Η μετατροπή των Ελληνικών ιδεών σε χριστιανικές.

 



Η μετατροπή των Ελληνικών ιδεών σε χριστιανικές.

Η υιοθέτησις μέρους της Ελληνικής κουλτούρας από τη χριστιανική διανόηση εστηρίχθη στο δούρειο ίππο της Ελληνικής γλώσσης. Ας θεωρήσουμε ότι η Ελληνική γλώσσα διαθέτει μία εκπληκτική πρωτοτυπία: μετέφερε τις οντολογικές δυνάμεις του νοός στα χείλη, συνδυάζοντας με αυτόν τον τρόπο τη σκέψη με την εξωτερίκευσή της η οποία οδηγεί στην ατομική και συλλογική πράξη και υπέρβαση αλλά και εξέλιξη του Ανθρώπου: όταν λοιπόν ο Έλληνας συζητούσε για το «ίσθι» συζητούσε ότι αυτός ο ρηματικός τύπος είναι συγχρόνως προστακτική και του ρήματος ειμί αλλά και του οίδα (γνωρίζω) διότι το να είναι κανείς σημαίνει να γνωρίζει.

Άρα λοιπόν η Ελληνική λέξη περιέχει: την οντολογική εσωτερικότητα, τον τρόπο επαφής της με τον άνθρωπο, τον τρόπο πρακτικής εφαρμογής αυτής της δύναμης για τον άνθρωπο και την κοινωνία. Το σύμπαν πέλει (επικοινωνεί) ως άστρα, άνθρωποι και πλανήτες, άρα είναι Πόλις, η βιαία επαφή των ανθρώπων και η βιαία επικοινωνία τους είναι πόλεμος.

Ώστε λοιπόν η χριστιανική υιοθέτησις αλλοίωσε στα τρία παραπάνω οντολογικά βασικά σημεία τις Ελληνικές λέξεις που εκμεταλλεύθηκε: διότι η Ελληνική λέξις τίκτεται μέσα σε οντολογικό περιβάλλον, από Οδυσσείς του Νόστου, και έχουν καθαρά δυναμική εν τω όντι εξελικτική σημασία. Στη χριστιανική λοιπόν διανόηση έπρεπε οι υιοθετηθείσες λέξεις έπρεπε να αλλοιωθούν και οντολογικά και σημασιολογικά και πρακτικά, κάτι που έγινε.

Ο θεός στην προσωκρατική φιλοσοφία είναι συμπαντική δύναμις, ενορατικώς και βιωματικώς συλλαμβανομένη υπό του σκεπτομένου και βιούντος αυτήν την δύναμιν υποκείμενο το οποίο εν τω όντι ζεί σε σχέση με τη συμπαντική αυτή δύναμιν: ο Θαλής θεωρεί ότι όταν βρέχει ζεί τη θεία δύναμιν του ύδατος, άρα θεός είναι το σύμπαν ως εκτύλιξις των δυνάμεών του. Ο χριστιανισμός κλείνοντας το σύμπαν στο μυαλό του θεού θεώρησε το θεό αφηρημένη θεωρητική έννοια, άγνωστη στους πολλούς, και την περιόρισε στη σκέψη και όχι στο άμεσο συμπαντικό βίωμα. Η μεταφορά του θεού στα βιβλία και στο ανθρώπινο μυαλό κατέστρεψε την εξωτερική καθαρά βιωματική σχέση του Ανθρώπου με το σύμπαν ως τέτοιο, ο Οδυσσέας δυσκολεύεται πλέον να συνομιλεί εν συμπαντική κινήσει με τη θεά Αθηνά.

Η ιδέα στην Ελληνική πραγματικότητα είναι εκ του ρήματος «ορώ» η διαισθητική ενόρασις των συμπαντικών δυνάμεων εκ μέρους του ανθρώπου: ο Οδυσσέας κατά την επιφάνεια της Θεάς ορά την ιδέα της, δηλαδή μέρος της μορφής της, και βιωματικά απολαμβάνει αυτή την ορατική επαφή: η ιδέα είναι όραση διαισθητικής μορφής, η πραγματική θέασις του ονειρεμένου: όχι όμως στο χριστιανισμό: στον χριστιανισμό η ιδέα είναι κάτι καθαρά θεωρητικό, σκέψεις οι οποίες καρτερικά επιβεβαιώνονται μόνον από την πραγματικότητα του ιδεατού, διότι η απευθείας ενορατική ιδέα ως θέασις όσων σκέπτομαι εξαφανίσθηκε στη θρησκεία του ναζωραίου. Πλέον η ιδέα από κάτι το οποίο υπάρχει ως τέτοιο στο ανοικτό σύμπαν, καταντά κάτι θεωρητικό το οποίο περιμένει την επιβεβληθείσα πραγματικότητα για να επαληθευθεί. Οι κεκαλυμμένοι φιλόσοφοι της βίβλου (Κάντ, Έγελος κ.λ.π) όχι τυχαία συζητούν για τις a priori a posteriori ιδέες οι οποίες πρέπει να επιβεβαιώνονται από την εμπειρία.

Η αμαρτία στην Ελληνική πραγματικότητα είναι υπέρβαση των δυνάμεων του ανθρώπου ώστε αυτός να κινδυνεύει να χαθεί στο άπειρο σύμπαν. Η αμαρτία της Αντιγόνης είναι η υπέρβαση της πορείας της και η υψιπετής φύσις της η οποία ξεπέρασε όλους τους γύρω της οδηγώντας την στο θάνατο: είναι λέξις ουδέτερη σε σχέση με το συναίσθημα διότι έχει καθαρά λογική περιεχομενικότητα: είναι κρίμα για τον Άνθρωπο ως ο Ίκαρος να πετά σε ύψη που δεν μπορεί να ελέγξει. Δυστυχώς σε αυτή τη λέξη όπως και στις λοιπές, ο χριστιανισμός προσέδωσε συναισθηματικό χαρακτήρα, διαλύοντας τη λογικότητα σε συμπαντικό περιβάλλον όλων των Ελληνικών λέξεων: η αμαρτία πλέον είναι η διακοπή της σχέσης με το θέλημα του θεού, η οποία καταβάλλει συναισθηματικά τον πιστό,ο οποίος βυθίζεται στο κλάμα και στην μετάνοια. Στην Ελληνική όμως πραγματικότητα είναι καθαρά έλλογος λέξις, ο αμαρτάνων είναι αυτός ο οποίος έλλογα υπερβαίνει τις δυνάμεις του, δεν έχει να κάνει με κάποιο θεό αλλά με τη συμπαντική πορεία του ανθρώπου, και έλλογα ο άνθρωπος προσαρμόζεται στη λογική συμπαντική πορεία του.

Η λέξις δαίμων στην Ελληνική κοσμοθέαση αποτυπώνει την ένδον του ανθρώπου κίνησιν του αίματος, η οποία έρχεται μαζί με τη μορφή όντων και δυνάμεων, φέροντας σε επαφή τους ανθρώπους με πληθώρα οντικών συμπαντικών μορφών: το αίμα είναι αυτό το οποίο ως υδάτινη ρέουσα δύναμις εντός του ανθρώπου επικοινωνεί με το ύδωρ και το ρευστό και ρέον σύμπαν μεταφέροντας εντός του ανθρώπου πλείστες όσες δυνάμεις: άρα ο δαίμων είναι το αίμα εντός μας και οι δυνάμεις μορφής και είδους που μεταφέρει: οι δαίμονες είναι αποτυπώσεις οντικών μορφών που βοηθούν τη συμπαντική πορεία του ανθρώπου, είναι πάμπολλοι και άπειροι όπως το χάος: για αυτό και ο Αριστοτέλης συζήτησε για ευδαιμονία διότι η καλή επαφή με τους δαίμονες είναι καλή επαφή με το όν, μεταφορείς του οποίου είναι ο δαίμων: στο χριστιανισμό όπου επικράτησε στον μικρόκοσμο της χριστιανικής ιδέας μόνον η μορφή του θεού και του θεανθρώπου, εχάθηκαν οι πλείστες άλλες οντολογικές μορφικές αποτυπώσεις με συνέπεια οι δαίμονες να θεωρηθούν κάτι το κακό, διότι οι φαντασιώσεις του όντος στον χριστιανισμό απαγορεύθηκαν και παρέμεινε μόνον η μία μορφή του θεανθρώπου, όλες οι άλλες μορφές απορρίφθηκα και θεωρήθηκαν αμαρτωλές. Η λέξις δαίμων λοιπόν χρησιμοποιήθηκε στο χριστιανισμό προκειμένου να κλείσει το Όν και να περιορισθεί ο άνθρωπος στον μικρόκοσμο του χριστιανικού θεού.

Η λέξις ηθική δεινοπάθησε επίσης στη χριστιανική πρακτική: Ηθική διά τους  Έλληνας είναι η υιοθέτησις εν πράξει όλων εκείνων των αρχών οι οποίες διέπουν το σύμπαν και την πορεία του, πραττόμενες μάλιστα υπό του Ανθρώπου (ο οποίος συναποτελεί κομμάτι του σύμπαντος) τον εξελίσσουν διακοσμικά. Όμως η Ηθική στους Έλληνες είναι ακαθόριστη και άπειρος όπως ακαθόριστες και άπειρες είναι οι συμπαντικές συλλήψεις τους. Ποτέ δεν πρόκειται κάποιος Έλληνας να χαρακτηρισθεί ηθικός ή ανήθικος αλλά θα χαρακτηρισθεί ως ικανός να ενστερνιστεί και να ακολουθήσει τις άπειρες συμπαντικές δυνάμεις των θεών. Στο χριστιανισμό οι συμπαντικές αρχές ταυτίσθηκαν με τον δήθεν δημιουργό του σύμπαντος θεό, ώστε αναπτύχθηκε στενή σχέση ανάμεσα σε συγκεκριμένες θεωρητικές αρχές οι οποίες απορρέουν από το θεό και πρέπει να βιωθούν από τον άνθρωπο προκειμένου ο άνθρωπος να αναπαυθεί στην αγκαλιά του θεού: δηλαδή η λέξις ηθική χρησιμοποιήθηκε όχι για να περιγράψει το άπειρο ταξίδι του ανθρώπου μέσα στο σύμπαν (ανακαλύπτει  δυνάμεις και τις πράττει μέσα στο ατελεύτητο Όν) αλλά χρησιμοποιήθηκε χριστιανικά η λέξις αυτή προκειμένου να αποτυπώσει την αναγκαία πράξη του ανθρώπου η οποία στηρίζεται σε επιβληθείσες αρχές με σκοπό την αποδοχή του ανθρώπου από ένα συγκεκριμένο θεό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr