KEIMENO
1
Το
κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στην εφ. Το Βήμα (17/11/2002). Ο συγγραφέας
του, Θεόδωρος Παπαγγελής, καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας στο ΑΠΘ, γράφει ένα
άρθρο γνώμης σχετικά με την αναγνωστική κουλτούρα των ευρωπαϊκών χωρών. Το
κείμενο έχει υποστεί διασκευή για τις ανάγκες της γραπτής εξέτασης.
Τελικά, θα πάμε αδιάβαστοι;
Σύμφωνα
με το πρόσφατο Ευρωβαρόμετρο1 , ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος των ατόμων που
δήλωσαν ότι κατά τον προηγούμενο χρόνο δεν είχαν ανοίξει βιβλίο είναι 42,1%, τα
ποσοστά για την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία ήταν κατά πολύ
υψηλότερα. Αντίθετα, η αναγνωστική αποχή είναι εξαιρετικά χαμηλή στη Σουηδία,
τη Φινλανδία και τη Βρετανία. Όσο ξέρω, καμιά επιτροπή δεν μελετά αυτή τη
στιγμή τα ευρήματα για την αναγνωστική μας ανορεξία. Ωστόσο, σύμφωνα με μια
ερασιτεχνική, αλλά ευρείας αποδοχής, ερμηνεία, οι κάτοικοι της «ωραιότερης χώρας
του κόσμου» δεν έχουν λόγους να κλειστούν στους τέσσερις τοίχους για να
διαβάσουν, όταν η αγαθή μοίρα τούς επιτρέπει να αυλίζονται, να περιφέρονται και
να εποχούνται ηλιόλουστοι τουλάχιστον κατά τις τρεις από τις τέσσερις εποχές.
Το άλλοθι είναι έξυπνο, αλλά, ενώ εξηγεί γιατί απέχουμε από ογκώδεις τόμους,
δεν εξηγεί γιατί, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, μόνο το ένα πέμπτο διαβάζει
συχνά εφημερίδες, που ασφαλώς απαιτούν λιγότερο χρόνο και που διαβάζονται σε
καθημερινή βάση από τα τρία τέταρτα των Φινλανδών και των Σουηδών και από το
60% και πλέον των Γερμανών. Η πραγματική εξήγηση, σύμφωνα με τον Ελβετό αναλυτή
EkkehardKraft, έχει μεγάλο ιστορικό βάθος. Ενώ μέχρι το τέλος περίπου του 15ου
αιώνα οι αναλφάβητοι ήταν ισομερώς κατανεμημένοι στην Ευρώπη, στη συνέχεια
δρομολογήθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις, δεδομένου ότι οι χώρες του βόρειου
και του βορειοδυτικού ευρωπαϊκού τόξου που προσεχώρησαν στη Μεταρρύθμιση
μείωσαν δραματικά τα ποσοστά αναλφαβητισμού, επειδή οι Μεταρρυθμιστές θεωρούσαν
απαράβατο χριστιανικό καθήκον την ανάγνωση της Βίβλου και οι αρχές μερίμνησαν
για τη διάδοση της ικανότητας για ανάγνωση και γραφή. Αργότερα η Βίβλος ως
ανάγνωσμα υπoχώρησε αλλά η εγγραμματοσύνη και η αναγνωστική παράδοση έμειναν.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η Μεταρρύθμιση συνετέλεσε στη μείωση του αναλφαβητισμού
ακόμη και σε χώρες με ισχυρή ρωμαιοκαθολική παράδοση, επειδή οι ανάγκες της
Αντιμεταρρύθμισης υπαγόρευαν την απόκτηση ικανότητας για ανάγνωση και γραφή. Το
δεύτερο μεγάλο τονωτικό της αναγνωστικής όρεξης προσέφερε ο Διαφωτισμός του
18ου αιώνα, ενώ η βιομηχανική επανάσταση του 19ου προσέθεσε εργάτες και
γυναίκες στη διογκούμενη «αναγνωστική» τάξη. Η εικόνα είναι διαφορετική στον
Νότο. Η Μεταρρύθμιση άφησε αδιάφορους τους Καθολικούς της Ιβηρικής και της
Νότιας Ιταλίας, ενώ ανατολικότερα η ελληνική Ορθοδοξία είχε να αντιμετωπίσει
πολύ σοβαρότερα προβλήματα επιβίωσης. Στον Νότο, εξάλλου, ο Διαφωτισμός δεν
έφτασε παρά μόνο σε μικρούς θυλάκους2 διανοουμένων, ενώ ο αναλφαβητισμός άρχισε
να υποχωρεί αισθητά στο δεύτερο μισό του
19ου αιώνα για να περιοριστεί σε ελεγχόμενα επίπεδα μόλις μετά το τέλος του Β´
Παγκοσμίου Πολέμου. Παρά το γεγονός ότι, για τους παραπάνω λόγους, καθυστέρησε
σημαντικά η ανάπτυξη της αναγνωστικής μας κουλτούρας, η ψαλίδα θα μπορούσε να
κλείσει με γρήγορους ρυθμούς, αν το τέλος του αναλφαβητισμού δεν συνέπιπτε
χρονικά με τη «μιντιακή» επανάσταση του 20ού αιώνα και κυρίως με την εισβολή
της τηλεόρασης κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του. Έτσι, ενώ αλλού
εξαιτίας μιας παγιωμένης και ώριμης αναγνωστικής παράδοσης υπήρχαν και υπάρχουν
ισχυρές αντιστάσεις, στην Ελλάδα το στραβό κλήμα της «υπό ανάπτυξιν»
αναγνωστικής κουλτούρας το έφαγε και ο γάιδαρος της τηλεόρασης. Αν ρίξουμε μια
τελευταία ματιά στο Ευρωβαρόμετρο, θα δούμε ότι οδηγούμε την κούρσα της
ευρωπαϊκής τηλεθέασης.