Το ησυχαστικό κίνημα στο βυζάντιο αποτελεί όριο: θεολογικό αλλά και πολιτικό όριο. Βέβαια η βιβλιογραφία αντιμετωπίζει το κίνημα αυτό πολιτικά. Ήλθε όμως ο καιρός να ιδούμε ίσως και κάποιες άλλες κρυφές πτυχές αυτού του εξωτερικά και μόνον θεολογικού ζητήματος.
Ο εξ καλαμβρίας Βαρλαάμ ξεκίνησε αυτή την ησυχαστική έριδα, αυτός προερχόταν από τη δύση, από την ανερχομένη πίστη ότι ο άνθρωπος ως τέτοιος μπορεί να αυτοεξελιχθεί στο πεδίο της κοινωνικής πραγματικότητας με βάση όσα άντλησε ο άνθρωπος από τη θεωρία της ενσάρκωσης του Ιησού. Κατέκρινε σφόδρα του ησυχαστάς ως ομφαλοσκόπους οι οποίοι τίποτε δεν επιτυγχάνουν με το να θέλουν να φύγουν από τον κόσμο και να αφιερωθούν στον κόσμο του θεού, τον άϋλο και άκοσμο.
Άρα σε εποχές όπου προήλαυνον οι οθωμανοί (14ο αι) επικρατούσε στο βυζάντιο η πίστη ότι ο άνθρωπος θα πρέπει να φεύγει από τον κόσμο αυτό και να μετέχει του αοράτου θείου φωτός. Εάν σκεφθούμε ότι ο μωαμεθανισμός προέρχεται από την ίδια με το χριστιανισμό πηγή του μονοθεϊσμού, παρατηρούμε ότι και ο μωαμεθανισμός κινείται στο ίδιο ησυχαστικό ρυθμό (πέραν της αναπτύξεως καθαρά εσωτεριστικών κινημάτων (σούφι, δερβίσηδες κ.λ.π): αυτός ο κόσμος δεν έχει αξία αλλά αξία έχει ο αόρατος και απροσπέλαστος και μόνον αρνητικά οριζόμενος θεός των μωαμεθανών. Συναντάται λοιπόν το ησυχαστικό κίνημα των βυζαντινών με την βασική κουλτούρα των μωαμεθανών ότι αυτός ο κόσμος δεν αξίζει στη βάση ότι εμποδίζει την ένωση του ανθρώπου με τον αφηρημένο και πνευματώδη θεό. Άρα μέσω του ησυχασμού προετοιμάσθηκε το βυζάντιο (πέραν της πραγματικής πτώσης της Κωνσταντινούπολης) σε μία υποσυνείδητη και ανεπαίσθητη αλλά εσωτερική ένωση με τον οθωμανισμό: στη βάση του χριστιανισμού και του μωαμεθανισμού: όλα είναι πορεία προς τον αόρατο θεό, όλα αξιζουν κατά τη στιγμή που θα ενωθούν οι άνθρωποι μυστικά με το θεό, εάν αυτό γίνει στη μάχη του μοναστηριού για τους καλογέρους ή στα πεδία των μαχών για τους πολεμιστές ολίγην σημασία έχει αυτό το γεγονός. Ο Ελληνισμός ως Υποκείμενη και Ανθρωποκεντρική συμπαντική πορεία του ανθρώπου προς το Όλον ξεχάσθηκε, μεταλλάχθηκε σε οθωμανικοβυζαντινή (χριστιανομουσουλμανική) κοινή πορεία προς τον αόρατον θεόν: όχι προς τον ατομικόν προορισμόν (Ελληνικός Οδυσσεϊκός εσχατολογισμός) αλλά προς το συλλογικό πνευματικό κόσμο ενός άλλου, πέρα από εμένα, του θεούυ. Χριστιανοί και μουσουλμάνοι ενώθηκαν στην κοινή πίστη ότι αυτός ο κόσμος είναι ένα απλό πέρασμα στον αόρατο και ανείπωτο και άρρητο κόσμο του θεού. Στη βάση αυτή η πτώση της Πόλης απλά εφανέρωσε εκείνες τις ισορροπίες που οι άνθρωποι δεν θέλουν να ίδουν.
Οι οθωμανοί ανέπτυξαν ένα κράτος ομοίωμα στο βυζαντινό, υποτυπωδώς λειτουργούν, κυριάρχησε η πίστη ότι ένας αόρατος θεός κυριαρχεί και αυτός καθορίζει τα πάντα. Ο κόσμος των οθωμανών στηριζόταν σε αυτή την κοινή και μυστική πίστη ότι ζούμε όλοι μαζί στην οθωμανική αυτοκρατορία διότι μας ενώνει αυτή η κοινή πίστη ότι ο αόρατος θεός κυριαρχεί, ο θεός των χριστιανών και των μουσουλμάνων ( ο οποίος σμιλεύθηκε και κομψεύθηκε τόσο πολύ μέσα από το κίνημα των ησυχαστών ώστε οι άνθρωποι (οθωμανοί και βυζαντινοί) να ενωθούν κάτω από ένα αφηρημένο θεό) γι αυτό και υπήρξε αυτή η γρήγορη μετάβαση στην οθωμανική αυτοκρατορία, για αυτό και δόθηκαν προνόμια στην Εκκλησία, για αυτό και ο μωάμεθ ανεγνώρισε ως ανώτατο άρχοντα των βυζαντινών το Γεννάδιο Σχολάριο, έναν Πατριάρχη, έναν Χριστιανό, και όχι κάποιο πολιτικό πρόσωπο.
Το βυζαντινό πείραμα επέτυχε: για πρώτη φορά σε μία αχανή αυτοκρατορία οι άνθρωποι ενώθηκαν κάτω από ένα κοινό θεό, που τους προσέδωσε κοινές ιδέες και τρόπο ζωής: μέσα από το μωαμεθανισμό το πείραμα αυτό επέτυχε και στις ανθρώπινες μάζες της ανατολής: αυτές ενώθηκαν κάτω από τον κοινό με τους χριστιανούς θεό του μωάμεθ. Έπρεπε να ολοκληρωθεί η οικουμενική επικράτηση της μονοθεϊστικής κουλτούρας: οι άνθρωποι χάνουν την ατομική τους χαοτική πορεία και προσανατολίζονται σε σχέση και μόνον με έναν καθολικό κοινό θεό ο οποίος δεν τους οδηγεί συμπαντικά αλλά μέσω μίας μικροηθικής προς τον κόσμο του όπου ανήκουν οι υποταγμένοι σε αυτόν. Ο ησυχασμός σμίλευσε τις βυζαντινές συνειδήσεις (χριστιανικές) οι οποίες ένοιωσαν την κοινή καταγωγή τους με το μονοθεϊστικό επίσης μωαμεθανισμό: ολίγον πρίν το βυζάντιο εξωτερικά υποταχθεί στον οθωμανισμό, εσωτερικά και επι της ουσίας, δύο όμοιοι κόσμοι ενώθηκαν κάτω από εξωτερικές δήθεν διαφοροποιήσεις (οι βυζαντινοί έχασαν την πόλη την οποία εκέρδισαν οι οθωμανοί). Οι βυζαντινοί χριστιανοί στη βάση του ησυχασμού κατάλαβαν την κοινή θέαση του αφηρημένου θεού, την απαξίωση για αυτόν τον κόσμο και το κράτος με τους μωαμεθανούς: άρα το 1453 ήταν έτοιμοι οι άνθρωποι του βυζαντίου και της ανατολής να ενωθούν κάτω από ένα κοινό θεό και κράτος. Για αυτό εξάλλου συμπορεύθηκε ο χριστιανισμός και ο οθωμανισμός για 400 χρόνια, για αυτό και ο Ρήγας σημείωσε: ότι είναι το ίδιο χριστιανοί και τούρκοι: ήξερε ότι όλοι είναι χριστιανοί υπό την έννοια της κοινής μονοθεϊστικής καταγωγής και προέλευσης.
Το κομμάτι το ανθρώπινο του χριστιανισμού, αυτό το οποίο ανέπτυξε τον Ελληνικό ανθρωποκεντρισμό (και όχι το χαώδες άλογο υποσυνείδητο της ανατολής) (διότι ο χριστιανισμός έχει δύο πηγές: το αχανές υποσυνείδητο της ανατολής και τον Ελληνικό ανθρωποκεντρισμό) μεταφέρθηκε βεβαίως στη δύση: εκεί ασχολήθηκαν με τους ησυχασμούς και τα συναφή μέχρι την έλευση της βιομηχανικής επανάστασης, της ανάπτυξης της επιστήμης, της τεχνολογίας, και της δυνατότητας του ανθρώπου να κυριαρχήσει ως έλλογος θεός στη γή: εκεί δεν ανεπτύχθη πίστη ότι ο άνθρωπος θα πρέπει να υπερκεράσει τον κόσμο και να υπάγει στον αόρατο κόσμο του θεού: μέσα από τη δύση και τα γραπτά του Αριστοτέλους και του Πλάτωνος, ο κόσμος εδώ απέκτησε μεγάλη αξία και μέσω της ανάλυσής του σε νοητικούς τρόπους εκμετάλλευσης και κατηγορίες ανεπτύχθη: αντίθετα, και με βάση το νόμο της νύκτας και της ημέρας (των αντιθέτων) δημιουργήθηκε ως νύκτα η ανατολή ώστε η ημέρα του λόγου και της ανθρώπινης ανάπτυξης να μεταφερθεί στη δύση.
Τις συνέπειες όλων αυτών των κινήσεων τις διαπιστώσαμε και στο πέρασμα του χρόνου: για τις μεγάλες δυνάμεις η Ελλάς και η τουρκία θεωρήθηκαν μία κοινή περιοχή στη βάση του κοινού μονοθεϊστικού υποσυνειδήτου. Σταδιακά λησμονήθηκε κάθε τι το οντολογικώς Ελληνικό και επεκράτησε ο μονοθεϊστικός χαρακτήρας αυτών των περιοχών, οι άνθρωποι μετακινήθηκαν όχι με βάση τους όποιους Εθνικούς ή συμπαντικούς άλλους προσδιορισμούς τους αλλά με βάση της θρησκευτική τους ταυτότητα η οποία είχε σμιλευθεί προσεκτικά και μέσα από τα κινήματα (όπως αυτό του ησυχασμού) προκειμένου οι άνθρωποι να απολέσουν κάθε ατομικότητα και ως συλλογικές θρησκευτικές ταυτότητες να καταστούν χειραγωγούμενα όντα κοινών θρησκευτικών και άλλων εξουσιαστικών δομών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
vasilios888@yahoo.gr