(γ) To τέλος της Κλεοπάτρας
[84,1] Υπήρχε λοιπόν ανάμεσα στους φίλους του Καίσαρα Οκταβιανού κάποιος επιφανής νέος, ονόματι Κορνήλιος Δολαβέλλας. [2] Τα αισθήματα του νέου αυτού προς την Κλεοπάτρα ήταν ιδιαιτέρως φιλικά. Τότε, ανταποκρινόμενος στην παράκλησή της, κρυφά της στέλνει μήνυμα πως ο Καίσαρας ο ίδιος ετοιμάζεται να αναχωρήσει με το πεζικό του δια μέσου της Συρίας, την ίδια και τα παιδιά της σκοπεύει σε τρεις μέρες να τους στείλει στη Ρώμη. [3] Μόλις το πληροφορείται αυτό η Κλεοπάτρα, το πρώτο που ζητά από τον Καίσαρα είναι να της επιτρέψει να προσφέρει χοές στον Αντώνιο. Της δίνει αυτός την άδεια κι εκείνη έρχεται με τις βάγιες της στον τάφο, πέφτει, αγκαλιάζει την τεφροδόχο και λέει: [4] «Αγαπημένε μου Αντώνιε, πριν από λίγο με χέρια ελεύθερα ακόμη σ᾽ έθαψα, τώρα αιχμάλωτη σου προσφέρω σπονδές. Τόσο καλά με φρουρούν που δεν μπορώ με θρήνους και κοπετούς το σκλάβο κορμί μου να αφανίσω. Με προορίζουν να στολίσω τον θρίαμβο11 του εχθρού σου. [5] Άλλες τιμές, άλλες χοές μη περιμένεις πια. Αυτές τις τελευταίες σου προσφέρει η σκλάβα Κλεοπάτρα. [6] Γιατί ενόσω ζούσαμε τίποτε δεν μπόρεσε τους δυο μας να χωρίσει, όμως ο θάνατος μάς αναγκάζει να ανταλλάξουμε πατρίδα. Εσύ ο Ρωμαίος, εδώ να κείτεσαι, εγώ η δύστυχη στην Ιταλία, μονάχα τόσο λίγο τόπο από την χώρα σου μερίδιο να πάρω. [7] Αληθινά, αν κάποιος θεός στη χώρα σου το σθένος έχει και τη δύναμη (της γης αυτής μας πρόδωσαν οι θεοί) όσο ζει η γυναίκα σου, μη την εγκαταλείψεις. Μην επιτρέψεις να λαμπρυνθεί με εμένα ο θρίαμβος του εχθρού σου. Εδώ μαζί σου κρύψε με, μαζί σου θάψε με. Από τα μύρια βάσανά μου κανένα μεγαλύτερο, κανένα φοβερότερο δεν είναι, όσο ο λίγος τούτος χρόνος που έχω ζήσει χώρια σου».
[85,1] Μετά, αφού πολύ έκλαψε εκείνη κι αγκάλιασε και καταφίλησε την τεφροδόχο, διέταξε να της ετοιμάσουν το λουτρό της. Κι αφού λούστηκε, ξάπλωσε στο ανάκλιντρό της κι έφαγε ένα λαμπρό γεύμα. Και τότε έφτασε κάποιος από τους αγρούς κρατώντας ένα καλάθι. [2] Επειδή οι φύλακες θέλησαν να μάθουν τι έχει μέσα, άνοιξε ο άνθρωπος το καλάθι, έβγαλε τα φύλλα και είδαν πως ήταν γεμάτο σύκα. [3] Αυτοί θαυμάσανε την ομορφιά και το μέγεθος των σύκων κι εκείνος χαμογελώντας τους παρακάλεσε να πάρουν από ένα. Τον εμπιστεύτηκαν τότε και του επέτρεψαν να μπει μέσα. [4] Η Κλεοπάτρα πάλι, μόλις τελείωσε το γεύμα της, έστειλε στον Καίσαρα ένα δελτάριο που είχε προηγουμένως γράψει και σφραγίσει. Έδιωξε μετά όλους τους άλλους, εκτός από τις δυο πιστές της γυναίκες και κλείδωσε τις πόρτες.
[5] Έλυσε λοιπόν ο Καίσαρας το δελτάριο και σαν είδε εκεί να τον ικετεύει με παρακάλια και κλάματα να τη θάψει μαζί με τον Αντώνιο, αμέσως αντελήφθη τι είχε γίνει. Και στην αρχή σκέφτηκε να τρέξει να βοηθήσει, μετά όμως έστειλε κάποιους να πάνε γρήγορα και να ερευνήσουν. [6] Το κακό όμως είχε κιόλας συμβεί. Επειδή, ενώ οι άνθρωποι έτρεξαν γρήγορα και είδαν πως ούτε οι φύλακες είχαν τίποτε αντιληφθεί, με το που άνοιξαν τις πόρτες την βρήκαν να κείτεται νεκρή πάνω σε χρυσή κλίνη και να είναι στολισμένη βασιλικά. [7] Η μια γυναίκα, αυτή που λεγόταν Ειράς, ξεψυχούσε μπροστά στα πόδια της, η άλλη, η Χάρμιον, παραπατούσε ζαλισμένη προσπαθώντας να τακτοποιήσει το διάδημα που στεφάνωνε το κεφάλι της βασίλισσας. Τότε κάποιος της φώναξε οργισμένος, [8] «Ωραία τα κατορθώματα αυτά, Χάρμιον;» Κι αυτή απάντησε, «Ωραιότατα, μα την αλήθεια, και ταιριαστά σε μιαν απόγονο τόσων βασιλέων». Και δεν είπε τίποτε άλλο, αλλά εκεί δίπλα στην κλίνη έπεσε.
[86,1] Λέγεται τώρα πως το φαρμακερό αυτό φίδι, την ασπίδα, το έφεραν με εκείνα τα σύκα και τα φύλλα που το σκέπαζαν να μη φαίνεται. Αυτές τις εντολές είχε δώσει η Κλεοπάτρα, ώστε το ερπετό να ριχτεί πάνω στο κορμί της χωρίς κι η ίδια να ξέρει πότε. [2] Όταν όμως αφαίρεσε τα σύκα και το είδε, είπε, «Εδώ λοιπόν βρίσκεται τούτο» και αφού γύμνωσε το μπράτσο της, άφησε το φίδι να τη δαγκώσει. [3] Άλλοι πάλι λένε πως η Κλεοπάτρα κρατούσε την ασπίδα καλά κλεισμένη μέσα σ᾽ ένα λαγήνι, πως την ερέθισε και την εξαγρίωσε με μια χρυσή ρόκα κι όρμησε έτσι και κόλλησε στο μπράτσο της. [4] Ποια όμως είναι η αλήθεια, κανείς δεν γνωρίζει. Επειδή ακούστηκε και τούτο, ότι δηλ. η Κλεοπάτρα κρατούσε φαρμάκι μέσα σε μια κοίλη περόνη που έκρυβε στα μαλλιά της. Ωστόσο, ούτε κάποια μελανιά, ούτε κάποιο άλλο σημάδι εμφανίστηκε στο σώμα της. [5] Όμως ούτε και το φίδι βρέθηκε μέσα στην κάμαρη, μολονότι είπαν μερικοί πως είδαν κάποια ίχνη του κοντά στη θάλασσα, εκεί που έβλεπαν τα παράθυρα του δωματίου. Άλλοι είπαν πως είδαν πάνω στο μπράτσο της Κλεοπάτρας δυο σημαδάκια μικρά και αμυδρά. [6] Αυτό φάνηκε να το πιστεύει και ο ίδιος ο Καίσαρας. Έτσι κατά τον θρίαμβό του παρουσίασε μια εικόνα της Κλεοπάτρας με το φίδι κολλημένο πάνω της. Έτσι λέγεται πως έγιναν τα πράγματα.
[7] Ο Καίσαρας πάλι, μολονότι ενοχλήθηκε πολύ από το θάνατο της γυναίκας, εθαύμασε την αρχοντιά της και έδωσε εντολή να ταφεί δίπλα στον Αντώνιο, με λαμπρότητα και τιμές βασιλικές. Πρόσταξε επίσης και οι γυναίκες της να ταφούν με τιμές.
[8] Η Κλεοπάτρα λοιπόν πέθανε αφού έζησε χρόνους τριάντα εννιά, από τους οποίους βασίλεψε είκοσι δύο και συγκυβέρνησε με τον Αντώνιο δέκα τέσσερις.12 Για τον Αντώνιο άλλοι λένε πως έζησε πενήντα έξι άλλοι πενήντα τρία χρόνια. [9] Και τα αγάλματα του Αντωνίου κατακρεμίστηκαν ενώ της Κλεοπάτρας διατηρήθηκαν στη θέση τους, επειδή ο Αρχίβιος. ένας από τους φίλους της, προσέφερε στον Καίσαρα δυο χιλιάδες τάλαντα για να μην έχουν την ίδια τύχη με τα αγάλματα του Αντωνίου.
(μετάφραση Γιώργης Γιατρομανωλάκης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
vasilios888@yahoo.gr