Μία πρόταση διδασκαλίας της τραγωδίας Ελένης του Ευριπίδου.

 


Μία πρόταση διδασκαλίας της τραγωδίας «Ελένη» του Ευριπίδου.

H Eλένη του Ευριπίδη, εάν αφαιρέσουμε το ποιητικό επικάλυμμά της  προκειμένου να απομείνει η φιλοσοφική ουσία της, αποτελεί διανοητική τομή συγχρόνως και εξέλιξη της νόησης του Ανθρώπου λίγο πρίν διαλυθούν οι πόλεις – κράτη και ξεσπάσει η χαοτική κατάσταση της Ελληνιστικής εποχής.H Eλένη του Ευριπίδη είναι η αντίθετα εννοουμένη Ομηρική Ελένη και αυτό βέβαια μόνον τυχαίο δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί: μία προσεκτική ματιά στην Ελένη του Ευριπίδου θα καταστήσει σαφές το γεγονός  ότι δεν αποτελεί μετεξέλιξη της Ομηρικής Ελένης αλλά ουσιαστικά πλήρη υπέρβασή της: κατ΄αρχάς υπάρχει σημαντική αξιολογική (αισθητική ίσως) μετατόπιση: ο Ευριπίδης δεν ασχολείται με την Ωραία Ελένη αλλά με τη Νοήμονα Ελένη η οποία προσπαθεί να ταξιδεύσει από την άγνοια στη γνώση, από τα φαινόμενα στα νοούμενα, από την άγνοια στη γνώση.

Ο Ποιητής μας είχε προετοιμάσει για αυτό όταν μας έδωσε τα δύο χαρακτηριστικά της Ωραίας Ελένης (αν και όπως είναι γνωστό η Ελένη ουδέποτε εμφανίζεται στην Ιλιάδα εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων): η Ωραιότητα στην Ιλιάδα έχει ώς χαρακτηριστικά τη Νόηση και την μήνιν (οργή): διότι δεν έχει καμμία σχέση με την ομορφιά: άλλη η ομορφιά και άλλη η ωραιότητα: για αυτό εξάλλου αναφέρεται στο σχετικό χωρίο για την Παναγία: η ωραιότητα της παρθενίας σου. Ομορφιά είναι κάτι το σωματικό ενώ η Ωραιότητα αφορά την κατάλληλη χρονική στιγμή οι άνθρωποι να μπορούν να προσφέρουν ό,τι εξελίσσει αυτούς, τους Άλλους και την ιδέα του Καλού και του Ωραιου: Ο Νούς του Οδυσσέως και η ψυχή του Αχιλλέως είναι είναι τα δύο χαρακτηριστικά του Ωραίου, η σκέψη η οποία οδηγεί σε έργα και η οργή η οποία εργάζεται και αυτή μετέπειτα πράξεις: οι Έλληνες φεύγουν από την Τροία έχοντας κατανοήσει την ύπαρξή τους, έχοντας καταλάβει την ουσία της υπάρξεώς τους: θα πρέπει να σκέπτονται και να (ο)εργάζονται μέσα από την αφύπνιση του ωραίου και του νοητού: αυτή είναι και η ανθρώπινη ωραιότητα: η σκέψη και το συναίσθημα.

Τα χρόνια κύλισαν, και σταδιακά –ειδικά στη φιλοσοφική Αθήνα – συνέβη μία πολύ χαρακτηριστική μετατόπιση: ενώ στην Ιλιάδα ανάμεσα στους Θεούς (ως συμπαντικές δυνάμεις) και στους ανθρώπους δεν εντοπίζεται κάποιο άλλο μέγεθος, σταδιακά διά της Φιλοσοφίας (στο κλεινόν άστυ) ανάμεσα σε Θεούς (νοουμένους ώς συμπαντικές δυνάμεις) και στον Άνθρωπο εμφανίζεται, τίθεται το μέγεθος του Νοός: ο Νούς ώς αποθετήριο συμπαντικών και πνευματικών και ηθικών ιδεών και αξιών, εμφανίζεται σε φιλοσόφους όπως ο Αναξαγόρας, σταδιακά μέσα από τους σοφιστές και το Σωκράτη, ο Νούς ολοκληρώνει τόσο πολύ τον άνθρωπο ώστε στην εποχή του Ευριπίδη εμφανίσθηκε ο νοητικά ανεξάρτητος άνθρωπος αυτός ο οποίος δεν είχε ανάγκη θεών (συμπαντικών δυνάμεων) ώς τέτοιους (ενορατικά) αλλά μπορούσε πλέον ως ανεξάρτητη νοητική οντότητα να αυτοδιαχειρισθεί την ανθρώπινη θέση στο σύμπαν, στην Φύση στην Πόλη. Όλα αυτά είναι πολύ σημαντικά και θα πρέπει να τονισθεί ότι η Ελένη του Ευριπίδη αποτελεί την κορυφαία στιγμή του νοητικού ανεξαρτήτου ανθρώπου ο οποίος θεωρεί ότι μπορεί να εύρη την Αλήθεια ενάντια σε κάθε φαίνεσθαι και να καθορίσει την μετέπειτα γήϊνη πορεία του.

Ο Ευριπίδης λοιπόν λαμβάνει την Ομηρική Ελένη προκειμένου να τονίσει ότι το μέγιστο χαρακτηριστικό της ωραιότητας η νοητική ικανότητα του ανθρώπου δηλαδή, μπορεί από μόνη της ώς τέτοια να ανακαλύψει κάθε είδους αληθείας και να πορευθεί ανεξάρτητα και ελεύθερα με όπλο τη γνώση ο άνθρωπος επί της γής. O Eυριπίδης της Αθήνας του 5ου αι. λαμβάνει τον άνθρωπο του Νοός, τον ανεξάρτητο πνευματικά και νοητικά άνθρωπο (των σοφιστών και του Σωκράτους) και διαφημίζει ότι αυτός ο άνθρωπος είναι ικανός με όπλο τη γνώση να ανακαλύψει κάθε είδους αληθείας διακριτά από κάθε ψεύδος.

Για αυτούς ακριβώς τους λόγους στην Ελένη επικρατεί η Ελένη η οποία επιδιώκει τη γνώση, τη γνώση ώς αιτία, αποτέλεσμα, αιτία πράξης, ηθικής πράξης και επιστροφής σε αυτό που ο άνθρωπος έχει ήδη μέσα του (η Ελένη επιστρέφει στην Πατρίδα της τη Σπάρτη, ο νέος νόστος, η νέα αυτή Ιθάκη, αποκαθιστά τη σειρά: ο άνθρωπος της γνώσης επιστρέφει σε ό,τι μέσα του έχει. Με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώνεται και ο Ομηρικός άνθρωπος: ο άνθρωπος μέσω του Νοός μπορεί να γνωρίσει τον εαυτό του και την αλήθεια και να καθορίσει κάθε ηθική επιστροφή του στον κόσμο της Αληθείας (όπως είπαμε η Ελένη επιστρέφει εκεί όπου ανήκει, στην Σπάρτη). Ώστε η Ελένη είναι η Ανθρωπίνη Ύπαρξη η οποία μπορεί μέσω του Νοός να γνωρίσει την Αλήθεια και ανάλογα να πορευθεί: η Αλήθεια νοείται ώς γνώση του κόσμου, του Άλλου, του Εαυτού, της Πορείας.

Ας προσέξουμε όμως το βάθος της Ευριπίδειας προσωπικής αυτογνωσίας: είναι πράγματι εντυπωσιακή, η φροϋδική ψυχανάλυση, η γνώση των κληρονομικών καταβολών του ανθρώπου, φαντάζει ελάχιστη ενώπιον των γνωστικών σταδίων τα οποία προβάλλονται μέσω της Ελένης του Ευριπίδου, η οποία αποθεώνει τη γνώση σε πολύ συγκεκριμένα επίπεδα:

1ο επίπεδο: η Ελένη , ο νοητικά ανεξάρτητος άνθρωπος, ολοκληρώνει την αυτογνωσία του: ποιος είναι, ποιοι είναι οι πρόγονοί του, ποιες δυνάμεις κληρονομικές φέρει μέσα του, ποια λάθη και σωστά προηγουμένων προγόνων φέρει μέσα του. Η Ήρα, η θεά της ζωϊκής ροής, η οποία προκάλεσε το είδωλο της Ελένης, συμβολίζει την πνευματική εξέταση της ροής της ζωής μας ώστε να καταλάβουμε μέσα στη ροή της ζωής μας, ποια ψέμματα συνέβησαν, πότε χάσαμε τον εαυτό μας, πότε ξεγελασθήκαμε, πότε φύγαμε απ΄τον προορισμό μας και πότε και πώς θα επιστρέψουμε στην ορθή πορεία μας στον κόσμο και στην ατομική αποστολή μας. Πράγματι η Ελένη μέσα στη δυστυχία της, φθάνει σε υψηλά επίπεδα αυτογνωσίας διότι γνωρίζει τον αληθινό εαυτό της, γνωρίζει το ψεύδος του ειδώλου, ξέρει για τι ευθύνεται και ότι είναι αθώα για όσα της προσάπτουν.

2ο επίπεδο: η Ελένη, ως πνευματικά ανακαλύπτουσα την Αλήθεια, ανεξαρτητοποιείται σε σχέση με τους άλλους (Θεοκλύμενος) θέτει όρια στην παρελκυστική μεταφυσική δήθεν γνώση (Θεονόη) και επιθυμεί την πραγματική πράξη επιστροφής στην Πατρίδα της μέσω του Μενελάου ( η πραγματικότητα του Άλλου): άρα ο γνωστικός άνθρωπος κατανοεί τα όρια της γνώσης, δεν θέλει μεταφυσική φαντασιακή γνώση, επιλέγει τους άλλους και διά αυτών θέλει την κοινωνία και την επιστροφή στο νόστο τους.

3ο επίπεδο: η γνώση του Άλλου, του Άλλου ο οποίος συμπληρώνει τον Εαυτό μου: η στιγμή της αναγνώρισης της Ελένης και του Μενελάου καθορίζει θετικά και αρνητικά τη ζωή της Ελένης: Γνώση είναι ο Άλλος ο οποίος θα πλαισιώσει τη ζωή μου και θα βοηθήσει στο νόστο μου, εκεί όπου ανήκω. Γνώση όμως είναι και το ότι ο Άλλος δεν είναι αυτός ο οποίος πρέπει να πλαισιώσει εμένα και απορρίπτεται. Μέσα από την επιλογή του Μενελάου και την απόρριψη του Θεοκλυμένου ολοκληρώνεται και εμφαντικά παρουσιάζεται το αιώνιο παιχνίδι ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο Είναι: ο Άλλος Είναι όταν είναι ο κατάλληλος, ακόμα και οι ανθρώπινες σχέσεις εάν δεν είναι επιφανειακές αλλά σχετίζονται με το νόστο μας, υπόκεινται στη Γνώση του ποιος πραγματικά είναι ο Άλλος, ο οποίος δεν πρέπει να είναι απλό φαίνεσθαι (Θεοκλύμενος) αλλά το Είναι (Μενέλαος).

Θα πρέπει συνεχώς να συσχετίζουμε την Ελένη με την ιστορική στιγμή κατά την οποία διδάχθηκε. Διδάχθηκε η τραγωδία αυτή του Ευριπίδη περί το τέλος της Σικελικής εκστρατείας. Εάν σκεφθούμε ότι το μεγαλείο της Αθήνας – το οποίο τόσο κλονίσθηκε  λόγω της πανωλεθρίας που υπέστησαν οι Αθηναίοι στη συγκεκριμένη στρατιωτική τους επιχείρηση- στηρίχθηκε σε αυτό που μας ενημέρωσε στον Επιτάφιο ο Περικλής ώς σοβαρή φιλοσοφία, καταλαβαίνουμε πόσο κλονίσθηκε η πίστη των Αθηναίων ότι ο Νούς τους τελικά δεν ήταν ανώτερος των άλλων. Η Σικελική εκστρατεία φανέρωσε με τον καλύτερο τρόπο ότι η φιλοσοφική και αισθητική καλλιέργεια των Αθηναίων δεν ήταν ανώτερη από την οντολογική δύναμη που τόσο προσεκτικά καλλιεργούσαν οι Σπαρτιάτες. Μπορούμε πλέον να καταλάβουμε ότι (και σύμφωνα με το Θουκυδίδη) στον Πελοποννησιακό πόλεμο συγκρούσθηκαν η νοητική υπεροχή των Αθηναίων (οι οποίοι προσπαθούσαν να επιβάλουν την έννοια του δικαίου και του Αγαθού) με την απλή εσωτερική δύναμη που καλλιεργούσαν οι Σπαρτιάτες μέσα από τη σχέση τους με τη φύση χωρίς φιλοσοφική επεξεργασία. Συγκρούσθηκαν η πνευματική προσπάθεια αλλαγής του ανθρώπου προς το ηθικό, με την φυσική δύναμη η οποία ήδη μπορεί ώς τέτοια να πλάσει τον άνθρωπο (η παιδεία των Σπαρτιατών η οποία προσπαθούσε απλά να αφυπνίσει τις κρυφές φυσικές δυνάμεις του ανθρώπου αυτό μαρτυρεί).

Η Σικελική λοιπόν εκστρατεία φανέρωσε με τον πλέον αποδεικτικό τρόπο ότι ο Νούς των Αθηναίων δεν μπορούσε να τους επιβάλει την πανελλήνια υπεροχή: Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα ιστορικά δρώμενα και σε αυτή τη βάση, οι Αθηναίοι φέρθηκαν με τον τρόπο που φέρθηκαν (ηγεμονικά) όχι μόνον επειδή είχαν ναυτικό και χρήματα αλλά επειδή όπως θεώρησαν διέθεταν πνευματική νοητική υπεροχή. Ο Ευριπίδης στην Ελένη –και ώς γνήσιος αγνωστικιστής άθεος σοφιστής, περισσότερο κινούμενος από τις φυσικές δυνάμεις που κινούν τον άνθρωπο και ελέγχουν το μυαλό του- διακωμωδεί τις έννοιες του θεού και του βασιλέως. Είναι σαφές ότι διακωμωδεί την θεοποίηση του Νοός (από την Αθηναϊκή φιλοσοφία) αλλά και την έννοια του Βασιλέως-Νοός ο οποίος δεν μπορεί πάντα να κατευθύνει ορθώς την Πόλη και τους Ανθρώπους: ο Νείλος προκαλεί τις πλημμύρες και όχι ο Δίας, ο Μενέλαος πολλές φορές μέσα σε αυτήν την τραγωδία κινείται στα όρια της διακωμώδησης.

Τι νέο προτείνει ο Ευριπίδης σε αυτήν την τραγωδία του; Ποιο νέο ανθρώπινο μοντέλο το οποίο θα πρέπει ως κλασσικό να διδαχθεί στους μαθητές; Είναι σαφές ότι ο Ευριπίδης έχει κατανοήσει ότι ο Νούς όταν κλείνεται στα πλαίσια μίας πολιτικής εκμετάλλευσης και απλά καθοδηγεί τους ανθρώπους να είναι μόνον καλοί πολίτες οι οποίοι μάλιστα θα ηγεμονεύσουν και στην Ελλάδα, χάνει την δημιουργική του δύναμη: Η Ελένη, ώς ανθρώπινη αφύπνιση καλεί σε μία νοητική ατομική αφύπνιση, όλους μας: πρέπει όλοι να δούμε από πού προερχόμαστε και ποιος είναι ο νόστος μας: να ξεκαθαρίσουμε το φαίνεσθαι της ζωής μας και τις αλήθειες: να ξεκαθαρίσουμε τον κόσμο μας σε σχέση με εμάς και σε σχέση με τους άλλους, να θέσουμε σωστά τις επιδιώξεις μας επιλέγοντας τους αληθινούς ανθρώπους δίπλα μας οι οποίοι και θα μας βοηθήσουν στις επιδιώξεις μας και στα όνειρά μας. Λίγο πρίν καταρρεύσει η Πόλη-κράτος και ξεκινήσει η χαοτική Ελληνιστική εποχή, ο Ευριπίδης αφυπνίσει μέσω του ατομικού Νοός το ξεχωριστό Υποκείμενο: σε αυτή τη βάση γεννά το Υποκείμενο με τον ξεχωριστό Νού, το οποίο μπορεί με όπλο τη Γνώση και το νόστο μπορεί διακρίνοντας το φαίνεσθαι και την αλήθεια να πορευθεί στη ζωή του. Είναι λοιπόν ο Ευριπίδης ο εισηγητής του νοητικού ατομικισμού υπό την έννοια ότι η Ελένη μέσω της τραγικότητάς της κατανοεί την έννοια του ατομικού Νοός ( ο οποίος τη βοηθεί να διακρίνει την αλήθεια από το ψέμμα) και καθίσταται ο άνθρωπος ο οποίος ώς τέτοιος μαθαίνει σε σχέση με όλους και τον κόσμο να χρησιμοποιεί το Νού. Είναι αυτό το έσχατο όριο του σχετικιστικού κινήματος των σοφιστών, και η ολοκλήρωση της Ομηρικής Ελένης: η Ελένη απελευθερώνεται και μπορεί μόνη της να πορευθεί πέρα από εξαρτήσεις: αυτή εξάλλου συλλαμβάνει το σχέδιο διαφυγής από το Θεοκλύμενο, η Θεονόη ενώ στον Αισχύλο θα είχε αρχηγικό ρόλο εδώ απλά επικουρεί.

Οι μαθητές μπορούν καταλάβουν μέσα από δικά τους προσωπικά παραδείγματα αυτό το αέναο παιχνίδι φαίνεσθαι και αληθείας: πόσες φορές οι κακές επιλογές ζωής και ανθρώπων αποκαλύπτεται και όλοι καταλαβαίνουν ότι έκαναν λάθος σε επιλογές; Καταλαβαίνουν ότι η επιλογή τους ήταν το φαίνεσθαι και όχι το Είναι: πόσες φορές επιβάλλεται η πραγματικότητα του Φαίνεσθαι και όχι του Είναι, πόσες φορές οι άνθρωποι κατηγορούν αδίκως άλλους. Αυτό το οποίο θα πρέπει να κατανοήσουν οι μαθητές είναι η νοητική πυξίδα τους να δραστηριοποιηθεί, να θέσουν σκοπούς και να εύρουν τους κατάλληλους ανθρώπους και συνθήκες να τους πραγματοποιήσουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr