Από την Φιλότητα στον Έρωτα και στην χριστιανική Αγάπη.
Η Φιλότητα, ο Έρωτας, η Αγάπη, αποτυπώνουν μία κοινή Επιθυμία και Επιδίωξη του Νοήμονος Ανθρώπου: να δημιουργήσει ένα έλλογο Συν-αίσθημα σύμφωνα με το οποίο όλα είναι Ένα, ως Κόσμος και Άνθρωπος, ώστε όλα να τείνουν προς το Ένα ως Κόσμος και Άνθρωπος. Θα ξεκινούσαμε λοιπόν αυτή την εργασία αποτυπώνοντας ότι η Φιλότητα ο Έρωτας και η Αγάπη, είναι ακόμη μία φαντασιακή κίνηση του Λόγου: χωρίς το Λόγο ως σκέψη του Ενός και έκφραση της Ενικότητας του Κόσμου και του Ανθρώπου δεν υφίσταται Φιλότητα Έρωτας και Αγάπη: ο Εμπεδοκλής πρώτα είδε την ενιαύσια φύση του Κόσμου και έπειτα συζήτησε για τη Φιλότητα, για αυτό ο Συκουτρής συζητεί για το Πλατωνικό Συμπόσιο ότι χαρακτηρίζεται από λόγο Έρωτα και Ψυχή ( ο Σωκράτης είχε συλλάβει τον Ενοποιημένο Ανθρώπινο Εαυτό έναντι κοινών Ιδεών και αξιών του Καλού), για αυτό ο Ιησούς πρώτα συζήτησε για ενιαίο κόσμο του Θεού για συγκεκριμένο πρόσωπο σε σχέση με το θεό και έπειτα έδωσε την Αγάπη ως συν-αίσθημα ένωσης όλων έναντι όλων.
‘Αρα ποια ακριβώς είναι η σχέση του Λόγου με το Συν-αίσθημα της Φιλότητας του Έρωτος και της Αγάπης; Μάλλον καλλίτερα ποια είναι η σχέση του Λόγου με το Συν-αίσθημα; Εάν σκεφθούμε ότι το Είναι ενός πράγματος αναλύεται σε δυνάμεις και ενέργειες, τότε θα μπορούσαμε να αναλύσουμε περαιτέρω αυτό το τεθέν ερώτημα ως ακολούθως: ποια είναι η σχέση του λόγου με τις δυνάμεις και τις ενέργειες οι οποίες απορρέουν από το Συν-αίσθημα; Η απάντηση φαίνεται απλή, μάλλον είναι απλή: καμμία δύναμη και ενέργεια δεν υπάρχει, παρά αυτή ή αυτές οι οποίες υπαγορεύονται από το λόγο: άρα η Φιλότητα ο Έρωτας η Αγάπη ως δυνάμεις ενοποιητικές κόσμου και ανθρώπου είναι βαθύτατα έλλογες διαδικασίες. Ο Λόγος γεννά την έννοια της Ενικότητας και το Συν-αίσθημα προσφέρει όλες εκείνες τις δυνάμεις και ενέργειες προκειμένου αυτή η ενικότητα να συν-αισθανθεί στο Σύμπαν, στον Πολίτη, στην Πόλη. Άρα χωρίς το συν-αίσθημα της Ψυχής οι σκέψεις του Λόγου δεν μπορούν να καταβούν στο Εσώτερο του Ανθρώπου (Ψυχή) ώστε να καταστούν πράξεις ηθικής και βουλητικής επαφής με τον κόσμο και τον Άλλον: για αυτό και ο Συκουτρής αναφέρει ότι στο Ερωτικό Πλατωνικό Συμπόσιο επικρατεί: ο Λόγος, ο Έρως, η Ψυχή: ο Λόγος κτίζει, η Ψυχή Συν-αισθάνεται τα του λόγου, και ως Ροή (Έρωτας) τα απλώνει στον Κόσμο και στους Άλλους: διότι ο Άνθρωπος είναι παιδί του χάους και του πεπερασμένου: το πεπερασμένο το καλύπτει ο Λόγος: η ψυχή καλύπτει τις χαοτικές δυνάμεις οι οποίες διά της χαραμάδας του λόγου εισέρχονται εντός του ανθρώπου και απλώνονται ως συν-αισθήματα: ο Λόγος τις κατευθύνει ως Φιλότητα Έρωτα και Αγάπη ώστε ο Λόγος ξεγελώντας το χαοτικό συν-αίσθημα με τις γελοίες επινοήσεις του (διότι η Φιλότητα ο έρωτας η Αγάπη είναι ανύπαρκτες οντολογικές έννοιες διότι δεν ξέρουμε το χάος ώστε να το ενώσουμε, ενώνουμε διά αυτών των εννοιών ένα αυθαίρετο υποσύνολο του χάους το οποίο ονομάζουμε κόσμο, θεό και άνθρωπο) να ελέγξει το χάος εντός του κόσμου, εντός και εκτός του ανθρώπου, καθιερώνοντας την πρόσκαιρη λογική ενός εξουσιαστικού λόγου στον πρόσκαιρο άνθρωπο και κόσμο.
Η Φιλότητα λοιπόν γεννάται όταν οι προσωκρατικοί συλλαμβάνουν την έννοια του ενιαίου κόσμου και της ενιαίας κοινής αρχής. Είναι το αντίδοτο του λόγου στο χάος που ανοίγεται ως συμπαντικές δυνάμεις: ο λόγος του Εμπεδοκλέους τα καταφέρνει: εισβάλλει στην ανθρώπινη ψυχή διά των ριζωμάτων και ο λόγος προσφέρει ένα συν-αίσθημα παράφορα ελκτικό: όλα είναι Ένα, άρα όλα έχουν την τάση του Ενιαίου: Η πορεία από τον ενιαίο κόσμο στον Ενιαίο άνθρωπο μετουσιώνει την Φιλότητα σε Έρωτα.
Ο Έρωτας (εν ροή δύναμις και ενέργεια) είναι τέκνον του Πόρου και της Πενίας: οι Έλληνες μία χαρά τα είχαν είπει: ο Ήφαιστος είχε νυμφευθεί την Ερωτική Θεά την Αφροδίτη: διότι ο Ήφαιστος ένοιωθε ότι ήταν λειψός (κουτσός) χωρίς την Ροή της Ένωσης, το πύρ που αντιπροσώπευε και εργαζόταν σε αυτό χρειάζεται Υποκείμενο εφαρμογής: άρα η Πενία του Άλλου (λειψότητα Ηφαίστου) γέννησε τον Πόρο (την Πορεία του Θεού προς την Αφροδίτη) προκειμένου το βουλητικό πύρ, η ατομική θέληση του πυρός του Θεού να ολοκληρωθεί μέσα από την θήλεια δύναμη: ο σπόρος είχε ωριμάσει: η Αφροδίτη όμως δεν θέλει τον Ήφαιστο γιατί κατάλαβε ότι είναι το αντίδοτο ως Έρωτας σε κάθε τι λειψό: εσκέφθη ότι όλα είναι λειψά χωρίς το αντίθετο θήλειον μέρος, άρα προτίμησε τον Άρη ώστε μέσα από τον πόλεμο την επιδίωξη και τον Αγώνα να επισκεφεθεί κάθε σκεπτόμενο Όν διότι πλέον ο Έρωτας ως ένωσις των αντιθέτων με σκοπό τον Ένα Άνθρωπο είχε γίνει συνείδηση: η Φιλότητα του Ενός κόσμου μετεξελίχθηκε σε Έρωτα του Ενός Ανθρώπου εντός του Ενός κόσμου, όλοι συμφώνησαν ότι διά του Έρωτος όλα ενώνονται όπως ο Φίλιος Κόσμος, με αυτόν τον τρόπο ο Ένας εαυτός ολοκληρωμένος απορροφάται από την οντολογική συνέχεια.
Άρα ο Έρωτας ως ποτάμι εισέβαλε στο εσωτερικό των ανθρώπων: διότι όλοι οι άνθρωποι ένοιωσαν ρίζωμα ενός ενιαίου κόσμου και πορείας και μέσα τους διά της Ερωτικής ροής ένοιωσαν ότι έχουν και αυτοί τις κοσμικές συν-αισθαντικές δυνάμεις να ενωθούν με το Άλλο, ως άρρεν και θήλυ ώστε ως Ένα να απορροφηθούν από τον Ένα κόσμο και την Μία πορεία: ο Έρωτας ξαφνικά έγινε ποταμός ο οποίος θα διέλυε τον εξουσιαζόμενο άνθρωπο: διότι όλοι οι άνθρωποι ένοιωθαν ότι μέσα από την Ερωτική τους ένωση μπορούν να αυτοολοκληρωθούν ενωμένοι με το Έτερον Ήμισυ. Αναμφίβολα πάντοτε οι άνθρωποι ενώνονταν προς αναπαραγωγή του είδους: τώρα όμως ο Έρωτας εννοιοποιείται ως δημιιουργία της Εννοίας του Ολοκληρωμένου Ανθρώπου μέσα από την θήλεια και άρρενα ένωση των αντιθέτων και την παραγωγή του Ενός όλου: όλη η χαοτική ενότητα του κόσμου διά της Φιλότητας εσωτερικοποιήθηκε ως Έρωτας εσωτερική δύναμη στον έλλογο άνθρωπο, ο οποίος ένοιωσε την ενοποιητική δύναμη και του εαυτού του και των Άλλων: άρα ο έρωτας έγινε η συνεκτική δύναμις μιάς κοινωνίας η οποία επιθυμούσε την παραγωγή του Ενός Ανθρώπου κατά ένωσιν των κοινών συμπαντικών δυνάμεων οι οποίες δημιουργούν τον ένα άνθρωπο.
Η Πορεία είναι μακρά και απαιτητική: ο Αχιλλέας διά του Έρωτος προς την Βρισηΐδα,την οποία του παίρνει ο Αγαμέμνων, μαίνεται και διά της μήνιδός του, της οργής του, ολοκληρώνει τον ωραίο Άνθρωπο του Ομήρου: ο Ωραίος Άνθρωπος του Ομήρου σκέπτεται ως ο Αχιλλέας αλλά οργίζεται (συν-αισθάνεται) ως ο Αχιλλέας διά του Έρωτος ή της αφαίρεσης του Έρωτος: ο Αχιλλέας νοιώθει την μη ροή της θηλείας δύναμης και αυτό τον οργίζει πέραν της προσβολής του Αγαμέμνονος: Ο Αθηναίος εδιδάσκετο τα Ομηρικά έπη, επίσης συμμετείχε σε εορτές της ιεράς Αφροδίτης όπου οι ιέρειες της Θεάς οδηγούσαν διά του σώματος τους προσκυνητάς στην Θεά (ιερόδουλες): επίσης οι οργιαστικές τελετές του Διονύσου, οι τελετές της ιεράς Ανοίξεως, διαφήμιζαν πλέον την σύζευξη της νοητικής φιλοσοφίας με το συν-αίσθημα του Έρωτος: διά του Νοός, διά του Αναξαγορείου Νοός, διά των Σοφιστών και του πνεύματος, οι Αθηναίοι συνελάμβανον τον Ένα κόσμο αλλά και την έννοια του Ανθρώπου ως ένωσιν του θήλεος και του Άρρενος, του αέρος και του ύδατος, της νυκτός και της ημέρας, της αρσενικής σκεπτικότητας και της θήλειας βουλήσεως, της αρσενικής δομικότητας και της θηλείας χαοτικής μεταφοράς φυσικών μεγεθών, όπως ο κόσμος είναι Νύξ και Ημέρα: ο Έρωτας ως ροή εσωτερικών δυνάμεων (το Εγώ διά του αγνοούντος Άλλου) κυριάρχησε στην νοητική προσπάθεια του Σωκράτους να παράξει τον Ένα Άνθρωπο: επιτέλους στο Συμπόσιο το επιτυγχάνει: ο Έρωτας είναι συμπαντικό μέγεθος και ενώνει ανθρώπους, ριζώματα, σύμπαντα και ανθρώπους: ο Έρωτας υπό την έννοια της ανταλλαγής ημισέων δυνάμεων , οι οποίες ως απεσταλμένοι του χάους εισχώρησαν στην ανθρώπινη ψυχή και ζητούσαν την φιλότητα του ενός ανθρώπου εντός της ενιαίας πόλης, εισέβαλαν παντού: η Αθήνα διά του Έρωτος και όχι διά του Νοός μεγαλούργησε: διότι ο Νούς έλεγε και ο Έρως ένωνε τον Ερώμενο με τον Εραστή, την Ετέρα με τους συμποσιαστάς, κάθε θήλυ με κάθε άρρενα, σε κάθε τελετή όλα τα αντίθετα παρήγαγον μία ενιαία τραγωδία, ένα ενιαίο μέγεθος ως ο Παρθενώνας, την διαλεκτικότητα της Ειρήνης με τον Πόλεμο: οι Αθηναίοι έγιναν μία Ερωτική Πόλη η οποία ένωσε τα πάντα, παρήγαγε το ερωτικό μοντέλο του Ενός Καλού και Αγαθού Πολίτου το οποίο στηριζόταν στην πολύτροπη απόλαυση του θήλεος και στην αρρενωπότητα του φιλοσόφου βασιλέως πολεμιστού.
Επιτέλους διά του Έρωτος ο κόσμος ενώθηκε ως Ένας υπό κάποιον δήθεν κεντρικό νού (ο οποίος επιβάλλει την φιλότητα και τον Έρωτα) ο Άνθρωπος έγινε μία οντότητα ένωσης όλων των αντιθέτων (σύμφωνα με το Σωκράτη γνώσης και αγνοίας, καλού και κακού, δικαίου και αδίκου, συκεκριμένου και χάους, αρσενικού και θηλυκού (για αυτό και η χριστιανική θρησκεία τόσο αγώνα έκανε να ξεδιαλύνει διά του αρσενικού θεού της κάθε συγκεκριμένο στοιχείο της παραπάνω ένωσης ως αρσενικό καλό και κάθε ακαθόριστο και χαοτικό ως θηλυκό κακό: το δίκαιο θεωρήθηκε π,χ καλό αρσενικό μέγεθος ενώ το άδικο κακό θηλυκό μέγεθος: για αυτό και η αγάπη των χριστιανών κτίσθηκε επάνω στην μετατροπή του Έρωτος σε Αγάπη Χριστού: πώς; Ο άνθρωπος μετατράπηκε σε συγκεκριμένο πρόσωπο σε σχέση με το θεό ο οποίος προέβαλε την αρσενική δύναμη του συγκεκριμένου κτίζειν του κόσμου του θεού ως το καλό ενώ η θηλυκή χαότητα προεβλήθη ως κάτι το κακό: άρα η αγάπη είναι η νοητική έλξη ανάμεσα σε ανθρώπους οι οποίοι είναι πρόσωπα κατά συγκεκριμένο τρόπο χριστιανικό ή κάποια στιγμή διά της αγάπης θα γίνουν: άρα η Αγάπη ως συγκεκριμένη νοητική έλξη και εκτίμηση κατέστρεψε τον χαοτικό Έρωρα και έγινε μία πλήρης ελεγξιμότητα του χαοτικού συν-αισθήματος του Έρωτος: εάν ο Έρως ήταν η χαοτική ένωσις των αντιθέτων, τώρα Αγάπη είναι η νοητικώς ελεγχομένη έλξη ομοειδών προσώπων ενώπιον του θεού: για αυτό και ο Ιησούς κοντά στο αγαπάτε Αλλήλους πρόσθεσε την καταδίκη των αμαρτωλών: διότι η αγάπη των χριστιανών δεν είναι χαοτικό άλογο μέγεθος ως ο Έρως: είναι λελογισμένη κατά-στροφή του χαοτικού εσωτερικού ανθρωπίνου κόσμου ,μία πλήρως νοητική εξωτερική αποτίμηση αποδοχής του Άλλου ως προσώπου ομοειδούς και χριστιανικού: άρα η χριστιανική αγάπη καταστρέφει την χαοτικότητα του Έρωτος, μετατρέπει τον Άνθρωπο σε εξωτερικότητα και σε σχέση με το θεό αγαπά κανείς το ομοειδές πρόσωπο: για αυτό ο χριστιανικός Έρωτος διεμοιράσθη σε καλό προς το θεό έρωτα και σε εκχυδαϊσμένο προς τα κάτω ο οποίος μανιωδώς είτε ελέγχθη υπό του γάμου είτε απερρίφθη ως πορνεία είτε ως πειρασμός από τους μοναχούς: διότι ο Έρωτας χαοτικοποιεί τους ανθρώπους διότι χωρίς περιορισμούς ωθεί προς την έμψυχον Φιλότητα, καθιστώντας τους Εσωτερικότητες: η Αγάπη των χριστιανών είναι καθαρά νοητική εξωτερική κίνηση (για αυτό έχουμε και την κοινή εξωτερική εξομολόγηση ο άνθρωπος πρέπει να μετεξελιχθεί σε εξωτερικότητα προβλέψιμη) ένωσης ομοειδών χριστιανικών προσώπων, διότι μετά πρώτης και δευτέρας νουθεσίας παραιτού λέγει ο Παύλος , διότι στο τέλος αγαπάς μόνον όσους πνευματικά έχεις αποτιμήσει ως ομοίους σου: το χειρότερο όμως είναι ότι στον μονοθεϊσμό προκειμένου να ελεγχθούν όλα ο έρωτας από συμπαντική έννοια μετεβλήθη σε χυδαία σωματική ένωση χάνοντας το οντολογικό της πρόσημο.
Σε κάθε περίπτωση η οντολογικοποίηση του Έρωτος θα επαναφέρει την Γυναίκα και τον Άνδρα στην Οντολογική θέση που κατέχουν: σε μία όμως κοινωνία ύλης και εξάρτησης η θεώρηση του Έρωτος ως εκχυδαϊσμένου παράγοντος βολεύει πολύ αυτούς που θέλουν ο Άνδρας και η Γυναίκα να είναι κάτι που δεν είναι και οι άνθρωποι να πορεύονται διαμελισμένοι και όχι ενωμένοι υπό τον πραγματικό εαυτόν των: για αυτό η κοινωνία μας φοβείται τον Οντολογικό έρωτα όσο τίποτε άλλο διότι είναι η μόνη δύναμη ένωσης όλων των ανθρώπων : κάτι το οποίο η εξουσία από το μονοθεϊσμό έως τον πολιτικό ηγεμονισμό το απεχθάνεται. Για αυτό εξάλλου και τα δύο φύλα σήμερα ερίζουν διότι δεν πρέπει να καταλάβουν την οντολογική ένωσίν των, απελευθερωτική κατά βάση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
vasilios888@yahoo.gr