Από τον Κίρκεγγωρ έως τον Χάϊντεγγερ.

 


Από τον Ζαίρεν Κίρκεγγωρ έως τον Μάρτιν Χάϊντεγγερ η Ύπαρξη σαφώς γιγαντώνεται. Ο χριστιανισμός του Ζαίρεν Κίρκεγγωρ, του Βορείου Σωκράτους, του Δανού ερημίτου, είναι ανήσυχος και εξελικτικός, συνέχεια του Σωκρατικού ιδεώδους περί συνδέσεως της ατομικής υπάρξεως με τις ιδέες και την ατομική Ηθική. Όπως ο Σωκράτης διά των οριστικών και επαγωγικών του λόγων ανέπτυξε ιδίαν και προσωπικήν ηθικήν, παρομοίως ο Κίρκεγγωρ διά της πίστεως εις τον θεόν των χριστιανών –όπως αυτός τον εννοούσε- ανέπτυξε ιδίαν ηθικήν συμπεριφοράν. Μέσα από το «φόβο και τρόμο» και το «είτε-είτε» ο Θεός του Κίρκεγγωρ αποτελεί συνέχεια του Σωκρατικού ιδεαλισμού, είναι το Αγαθόν το οποίον διά της σαφηνείας του και της πνευματικότητάς του καθαγιάζει και απελευθερώνει συμπαντικά την ύπαρξιν. Δυοίν θάτερον: αφ΄ής στιγμής η Ελλάδα στερήθηκε της πατρώας θρησκείας της, θα ήταν προτιμότερο να συνδεθεί με τον χριστιανισμό τύπου Κίρκεγγωρ, ο οποίος ουσιαστικά είναι κρυφός σωκρατισμός, παρά με το βυζαντινό ανατολίζοντα χριστιανισμό ο οποίος δι-έστρεψε το γνήσιον οντολογικόν Ελληνικόν πνεύμα.

Η Κιρκεγγωριανή Ύπαρξις θυμίζει το Σωκράτη εάν ζούσε το 18ο αι. στην Ευρώπη του Λόγου: αν και οι δύο άνδρες έχουν μία ουσιώδη διαφορά την οποία οι μελετητές τους προσπαθούν να λησμονήσουν: ο Κίρκεγγωρ μισούσε θανάσιμα ένα μέγεθος το οποίο ο Σωκράτης στους πλατωνικούς διαλόγους φαίνεται πολύ να αγαπά, τη μεταφυσική πραγμάτων και εννοιών: παρά ταύτα ο Κίρκεγγωρ (όπως και ο Σωκράτης) απομονώνει την ύπαρξη από την αχλύ της πόλης και του ψευδοπολιτισμού των αστών, και την συνδέει με την εσωτερική βιωματική οντολογική της συνέχεια.Οδηγός δεν είναι το μυαλό αλλά το βίωμα, ο άνθρωπος κινείται χωρίς σκέψη μόνον πράττοντας, διότι το μυαλό του έχει παραδοθεί στην μόνη πίστη του θεού. Συζητούμε για μία ιδιότυπη ανθρώπινη απελευθέρωση, διότι ο άνθρωπος δεν χρειάζεται πλέον να πιστεύσει αλλά μόνον να δράσει, να βιώσει, να πράξει την οντολογική του σύνέχεια, να την πλέξει όπως ακριβώς η Πηνελόπη έπλεκε το ύφασμα ξεγελώντας τους εραστές του χρόνου οι οποίοι από κάπου ήθελαν να πιασθούν. Ο Κίρκεγγωρ αποτελεί τη λύτρωση του αστού ανθρώπου όπως ο Σωκράτης απετέλεσε τη λύτρωση του Αθηναίου κλειστού πολίτου, ολίγον πρό της Ελληνιστικής εποχής του χάους: παρόμοια ο Κίρκεγγωρ δυνητικά σώζει τον αστό άνθρωπο ολίγον πρίν το χάος της σύγχρονης Ελληνιστικής εποχής της ηλεκτρονικής παγκοσμιοποίησης: τότε ο Σωκράτης προσπάθησε να διασώσει την ατομικήν αξιοπρέπειαν του ανθρώπου ο οποίος επειδή ακριβώς μεγάλωνε στο αφελές ψεύδος της Αθήνας, νομίζοντας ότι η πόλη και η ησυχία της πνευματικής της ραστώνης είναι το πάν, είχε εγκαταλείψει τον ατομικό υπαρξιακό οντολογικό ξεχωριστό αγώνα: παρόμοια και ο Κίρκεγγωρ προσπάθησε να αφυπνίσει το χριστιανό της εποχής του ο οποίος υπνωτισμένος από την παπική πίστη στο θείο μεγαλείο του κόσμου δεν καταλάβαινε ότι έπρεπε ατομικά να δράσει ως ύπαρξις η οποία ναι μεν πιστεύει στο Αγαθό αλλά βιωματικά κινείται, μάλλον αυτοκινείται.

Ο Χάϊντεγγερ είναι πρωτότοκο παιδί του φαινομεναλισμού: τίποτα δεν είναι μόνον αυτό το οποίο φαίνεται, τίποτε δεν είναι η εξωτερικότητα, όλα συνδέονται εσωτερικά με το υπερπέραν κρύβοντας την υπερτάτη ιδέα και αξία εντός και συνεχώς: η Ύπαρξις είναι η λυδία λίθος, η πρόκληση, ο ακρογωνιαίος λίθος των φαινμεναλιστών: η ύπαρξις δεν είναι μόνον εξωτερικότητα, είναι η βαθυτέρα εσωτερικότητα, μιάς και κρύβει μέσα της την οντολογική της συνέχεια διά της αναποφεύκτου οντολογικής της συνεχείας: ο Χάϊντεγγερ δεν μπαίνει στον κόπο να πιστέψει σε κανένα θεό διότι η πίστις η απρόσωπη του Κίρκεγγωρ ξεθωριάζει και απλά μένει πίστις κάπου στο σύμπαν: αυτό αρκεί στον Χάϊντεγγερ ο οποίος μέσω αυτής της έμμεσης συμπαντικής απελευθέρωσης απλά ασχολείται με την πορεία της υπάρξεως: βλέπει ξεκάθαρα ότι η Ύπαρξις είναι ο νέος Οδυσσέας ο οποίος μόλις φεύγει από την τροία της κατεστραμμένης πόλης και πρέπει να φθάσει στην ατομική Ιθάκη.

Ο χριστιανικός θεός του Κίρκεγγωρ έμεινε απλή πίστις, ως τέτοιο αόρατο συναίσθημα χάθηκε στο σύμπαν και ενώθηκε με όλες τις άλλες διαχρονικές αδιόρατες ανθρώπινες πίστεις περί θεού: η ύπαρξις μέσω αυτού του εμμέσου θανάτου του θεού, και απελευθερώνεται αλλά και απελπίζεται: το τέλος του προτεσταντισμού ταυτίζεται με την απαρχή της ανθρωπίνης απελπισίας: ο θάνατος του θεού  ήνοιξε στη δύση δύο δρόμους: κατ΄αρχάς ο άνθρωπος μόνος επί γής διά της επιστήμης και της τεχνολογίας προσπαθεί να βασιλεύσει υλικώς επί της ύλης: δευτερευόντως η ύπαρξις μόνη επί της γής προσπαθεί να προχωρήσει πέρα από τα όρια που είχε θέσει η θρησκεία, τώρα η ύπαρξις βλέπει πέρα στον ωκεανό του Είναι και ενοράται μιάς άλλης υπερσυνεχείας. Το Είναι και Χρόνος είναι ακριβώς αυτή η θέαση ότι ο Χρόνος χωρίς θεολογικές διαστροφές είναι ενιαίο μέγεθος που σε πηγαίνει στην αγκαλιά του χάους και της μεγάλης συνεχείας.

Η Ύπαρξις πλέον απελευθερώνεται οντολογικά, η γνώση αντικαθίσταται από το βίωμα επιλογής: ή καταργείται κάθε έννοια μεταφυσικής ή ο άνθρωπος προχωρεί προς το χάος ως Οδυσσέας ο οποίος μόνον εκινείτο χωρίς να έχει στο νού του προϋπάρχοντες Κύκλωπες ή Λαιστρυγόνες, ο άνθρωπος δεν υποπίπτει πλέον σε φαντασιώσεις του μυαλού του, αλλά διά του μυαλού του αφήνει το καθαρό σύμπαν να ξεχυθεί και πραξιακά να πριχωρήσει στο χώρο του Είναι. Ο Χαϊντεγγεριανός υπαρξισμός είναι η Σωκρατική επιλογικότητα στον Άνθρωπο: γνώση είναι η άγνοια όχι του όλου αλλά η παραδοχή ότι η γνώση είναι δοχείο το οποίο γεμίζει με κάποιες γνώσεις αλλά μόνον παιγνιωδώς, δεν χρειάζεται όταν ο άνθρωπος εξέλθει στο χώρο του χάους: στο χώρο του χάους ο Άνθρωπος δεν χρειάζεται να γνωρίσει παρά μόνον να αφεθεί σε αυτό που ανοίγεται μπροστά του και απαιτεί βίωμα και βύθισμα και οντολογική εμπειρία: ο Χάϊντεγγερ έπειτα από το Νίτσε ολοκληρώνει μία υπαρξιακή πορεία την οποία άρχισε ο πατήρ του υπαρξισμού ο Αθηναίος Σωκράτης ο πρώτος που καταδίκασε το υποκείμενο στην υπαρξιακή μοναξιά: καμμία πολιτεία, καμμία οικογένεια, καμμία θρησκεία, δεν επαρκεί για να κρύψει τη μεγάλη αλήθεια: ο άνθρωπος είναι Μόνος, η αριστοτελική φράσις ή θηρίον ή θεός είναι άκυρη, ο μόνος είναι Άνθρωπος: ο Άνθρωπος είναι Μόνος διότι το Όν είναι το σύνολο των Μόνων οι οποίοι όταν εξαντληθούν και εξοντωθούν ως μία δύναμις ενώνονται εν τω όντι: δεν χρειάζεται να φτιάξουμε πολιτείες και αστικές οικουμενικότητες: τον άνθρωπο ως ξεχωριστή ύπαρξη η οποία αφήνεται στο χάος τον περιμένουν όλες οι άλλες δυνάμεις ανθρώπων οι οποίες αφέθηκαν στο χάος: το χάος και όχι ο θεός ενώνει τους ανθρώπους: ενώ υπάρχουν πολλοί θεοί δυστυχώς έχουμε μόνον ένα Χάος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr