Γιατί η φράση: εν οίδα ότι ουδέν οίδα( ένα γνωρίζω ότι τίποτε δεν γνωρίζω) δεν ειπώθηκε ποτέ από το Σωκράτη;

 


Γιατί η φράση: εν οίδα ότι ουδέν οίδα( ένα γνωρίζω ότι τίποτε δεν γνωρίζω) δεν ειπώθηκε ποτέ από το Σωκράτη;

Ας αρχίσουμε αντίστροφα: ποια στοιχεία της παραπάνω  φράσεως συνάδουν με το Σωκρατικό τρόπο και συναινούν στο να είναι πιθανόν η  φράσις αυτή τελικά να ειπώθηκε από τον Αθηναίο σοφό; Όλη η φράσις είναι στο α΄ενικό πρόσωπο: κάτι το οποίο πλήρως  συμφωνεί με τον ιδρυτή της προσωπικής φιλοσοφίας , το Σωκράτη, ο οποίος συζήτησε για το Εγώ ως ανάμνηση, σκέψη, πράξη, ηθική. Άραη φράσις αυτή θα μπορούσε από αυτή την άποψη να  έχει ειπωθεί από το Σωκράτη.

Το δεύτερο στοιχεόο της φράσης το οποίο συναινεί στο ότι θα μπορούσε η φράσις αυτή να έχει ειπωθεί από τον Αθηναίο σοφό είναι το αριθμητικό Ένα το οποίο προτάσσεται της φράσεως: ο Σωκράτης όντως μέσα από τους επαγωγικούς του λόγους προσπάθησε πολύ να εύρη τους συνεκτικούς εκείνους άξονες (ιδεατούς και αξιακούς) οι οποίοι συνέχουν το σύμπαν, ορίζουν τις ιδέες και τις αξίες και τις προσφέρουν στους ανθρώπους. Ως Έν μέγεθος συνεκτικό και συλλογικό για όλους τους ανθρώπους: όταν ο Σωκράτης λέγει: ουδείς εκών κακός, αυτή η φράση είναι Έν για όλους τους ανθρώπους.

Γιατί όμως δεν θα μπορούσε ο Σωκράτης να έχει είπει ποτέ αυτή τη φράση.

Κατ΄αρχάς στον Θεαίτητο ο Πλάτων προσπαθεί απεγνωσμένα να εύρη πηγές ασφαλούς γνώσεως, χωρίς να καταλήγη σε καμμία. Ταλαντεύεται ανάμεσα στην αίσθηση και στην πνευματική εκμετάλλευση της αισθητηριακής γνώσεως. Προσπαθεί απεγνωσμένα να εισαγάγει σε φόρμες ασφαλών ιδεών και αξιών το σύνολο των αισθητηριακών δεδομένων ώστε να οικοδομήσει ένα σύστημα ασφαλών επαγωγικών ιδεών που θα χαρακτηρίζει το σύνολο της κοινωνικής, πολιτικής, πολιτιστικής ζωής. Άρα ο Σωκράτης καταλήγει σε πράγματα που γνωρίζει: γνωρίζει την ιδέα του Αγαθού, τις αρετές της Σοφίας, της Σωφροσύνης, της Ανδρείας, της Δικαιοσύνης.

Γνωρίζει τον εκπληκτικό τρόπο σύμφωνα με τον οποίο η ιδέα παράγει την αρετή: η ιδέα (εκ του ρήματος :ορώ, είδον) είναι η ενορατική αντίληψις των συμπαντικών δυνάμεων οι οποίες συνέχουν το σύμπαν: όταν λοιπόν συζητεί ο Πλάτων  για την ιδέα του Αγαθού, διαβλέπει ότι υπάρχει μία κοινή δύναμη η οποία συνέχει και καθορίζει και τελεολογεί το σύμπαν: αυτή η   δύναμις ως παράστασις του τρόπου της επάνω στη  γή, στον κόσμο, στον άνθρωπο περνά στον άνθρωπο, στην αρχή στο μυαλό: βλέπουμε  την αρμονία του κόσμου, ο ήλιος φωτίζει όσο χρειάζεται, η θάλασσα βρέχει αλλά δεν καταστρέφει: αυτός ο τρόπος εξωτερικεύεται ως αρετή αφού πρώτα ώφθη (την είδε) υπό του ανθρώπου. Ο τρόπος του Αγαθού επί του κόσμου γίγνεται αρετή του ανθρώπου επί των πολιτών: σοφία συμπεριφοράς, σωφροσύνη τρόπων,ανδρεία φερσίματος, δικαιοσύνη ισορροπίας.

Άρα ο Σωκράτης γνωρίζει αρκετά το σύμπαν, άρα γνωρίζει αρκετά ώστε να λέγει ότι τίποτε δεν γνωρίζει. Στον Φαίδωνα μας προσφέρει έναν πλήρη τρόπο μετάβασης της ψυχής στο επόμενο στάδιο,μέσα από τις εσωτερικευμένες δυνάμεις της ψυχής υπό τη μορφή των ίππων: η ψυχή έχει εσωτερική δύναμιν συνεχείας, βούλησιν διαρκούς οντολογικής κινήσεως, ο Σωκράτης το γνωρίζει αυτό και το παρουσιάζει. Άρα γνωρίζει πολλά από το συμπαντικό άνθρωπο και ποτέ δεν θα έλεγε ότι δεν ξέρει τίποτε.

Μέχρι εδώ έχουμε είδει ότι ο Σωκράτης γνωρίζει τον τρόπο επακτικής συνοχής του σύμπαντος, ο Σωκράτης γνωρίζει τον τρόπο βουλητικής συνεχείας της εσωτερικότητας του ανθρώπου επί του σύμπαντος. Άρα αποκλείεται να λέγει ότι ένα ξέρει ότι τίποτε δεν ξέρει.Ξέρει ήδη πολλά. Πρίν να συνεχίσουμε θα πρέπει όμως να ιδούμε την φύσιν της γνώσης και της ιδέας εις τον Σωκράτην, διότι δεν έχει επισημανθεί επαρκώς.

Η Πλατωνική ιδέα δεν είναι αφαιρετική. Άρα αποκλείεται ο Σωκράτης να μπορεί να την γνωρίσει με ένα τρόπο ανθρώπινο. Η Πλατωνική ιδέα δεν στηρίζεται στην αίσθηση ή στην παρατήρηση: άρα ο Σωκράτης γνωρίζει ότι δεν μπορεί να γνωρίσει την ιδέα του όλου, του όντος,με τον συμβατικό ανθρώπινο τρόπο. Άρα δεν έχει καμμία σημασία να λέγει ότι τίποτε δεν μπορεί να γνωρίσει και αυτό είναι το μόνο που μπορεί να γνωρίσει.Γνωρίζει ότι όσα και αν  είδη αποκλείεται αφαιρετικά να φθάσει στην ιδέα αυτών των αισθητών: άρα όποιος του απέδωσε την φράση αυτή (εν οίδα ότι ουδέν οίδα) υπεραπλοποίησε το Σωκράτη και τον παρέφρασε. Η Πλατωνική ιδέα είναι μία κλασσική ενορατική Ομηρικώς ποιητική (κατά τον τρόπο της μούσας) φαντασίωση: ο Πλάτων κληρονομεί την μυστική συμπαντική ποίηση, την προσωκρατική παράδοση, και υπάρχει μία συγκεκριμένη πρόκληση: μπορώ να φαντασθώ το όλον (όσο το βλέπω και όσο το φαντάζομαι) και αυτό να το κλείσω φαντασιακά σε ιδέα του Αγαθού, του Όλου, του Όντος: άρα με τη φαντασία του ο Σωκράτης μπορεί να φθάσει όσο πιο μακριά μπορεί και δεν χρειάζεται να λέγει ότι : εν οίδα ότι ουδέν οίδα.

Πρέπει όμως όλα όσα ελεύθερα φαντασθεί να τα συνδέσει με τον πολιτικό κόσμο παράγοντας πολιτική φιλοσοφία: και αυτό όμως δεν αποδεικνύει ότι μπορεί να είπε την περιώνυμη  φράση διότι η σύνδεση του ελευθέρου φαντασιακού Σωκρατικού κόσμου με την πολιτική εμπράγματο ζωή καταδεικνύει και αποδεικνύει πλούτο γνώσεων: πώς είναι δυνατόν να είπε τη φράση ότι ένα ξέρω ότι δεν ξέρω τίποτε ένας άνθρωπος ο  οποίος διέλυσε την πόλη-κράτος, εισήγαγε τον επαγωγικό νοησιοκρατικό οικουμενισμό, ένας άνθρωπος ο οποίος ένωσε για πρώτη φορά τον κόσμο ενώπιον της οικουμενικής και καθολικής  γνώσης του καλού, του δικαίου, του απολύτου ανθρωπίνου προορισμού; Άρα η φράσις αυτή μάλλον αποτελεί μία από τις πάμπολλες φράσεις οι οποίες απεδόθησαν στον Έλληνα σοφό από κάποιο (χριστιανό ίσως) αντιγραφέα ο οποίος εθέλησε με αυτόν τον τρόπο να περιβάλει με το μανδύα της ταπείνωσης το Ελληνικό πνεύμα το οποίο απεδείχθη ικανό να γνωρίσει πολλά και να είπη: ένα γνωρίζω ότι μπορώ να τα γνωρίσω όλα.

Η πλέον πλησιέστερη φράση σε αυτή (την οποία ουδέποτε είπε ο Σωκράτης) είναι αυτή η οποία παραδίδεται στην απολογία του Σωκράτους (21d) και έχει ως ακολούθως: «Φεύγοντας λοιπόν συλλογιζόμουν ότι είμαι σοφώτερος αυτού του ανθρώπου∙ διότι φοβάμαι πως κανείς μας από τους δύο κανένα ‘’καλόν καγαθόν’’ γνωρίζει, όμως αυτός μεν νομίζει πως γνωρίζει κάτι χωρίς να το γνωρίζει, εγώ δε, καθώς δεν το γνωρίζω, ούτε νομίζω∙ μου φαίνεται λοιπόν εξ΄ αυτού βεβαίως κατά τι λίγο από αυτόν σοφότερος είμαι, καθόσον αυτά που δεν γνωρίζω ούτε φρονώ πως γνωρίζω».

Με βάση όμως αυτό το παράθεμα καταλαβαίνουμε ότι ο Σωκράτης δεν θα μπορούσε ποτέ να είπη τη φράση : «εν οίδα ότι ουδέν οίδα» διότι μπορεί πλέον και γνωρίζει (οίδε) τα πάντα: κατανοεί και καταλαβαίνει το δίκαιο από  το άδικο, το καλό από το κακό,το  χρηστό από το άχρηστο. Έχει την απόλυτο εσωτερική αυτογνωσία να κατανοεί τη λέξη: σοφός,και κατά το Ομηρικό νόημα (η Αθηνά είναι σοφή διότι γνωρίζει τις επιθυμίες, τον προορισμό και έχει τρόπους πραγμάτωσης αυτών) και κατά τον πολιτικό τρόπο (σοφός είναι αυτός ο οποίος διά των Ιδεών και των αρετών διά του Άλλου δομεί την Πόλιν ως Οικία ανθρωπίνης πολτιστικής πνευματικής και πολιτικής ιστορικής δημιουργίας).

Θα πρέπει ίσως να συνδέσουμε την προέλευση της φράσης αυτής, η οποία ποτέ δεν ειπώθηκε από τα Σωκρατικά χείλη, με το επικρατούν χριστιανικό πνεύμα της δήθεν ταπεινώσεως, σε σχέση με το χρησμό του μαντείου των Δελφών, ο οποίος αφορούσε το Σωκράτη και έλεγε ότι ο Αθηναίος σοφός είναι ο σοφώτερος των ανθρώπων (ο χρησμός εξηγείται διότι η εποχή του Σωκράτους ήταν εποχή φιλοσοφικών και πνευματικών και ηθικών επιλογών οι οποίες έκτιζον την ανθρώπινη προσωπικότητα: ο Σωκράτης επέλεξε τα στοιχεία δόμησης εκείνης της προσωπικότητας η οποία θα αποτελούσε τον καθολικό νοήμονα άνθρωπο ο οποίος με βάση τον καθολικό νού θα  δομούσε μία παγκόσμια κοινωνία λόγου). Με βάση την πνευματική κατάσταση του Σωκράτους το μαντείο κατάλαβε ότι ο Σωκράτης είναι ο άνθρωπος του μέλλοντος και τον είπε σοφώτερο των ανθρώπων: δεν ήταν: υπήρχαν σοφώτεροι αυτού: αλλά επειδή δεν εξέφραζον το πνεύμα της εποχής τους κατεσπάραξε ο καιάδας της λησμονιάς (ο χριστιανισμός και ο στωϊκισμός χρειάζονταν το Σωκράτη και όχι τους πραγματικούς οντολόγους σοφούς των οποίων τα ονόματα εχάθησαν): οι μελλοντικοί αντιγραφείς , χριστιανοί αντιγραφείς, έπρεπε να περιορίσουν το σοφώτερος όλων των ανθρώπων , στο βωμό της ταπεινότητας: και μάλλον εξ αυτού του πνεύματος προήλθε η φράση αυτή (εν οίδα ότι ουδέν οίδα) η οποία ηγνοείτο υπό του Σωκράτους.

Ο Ολυμπιόδωρος αναφέρει (6ος αι. α.κ.χ) ότι ο Σωκράτης  ένα ήξερε , να επιλέγει το καλό από το κακό (και αυτό όμως καταδεικνύει ότι είχε φθάσει σα βάθος γνώσεων) ,επίσης ο Ιάμβλιχος αναφέρει ότι ο Σωκράτης είπε ότι ένα γνωρίζει να έχει μόνον απορίες χωρίς να μπορεί να είπη τίποτε σίγουρο. Αλλά και αυτό σωστό δεν είναι: στον Πρωταγόρα παρουσιάζεται ο Σωκράτης να διαφημίζει την αντικειμενικότητα των αρετών (να κατακρίνει τον Περικλή ότι δεν δίδαξε την αρετή στα παιδιά του διότι δεν ξέρει τον τρόπο. Ο Σωκράτης θεωρούσε ότι έχει τη γνώση που χρειάζεται  για  να δημιουργήσει τον τύπο ανθρώπου ο οποίος θα κυβερνούσε τον κόσμο. Αυτός ο τύπος ανθρώπου (Σωκρατικού) είχε βαθεία γνώση των επαγωγικών αρχών του κόσμου, διά της παιδείας είχε σμιλευθεί να υπηρετήσει έναν κόσμο δικαίου,καλού, και αγαθου, αυτός ο τύπος σωκρατικού ανθρώπου είχε απορρίψει το χάος και είχε δομήσει μία νοήμονα φύση ενός νοήμονος ανθρώπου, ο οποίος μέσα από ιδέες και αρετές, αξίες και σκοπούς, είχε ετοιμασθεί να κυριαρχήσει στον κόσμο ως φιλοσοφία, που θα γινόταν θρησκεία, πολιτική, επιστήμη, τεχνολογία, κοινωνία ελεγχομένη.

Άρα οι δήθεν απορίες του Σωκράτους ήταν κάτι το ψεύτικο και παραπλανητικό, ή καλλίτερα ήταν ο τρόπος επιλογής του νοήμονος σκοποθετημένου Σωκρατικού κόσμου ενάντια στον κόσμο του χάους που όλοι φέρουμε μέσα μας. Η Σωκρατική ειρωνεία (εκ του είρω=ενώνω, κοινή ετυμολογία με το θεό Ερμή (ο Θεός ο οποίος διά της πληροφορίας ενώνει τους κόσμους του ουρανού και της γής ως μεταφέρων πληροφορίες) είναι αυτή η οποία ήρεμα ενώνει το χάος μέσα μας (ως άγνοια χαρακτηρίζεται το χάος (διότι ως γνωστόν η γνώσις ξεκινά από τον έλλογο κόσμο και δώθε , καμμία σχέση δεν έχει με τον κόσμο του χάους) με τον κόσμο του λόγου ο οποίος είναι αυτός ο οποίος στηρίζεται στην σωκρατική γνώση και πρέπει να αναδειχθεί και να επικρατήσει ενάντια στο χάος του μη-νοήμονος ανθρώπου, του μη-πολιτικού. Η ειρωνεία φέρει το χάος ενώπιον του λόγου και το εκμηδενίζει ως σκοτεινό, άφωτο, άβουλο. Η Σωκρατική ειρωνεία (δεν ξέρω ω Θεαίτητε) στηρίζεται στην ψευδή δήλωση ότι δεν ξέρω άρα πρέπει να μάθω: ουσιαστικά όμως το χάος δεν έχει γνώση αλλά πορεία χαοτική, άρα δεν ξέρω πώς θα το γνωρίσω αφού δεν έχει γνώση: άρα άς έλθουμε στο λόγο και στον μικρόκοσμο του νοός.

Ώστε λοιπόν ο Σωκράτης ήξερε τα πάντα για τον κόσμο του λόγου, δεν ήξερε τίποτε για τον κόσμο του χάους διότι εκεί δεν υπάρχει γνώσις αλλά άλλου είδους οντολογικής προσπέλασης. Αυτά μπερδεύθηκαν στο μυαλό κάποιων και έγινε η περίφημη φράσις: δεν την είπε όμως: διότι γνώρισε όλα όσα χρειάσθηκαν για να επιβάλλουν το Σωκρατικό άνθρωπο και να κτίσουν το Σωκρατικό κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr