Ο Τηλέμαχος ζητεί να μάθει την ταυτότητα του ξένου και τον
λόγο της επίσκεψής του. Η Αθηνά του απαντά πώς είναι ο Μέντης, ο άρχοντας των
Ταφίων, φίλος του πατέρα του, και πώς μία φήμη ότι ο Οδυσσέας επέστρεψε τον
οδήγησε εκεί. Δηλώνει μάλιστα την πίστη του ότι γρήγορα ο Οδυσσέας θα
επιστρέψει στην πατρίδα του. Κατά τη συζήτησή τους ο Οδυσσέας απαντώντας σε
ερώτηση του ξένου για την παρουσία των μνηστήρων εξηγεί την κατάσταση που έχει
διαμορφωθεί στο παλάτι. Νεαροί ευγενείς από την Ιθάκη και τα γύρω νησιά
διεκδικούν την Πηνελόπη, κατασπαταλούν μάλιστα την περιουσία του πατέρα του και
ίσως θελήσουν να δολοφονήσουν και τον ίδιο. Η Αθηνά – Μέντης, αφού υπενθυμίσει
στην Τηλέμαχο πώς θα αντιδρούσε ο πατέρας του αν γυρνούσε του δίνει κάποιες συμβουλές:
1) να ζητήσει δημόσια σε συνέλευση να φύγουν οι μνηστήρες από το παλάτι 2) αν
θέλει η μητέρα του ας ξαναπαντρευθεί αλλοιώς να γυρίσει στον πατέρα της 3) ο ίδιος
να ταξιδέψει στην Πύλο και τη Σπάρτη αναζητώντας πληροφορίες για τον πατέρα
του. Στη συνέχεια του υποδεικνύει πώς να ενεργήσει ανάλογα με το αποτέλεσμα της
έρευνάς του. Κατόπιν η Αθηνά φεύγει πετώντας σαν πουλί. Ο Τηλέμαχος αντιλαμβάνεται
πώς ο ξένος ήταν κάποιος θεός γεγονός που τον ενθαρρύνει και τον γεμίζει
αυτοπεποίθηση.
Ο Φήμιος τραγουδά στους μνηστήρες για το γυρισμό των Αχαιών από την Τροία. Η Πηνελόπη ακούγοντας από τον επάνω όροφο του μεγάρου το τραγούδι του, εμφανίζεται δακρυσμένη και ζητεί από τον αοιδό να αλλάξει τραγούδι, γιατί αυτό τη στενοχωρεί μιάς και της θυμίζει το δοξασμένο άντρα της που τόσο ποθεί να ξανασυναντήσει.