο 1.

Συνελόντι ειπείν περί της γενικής αιτίας της απαρχής κάποιων Πόλεων, αναφορά στην αιτία γένεσης της Ρώμης. (Από τις επιστολές του Μακιαβέλι πρός τον Τίτο Λίβιο) (σε δική μου μετάφραση).

 

Αυτοί οι οποίοι ασχολούνται με τη γένεση και εμφάνιση της πόλης της Ρώμης, επίσης με τους νομοθέτες της αλλά και με τον τρόπο οργάνωσής της, δεν απορούν με το γεγονός ότι τόσο πολύ περίσσευμα αρετής και χάρης συσσωρεύθηκε για τόσο πολλούς αιώνες στην Αιώνια Πόλη, δεν απορούν επίσης με το ότι εκεί μετέπειτα εμφανίσθηκε η ένδοξη αυτοκρατορία η οποία συνοδεύθηκε από την εμφάνιση της Δημοκρατίας. Ξεκινώντας λοιπόν τη συζήτηση περί της γένεσης της Ρώμης, διαπιστώνω ότι όλες οι πόλεις θεμελιώνονται από άνδρες οι οποίοι είναι γηγενείς, ανήκουν στον τόπο θεμελίωσης των πόλεων, βέβαια πολλές πόλεις γεννώνται από αλλογενείς. Η πρώτη περίπτωση των γηγενών ανθρώπων συμβαίνει στις πόλεις όταν εμφανίζονται τα παρακάτω φαινόμενα: Οι κάτοικοι των πόλεων αυτών δεν νοιώθουν ασφαλείς επειδή συχνά διασπώνται σε μικρές ή μεγαλύτερες παρατάξεις, εκ των οποίων η κάθε μία μόνη της αλλά και όλες μαζί λόγω της τοποθεσίας και του μικρού αριθμού ανδρών αδυνατούν να αντισταθούν στις όποιες επιθέσεις από αυτούς οι οποίοι στοχεύουν  και μπορούν και επιτίθενται σε αυτές τις πόλεις, ώστε δεν είναι ικανοί να αμυνθούν για χάρη της πόλεως όταν οι εχθροί εμφανίζονται πρό των πυλών. Αλλά ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία μπορούν να αμυνθούν, γρήγορα πρέπει να εγκαταλείψουν τα καταφύγιά τους ώστε γίνονται τις περισσότερες φορές εύκολη λεία για τους αντιπάλους τους. Σε τόσο μάλιστα μεγάλο βαθμό συμβαίνει όλο αυτό ώστε για να αποφευχθούν αυτοί οι κίνδυνοι παρακινούμενοι  είτε από μόνοι τους είτε έπειτα από παρότρυνση κάποιου που διαθέτει την ανάλογη εξουσία , αυτοπεριορίζονται στο να ζούν όλοι μαζεμένοι σε ένα τόπο που από αυτούς επελέγη, ο οποίος είναι περισσότερο ασφαλής και εύκολος στο να τον υπερασπισθούν. Αυτοί είναι και οι λόγοι – ανάμεσα σε άλλους – οι οποίοι εγέννησαν την Αθήνα και τη Βενετία. Η πρώτη εγεννήθη μέσα από τη μεγαλοφυία του Θησέα ο οποίος συνένωσε πολλούς διεσπαρμένους κατοίκους και αυτό το έπραξε για μία σειρά από λόγους. Η δεύτερη, η Βενετία οικοδομήθηκε από πολλούς ανθρώπους οι οποίοι είχαν φθάσει σε διάφορα  αλλά συγκεκριμένα μικρά νησιά τα οποία βρίσκονται μέσα στην εμβέλεια της Αδριατικής θάλασσας, προκειμένου να γλιτώσουν από τους τόσους πολλούς πολέμους οι οποίοι συνέβαιναν στην Ιταλία, λόγω της καθόδου των βαρβάρων έπειτα από την πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, άρχισαν λοιπόν όλοι αυτοί, χωρίς την παραμικρή καθοδήγηση από κάποιον Πρίγκηπα να διαβιούν κάτω από συγκεκριμένους νόμους οι οποίοι τους  φάνηκαν ιδανικοί στο να τους διατηρήσουν (δημιουργώντας τη νέα πόλη τους). Τα κατάφεραν περίφημα σε όλο αυτό το σχεδιασμό της ζωής τους λόγω της μεγάλης περιόδου ειρήνης την οποία επεφύλαξε σε όλους αυτούς η Πολιτεία, διότι από τη θάλασσα είχαν αποκλεισθεί οι κίνδυνοι λόγω του γεγονότος ότι όλοι αυτοί οι οποίοι εποφθαλμιούσαν την Βενετία δεν διέθεταν στόλο ικανό στο να την προσβάλλουν. Από την αρχή λοιπόν μπόρεσαν να αναπτύξουν το μεγαλείο της πόλης τους όπως το βλέπουμε σήμερα.

Η δεύτερη περίπτωση είναι αυτή κατά την οποία μία πόλη οικοδομείται από δυνάμεις αλλοδαπών, αυτό όμως συμβαίνει από ελεύθερους ανθρώπους και από ανθρώπους οι οποίοι εξαρτώνται από άλλους, ως τέτοιες περιπτώσεις θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τις αποικίες οι οποίες δημιουργούνται είτε από τα Πολιτεύματα είτε από τον Ηγεμόνα προκειμένου  οι πόλεις τους να ανακουφισθούν από τον υπερβολικό υπερπληθυσμό ή οι ίδιες αυτές νέες πολιτείες αναπτύσσονται προκειμένου να μπορούν να υπερασπισθούν τους εαυτούς τους ως καινοφανείς δομές παραμένοντας ασφαλείς με το μικρότερο δυνατόν κόστος. (Αυτός ο Ρωμαϊκός σου λαός δημιούργησε πολλές πόλεις σε όλο το εύρος της ένδοξης αυτοκρατορίας του)μπορεί ακόμα όμως Πόλεις να οικοδομούνται από κάποιον Ηγεμόνα ο οποίος δεν δημιουργεί όλα αυτά παρά μόνον για τη δόξα του και ας μην κατοικήσει ποτέ σε αυτές τις Πολιτείες. Τρανό παράδειγμα αποτελεί η Αλεξανδρούπολη η οποία ναι μέν οικοδομήθηκε από το Μέγα Αλέξανδρο, αυτός όμως ποτέ δεν κατοίκησε εκεί. Επειδή όμως αυτές οι Πόλεις εκ της γενέσεώς των δεν διαθέτουν την Ελευθερία τους σπάνια επιτυγχάνουν σημαντική πρόοδο ώστε να απαριθμηθούν ανάμεσα στα κραταιά Βασίλεια. Παράδειγμα όλων αυτών αποτελεί η οικοδόμηση της Φλωρεντίας ( η οποία μπορεί να κτίσθηκε  από τους στρατιώτες του Σύλλα, μπορεί όμως να οικοδομήθηκε και από τους κατοίκους των όρων  του Φιέζολε, οι οποίοι εμπιστευόμενοι  τη μεγάλη περίοδο ειρήνης η οποία επεκράτησε στον κόσμο κάτω από τη Βασιλεία του Οκταβιανού Αυγούστου αφέθηκαν στο να ζούν ήρεμα κατά μήκος της πεδιάδας του Άρνου ποταμού). Η Φλωρεντία λοιπόν κτίσθηκε κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, άρχισε όμως να αναπτύσσεται εξ΄αρχής στο βαθμό που μεγαλόψυχα συναινούσε στην όλη της εξέλιξη ο Ηγεμόνας της.

Γιατί η φράση: εν οίδα ότι ουδέν οίδα( ένα γνωρίζω ότι τίποτε δεν γνωρίζω) δεν ειπώθηκε ποτέ από το Σωκράτη;

 


Γιατί η φράση: εν οίδα ότι ουδέν οίδα( ένα γνωρίζω ότι τίποτε δεν γνωρίζω) δεν ειπώθηκε ποτέ από το Σωκράτη;

Ας αρχίσουμε αντίστροφα: ποια στοιχεία της παραπάνω  φράσεως συνάδουν με το Σωκρατικό τρόπο και συναινούν στο να είναι πιθανόν η  φράσις αυτή τελικά να ειπώθηκε από τον Αθηναίο σοφό; Όλη η φράσις είναι στο α΄ενικό πρόσωπο: κάτι το οποίο πλήρως  συμφωνεί με τον ιδρυτή της προσωπικής φιλοσοφίας , το Σωκράτη, ο οποίος συζήτησε για το Εγώ ως ανάμνηση, σκέψη, πράξη, ηθική. Άραη φράσις αυτή θα μπορούσε από αυτή την άποψη να  έχει ειπωθεί από το Σωκράτη.

Το δεύτερο στοιχεόο της φράσης το οποίο συναινεί στο ότι θα μπορούσε η φράσις αυτή να έχει ειπωθεί από τον Αθηναίο σοφό είναι το αριθμητικό Ένα το οποίο προτάσσεται της φράσεως: ο Σωκράτης όντως μέσα από τους επαγωγικούς του λόγους προσπάθησε πολύ να εύρη τους συνεκτικούς εκείνους άξονες (ιδεατούς και αξιακούς) οι οποίοι συνέχουν το σύμπαν, ορίζουν τις ιδέες και τις αξίες και τις προσφέρουν στους ανθρώπους. Ως Έν μέγεθος συνεκτικό και συλλογικό για όλους τους ανθρώπους: όταν ο Σωκράτης λέγει: ουδείς εκών κακός, αυτή η φράση είναι Έν για όλους τους ανθρώπους.

Γιατί όμως δεν θα μπορούσε ο Σωκράτης να έχει είπει ποτέ αυτή τη φράση.

Κατ΄αρχάς στον Θεαίτητο ο Πλάτων προσπαθεί απεγνωσμένα να εύρη πηγές ασφαλούς γνώσεως, χωρίς να καταλήγη σε καμμία. Ταλαντεύεται ανάμεσα στην αίσθηση και στην πνευματική εκμετάλλευση της αισθητηριακής γνώσεως. Προσπαθεί απεγνωσμένα να εισαγάγει σε φόρμες ασφαλών ιδεών και αξιών το σύνολο των αισθητηριακών δεδομένων ώστε να οικοδομήσει ένα σύστημα ασφαλών επαγωγικών ιδεών που θα χαρακτηρίζει το σύνολο της κοινωνικής, πολιτικής, πολιτιστικής ζωής. Άρα ο Σωκράτης καταλήγει σε πράγματα που γνωρίζει: γνωρίζει την ιδέα του Αγαθού, τις αρετές της Σοφίας, της Σωφροσύνης, της Ανδρείας, της Δικαιοσύνης.

Γνωρίζει τον εκπληκτικό τρόπο σύμφωνα με τον οποίο η ιδέα παράγει την αρετή: η ιδέα (εκ του ρήματος :ορώ, είδον) είναι η ενορατική αντίληψις των συμπαντικών δυνάμεων οι οποίες συνέχουν το σύμπαν: όταν λοιπόν συζητεί ο Πλάτων  για την ιδέα του Αγαθού, διαβλέπει ότι υπάρχει μία κοινή δύναμη η οποία συνέχει και καθορίζει και τελεολογεί το σύμπαν: αυτή η   δύναμις ως παράστασις του τρόπου της επάνω στη  γή, στον κόσμο, στον άνθρωπο περνά στον άνθρωπο, στην αρχή στο μυαλό: βλέπουμε  την αρμονία του κόσμου, ο ήλιος φωτίζει όσο χρειάζεται, η θάλασσα βρέχει αλλά δεν καταστρέφει: αυτός ο τρόπος εξωτερικεύεται ως αρετή αφού πρώτα ώφθη (την είδε) υπό του ανθρώπου. Ο τρόπος του Αγαθού επί του κόσμου γίγνεται αρετή του ανθρώπου επί των πολιτών: σοφία συμπεριφοράς, σωφροσύνη τρόπων,ανδρεία φερσίματος, δικαιοσύνη ισορροπίας.

Η έννοια της παιδείας στον Όμηρο.

 


Η  έννοια  της  παιδείας  στον  Όμηρο.

Η Ομηρική παιδεία στον κόσμο της Ιλιάδος και της Οδύσσειας  αναλύεται μέσα στο ευρύτερο κόσμο των θεών και μόνον κατά αυτόν τον τρόπο κατανοείται. Η Ομηρική παιδεία αναλύεται ανάμεσα στις συμπαντικές δυνάμεις και στο Υποκείμενο, υλοποιείται με βάση τον ατομικό αγώνα, την κίνηση, την  προΰπαρξη της πράξης έναντι της σκέψης. Η Ομηρική παιδεία είναι μία ανεστραμμένη παιδεία (ομοιά της είναι η εικονική σημερινή ψηφιακή παιδεία) διότι δεν ξεκινά από δεδομένες ιδέες, από προϋπάρχουσες ιδέες, αλλά όλα γεννώνται (ως ιδέες και πράξεις) μέσα από τα δεδομένα της περιπλάνησης (ο Οδυσσέας ανακαλύπτει τη σκέψη της εγκράτειας όταν τυφλώνει τον Πολυφημο, αυτή δεν προϋπάρχει αλλά γεννάται εκείνη τη στιγμή, διότι εάν προϋπήρχε θα είχαν σωθεί και οι  σύντροφοι του Οδυσσέως στο νησί του Ηλίου).

Η Ομηρική παιδεία είναι αρχέγονος ανταλλαγή συμπαντικών δυνάμεων με το νοούν και πράττον υποκείμενο: Είναι θεατρική (διότι στηρίζεται στο γεγονός ότι το σκεπτόμενο Υποκείμενο εξήλθε του οντολογικού κύκλου, δεν είναι χαμένο μέσα στη Ποσειδώνεια θαλλάσσια και ατέρμων οντολογική πορεία, αλλά εξήλθε της οντολογικής πορείας και θέλει να χαράξει τη δική του πορεία μέσα στο αχανές Όν: για αυτό και ο Ποσειδών είναι ο μεγάλος εχθρός: θέλει να ξαναβυθίσει το νοούν υποκείμενο στο χάος της εσωτερικής οντολογικής πορείας χωρίς να  μπορεί το Υποκείμενο ως εξωτερικότητα και με βάση τις δικές του εμπειρίες να κτίσει τον κόσμο ιδεών και αξιών και πράξεων). Είναι δραματική: ο Οδυσσέας δημιουργεί ιδέες και χαρακτήρα πρώτα μέσα από τη δράση: Απουσιάζει όμως το σημείο της μίμησης: ο Οδυσσέας δεν μιμείται κανέναν διότι αυτοαποφασίζει τη δημιουργία του νοουμένου και αξιακού χαρακτήρα. Όταν αντιστέκεται στην Κίρκη και δημιουργεί το χαρακτήρα του νοουμένου ανθρώπου ο οποίος επιλέγει τον κόσμο της νοητικής συνέχειας και όχι της ακινησίας των παθών ο Οδυσσέας δεν μιμείται κάποιον άγιο ή όσιο απλά επιλέγει την οδό της ανθρωπίνης συνεχείας. Άρα η Ομηρική παιδεία είναι βαθύτατα ανθρωπιστική και ανθρωποκεντρική, λείπει το Αριστοτελικό στοιχείο της τραγωδίας (έστιν ούν τραγωδία μίμησις πράξεως) ο Οδυσσέας καθοδηγείται όχι από δάσκαλο ή άνθρωπο αλλά από την οντολογική συνέχεια της νοστίζουσας επιστροφής στο τόπο όπου ανήκει: δάσκαλος είναι η εσωτερική οντολογική φωνή μέσα του υπό την μορφή της Σοφής Αθηνάς η οποία τον κατευθύνει: υπό την έννοια αυτή προλογίζει ο Όμηρος την εσωτερική μαιευτική μέθοδο του Σωκράτους, επίσης αποτελεί παράδειγμα για εμάς να ακολουθήσουμε τη βαθυτάτη εσωτερική φωνή μέσα μας προχωρώντας προς το οντολογικό τοπίο όπου ανήκουμε.

Άρα η εσωτερικότητα είναι ο δάσκαλος του Οδυσσέα, η εσωτερικότητα η υποκειμενικότητα είναι η αλήθεια, και κατά αυτόν τον τρόπο προλογίζει την υπαρξιακή φιλοσοφία του Κίρκεγγωρ, διότι όπως και οι υπαρξιστές δεν θέτει ο Οδυσσέας πρώτα την ιδέα και έπειτα την πράξη: η ύπαρξη ως πορεία δημιουργεί ιδέες και πράξεις, η εσωτερικότητα και η υποκειμενικότητα του Οδυσσέα είναι η αλήθεια: από αυτήν την άποψη η Ομηρική παιδεία θέτει τους Θεούς ως οδηγούς διά των συμπαντικών δυνάμεων που αντιπροσωπεύουν προς τον οντολογικό χώρο όπου ανήκουν οι άνθρωποι.

Η Ομηρική παιδεία δεν έχει δάσκαλο διότι ο δάσκαλος είναι μέσα στους Ήρωες και η Αλήθεια είναι η ικανότητα συνεχούς κινήσεως προς τον τόπο όπου ανήκουν οι Ήρωες: για αυτό ο αληθινός στον Όμηρο είναι ο ατρεκής, αυτός ο οποίος δεν τρέμει αλλά συνειδητά οδεύει προς τον τόπο του. Ο Αχιλλέας γνωρίζει ότι θα αναβεί στον Όλυμπο, στον Άδη γνωρίζει ότι ο Άνθρωπος είναι δύναμις εντός και εκτός σώματος, μέσα σε ένα κόσμο ο οποίος περιβάλλεται από τον Ωκεανό της συνεχείας , ο οποίος μέσα από την  περιπλανητική κίνηση θα σπάσει και θα ακολουθηθεί: άρα η Ομηρική παιδεία δεν είναι ακίνητη, στατική, νοητική: είναι βαθύτατα οντολογική, αυτοεμπειρική, κινητική, δυναμική (ούτε σκέπτεται ούτε πράττει ανακαλύπτει τα χρυσά μήλα της περιπλάνησης και από εκεί υιοθετεί ιδέες και πράξεις): δεν έχει καμμία σχέση με την αντιοντολογική παιδεία του Πλάτωνος και του Σωκράτους οι οποίοι ως μη κινούμενοι στο χαοτικό όν διά του νοός προσπάθησαν επαγωγικώς να περιχωρήσουν  ως ιδέες το σύμπαν στο ανθρώπινο μυαλό.

Η Ομηρική παιδεία αγνοεί τις καθολικές ιδέες και πράξεις, εκτός και αν ο Έκτορας τις ανακαλύψει (ανακαλύπτει την έννοια της αιωνιότητας και της υστεροφημίας όταν ήδη ως αρχηγός των Τρώων βλέπει ότι μπορεί να τις πραγματώσει,δεν θα ένοιωθε ως αμαρτωλός εάν έπαιρνε την Ανδρομάχη μακριά αλλά μέσα από τον πόλεμο επιλέγει, όπως και ο Οδυσσέας αγνοεί την κίνηση διά μέσου των αντιθέτων (διαλεκτικό μεγαλείο) αλλά την κατανοεί όταν συναντά τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Η Ομηρική παιδεία λοιπόν ουδεμία σχέση έχει με την μετέπειτα παιδεία του εμμενούς και καθιστικού σχολείου το οποίο ξεκινά από καθολικές ιδέες οι οποίες διά της παιδείας πρέπει να πέσουν σε όλα τα μαθητικά κεφάλια μετατρεπόμενες σε αξίες ζωής.

Άρα η Ομηρική παιδεία στηρίζεται στην κίνηση, στην οντολογική συνέχεια, μέσα στο χάος ο Οδυσσέας έχει ως παραδείγματα τις μορφές: η Ομηρική παιδεία λοιπόν στηρίζεται στο Υποκείμενο, στις συμπαντικές δυνάμεις υπό τη μορφή θεών, στις μορφές των όντων οι οποίες κρύπτουν ιδέες και πράξεις (Σειρήνες, Κύκλωπας κ.λ.π): Άρα η Ομηρική παιδεία μέσα στο άπειρο χάος ξεκινά από αυτό: δεν  υπάρχουν προκαθολικές ιδέες και αξίες: όλα είναι οντολογική κίνησις, η Ομηρική παιδεία είναι επιλογή  δυνάμεων οι οποίες θα δομήσουν το ανθρώπινο Υποκείμενο, για αυτό και είναι βαθύτατα ανθρωποκεντρική: σε  αντίθεση με την αντιοντολογικότητα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους η Ομηρική ιδέα της Ομηρικής παιδείας δεν νοεί την Ιδέα ως αφαίρεση σκέψεων   αλλά ως σύνθεση πράξεων: επειδή ο Οδυσσέας τα καταφέρνει με την Κίρκη δημιουργεί την ιδέα της σύνεσης και της εγκράτειας: ενώ ο Σωκράτης στο Θεαίτητο δημιουργεί την ιδέα της γνώσης επειδή αφαιρετικά διαβλέπει ότι οι απόψεις για τα φαινόμενα διίστανται, ο Οδυσσέας πράττει και  δημιουργεί Ιδέες ενώ ο Σωκράτης σκέπτεται και δημιουργεί ιδέες: η Ωραία Ελένη δημιουργεί την ιδέα της Ωραιότητας ως κάτι άγριο, επίμοχθο, πνευματικό, οργιώδες  μέσα από τον πόλεμο και όχι μέσα από την εμπειρική παρατήρηση του Αριστοτέλους. Για αυτό η Ομηρική παιδεία δεν είναι καθολική, δεν διδάσκεται στα σχολεία, δεν είναι πνευματική, δεν έχει δάσκαλο, είναι βαθύτατα ατομική και αυτομιμητική: όποιος θέλει καλείται να μορφωθεί μέσα στο Όν με τον τρόπο του Οδυσσέως και του Αχιλλέως.

Η Οντολογική ανυπαρξία του Πλατωνικού Αγαθού.

 


Η  Οντολογική ανυπαρξία του Πλατωνικού Αγαθού.

Είναι πράγματι πολύ δύσκολο να πείσεις ότι δεν υπάρχει το Πλατωνικό Αγαθό: εν γένει κάθε έννοια Αγαθού: διότι εάν  υπάρχει το Αγαθό, τότε υπάρχει αυτομάτως το μη-Αγαθό, αλλά πώς είναι δυνατόν το Όν ως χαοτική κίνησις να διαιρεται σε Αγαθό και μη-Αγαθό. Πότε,πού, πώς και γιατί ξεκίνησε αυτή η διαιρετότητα του Όλου;

Το Πλατωνικό Αγαθό (ως αιτία του κόσμου των Ιδεών) δεν υπάρχει με ένα τρόπο διττό (διπλό): ας ξεκινήσουμε αντίστροφα: στο σύνολο των Πλατωνικών διαλόγων ο Σωκράτης προτάσσει ότι το Αγαθό είναι αιτία της Ηθικής συμπεριφοράς του Πολίτου εντός της Πόλεως, για αυτό εξάλλου το λόγο ο Σωκράτης στον Πρωταγόρα συζητεί για την ύπαρξη αντικειμενικών και όχι υποκειμενικών αρετών: εννοείται ότι οι αρετές είναι οι συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα στις ιδέες και αξίες.

Άρα το Αγαθό κατακτάται ως απόρροια των ηθικών πράξεων οι οποίες στηρίζονται στην εφαρμογή της διά της παιδείας εφαρμογής των αρετών. Άρα δεν υπάρχει αγαθό χωρίς πράξη: άρα πώς υπάρχει αυτοφυώς Αγαθό; Πώς είναι  δυνατόν να υπάρχει Αγαθό σε ένα προανθρώπινο κόσμο όπως ο κόσμος των ιδεών; Πώς είιναι δυνατόν να υπάρχει αγαθό ως προΰπαρξη χωρίς να το δημιούργησαν οι ανθρώπινες πράξεις; Ποιος έπραξε όλα όσα κατοχύρωσαν την προανθρώπινη αυτοφυή και καθεαυτή ύπαρξη και προύπαρξη του Αγαθού;

Εννοούμε δηλαδή ότι θα πρέπει να υπήρξε μία σειρά ανθρώπων οι οποίοι μέσα από τις πράξεις τους κατοχύρωσαν το οντολογικό κληρονομημένο στους ανθρώπους Αγαθό: αλλά τέτοιο πράγμα δεν ανιχνεύεται στον  Πλάτωνα: ο Πλάτων προσπαθεί να κατοχυρώσει το Αγαθό σε κοσμικό και όχι ηθικό επίπεδο: είναι αδύνατη η ηθική κατοχύρωση της προΰπαρξης του αγαθού: δεν υπήρξε φυλή ανθρώπων οι οποίοι ήξεραν τις σωκρατικές αρετές, τις έπραξαν άρα δημιούργησαν το αγαθό: διότι εάν δεχθούμε την ύπαρξη του Αγαθού  χωρίς την εκτύλιξη των αρετών πρώτα ως πράξη τότε καθιστούμε το Αγαθό ένα φαντασιακό μεταφυσικό μέγεθος (κάτι το οποίο είναι χωρίς ο Πλάτων να προσπαθεί να πείσει για το αντίστροφο):

Για αυτούς τους λόγους προσπαθεί (Τίμαιος κ.α) να μας πείσει για την προΰπαρξη του Αγαθού ο Πλάτων, ανακαλύπτοντας το Αγαθό στην αρμονία του κόσμου: υποτίθεται ότι το Αγαθό μεταφέρεται διά της γνώσης, των αρετών, τη συμμετρία ανάμεσα στις συμπαντικές  ιδέες και ανθρώπινες πράξεις, η παιδεία εξάλλου είναι μετατροπή της συμπαντικής προΰπαρξης του Αγαθού (ως συμμετρικού κόσμου) σε τρόπο δόμησης της  Πόλης και ανάλογο τρόπο συμμετρικής ηθικής πράξης του Ανθρώπου: το Αγαθό μετατρέπεται από συμπαντική αρμονία σε πολιτική σοφία και ηθική ατομική πράξη.

Όμως η αναλογία και η αναγωγή αυτή δεν πείθει: γιατί το Αγαθό να είναι συμμετρία και ισορροπία; Μέσα στο χάος της ολικής κίνησης γιατί να θεωρείται ως συμμετρικότητα και ισορροπία ο κόσμος του Πλατωνικού Δημιουργού (διότι πόσα πράγματα υποκρύπτονται προκειμένου να πρυτανεύσει αυτή η δήθεν συμμετρία και ισορροπία (αποκρύπτεται η νύκτα, η μετατροπή των κόσμων, οι άπειρες ανισόρροπες δυνάμεις οι οποίες χαρακτηρίζουν τον πλατωνικό κόσμο και τελικά θα τον οδηγήσουν στην καταστροφή του).

Άρα αυθαίρετα και φαντασιακά ο Πλάτων και χωρίς προηγούμενο ανθρώπινο παράδειγμα εφευρίσκει το Αγαθό ως συμμετρία και ισορροπία ως δικαιοσύνη και το εφαρμόζει πέρα από τον κόσμο και στον άνθρωπο: ο άνθρωπος πλέον πρέπει μέσα από την αρμονία των αρετών και είναι Αγαθός: γιατί όμως; Ποιο προηγούμενο ανθρώπινο είδος έπραξε τοιουτως τις αρετές δημιουργώντας το Αγαθό; Κανένα: διότι εάν υπήρχε τέτοιο ανθρώπινο είδος θα είχε μεταβιβάσει τον τρόπο του και σε εμάς, διότι πρώτα οι πράξεις δημιουργούν το Αγαθό και αυτό διαβιβάζεται στους ανθρώπους: άρα Αγαθό αυτοφυές και αυθύπαρκτο δεν υπάρχει διότι εάν υπάρχει τότε δεν επαρκεί η ανθρώπινη πράξη να το πραγματώσει διότι πώς αλλοιώς δημιουργείται το αγαθό παρά μέσα από τις ανθρώπινες πράξεις: ποια προανθρώπινη φυλή το δημιούργησε πράττοντας αρετές συμμετρίας και ισορροπίας; Δεν αναφέρεται τέτοιο γένος στον Πλάτωνα και πουθενά αλλού: διότι εάν θεωρήσουμε το χρυσούν γένος ως τέτοιο τότε θα πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής:

Η διονυσιακή λατρεία και οι χριστιανικοί διωγμοί.

 


Η διονυσιακή λατρεία και οι χριστιανικοί διωγμοί.

Η διονυσιακή  λατρεία έχει μία περίεργη ιστορική παρουσία η οποία θα πρέπει αν μη τι άλλο να επισημανθεί. Η διονυσιακή λατρεία στο βαθμό στον οποίο αποτυπώνει τη διαπλανητική, διοντολογική, εσωτάτη πορεία και δραστηριοποίηση όλων εκείνων των δυνάμεων οι οποίες χαρακτηρίζουν σκοτεινώς και κρυφίως τον άνθρωπο (πρό ζωής και μετά θάνατον) έχει διαδραματίσει ένα ρόλο ο  οποίος ελάχιστα έχει επισημανθεί αν και είναι καταλυτικός: ας αναφέρουμε μόνον ότι όταν ανακαλύφθηκε η διονυσιακή λατρεία γεννήθηκε η Αθηναϊκή δημοκρατία, όταν παύθηκε η διονυσιακή λατρεία άρχισαν οι διωγμοί κατά των χριστιανών. Ας προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε ένα θέμα ούτως ή άλλως πολύ δύσκολο και σκοτεινό.

Ο Ησίοδος και ο Όμηρος κινούνται σε ένα ρυθμό μη διονυσιακό: πώς το ορίζουμε αυτό; Αναφέρεται η Νύξ, το Έρεβος, το Χάος, ως η πρώτη αρχή εκ της οποίας προήλθε άπασα η γή και τα γήϊνα όντα: δεν υπάρχει ακόμα η ανάγκη του Διονύσου ως παράγοντος εσωτερικής επαφής του Ανθρώπου με το χαοτικό παρελθόν του και μέλλον του. Όλα Είναι σε διαδοχή φανερού δεν υπάρχει η διαδοχή του φανερού και του κρυφού που εγέννησε την ανάγκη του Διονύσου. Άρα ο Διόνυσος εμφανίζεται όταν εμφανίζεται το δομημένο πρόσωπο ως νούς σκέψη αξία και πράξη: δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι η διονυσιακή λατρεία του διθυράμβου εμφανίσθηκε στην Αθήνα όταν μεσουράνησε η νοητική  φιλοσοφία: από την μία πλευρά εμφανίσθηκε η φωτεινή νοησιοκρατική φιλοσοφία του Αναξαγορείου Νοός, ο οποίος Νούς αυτός έθεσε υπό το Φώς του Απολλωνίου Φωτός της  Ημέρας τις δυνατότητες της ανθρωπίνης Φύσεως: η απομάκρυνσις της Νυκτός έφερνε το διθύραμβο όλο και πιο κοντά.

Ο Αναξαγόρειος Νούς δημιούργησε τον Άνθρωπο του Νοός του Ηλίου: τον Άνθρωπο ο οποίος εγέννησε Ιδέες, Αιτίες, εξηγήσεις, σκοπούς , Ενδελέχειες: ο Διόνυσος έπρεπε να εμφανισθεί τώρα για να καλύψει το κενό ανάμεσα στον Άνθρωπο του Ηλιακού Νοός και στον  Άνθρωπο του χαοτικού σκότους, ο οποίος μέσα από την προσωκρατική και σωκρατική φιλοσοφία ψευδώς πίστευσε ότι θα μπορούσε να είναι Ηλίου νοητικά καθαρότερος: ο Πελοποννησιακός πόλεμος του υπενθύμισε ότι η φύση του είναι μίγμα ζώου και ανθρώπου.

Ο Όμηρος λοιπόν δεν χρειάζεται το διθύραμβο, τον διθύραμβο τον χρειάζεται η δραματική ποίηση, διότι η δραματική ποίηση είναι αυτή η  οποία στηρίζεται στον Άνθρωπο του Νοός ο οποίος απεγνωσμένα πρέπει να θυμηθεί τις εσώτατες δυνάμεις του προέλευσης και ενδελεχούς πορείας, ο διθύραμβος τον  βοηθεί σε αυτό. Ο Όμηρος αντί για τον Διόνυσο και αντί για το νοητικό υποκείμενο έχει τον Όλυμπο ως συνέχεια της Γαίας, άρα δεν χρειάζεται κανείς Διόνυσος διότι όλα είναι συνεχή και φανερά, επίσης οι Ήρωες δεν χρειάζονται το Διόνυσο  διότι η Τιμή τους συνεχίζεται όταν πέφτει ο Ήλιος και με τα μάτια της Ημιθέου πράξης των οδεύουν Νύκτα στον Όλυμπο σε μία πορεία η οποία φωτίζεται από το Φώς της υστεροφημικής γενναιότητάς των. Ο Ήρωας επικοινωνεί σε όλα τα επίπεδα με την γενναιότητά του καλύπτοντας κάθε οντολογικό χάος ανάμεσα στη γή και τον Όλυμπο, άρα ο Διόνυσος απλά προετοιμάζεται.

Ο Διόνυσος κατεβαίνει από το Βορρά όταν η Ιωνία αρχίζει να πλουτίζει, όταν ο Αθηναίος νικά τους Πέρσες, όταν ο Περικλής αναφέρεται στο φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας, όταν ο Αθηναίος χρησιμοποιεί το Φώς της Ημέρας για να γεμίσει έναν Νού ο οποίος θα πλημμυρίσει τον κόσμο με πλατωνικές ανυπόστατες σε οντολογική βάση ιδέες και αξίες αλλά αυτές θα κτίσουν τον ανυπόστατο οντολογικά κόσμο μας των ιδεών και αξιών αλλά ο Άνθρωπος της Ημέρας θα κυριαρχήσει: θα φτιάξει θρησκείες, επιστήμες, πολιτική και τεχνολογία. Ο Διόνυσος θα τραγουδά το διθύραμβο για να θυμίζει σε όλους τον άλλο μισό σκοτεινο εαυτό ό  οποίος μετά θάνατον θα συνεχίσει τη φωτεινή ασώματη χαοτική πορεία του.

Η πολιτικοποίηση του α-συνειδήτου. Όταν το ασυνείδητο των μαζών εκδικείται.

 


Η  πολιτικοποίηση  του α-συνειδήτου. Όταν το ασυνείδητο των μαζών εκδικείται.

Η Ιστορία έχει σειρά. Η Ιστορία είναι προφήτης. Ο Ιστορικός  γερμανικός θετικισμός επιστημονικοποίησε πλήρως την Ιστορία, την προσκόλλησε στον νοησιοκρατικό μεταφυσικισμό του Εγέλου  και στον μεταχριστιανικό σοσιαλιστικό εσχατολογισμό του Μάρξ και πλέον καθόρισε ότι ο άνθρωπος ισούται με το σύνολο της Ιστορίας του. Ισούται με το σύνολο των σκεψεών του και πράξε. Η Ιστορία ως περίκλειστο ανάκτορο έκλεισε μέσα της όλη την ανθρώπινη  ζωή, ως σκέψεις και πράξεις, τίποτε δεν συμβαίνει και δεν ενδιαφέρει εκτός Ιστορίας.  Μόνον οι σκέψεις και οι πράξεις των ανθρώπων μας ενδιαφέρουν. Η Ιστορία είναι η μεγάλη υπηρέτρια του Ανθρωποκεντρισμού από τον Όμηρο και δώθε. Αυτή τη στιγμή εάν ομιλήσει ένα  σύννεφο θα αδιαφορήσουμε γιατί δεν προκαλεί αυτή η κίνηση Ιστορία. Ακόμη και αν το σύννεφο μας είπει τι θα γίνει στον πλανήτη γή, δεν μας ενδιαφέρει, διότι το μόνον που μας ενδιαφέρει είναι οι σκέψεις και οι πράξεις των ανθρώπων.

Ο Ανθρωποκεντρισμός δέχθηκε το δώρο του Όντος που είναι η Ιστορία: όπως και ο θεός θαύμασε το δημιούργημά του, παρόμοια και ο άνθρωπος ζεί σε σχέση με τις σκέψεις του και  τις πράξεις του. Αλλά και η Ιστορία περνά από ποικίλα στάδια. Κατ΄αρχάς ενώ κάποτε δεν υπήρχε ανθρωποκεντρισμός διότι το Όν διένειμε με άλλο τρόπο τις δυνάμεις του, ενώ κάποτε δεν υπήρχε ιστορία, όταν ο Άνθρωπος εξήλθε της σειράς του Όντος και με το νού του παρατηρούσε τα πάντα, τότε γεννήθηκε η Ιστορία. Όμως θα πρέπει να προσέξουμε κάτι πολύ σημαντικό: η Ιστορία είναι η μετάβαση  του Ανθρώπου στη θέση του θεού της γένεσης: ο Άνθρωπος νοιώθει ότι έχει ιδέες και σκέψεις ώστε να δημιουργήσει τον κόσμο του και το ανθρωπομοντέλο του: Αυτή  είναι η  Ιστορία: το σύνολο των οντολογικών  δυνάμεων οι οποίες ως αχανείς χαοτικές και αδυσώπητες προωθούν τον άνθρωπο προς το χάος, δεν ενδιαφέρουν: αυτές δεν γίγνονται ιστορία: όπως Ιστορία δεν έγινε το παρελθόν του Θεού: πού ακριβώς ήταν ο Θεός πρίν τον   Παράδεισο; Κανείς δεν γνωρίζει, αντίθετα  όλοι γνωρίζουν την μετέπειτα Ιστορία του.

Άρα λοιπόν ο Ηρόδοτος, ικανοποιημένος από τον πλούτο Ελλήνων  Ιώνων  και άλλων, εντυπωσιασμένος από την πρόοδο των ανθρώπων, από τις νίκες και ποικίλες προόδους των Ελλήνων, από την εξέλιξη των Περσών, εντυπωσιασμένος από το ότι οι άνθρωποι της εποχής του,εξελίσσονται, κάνει ο Ηρόδοτος μία πολύ απλή  πρόταση: η οποία θα τον εξελίξει  σε πατέρα της Ιστορίας. Τι κάνει ο Πατέρας; Μεταφέρει μορφή και είδος το οποίο διά της γυναικείας μήτρας εμφανίζει το νέο άνθρωπο: Αυτό έκανε και ο Ηρόδοτος: όλα τα ανθρώπινα πεπραγμένα γεννούν έναν παιδί : την ιστορία, διότι ο Πατήρ Άνθρωπος βάζει τα έργα και τις σκέψεις και η Μητέρα χρόνος τα πλάθει  σε δομές, έννοιες, γεγονότα, πολιτισμούς και λοιπές καταστάσεις. Ιστορία όμως είναι τα φανερά ιδεολογήματα και πεπραγμένα, δεν είναι η ασυνείδητη επενέργεια των γιγάντων, η υπερσυνειδητή κίνηση των νεφελών, ούτε το άγνωστο κάλεσμα του όντος.

Η Ιστορία ως μηχανή παραγωγής ιδεών,  αξιών, γεγονότων και συμβάντων, θέλει φαγητό,πράξεις, λάθη, σωστά, συμβάντα, απονεννοημένες πράξεις, συνειδητές και ασυνείδητες πράξεις κ.λ.π. Οι άνθρωποι δεν χορταίνουν να ταίζουν την Ιστορία. Σταδιακά όλοι καταλαβαίνουν γιατί πρέπει να υπάρχει Ιστορία, και κυρίως γιατι πρέπει να την ταίζουν τόσο συνειδητά κα απροσμέτρητα οι άνθρωποι: Κάποιοι έφτιαξαν ένα θεό ως αποθήκη σκέψεων και πράξεων, σήμερα έχουμε τις τράπεζες ως υλικό αποθετήριο: χωρίς την Ιστορία, την τράπεζα από όπου οι γενεές δανείζονται και ξοδεύουν σκέψεις, γεγονότα και πράξεις, δεν υπάρχει ζωή, ούτε συνέχεια: η  Ιστορία ως σύνολο συνειδητών  σκέψεων και πράξεων οι οποίες διά της παιδείας και της ιδεοποίησης  και αξιοποίησης των γεγονότων καθίστανται γνώση και ηθική για τις επόμενες γενεές, αυτή η ιστορία γίγνεται τράπεζα από όπου οι γενεές δανείζονται πρότυπα, ιδέες και αξίες, λάθη και σωστά, τροφή για τις σκέψεις τους και τις πράξεις τους.

Από τον Πλάτωνα έως τον Ιησού: ο θάνατος του Μύθου.

 


Από τον Πλάτωνα έως τον Ιησού: ο θάνατος του Μύθου.

Ο Μύθος είναι το πρώτο παιδί του προλογικού Χάους. Ενώ είναι  πλασμένος από τα ίδια χαοτικά υλικά του Λόγου δεν είναι λόγος διότι κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για την Αθηνά ως Σοφία διότι δεν γνωρίζει το εύρος αυτής της συμπαντικής σοφίας. Διότι κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για την αχανή δύναμιν του Διός διότι δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει το ανθρωποκεντρικό βήμα του μύθου: ποιος μπορεί να λογέψει (να ομιλήσει) για τις ανείπωτες δυνάμεις των μυθικών οντοτήτων: μόνον να τις βιώσει μπορεί και ενορατικά να τις διαισθανθεί: ας δώσουμε ένα παράδειγμα: ο Τηλέμαχος δεν μπορεί να ομιλήσει για την Αθηνά-Μέντη διότι ο λόγος είναι δεδομένα που αρνείται να παράσχει ο μύθος, μπορεί όμως να νοιώσει ο Τηλέμαχος το ανείπωτο δυναμικό  εύρος της Θεάς της Σοφίας.

Άρα ο Μύθος υπό την έννοια των ταξιθετημένων δεδομένων τα οποία χρειάζονται την πραγματικότητα και τον ανθρωπάκο της πραγματικότητας να τα κατανοήησει και να τα θέσει σε μία σειρά κατανόησης, υπό αυτήν την έννοια δεν είναι Λόγος. Ο Μύθος ως το πρωτότοκο παιδί του Χάους, του Ερέβους, του Όλου, είναι ασύλληπτος κίνησις συμπαντικών δυνάμεων οι οποίες αρνούνται τη μετέπειτα αστεία Λογική του υποοντολογικού ανθρώπου (όπως αυτός εμφανίζεται στον Πλάτωνα και στη χριστιανική διανόηση). Εάν τώρα σκεφθούμε ότι το πρώτο υλικό ανθρωπίνης συνεχείας είναι οι οντολογικές δυνάμεις ως τέτοιες θα καταλάβουμε ότι ο μύθος είναι ο Οντολογικός Πατήρ του Ανθρώπου, είναι αυτός ο οποίος του δίδει τις χαοτικές πρώτες δυνάμεις (ανεξάρτητες, ατομικές και ολοκληρωτικές) προκειμένου να συνεχίσει ως ατομικότητα χαοτική το συμπαντικό του ταξείδι στη γαία: ο Οδυσσέας ως Μυθική οντότητα κληρονομεί τις άπειρες δυνάμεις του χάους (τη δύναμιν του Διός, τη Σοφία της Αθηνάς, την πληροφορία του Ερμή) ώστε ως ατομικότητα να προχωρήσει στην οντολογική χαότητα: για τον μύθο η γαία δεν είναι κοινωνία ανθρώπων, αυτά είναι Αριστοτελικά φληναφήματα, για τον Μύθο η γαία είναι ένας ακόμη χώρος εκτύλιξης συμπαντικών ατομικών δυνάμεων ώστε τα όντα ως ατομικότητες να συνεχίσουν το χαοτικό ταξείδι τους, συναντώμενα στα  ρείθρα του Όντος.

Ο Μύθος λοιπόν δεν υπολογίζει τη γαία ως χωριστό χώρο για αυτό και όλα τα ανθρωπομορφοποιεί: Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μύθος είναι η  ασυσσώρευτος κίνησις όλων των όντων, η διαρκής μετατροπή των ανθρώπων σε ζώα, σε φυτά, σε άστρα, ο Μύθος είναι η απόλυτος κίνησις, η ανυπαρξία πράξεως και σκέψεως, η ενιαία οντολογική δύναμις ως δράσις και κίνησις: για αυτό από το Μύθο απουσιάζουν όλα τα ανόητα Πλατωνικά και Σωκρατικά εργαλεία τα οποία θα σκλαβώσουν ως σκέψεις συναισθήματα και πράξεις τους μετέπειτα ανθρώπους: δεν υπάρχουν στους μύθους έννοιες (ο Δίας γεννά την Αθηνά Σοφία από το κεφάλι του, αυτό είναι δύναμις υπάρξεως οντολογικών τρόπων μέσα μου, δεν έχει να κάνει με όσα ιδεολογήματα έπειτα γέννησε η φιλοσοφία, η Αθηνά είναι ο τρόπος κίνησης του σύμπαντος που θα πρέπει να συνεχίσω ως ατομικότητα: η Σοφία δεν είναι τρόπος σκέψης (για αυτό και έχει το γράμμα Φ (φώς) αλλά φωτεινός οντολογικός δρόμος.Δεν υπάρχουν στους μύθους  συναισθήματα αγνοίας και αμαρτίας (όλοι γίγνονται όλα και απολαμβάνουν το διασυμπαντικό ταξείδι τους): επίσης στους μύθους δεν υπάρχει περιορισμός πράξεων, οι οντολογικές χαοτικές δυνάμεις δεν περιορίζονται αλλά ο Δίας μπορεί ως Ταύρος (απόλυτος δύναμις) να κλέψει την Ευρώπη (ευρεία άποψη των πραγμάτων): όλα Είναι ως δυναμική συνέχεια: ο μύθος εξάλλου καταρρίπτει και την Πλατωνική αλλά και την Αριστοτελική κίνηση: ο Πλάτων προσπάθησε διά της Ιδέας να κινήσει την αυτοκίνηση: όμως ο μύθος είναι η απόλυτος κίνησις του όλου ως όλον (κάτι που εμπερικλείει και τον άνθρωπο ως άνθρωπο  συνέχεια του Όντος και όχι της Ιδέας (όπως περιορίζει τον άνθρωπο ο Πλάτων): επίσης ο μύθος δεν γνωρίζει το πρώτο κινούν ακίνητον του Αριστοτέλους (διότι μέσα στο Όν όλα είναι διαρκής κίνησις ως μετατροπή όλων σε όλων κατά βαθύ οντολογικό τρόπο  και όχι ως αλλαγή θέσης απλά ή μορφής  εξωτερικής όπως διατείνεται ο Σταγειρίτης ο οποίος εξηφάνισε την οντολογικότητα της δύναμης). Ο μύθος είναι ο ανεπιτήδευυτος τρόπος του Όντος πριν αυτός εισχωρήσει σε ανθρώπινα μυαλά, προκρουστείως επεξεργασθεί και γίνει αντικείμενο ανθρωπίνης εξουσιαστικότητας. Ο μύθος λοιπόν προωθεί και προχωρεί τον αγνό και πρώτο τρόπο του  Όντος ως κίνησις, ελευθέρα δύναμις, ανεπιτήδευτος πρόοδος και υπέρβασις του όλου: ο μύθος δεν γνωρίζει νού, σκέψη, πράξη, ήθος, βούληση: ο μύθος είναι σώμα εκ του σώματος του όντος: είναι η αιθέρια κίνησις του Όντος πρίν κλεισθεί στους λογικούς περιορισμούς της φιλοσοφίας και θεολογίας.

Τώρα που τελείωσαν οι Πανελλαδικές εξετάσεις…

 


Τώρα που τελείωσαν οι Πανελλαδικές  εξετάσεις…

Οι Πανελλαδικές εξετάσεις 2023-2024 ανήκουν στο παρελθόν. Είναι και αυτές παρελθόν όπως οι προηγούμενες των προηγουμένων ετών. Ανακοινώθηκαν και πάλι οι γενικοί στατιστικοί μέσοι όροι: ας συζητήσουμε για την Έκθεση: και πάλι το 13% (περίπου) έγραψε κάτω από τη βάση. Αμέσως ξεκίνησαν τα σχόλια: ο κοινός παρονομαστής των σχολίων είναι ο εξής: δεν γίνεται δουλειά στα σχολεία, τα παιδιά μας δεν μαθαίνουν γράμματα, το επίπεδο πέφτει κ.λ.π.

Νομίζω ότι υπάρχει δίκαιο ή μορφή δικαίου στον παραπάνω κοινό παρονομαστή. Όντως είναι αποκαρδιωτικό το 13% των διαγωνιζομένων μαθητών να γράφουν σε μάθημα  Έκφρασης και Γνώμης κάτω από τη βάση: Συζητούμε για περίπου 10.000 περίπου μαθητές. Όντως επίσης υπάρχει ευθύνη και των εκπαιδευτικών (αν και όσοι εύκολα οδηγούνται σε σχόλια είναι φανερό ότι ούτε 1 ώρα δεν έχουν διδάξει σε αίθουσα Ελληνικού Γυμνασίου ή Λυκείου ώστε να διαπιστώσουν τις συνθήκες δουλειάς, εκπαιδευτικής δουλειάς του Έλληνος εκπαιδευτικού).

Όλοι όμως οι επικριτές αγνοούν κάποια σημαντικά πράγματα (ίσως διαπιστώσεις) τις οποίες εδώ προτιθέμεθα να διατυπώσουμε. Κατ΄αρχάς η Έκθεση δεν είναι πλέον μάθημα παραγωγής λόγου: έχει αρκετή θεωρία και ασκήσεις, άρα κάποιος μαθητής απλά μπορεί να εκφρασθεί πολύ καλά απλά όμως μπορεί να μην έχει διαβάσει τη θεωρία ώστε να απαντήσει σε ασκήσεις (όπως στην Ιστορία και στα Μαθηματικά): άρα η Έκθεση δεν αντιπροσωπεύει την ικανότητα παραγωγής λόγου (μόνο) αντιπροσωπεύει και το βαθμό μελέτης: είναι δυνατόν λοιπόν κάποιος μαθητής με πολύ καλό λέγειν αλλά επειδή δεν έχει  διαβάσει τη θεωρία του μαθήματος να μην γράψει: άρα μειώνονται και οι ευθύνες των εκπαιδευτικών, οι οποίοι έμαθαν στο μαθητή Έκφραση και Λόγο, απλά εκείνος δεν μελέτησε κατά μόνας.

Το λάθος των επικριτών όμως δεν ευρίσκεται μόνον σε αυτό το σημείο: Το σχολείο πλέον, ευρισκόμενο στην ψηφιακή εποχή αποτελεί για το παιδί όχι μονόδρομο αλλά επιλογή: υπάρχουν πάμπολλες πλέον πηγές γνώσης: οι εκπαιδευτικοί πασχίζουν να προσφέρουν στα παιδιά ό,τι παραπάνω  μπορούν αλλά είναι εποχή όπου το παιδί μπορεί χωρίς να ασχοληθεί με το σχολείο να επιτύχει λαμπρή  επαγγελματική καριέρα: άρα η ίδια η ζωή έχει ακυρώσει την Έκθεση, πλέονη γλώσσα έχει χάσει τον οντολογικό γνωσιολογικό και αξιακό χαρακτήρα της, έχει καταστή απλό επικοινωνιακό μέγεθος, άρα το σχολείο δεν μπορεί να εμβαθύνει στη γλώσσα ως φορέα νοημάτων και ηθών: ενσυνειδήτως οι μαθητές επιλέγουν τη γλώσσα ως επικοινωνία (όπως συνέβη με τα ιερογλυφικά) η γλώσσα μάλιστα σήμερα ψηφιακώς αντικαθίσταται από εικονίδια και συντομογραφίες: άρα η Έκθεση είναι περιττή στη ζωή των παιδιών: δεν τους χρειάζεται: οι επικριτές των εκπαιδευτικών ας γυρίσουν 70 χρόνια πίσω και ας σκεφθούν ότι τα παιδιά αποτύγχαναν σε γενικές εξετάσεις στην έκθεση όταν αυτή ήταν γλώσσα ιδεών και αξιών, όταν ετίθετο ως αρχαίο ρητό, όταν οι μαθητές την είχαν πραγματική ανάγκη και δεν μπορούσαν όμως να ανταποκριθούν: διότι το σχολείο είναι σαν την Εκκλησία: πολλοί οι κλητοί ολίγοι δε οι εκλεκτοί: και αυτό δεν αλλάζει από εποχή σε εποχή.

Ο πόλεμος ως δημιουργός καπιταλιστικής οικονομίας. Το παράδειγμα της Σπάρτης.

 


Ο πόλεμος ως δημιουργός καπιταλιστικής οικονομίας. Το παράδειγμα της Σπάρτης.

Η καπιταλιστική οικονομία ως σκέψη έχει τις ρίζες της στη συσσώρευση των δυνάμεων στο θεό: όπως ο θεός κατέχει τις ιδέες και αξίες οι οποίες σώζουν τον κόσμο και τον άνθρωπο, παρόμοια ο πλούτος (υλικός πλούτος και μέσα παραγωγής πλούτου) συσσωρεύονται σε ανθρώπους οι οποίοι απαρτίζουν την τάξη των κεφαλαιούχων. Δεν είναι βέβαια μόνον η μηχανή η οποία εγέννησε το καπιταλιστικό φαινόμενο: η συσσώρευση του πλούτου επιτυγχάνεται αναμφίβολα μέσω της μηχανής: η μηχανής σημαίνει ότι γεωμετρικά και συστηματικά παράγεται εμπόρευμα και πλούτος, αυτή η μηχανιστικότητα ως σύστημα συσσωρεύει χρήμα.

Όμως η μηχανή παραγωγής πλούτου ποικίλλει από εποχή σε εποχή: όταν συζητούμε για μηχανή εννοούμε κάθε τρόπο ο  οποίος συστηματικά και ασταμάτητα παράγει και συσσωρεύει χρήμα: ο θεός αποτελεί αιτία συσσώρευσης πλούτου και γένεσης του καπιταλιστικού φαινομένου (στο όνομα του θεού κινούνται σε ναούς τεράστια ποσά): επίσης το εμπόριο αποτελεί αιτία γένεσης του καπιταλιστικού φαινομένου. Η φυσική διαδικασία άντλησης φυσικών και πλουτοπαραγωγικών πόρων αποτελεί αιτία γένεσης καπιταλιστικού φαινομένου: π.χ: σε ένα φυσικό περιβάλλον ανακαλύπτεται πετρέλαιο: αυτό και μόνον είναι επαρκής και ικανή συνθήκη γένεσης καπιταλιστικής οικονομίας διότι συσσωρεύεται ο πλούτος στα χέρια ολίγων.

Διαχρονικά όμως και διϊστορικά η κύρια πηγή συσσώρευσης πλούτου, η μηχανή παραγωγής πλούτου και συγκέντρωσης του πλούτου σε συγκεκριμένες πολιτικές καταστάσεις είναι ο πόλεμος: το βυζάντιο και  η ρώμη (π.χ) θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν (μέσα στην απόλυτη αυτοκρατορική συσσώρευση πλούτου) ως καπιταλιστικές κοινωνίες, έχουσες ως βασικό πόλο συσσώρευσης του πλούτου , ως μηχανή συσσώρευσης του πλούτου, τον πόλεμο. Ο πόλεμος συσσώρευε απίστευτο πλούτο, αλλά όχι για όλους, κυρίως για τον αυτοκράτορα και την καμαρίλα του, αλλά και για ευρείες κοινωνικές μάζες, όχι όμως όλες. Διότι οι κυρίως πολεμιστές, αυτοί που σήκωναν το βάρος του πολέμου εξαφανίζονταν μέσα από τα σωματικά και άλλα προβλήματα: αντίθετα οι άρχουσες τάξεις λυμαίνονταν τα λάφυρα και τον κυριευόμενο πλούτο, καθιστάμενες καπιταλιστικά πλούσιες τάξεις: ως έχουσες μάλιστα τον πλούτο μπορούσαν κάλλιστα να κυριαρχούν στον ευρύτατο όχλο. Εννοείται ότι αυτού του είδους ο οικονομικός καπιταλισμός συνεπάγεται την εξαθλίωση του λαού, συνεπάγεται τη συσσώρευση πλούτου και εξουσίας σε ολίγους με αποτέλεσμα σταδιακά οι πολλοί να εξαθλιώνονται, να διαλύεται η Εθνική και κοινωνική συνεκτικότητα, και να κινδυνεύει η εκ θεμελίων συνοχή και συνέχεια του Έθνους κράτους, ή των αυτοκρατοριών.