Απόσπασμα απο το υπό έκδοσιν βιβλίον μου: ο Μακιαβέλι και ο Τίτος Λίβιος.

 


Περί της θρησκείας των Ρωμαίων.

Αν και ο Ρωμύλος θεωρείται ως ο καθεαυτός οργανωτής της Ρώμης, η Ρώμη μάλιστα σαν καλή κόρη σε αυτόν οφείλει τη γέννησή της και την όλη εξέλιξή της, οι δυνάμεις που κινούν την ιστορία επειδή έκριναν ότι όλα όσα έκανε ο Ρωμύλος δεν αντέχουν πλέον στο πέρασμα του χρόνου, οι θεσμοί που αυτός εισήγαγε δεν επαρκούσαν για την πορεία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αυτές οι δυνάμεις λοιπόν παρότρυναν τη Σύγκλητο να εκλέξει το Πομπήϊο Νουμά στη θέση του Ρωμύλου ως διάδοχό του, άρα όσα είχε παραλείψει να πράξει ο Ρωμύλος αργά ή γρήγορα θα τα έφερνε προς πραγμάτωση ο Πομπήϊος Νουμάς. Ο Πομπήϊος Νουμάς συνάντησε έναν εξαγριωμένο όχλο και πράγματι προσπάθησε να τον φέρει υπό την κοινωνική ισχύ των νόμων και της κοινωνικής υπακοής ώστε να επιτευχθεί η πρακτική της ειρήνης, η επιστροφή στη θρησκεία ως θεσμό απαραίτητο προκειμένου να διατηρηθεί ο πολιτισμός και η καλλιέργεια των ανθρώπων, τα οργάνωσε μάλιστα όλα αυτά κατά ένα τέτοιο τρόπο ώστε για πολλούς αιώνες να μη φοβούνται τόσο το θεό όσο τους θεσμούς της Πολιτείας, κάτι που διευκόλυνε κάθε επιχείρηση της Συγκλήτου ή όσα οι ισχυροί και δυνατοί Ρωμαίοι πολίτες  είχαν στο μυαλό τους να πράξουν και να εφαρμόσουν. Όποιος τελικά ασχοληθεί με τις άπειρες αντιδράσεις του Ρωμαϊκού Λαού (έχουν εκτιμηθεί από τους ειδικούς) συλλογικά αλλά και καθενός ξεχωριστά και ατομικά, όταν ο Λαός αποφάσιζε και έπραττε κάποια πράγματα από μόνος του, θα φανεί ότι αυτού του είδους ο Λαός φοβόταν περισσότερο τη μη τήρηση των όρκων παρά την παραβίαση των νόμων, όπως πράττουν εκείνοι οι άνθρωποι οι οποίοι φοβούνται περισσότερο το θεό παρά τους ανθρώπους, κάτι που είναι φανερό στο παράδειγμα του Σκιπίωνα αλλά και του Μανλίου Τορκάτου, διότι μετά την ήττα των ρωμαϊκών στρατευμάτων στις Κάννες, πολλοί ρωμαίοι πολίτες είχαν συγκεντρωθεί σε διάφορα μέρη τρομοκρατημένοι και φοβισμένοι, έχοντας ήδη πάρει την απόφαση να εγκαταλείψουν τη Ρώμη και την Ιταλία και να καταφύγουν στη Σικελία. Όταν ο Σκιπίωνας πληροφορήθηκε αυτά τα πράγματα που συνέβαιναν έτρεξε να συναντήσει όλους αυτούς τους ανθρώπους κρατώντας γυμνό το ξίφος στο χέρι του, τους υποχρέωσε μάλιστα να ορκιστούν ότι δεν πρόκειται ποτέ να εγκαταλείψουν τη χώρα τους. Ο Λούκιος Μάνλιος, ο πατέρας του Τίτου Μάνλιου, ο οποίος αργότερα ονομάσθηκε Τορκάτος, κατηγορήθηκε από το Μάρκο Πομπώνιο, έναν από τους εκπροσώπους των Πληβείων: πρίν την ημέρα που ορίσθηκε ώστε να εκδικασθεί η κατηγορία αυτή ο Τίτος πήγε να συναντήσει το Μάρκο και τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει εάν δεν απέσυρε την κατηγορία ενάντια στον πατέρα του, υποχρεώνοντάς τον να ορκισθεί ότι θα το πράξει αυτό, ο Μάρκος τρομοκρατημένος από το σπαθί που έφερε ο Τίτος απέσυρε τις κατηγορίες από το πρόσωπο του Λουκίου. Ώστε λοιπόν οι πολίτες οι οποίοι ούτε η αγάπη για την πατρίδα τους αλλά ούτε και ο σεβασμός για τους νόμους της ήταν σε θέση να τους κρατήσουν στην Ιταλία , τελικά έμειναν στον τόπο τους παρακινημένοι από την αναγκαστική τήρηση ενός όρκου που αναγκάστηκα και έδωσαν , ο Μάρκος μάλιστα ο Πομπώνιος εξαφάνισε το μίσος που έτρεφε για το Λούκιο Μάνλιο λόγω του τραυματισμού που του είχε προκαλέσει ο γιός του, θεώρησε ότι αποκαταστάθηκε η τιμή του και ανανέωσε τους όρκους εμπιστοσύνης του. Βέβαια όλα αυτά προέκυψαν από τη θρησκεία και την πίστη σε αυτή τη λατρεία που είχε εισαγάγει ο Πομπήϊος Νουμάς στην Πόλη της Ρώμης. Αυτός ο οποίος προσεκτικά και ενδελεχώς θα μελετήσει την ιστορία της Ρώμης, θα μπορέσει να συνειδητοποιήσει σε ποιο βαθμό η θρησκεία βοήθησε στο να χειραγωγηθούν τα στρατεύματα καθώς αυτή επανένωσε τους Πληβείους, καθοδήγησε τους ανθρώπους προς το καλό και σύνδεσε την αδυναμία των ανθρώπων με την πραγματική αισχύνη.

Ώστε εάν ποτέ κάποιος συζητούσε για το μοντέλο του Άρχοντα το οποίο θα ήθελαν περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο οι ρωμαίοι, το Ρωμύλο ή τον Πομπήϊο Νουμά, νομίζω ότι ο Νουμάς θα κέρδιζε την υψηλότερη θέση στη σχετική σειρά προτίμησης. Διότι εκεί όπου υπάρχει ο θεσμός της θρησκείας εκεί επίσης είναι ευκολότερο να δημιουργήσει κανείς ισχυρότερο στρατό, εκεί όμως όπου  υπάρχει οργανωμένος στρατός αλλά όχι θρησκεία εκεί οι θρησκευτικοί θεσμοί έχουν μεγάλη δυσκολία στο να καθιερωθούν. Φαίνεται ότι για το Ρωμύλο  δεν ήταν απαραίτητο το θρησκευτικό στοιχείο στο να θεμελιώσει τη Σύγκλητο αλλά και στο να ιδρύσει τους υπολοίπους κοινωνικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς οργανισμούς. Αντίθετα όμως για τον Πομπήϊο Νουμά φαίνεται ότι η θρησκευτικότητα ήταν παράγοντας απαραίτητος, για αυτό και διέδωσε το μύθο ότι συνομίλησε με Νύμφη η οποία τον συμβούλευσε τι ακριβώς θα πρέπει να  μεταφέρει στο λαό του. Όλα αυτά προέκυψαν από το γεγονός ότι ο Πομπήϊος Νουμάς ήθελε να εισαγάγει στη Ρώμη νέες διατάξεις και καινούς θεσμούς, φοβόταν  λοιπόν ότι η δική του εξουσία δεν ήταν αρκετή. Ειλικρινά ποτέ δεν υπήρξε κάποιος πραγματικά εξαιρετικός νομοθέτης ανάμεσα στους ανθρώπους ο οποίος δεν είχε πρόσβαση σε κάτι το θεϊκό, δεν θα μπορούσε διαφορετικά να γίνει ευρέως αποδεκτός. Σε κάθε περίπτωση οι πρέποντες νόμοι είναι αναμφίβολα γνωστοί στους σώφρονες ανθρώπους αλλά από μόνοι τους δεν περιέχουν εκείνους τους λόγους ώστε να πείθουν ευρέως τους ανθρώπους να τους τηρούν. Οι σοφοί άνθρωποι παρακάμπτουν αυτές τις δυσκολίες έχοντας σημείο αναφοράς το θεό. Αυτό έπραξε ο Λυκούργος, ο Σόλωνας, τόσοι άλλοι οι οποίοι είχαν ακριβώς τους ίδιους σκοπούς με αυτούς.

Ο Ρωμαϊκός λοιπόν λαός θαυμάζοντας τη σοφία και τη σωφροσύνη του Πομπηΐου Νουμά, ακολούθησε πραγματικά κάθε του απόφαση. Όμως σε αυτές τις εποχές θα πρέπει να θυμηθούμε ότι περίσσευε το θρησκευτικό συναίσθημα ώστε όλοι αυτοί οι άνθρωποι μαζί με τους οποίους έπρεπε να συνεργασθεί ο Πομπήϊος Νουμάς ήταν απαίδευτοι και τραχείς ώστε αυτός ξεχώριζε προκειμένου να εφαρμόσει τα δικά του σχέδια και σκέψεις, ανοίχθηκε ο δρόμος ώστε να  προωθήσει προς το λαό τα όποια νέα συστήματά του. Αναμφισβήτητα αυτός ο οποίος φιλοδοξούσε να ιδρύσει μία Πολιτεία στην παρούσα χρονική στιγμή θα το εύρισκε αυτό πιο εύκολο να συμβεί σε ανθρώπους του βουνού οι οποίοι δεν θα είχαν καμμία αίσθηση πολιτισμού παρά ανάμεσα σε όσους είχαν εξοικειωθεί με τη ζωή στις Πόλεις εκεί όπου έχει επικρατήσει ο πολιτισμός της διαφθοράς όπως ο γλύπτης πιο εύκολα δημιουργεί ένα όμορφο άγαλμα από ένα ακατέργαστο μάρμαρο παρά από κάτι το οποίο ως κακοτεχνία έχει σχεδιασθεί από άλλους.

Εξετάζοντας όλα αυτά συμπεραίνω ότι η θρησκεία η οποία εισήχθη από το Πομπήϊο Νουμά απετέλεσε έναν  από τους κυρίους λόγους για το ότι η Ρώμη γνώρισε την ευδαιμονία, διότι η θρησκεία έδωσε καλές διατάξεις, οι οποίες με τη σειρά τους διαμόρφωσαν  καλές συγκυρίες και αυτές σταδιακά διασφάλισαν  τις επιτυχημένες επεμβάσεις στην πολιτική ζωή. Επιβεβαιώνεται ότι η παρατήρηση των θείων θεσμών οδηγεί στην ανάλογη θέσπιση επιτυχημένων πολιτειών ώστε όταν περιφρονούνται οι θείοι θεσμοί οι πολιτικοί οργανισμοί οδηγούνται στην καταστροφή, διότι εκεί όπου λείπει ο φόβος του θείου σε αυτή την κοινωνία όλα φθείρονται εκτός και αν καταφέρει ο Πρίγκηπας να σπείρει το φόβο και να συγκρατήσει τα πράγματα αναπληρώνοντας το κενό που αφήνει η έλλειψη της θρησκείας. Οι Πρίγκηπες όμως δεν ζούν για πάντα και το βασίλειό τους θα παρακμάσει εάν ο Άρχοντας δεν χαρακτηρίζεται για την αρετή του. Από αυτό βέβαια προκύπτει ότι τα βασίλεια τα οποία εξαρτώνται από την αρετή ενός ανδρός δεν έχουν διάρκεια στο χρόνο διότι η αρετή αυτού του ανδρός εξαφανίζεται μαζί με το θάνατό του, σπάνια μάλιστα επανεμφανίζεται στο πρόσωπο κάποιου διαδόχου του, για αυτό σωφρόνως ο Δάντης αναφέρει: «Σπάνια ο Πατήρ κατεβαίνει από τα κλαδιά για να συναντήσει το γιό του, η ανθρώπινη εύνοια απαιτείται μόνον από έναν, δική του βούληση αποτελεί, αυτός και μόνον  μπορεί να την προσφέρει και μόνον αυτός εάν βέβαια του ζητηθεί».

Η ευδαιμονία του Βασιλείου ή της Πολιτείας δεν έγκειται στο να διαθέτει έναν Ηγεμόνα ο οποίος κυβερνά με σωφροσύνη για όσο χρονικό διάστημα  βρίσκεται στη ζωή, αλλά έγκειται στο να οργανώσει κατά τέτοιον τρόπο ο Άρχοντας την Πόλη ώστε όταν πεθάνει όλα να διατηρηθούν το ίδιο σωστά και αποτελεσματικά. Αν και οι ακαλλιέργητοι άνθρωποι πείθονται αρκετά εύκολα μέσα από νέες διατάξεις και καινούργια  θεσπίσματα, αυτό δεν συνεπάγεται ότι πιο δύσκολα μπορούν επίσης σε όλα αυτά να πεισθούν και οι πολιτισμένοι και καλλιεργημένοι άνθρωποι οι οποίοι υποτίθεται ότι δεν είναι απαίδευτοι. Οι πολίτες της Φλωρεντίας υποτίθεται ότι δεν είναι ούτε απολίτιστοι ούτε αγράμματοι, ούτε βέβαια ο εν Χριστώ αδελφός Τζιρολάμο Σαβοναρόλα ο οποίος είχε πείσει τον εαυτό του ότι συνομιλούσε με το θεό. Δεν θέλω να ασχοληθώ με το αν αυτό ήταν αλήθεια ή ψέμμα διότι όποιος ομιλεί για τέτοιους άνδρες θα πρέπει εκ των προτέρων να επιδεικνύει τον προσήκοντα σεβασμό. Θα πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι πάρα πολλοί άνθρωποι πίστευαν σε αυτόν χωρίς να έχουν γίνει μάρτυρες κάποιου εξαιρετικά πειστικού τεκμηρίου που θα τους έπειθε στο να τον ακολουθήσουν διότι η ζωή του ως τέτοια, τά δόγματά του, όλα  με όσα ασχολήθηκε έπειθαν ότι ο Σαβοναρόλα ήταν άνθρωπος με βαθιά  πίστη. Δεν θα πρέπει λοιπόν να κρίνουμε κάποιον από το αν κατάφερε ή όχι να πετύχει όλα όσα κατάφεραν άλλοι στη θέση του διότι οι άνθρωποι (όπως ήδη έχω αναφέρει στον πρόλογο αυτού του βιβλίου) γεννιούνται, ζούν και πεθαίνουν πάντοτε σύμφωνα με τον ίδιο τρόπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr