Ο Εύμαιος στην Οδύσσεια είναι ο χοιροβοσκός, είναι ο δούλος του Οδυσσέως, όμως ομιλεί την ίδια ακριβώς γλώσσα με το Θείο Βασιλέα της Ιθάκης. Συγκεκριμένασυζητεί μέσα από τον ίδιο λεξιλογικό πλούτο με τον Οδυσσέα ώστε αυτό αποκαλύπτει ότι και οι δύο αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο το σύμπαν, τις θείες συμπαντικές δυνάμεις, τον κόσμο και την Φύσιν και τον Άνθρωπον. Επίσης στην Ιλιάδα ο Θερσίτης μπορεί να παραπονείται ότι είναι ένα παιδί κατωτέρων θεών όμως η γλώσσα του είναι η ίδια ομιλουμένη γλώσσα με αυτή των Ηρώων , του Αχιλλέως και του Αγαμέμνονος. Άρα μέσα από την κοινή γλώσσα όλοι μα όλοι οι άνθρωποι του Ομηρικού κόσμου αντιλαμβάνονται και ζούν στον ιδιο κόσμο, γνωρίζουν τους ίδιους θεούς, τις ίδιες δυνάμεις γεύονται και πράττουν τις ίδιες ενεργειακές αξίες. Η διαφορά των ανθρώπων είναι κατά τρόπο συμπαντικό φτιαγμένη: όπως υπάρχει ο Ήλιος και η Σελήνη, η Γή και τα άστρα, η διαφορά των ανθρώπων είναι συμπαντικώς πρακτική: κάποιοι πρέπει να είναι βασιλείς (πρακτικά) κάποιοι άλλοι δούλοι (πρακτικά) : για αυτό και ενυπάρχει ο ανείπωτος σεβασμός στο Βασιλέα της ΟδυσσεϊκήςΓής τον Εύμαιο εκ μέρους του ποιητή διότι ο Εύμαιος απλά πρέπει να κάνει αυτό , ο Οδυσσέας πρέπει να κάνει κάτι άλλο: ο ένας είναι Βασιλέας Γής ο άλλος ανθρώπων, δεν υπάρχει βαθύτερος αξιολογικός χωρισμός των ανθρώπων διότι όλα γίνονται κατά συμπαντικό τρόπο: για αυτό και ο ποιητής κάνει αποστροφές σε Πάτροκλο και Εύμαιο μόνο ομιλώντας τους στο β΄ενικό: δεν υπάρχει στον Όμηρο υποτίμηση της ανθρωπίνης προσωπικότητος, επιβίωση ηρώων και ανθρώπων δυνατών εν τω σύμπαντι υπάρχει, όλοι όμως βάσει της γλώσσας που ομιλούν μετέχουν σε κοινές δυνάμεις.
Κάποια χρόνια αργότερα η πνευματική αριστοκρατία των Αθηνών επέβαλε τη γλώσσα των θεϊκών νόων διότι παρήγαγε σκέψη, πόλιν, πολίτην, ζωή, συνέχεια. Δεν θα είχε επιβληθεί η γλώσσα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους εάν δεν επέβαλε και δεν διαφήμιζε τη φιλοσοφία ως τρόπον ζωής, πόλεως, πορείας και σκοπού: η γλώσσα είναι ο απόλυτος γεννήτωρ όλων εκείνων των ιδεών και των αξιών οι οποίες ως Γίγαντες και Τιτάνες σκλαβώνουν τους ανθρώπους και τους υποδουλώνουν στη σκέψη και συμπεριφορά: οι Έλληνες διά του Πλατωνικού και Αριστοτελικού Νοός εδημιούργησαν τιτανικές ιδέες και γιγάντιες αξίες και για αυτό επεβλήθη στα πέρατα της οικουμένης η Ελληνική γλώσσα: η Ελληνική γλώσσα βγαλμένη μέσα από τα σπλάχνα του Όντος όμως δεν διαβλέπει ανωτέρους και κατωτέρους ανθρώπους με βάση το χρήμα ή την πίστη σε κάποιον θεό, αλλά διαβλέπει ανώτερο και κατώτερο άνθρωπο με βάση την παιδεία αν και οι σοφιστές με βάση τις λέξεις για τη φύση της Ελληνικής γλώσσα πίστευαν ότι οι άνθρωποι εν φύσει εισίν ίδιοι: και πάλιν όμως: όλοι οι Αθηναίοι, ελεύθεροι και δούλοι, ομιλούσαν την ίδια αττική λαμπρή του Δημοσθένους και του Σοφοκλέους γλώσσα, χωρίς διάκριση: και οι δούλοι δεν πήγαιναν στα σχολεία: άρα οι άνθρωποι όπως και στον Όμηρο διά της γλώσσης εγεύοντο τις ίδιες ιδέες και αξίες, την ίδια συμπαντική θέση: η γλώσσα προκαλούσε σε μία κοινή συμπαντική υπέρβαση διά του νοός και του ήθους, το σύμπαν ήταν ανοικτό και η γλώσσα μετέφερε συμπαντιό υλικό σε όλους τους ανθρώπους: το σύνολο των Αθηναίων ήκουον το Δημοσθένη και τον κατανοούσαν, ενώ ο Δημοσθένης πολλά χρόνια αργότερα εγένετο αντιληπτός και κατανοητός από το σύνολο των Αθηναίων πολιτών.Ενώπιον του Έλληνος Νοός οι άνθρωποι κατανοούσαν και έπραττον βάσει κοινά αντιληπτών εννοιών και ιδεών.
Θα πρέπει να σκφθούμε ότι όλα αυτά αποτελούν κοινά αγαθά της πόλεως κράτους. Όμως η Ελληνιστική εποχή έδωσε οριστικό τέλος σε όλα αυτά, όπως εξάλλου ολοκλήρωσε αυτό το τέλος και η ρωμαϊκή αυτοκρατορία: Σε πρώτη εκτίμηση το ελληνιστικό χάος και η ρωμαϊκή οικουμενικότητα στηρίχθηκε στο διαχωρισμό των ανθρώπων με βάση όχι πλέον την παιδεία τους, αυτό κανέναν δεν ενδιέφερε, αλλά τον τόπο όπου ζούσαν ή κατοικούσαν όπως και τα χρήματα που ελάμβαναν . Η απρόσωπη ζωή εξοβέλισε τη γλώσσα των Ελλήνων από τη ζωή των Ανθρώπων, απλοποιώντας τις φράσεις και τα νοήματά της.Ειδικά η επικράτηση της Λατινικής επέφερε μία άλλη θέση στην Ελληνική του Ομήρου και του Πλάτωνος: ήταν η γλώσσα των πλουσίων συγκλητικών και επιφανών: σταδιακά επικράτησε η απλουστέρα της Ελληνικής Λατινική, η Ελληνική όμως ως γλώσσα της Ελληνιστικής εποχής ποτέ δεν σταμάτησε να ομιλείται από πλείονες μάζες αν και απώλεσε το βαθύ της νόημα και οι βαρείς όροι και τα βαρέα φιλοσοφικά νοήματα εγένοντο αντιληπτά από όλο και λιγότερους ανθρώπους: η Ρώμη δεν ενδιαφερόταν για τη μόρφωση των λαών αλλά και για τις κατακτήσεις τους και σταδικά οι μεγάλες μάζες των ανθρώπων ομιλούσαν απλοποιημένα την Ελληνική ως γλώσσα επικοινωνίας και όχι φιλοσοφικής ενατένισης: ήδη ο Πλωτίνος παραπονείται όπως και ο Λουκιανός για την αδυναμία πολλών να τους κατανοήσουν. Κάτι το οποίο εκφράζεται και στο κίνημα της Β΄σοφιστικής.
Η εμφάνιση του χριστιανισμού στη Γαλιλαία όπου ευρίσκοντο οι Ελληνιστές, οι άνθρωποι οι οποίοι ελάτρευαν Έλληνες θεούς και είχαν σχετικούς ναούς, αποδεικνύει κάτι το πολύ σημαντικό: Η Ελληνική γλώσσα έστω με πολλές απλουστεύσεις ήταν η γλώσσα που διέθετε λέξεις για το νού, το ήθος, την ιδέα και την αξία, την πορεία και το νόστο και το φωτισμό των ανθρώπων: ήταν η γλώσσα η οποία έδιδε το γνώθι σαυτόν και επίσης η γλώσσα που εξέταζε κριτικά τα πάντα, ήταν η γλώσσα οι λέξεις της οποίας στηρίζονται στο –φ στο –ρ (φώς και ροή): με βάση την Ελληνική οι άνθρωποι είναι απελεύθεροι εν τω σύμπαντι.
Παρατηρούμε την απλή Ελληνική των Ευαγγελίων: ήδη η Πλατωνική γλώσσα και η Ομηρική εγένετο καταληπτή από ολίγους: η Υπατία ήταν ακατάληπτη από πολλούς εξάλλου και οι φιλοσοφικές σχολές σε ολίγους εγένοντο κατανοητές (ό Λιβάνιος (και για άλλους λόγους) παραπονείται για την πνευματική πενία και την αδυναμία των ανθρώπων να ακολουθήσουν το Ελληνικόν φώς( και ο Ιουλιανός στην Αντιόχεια εγεύθη την άγνοια των πολλών): ο χριστιανισμός τρέφεται από την πτώση της βαθείας Ελληνικής διότι ο άνθρωπος ξεχνά τις συμπαντικές και παγανιστικές καταβολές του: στο βυζάντιο όπου ο χριστιανικός νούς ένωσε τους πάντες (και ο μωαμεθανισμός ήταν ο ανατολικός προτεσταντισμός των Αράβων) δεν υπήρξε οργανωμένη παιδεία για τους πολλούς: σταδιακά ο χριστιανισμός αντικατέστησε τη βαθεία Ομηρική και Σωκρατική γλώσσα και μόρφωση με την απλή πίστη στο θεό: χρήσιμα δεν είναι τα Ελληνικά γράμματα τα οποία φωτίζουν την ατομική πορεία των ανθρώπων, αλλά η πίστη έστω και αμορφώτων στο θεό διότι αυτή η πίστη σώζει.Δεν είναι τυχαίο ότι τον Αρέθα και τον Βαρλαάμ αλλά και τον Μάξιμο τον Ομολογητή όλο και λιγότεροι άνθρωποι τους καταλάβαιναν και τα πτωχοπροδρομικά πολλά μας αποκαλύπτουν: άρα στο βυζάντιο δημιουργείται μία μεγάλη αξιακή μορφή: οι πολλοί απλοποιούν τα Ελληνικά τους, μένουν έξω από τη βαθεία Ελληνική γλώσσα του Ομήρου και του Πλάτωνος, διότι ο χριστιανισμός εξαίρει την αμορφωσιά του πνεύματος τη στιγμή όμως που ο άνθρωπος ως πίστη σώζεται: είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πλήθων τον 14ο αι ήταν ελάχιστα αντιληπτός από το σύνολο των ανθρώπων του καιρού του για αυτό εξάλλου και το σύστημά του επέρασε απαρατήρητο: οι πολλοί ένοιωθαν ότι εσώζοντο από την πίστη και όχι από τη γλώσσα και τα βαθέα νοήματά τους.
Η οθωμανική σκλαβιά ολοκλήρωσε αυτόν τον καταστροφικό κύκλο: οι Έλληνες σταδιακά μέσα στην πτωχεία και στην αμορφωσιά μετήλλαξαν τις λέξεις σε δημώδεις κατανοητές από τους πολλούς: ηλθαν λέξεις με άλλες ρίζες (ευρωπαϊκές) η γλώσσα των Ελλήνων δεν πρότεινε όσα πρότεινε ο Πλάτων για αυτό και κατέστη μία απλή επικοινωνιακή γλώσσα: Η Εκκλησία επιθυμούσε της παιδείας έως την κατανόηση του ιερού ψαλτηρίου, πλέον ο Εύμαιος δεν ομιλεί την ίδια γλώσσα με τον Οδυσσέα, όταν μάλιστα έφυγε η οθωμανική σκλαβιά το πρόβλημα αδυσώπητο ξέσπασε: ο πολύς κόσμος δεν καταλάβαινε τίποτε από την Ελληνική γλώσσα η οποία σταδικά έγινε Αρχαία Ελληνική και Νέα Ελληνική: κανείς δεν μπορεί να καταλάβει που είναι ο Εύμαιος και ο Οδυσσέας.
Με αυτόν όμως τον τρόπο οι άνθρωποι έμειναν υποταγμένοι σε εξουσίες θρησκευτικού ή πολιτικού περιεχομένου: Σήμερα η Ελληνική γλώσσα βιώνει φρικτή παραχάραξη: διότι δεν προσφέρει τίποτε στον κόσμο ώστε να ομιλείται: διότι η Ελληνική μεσουράνησε όταν πρότεινε φιλοσοφία ζωή και ήθος και σκοπό: σήμερα μεσουρανεί η αγγλική διότι προτείνει τεχνολογία και απλό life style επειδή και η ίδια είναι απλή.
Ο χριστιανισμός απονεύρωσε τις Ελληνικές μυστικές λέξεις ώστε να κλεισθούν όλοι και όλες στο σύστημά του: όταν ο Όμηρος λέγει θείος Οδυσσέας σημαίνει ότι ο Οδυσσέας είναι συνιών (γνωρίζει) την Αθηνά Σοφία, ομιλούν και συναναστρέφονται, πράγμα αδιανόητο στον χριστιανισμό όπου θείος είναι ο Θεός ή ο άγιος των χιλίων βασάνων: οι Ελληνικές λέξεις εκφράζονται πάντα και δεν χάνονται κάτω από βάσανα και πόνους: ο Οδυσσέας δεν νηστεύει και δεν πονά αλλά κινείται οι λέξεις του Ομήρου είναι λέξεις πορείας: στο χριστιανισμό οι ίδιες λέξεις χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τον πόνο των μοναχών ( ο πόνος είναι η έλλειψη που αναπληρώνεται από την πορεία στον Όμηρο, στο χριστιανισμό χάνει εντελώς αυτή την έννοια και γίνεται το αβάσταχτο συναίσθημα το οποίο εξουθενώνει τον άνθρωπο, άρα από πνευματική η λέξη έγινε σκληρά συναισθηματική): οι λέξεις κατήντησαν συναισθηματικά σημαινόμενα τα οποία γρήγορα αντικαθίστανται από τις λέξεις του υπολογιστή και της ψηφιακής εποχής διότι κανείς πλέον σήμερα δεν εκτιμά το βάθος της Ελληνικής γλωσσας: αντίθετα όλοι εκτιμούν τις άναρθρες λέξεις διότι έμαθαν ότι δεν χρειάζεται να σκεφτόμαστε και να ομιλούμε βαθέως αρκεί να έχουμε ένα θεό ένα life style άλλους σωτήρες οι οποίοι απλά μας τα έχουν όλα έτοιμα: η Ελληνική όμως γεννήθηκε όταν οι άνθρωποι χάραξαν συμπαντικούς δρόμους και μόνον αυτή η οντολογική της λειτουργία την κρατεί ζωντανή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
vasilios888@yahoo.gr