Ποιοι είναι οι Λαιστρυγόνες;

 


Ποιοι είναι οι Λαιστρυγόνες;

Οι  Λαιστρυγόνες εν πολλοίς είναι γνωστοί μέσα από την Ελληνική Μυθολογία. Αναφέρονται ως κάτοικοι της Τηλεπύλου μέσα από την Ομηρική  Οδύσσεια.  Η Τηλέπυλος ήταν παραλιακή πόλη της Τυρηνικής θαλάσσης η οποία ιδρύθηκε από τον πρώτο βασιλέα τους τον Λάμο.  Περιγράφονται ως ανθρωποφάγοι και γίγαντες υπό τον Βασιλέα τους Αντιφάτη , κατέστρεψαν πλοία του Οδυσσέα, έφαγαν συντρόφους, πρίν ο Βασιλέας της Ιθάκης καταφέρει να σωθεί με τους συντρόφους του.

Ποιο είναι όμως το οντολογικό και φιλοσοφικό αποτύπωμα της ιστορίας των Λαιστρυγόνων; Πρίν απαντήσουμε θα πρέπει να θεωρήσουμε τις μέγιστες γνωσιολογικές και ηθικές αρχές του Πλάτωνος: της ισορροπίας, της συμμετρίας, της δικαιοσύνης ως ισορροπίας ανάμεσα στο λογιστικό θυμοειδές και επιθυμητικό μέρος της ψυχής: κανένα μέρος του ανθρωπίνου Είναι δεν θα πρέπει να επικαλύπτει γνωστικά ή αξιακά το άλλο διότι με αυτόν τον τρόπο η υφισταμένη ανισορροπία θα προκαλεί κακή ισχύ και μονομερή δύναμη η οποία δεν θα βοηθεί την έλλογη αρμονία κτίσης και δόμησης ενός κόσμου και ανθρώπου συμμετρικού.

Επίσης ο Πλάτων ξεκινώντας από τη φυσική έως την ατομική και πολιτική του φιλοσοφία, διέκρινε την σοβούσα ισορροπία ανάμεσα στον ήλιο τη θάλασσα και τη γή, το νού την ψυχή και το σώμα, τον πολίτη την Πόλη και  τους άλλους. Καμμία ασυμμετρία δεν παρατηρείται: διότι εάν ο Ηλιος καταστή υπερμεγέθης τότε η γή και η ζωή θα καταστραφεί. Ας μην ξεχνούμε και το δαχτυλίδι του Γύγη: δεν πρέπει κανείς να χρησιμοποιεί άδικο δύναμιν ώστε να επιβάλλεται των άλλων ανθρώπων. Όλα πρέπει να γίγνονται ισόρροπα συμμετρικά και δίκαια.

Ο Αριστοτέλης  μάλιστα στα Μεταφυσικά του διεκήρυξε ότι η  ανθρώπινη ουσία είναι η ισορροπία ανάμεσα στην μορφή και στην ύλη: στο είδος και στην εμφάνιση: άρα οι Λαιστρυγόνες του Ομήρου προοιωνίζουν την γεννηθείσα ισορροπία μορφής και είδους, ύλης και πνεύματος, στην συμμετρική ανθρωπίνη ύπαρξη: Η ισορροπία αυτή γεννά την πολυσχιδή ανάπτυξη και εξέλιξη του ανθρώπου: πολλαπλώς και πανταχού: Ο άνθρωπος δεν εκμεταλλεύεται την εμφάνισή του ώστε να μην αναπτύξει τις ειδολογικές και μορφικές δυνάμεις του. Δηλαδή δεν είναι ένα απλό  εξωτεερικά σωματικά υπερδυναμικό όν (σαν τους γίγαντες και τους τιτάνες) ο οποίος περιορίζεται στη σωματική του διάπλαση και δεν τον ενδιαφέρει η πνευματική υπόστασή του. Οι Λαιστρυγόνες του Ομήρου απορρίπτουν οριστικά και αμετάκλητα τους τιτάνες και τους  γίγαντες και υιοθετούν το αριστοτελικό μοντέλο της ισορροπίας σώματος και πνεύματος: ο άνθρωπος θα πρέπει να αναπτύσσει αρμονικά το σώμα του όπως και το μυαλό του: θα πρέπει να στηρίζεται και στα δύο ισόρροπα αυτά μέρη  του Εγώ του: άρα θα πρέπει να στηρίζεται ισόρροπα στις σκέψεις του και στις πράξεις του, στο σώμα και στο πνεύμα του, δεν θα πρέπει να πλάσει ένα  υπερμέγεθες σώμα (χωρίς να σκέπτεται και να υπολογίζει τους Άλλους, το θεό τη φύση) αλλά ούτε και ένα υπερμέγεθες πνεύμα το οποίο αδιαφορεί για όλους και για όλα.

Γιατί οι Εθνικές γαίες, το παράδειγμα του Θεσσαλικού κάμπου, αποδεικνύουν τον αποικιοκρατικό χαρακτήρα του νεοελληνικού κράτους μετά την Επανάσταση του 1821;

 


Γιατί οι Εθνικές γαίες, το παράδειγμα του Θεσσαλικού κάμπου, αποδεικνύουν τον αποικιοκρατικό χαρακτήρα του νεοελληνικού κράτους μετά την Επανάσταση του 1821;

Όλοι θα περιμέναμε ότι ένα Εθνικό κράτος, όπως το Νεοελληνικό κράτος (3/2/1830)  το οποίο μάλιστα προέκυψε μέσα από τη βαθεία σκλαβιά της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αυτό το Εθνικό κράτος θα ήταν Ελληνικό υπό την έννοια ότι θα ενδιαφερόταν πραγματικά για την ευημερία των Ελλήνων κατοίκων του. Τηρουμένων των αναλογιών ότι η γή αποτελούσε (στο τέλος του 19ου και στις απαρχές του 20ου ) την κυρία πηγή ζωής και παραγωγής πλούτου, το παράδειγμα των Εθνικών γαιών αποκαλύπτει ότι το Νεολλεηνικό κράτος δημιουργήθηκε για να εξυπηρετήσει συγκεκριμένα εξουσιαστικά ευρωπαϊκής υφής δεδομένα, όχι πάντως να υπηρετήσει την πολιτική και ιστορική πρόοδο και ωφέλεια των Ελλήνων Πολιτών του.

Ας θέσουμε μία σειρά στις σκέψεις μας.  Μέσα από την διάσκεψη των πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη το 1881 παραχωρήθηκε στο νεόδμητο Ελληνικό κράτος το σύνολο της Θεσσαλίας και της Θεσσαλικής γής. Αρκετή έκταση, η οποία εάν μοιραζόταν ορθολογικά στους ακτήμοντες γεωργούς και αγρότες θα καθιστούσε την Ελλάδα αυτάρκη δύναμη, πρωτοπόρα στα βαλκάνια, ευρωπαϊκή αγροτική υπερδύναμη. Εάν μάλιστα όλη αυτή η αγροτική πρόοδος συνδυαζόταν με την ναυτική Ελληνική υπεροπλία, εάν οι πλούσιοι Έλληνες εργάζονταν πραγματικά για το Ελληνικό κράτος, τότε θα συζητούσαμε για την πραγματοποίηση του κράτους του Ρήγα Φεραίου: της Παμβαλκανικής παγκοσμίου βεληνεκούς Ελληνικής δημοκρατίας.

Τα όμορφα τύμπανα άρχισαν να ηχούν από νωρίς. Μέσα από ειδικές συμφωνίες ανάμεσα σε Ελληνικές αρχές και οθωμανικές αρχές (κατ΄αρχάς) έπειτα μέσα από αποφάσεις των Ελληνικών κυβερνήσεων μεταβιβάσθηκαν οι οθωμανικοί τίτλοι σε γαιοκτήμονες, πλουσίους Έλληνας του εξωτερικού,θρησκευτικά ιδρύματα, υπακούοντας στο διαμοιρασμό γής και στην τιτλότητα της  γής όπως αυτή διαμορφώθηκε κατά το καθεστώς του Αλή πασα. Δηλαδή το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος ήταν ανίκανο στην ουσία να προχωρήσει άμεσα σε διαμοιρασμό της γής διαμοιράζοντας το σύνολο των Εθνικών γαιών σε ακτήμονες ώστε να αποκτήσει η γή αξία, οι άνθρωποι ποιότητα ζωής, ο τόπος πρόοδο και εξέλιξη. Πάντως η βιβλιογραφία αναφέρει ότι οι χωρικοί σε αυτό το χρονικό διάστημα (τέλος του 19ου και απαρχές του 20ου αι) διεκδικούσαν μέρη γής ερχόμενοι σε φανερή αντιπαράθεση με τις προθέσεις του Ελληνικού κράτους το οποίο σκόπευε να καταστήσει τη Θεσσαλική γή αντικείμενο πλουτισμού και εκμετάλλευσης των γαιοκτημόνων, πλουσίων Ελλήνων, θρησκευτικών μονών και  ιδρυμάτων. Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι δεν επεκράτησε η αρχαία Ελληνική συνείδηση της κοινότητας: το Νεοελληνικό κράτος προσπαθούσε να ομοιάσει με τα δυτικά κράτη όπου οι κοινωνικές διαμάχες ήταν χαρακτηριστικό των νέων Ευρωπαϊκών Εθνών-Κρατών προκειμένου μέσα από τις κοινωνικές διαμάχες πλουσίων και φτωχών να  γιγαντώνεται η πολιτική ισχύς των κυβερνήσεων οι οποίες με αυτόν τον τρόπο διαμοίραζαν τον πλούτο διαιωνίζοντας τους κοινωνικούς εσωτερικούς αγώνες αποφεύγοντας μάλιστα άλλες Εθνικές ή πνευματικές διεκδικήσεις: τα Ευρωπαϊκά κράτη όπως και το Νεοελληνικό έδιδαν όλο και περισσότερο βάση στον πλούτο και στις κοινωνικές διαμάχες περί του πλούτου ώστε ο κόσμος να στραφεί στον υλικό προσδιορισμό ενάντια σε κάθε άλλη μορφή πνευματικού ή αξιακού κράτους η οποία θα γεννούσε αλυτρωτικές και άλλες διεκδικήσεις.

Ας σημειώσουμε ότι στην Πελοπόννησο ο Κομμουνδούρος το 1871 είχει προχωρήσει σε αναδασμό της γής, των Εθνικών γαιών σε ακτήμονες. Φαίνεται όμως ότι στην «παλαιά» λεγομένη Ελλάδα οι συμφωνίες ήταν άλλες, και το σχεδόν φεουδαρχικό καθεστώς της Θεσσαλίας ετοίμαζε άλλες καταστάσεις (επικράτηση της καπιταλιστικής λογικής, αντιΕλληνική πολιτική διεκπεραίωση των πολιτικών πραγμάτων ώστε οι ολίγοι να καθορίζουν τη μοίρα των πολλών σύμφωνα και με τον καπιταλιστικό βιομηχανισμό της δύσης: η Ελλάς έπρεπε να αναπτυχθεί όχι στις δικές της  δημοκρατικές αρχαιοΕλληνικές κοινωνικές κοινοτιικές δομές αλλά έπρεπε να δομηθεί επάνω στο ευρωπαϊκό πλουτοκρατικό σύστημα πλουσίων και φτωχών ώστε να εναρμονισθεί με το ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος).

Η έκταση των 395 τσιφλικίων στη Θεσσαλά κατελάμβανε έκταση 6.000.000 στρεμμάτων.Από τα 658 χωριά τα 450 ήταν τσιφλίκια και μόνον τα υπόλοιπα κεφαλοχώρια: το ότι το Ελληνικό κράτος δεν έκανε σταδιακά τα πάντα κεφαλοχώρια αυτοδιαχειριζόμενα από τους αγρότες φανερώνει ότι ήθελε μία Ελλάδα διακρίσεων, κοινωνικώνανισοτήτων  υπόχρεη σε προστάγματα ευρωπαίων ταγών: εξάλλου πολλοί βουλευτές των κυβερνήσεων ήταν οι ίδιοι τσιφλικούχοι.

Απλές σκέψεις περί της Αναστάσεως.

 


Απλές σκέψεις περί της  Αναστάσεως.

Το πάσχα ως πέρασμα φέρει κάθε χρόνο μαζί  του την Ανάσταση   του Ιησού. Η Ανάστασις του Ιησού δια-φημίζεται ως νίκη επί του θανάτου του Υιού του Ανθρώπου,  Χριστός ανέστη εκ νεκτών θανάτω θάνατον πατήσας: μέσω του θανάτου ενίκησε το θάνατον. Τι σημαίνει η λέξις Νίκη; Νικώ σημαίνει ότι καταφέρνω και περνώ  μία δύναμιν δική μου υπεράνω μιάς αντιπάλου δυνάμεως.

Άρα σε μία πρώτη εκτίμηση ο Ιησού επέβαλε μία δική του δύναμη υπεράνω των δυνάμεων που επικρατούσαν έως την εποχή του. Ας ξεκαθαρίσουμε ότι δεν μας ενδιαφέρει εάν υπήρξε ή όχι ιστορικώς ο Ιησούς, διότι ως τάση υπάρχει μιάς και ό,τι λέγεται για τον Ιησού, ό,τι αποδίδεται στον Ιησού φανερώνει τις τάσεις των ανθρώπων και της εποχής που  φέρεται να έζησε και να δραστηριοποιήθηκε ο Ιησούς.

Άρα θα πρέπει να ιδούμε ποία δύναμις υπερίσχυσε ενάντια σε ποια άλλη  δύναμη ώστε να λατρεύουν οι χριστιανοί την Ανάσταση του Ιησού. Ας σημειώσουμε ότι συλλήβδην από τη στιγμή κατά την οποία θεωρείται ότι ο Ιησούς ενίκησε το θάνατο γίνεται παραδεκτό ότι οι άνθρωποι έως εκείνη την εποχή ζούσαν στην άγνοια και στην συμπαντική απομόνωση και δυστυχία. Όμως αυτό δεν αποδεικνύεται: Κατ΄αρχάς δεν εδέχθησαν όλοι οι άνθρωποι την Ανάσταση του Ιησού άρα πολλοί άνθρωποι συνέχισαν και συνεχίζουν να ζούν στους δικο τους πνευματικούς και ηθικούς δρόμους αγνοώντας ή αρνούμενοι την Ανάσταση του Ιησού: πρίν μάλιστα την Ανάσταση του Ιησού παρήχθη η Στωϊκή και Επικούρεια φιλοσοφία η οποία κατά έξοχο τρόπο προσδιορίζει συμπαντικά τον άνθρωπο, επιδεικνύοντας εξαιρετικούς δρόμους οντολογικής προόδου. Έπειτα μάλιστα από την Ανάστασιν του Ιησού ο Νίτσε και η βιταλιστική γενικότερα υπαρξιακή φιλοσοφία ασπάσθηκε το δρόμο του χάους αρνουμένη να δεχθεί την Ανάσταση του Ιησού, θεωρώντας ότι ο δρόμος του ανθρώπου δεν έχει να κάνει με την επαναφορά της μορφής μετά το θάνατο ώστε ο άνθρωπος να ξαναζήσει αλλά με την επιστροφή σε χαοτικές καταστάσεις οι οποίες θα σημάνουν πραγματική εκκίνηση του ανθρώπου προς τις επόμενες οντολογικές στιγμές. Δηλαδή για να αναστηθώ λαμβάνοντας και πάλι την ίδια μορφή, γιατί να ξαναζήσω στη γή; Εάν η οντολογική πορεία είναι μία πορεία στο άπειρο Είναι θα ήθελα μία νέα οντική κατάσταση πέρα από το σώμα και την ανεστημένη μορφή, μία νέα οντική κατάσταση ώστε να ζήσω μία πραγματική οντολογική καινούργια κατάσταση σε μία άλλη εντελώς διάσταση. Διότι η Ανάστασις του Ιησού με κρατεί εμμενώς σε αυτή την σωματική κατάσταση χωρίς να μου προσφέρει μία επομένη οντολογική στιγμή.

Η Ανάστασις του Ιησού σηματοδοτεί το τέλος της κυκλικής περί το γήϊνο Είναι φαντασίωσης του Ανθρώπου, ουσιαστικά κατά φαντασιακό τρόπο κλείνει τον κύκλο της ανθρωπίνης ζωής μιάς και ενώνει το Α του κύκλου με το Ω αυτού, την αρχή και το τέλος του κύκλου μας ο οποίος ξεκινά από τον ουρανό και διά της γής επιστρέφει στον ουρανό. Ουσιαστικά ο χριστιανισμός μέσα από τη δογματική φαντασίωση της Ανάστασης του Ιησού ολοκληρώνει το  πάγιο αίτημα της πλατωνικής αλλά και αριστοτελικής φιλοσοφίας ο άνθρωπος να ολοκληρώσει το γνωστικό του ταξίδι μαθαίνοντας την αρχή και το τέλος της υπάρξεώς του. Ήδη οι σοφιστές  είχαν διατυπώσει την άποψη ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν διότι δεν μπορούν να ενώσουν την αρχή και το τέλος του επιγείου κύκλου των. Άρα οι Έλληνες είχαν θέσει την πραγματική αιτία της ανθρωπίνης δυστυχίας: δεν μπορώ να ελέγξω την αρχή και το τέλος του κύκλου μου ως ζών Όν διότι με κατακτά ο Θάνατος χωρίς να το θέλω και οδεύω και πάλι σε κάτι που δεν το επιθυμώ, κυλώ σε άλλες καταστάσεις επειδή δεν μπορώ να βαδίσω ολοκληρωμένα τον κύκλο μου από την αρχή ως το τέλος: Η Ανάστασις του Ιησού απαντά στο σοφιστή Αλκιδάμα ο οποίος διεκήρυξε ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν επειδή  δεν μπορούν να ενώσουν την αρχή και το τέλος του κύκλου της υπάρξεώς τους. Συλλήβδην οι Έλληνες σε ένα μυθολογικό και πνευματικό επίπεδο προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα νοερό κύκλο εις τον οποίον κινούμενος ο άνθρωπος θα  μπορούσε να καθορίσει τη ζωή του ως αρχή και τέλος. Το όλο εγχείρημα όμως έμεινε σε δυναμική διάσταση διότι ο Έλληνας δεν έχασε την οντολογική του απειρία και δεν θέλησε να κλεισθεί σε ένα κύκλο ζωής και θανάτου ο οποίος σηματοδοτείται με την ανάσταση του Ιησού. Ο Οδυσσέας ενώ επιστρέφει από τον  Άδη δεν θεωρείται ανάσταση διότι το ταξίδι συνεχίζεται, η ζωή  το σώμα ο θάνατος είναι απλά στάδια στο άπειρο οντολογικό ταξίδι των πολλών  στάσεων προς την Ιθάκη. Ο Ασκληπιός ανέστησε νεκρό, στα Ελευσίνεια μυστήρια οι άνθρωποι χάνονταν από τη γήϊνη  διάσταση και όδευαν σε άλλες διαστάσεις, επέστρεφαν στη γήϊνη διάσταση  αλλά δεν ήταν ανάσταση διότι το κύριο δεν ήταν το να ζήσουν έναν κύκλο ζωής και επιστροφής στη γήίνη ενσώματη ζωή αλλά να συνεχίσουν προς νέες οντολογικές άγνωστες και πρωτοβίωτες ατραπούς. Ακόμα και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης δημιουργούν δύο πεπερασμένους δικούς τους  κύκλους με σημείο Αρχής Α την ιδέα  του Αγαθού και του Θείου και σημείο τέλους Ω την επιστροφή στον κόσμο του Αγαθού, στην μεγάλη εντελέχεια του πρώτου κινούντος ακινήτου, αλλά ποτέ δεν έθεσαν κάποιον άνθρωπο πραγματικά να βαδίζει αυτό το δρόμο.

Η έννοια της μερίμνης από τον Χάϊντεγγερ έως τον Γιάσπερς.

 


Η έννοια της μερίμνης από τον Χάϊντεγγερ έως τον Γιάσπερς.

Εξαιρετική η επισήμανση του Γιάσπερς στην Εισσαγωγή του στη Φιλοσοφία ότι η Ελληνική φιλοσοφία έδωσε το οντολογικό στίγμα και η Γερμανική φιλοσοφία το πνευματικό εργαλείο ώστε να κινηθεί ο άνθρωπος σε αυτό το οντολογικό πεδίο. Όλα αυτά βέβαια έχουν γίνει αποδεκτά και έχουν επαρκώς δουλευθεί και από την υπαρξιακή φιλοσοφία, η οποία ουσιαστικά λαμβάνει την ύπαρξη ως μόνη και ερριμμένη μέσα στον κόσμο και προσπαθεί να της δώσει τα εργαλεία οντολογικού προσδιορισμού.

Το κύριο εγχείρημα της υπαρξιακής φιλοσοφίας, το οποίο υπάρχει και στο Χάϊντεγγερ και στο Γιάσπερς –η αρχή του οποίου ανιχνεύεται στη θεολογική έννοια της υπόστασης- είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου από τις προσφερόμενες ουσίες, η μετατροπή του ανθρώπου σε υπόσταση είναι ένα πρώτο  βήμα. Στην υπαρξιακή φιλοσοφία καταργείται η απόλυτος πρώτη ουσία (ως θεία και αφηρημένη έννοια η οποία πλήρως κατευθύνει τους ανθρώπους)  και οι άνθρωποι απελευθερώνονται ως αυτοτελείς υπάρξεις οι οποίες μέσα από το βίωμα της ύπαρξης και των υπαρξιακών καταστάσεων όλες αυτές οι υπάρξεις συναποτελούν το Είναι, εκ του οποίου απορρέουν τα όντα.

Όμως το Είναι της υπαρξιακής φιλοσοφίας προχωρεί το θεό του μονοθεϊσμού αλλά και το θείο του Πλωτίνου, αλλά και τους θεούς του Ομήρου, ένα υπαρξιακό βήμα παραπέρα: δηλαδή: Το Είναι στο Χάϊντεγγερ και στο Γιάσπερς είναι το αποθετήριο των οντολογικών δυνάμεων  εκ του οποίου αντλούν τα όντα τις δυνάμεις και τις ενέργειες συμπαντικής πορείας ολοκλήρωσης της οντολογικής πορείας των ώστε στο ξέφωτο του Είναι να προχωρήσουν προς την πρώτη και τελευταία και οριστική κατάσταση του Είναι: το Είναι είναι η πλήρης αρμονική και ισόρροπη κατάσταση της πλησμονής και παράδοσης των δυνάμεων των όντων.

Το υπαρξιακό βήμα, απότοκο βήμα  του προτεσταντισμού αλλά και του αφηρημένου οντολογικού θείου των προσωκρατικών, είναι τεράστιο: ουσιαστικά καταργείται η πίστις: η ύπαρξις δεν πιστεύει, αλλά βιώνει. Είναι η ύπαρξις στο Χάϊντεγγερ και στο Γιάσπερς σύνολο βιουμένων  στιγμών: ο Άνθρωπος αποκόπτεται από το θεό ως δημιουργό, ως ιδιοκτήτη της Βασιλείας των Ουρανών, ως τον κοινό παρονομαστή ζωής και θανάτου. Το Είναι των υπαρξιακών αποτυπώνει την πραγματικότητα της ήδη υπαρχούσης οντολογικής πορείας.

Η κατάργησις του Θεού των παραδοσιακών μονοθεϊστικών θρησκειών και η παραδοχή ενός κεντρικού Είναι απελευθερώνει την ύπαρξη: η ύπαρξη δεν χρειάζεται να υπακούει σε μία ουσία διότι το Είναι δεν είναι ουσία αλλά είναι σύνολο απορρεουσών δυνάμεων οι οποίες ουσιώνουν και ουσιώνονται όταν βιωθούν: είναι μία κεντρική τράπεζα δυνάμεων και ενεργειών οι οποίες οδηγούν οντολογικά την ύπαρξη. Το Είναι είναι το ήδη υπάρχον, η ύπαρξις δεν νοιώθει  ως ουσία διότι δεν Είναι αλλά Γίγνεται: Γίγνεται αντλώντας εκ των απορρεουσών δυνάμεων εκ της κεντρικής συμπαντικής τραπέζης  του Είναι : ώστε οι υπαρξιακοί προχωρούν σε μία εξαιρετικά σημαντική αξιολογική κίνηση: επαναφέρουν το Είναι (θεό) στην προτέρα οντολογική και ξεχασμένη κατάστασή  του: το Είναι δεν είναι πρόσωπο, δεν έχει χέρια δεν έχει πόδια, δεν γεννήθηκε δεν έχει Μητέρα και Πατέρα: είναι σύνολο δυνάμεων  και ενεργειών  εν συμπαντική και οντολογική συνεχεία. Η Υπαρξιακή φιλοσοφία επαναφέρει το Πρώτο Όν στην οντολογική αιωνία κατάστασή του: είναι Δύναμις και Ενέργεια η οποία διαμοιράζει οντολογικές δυνάμεις και ενέργειες οι οποίες ολοκληρώνουν το οντολογικό περιπετειώδες ταξίδι των όντων.

Εδώ υπεισέρχεται το μεγάλο ερώτημα: ποια είναι η σχέση των Όντων με το Είναι;  τα Όντα ίστανται υπό το Είναι όχι σε σχέση κατωτερότητας αξιακής ή  γνωσιολογικής  αλλά σε σχέση καθαρά δυναμικής και ενεργειακής: δηλσδή: ίστανται υπό την ατελεύτητη διαμοίραση οντολογικών δυνάμεων εκ μέρους του Είναι άρα υπό ίστανται (υφίστανται) στην πορεία  του Είναι λαμβάνοντας συνεχώς τις αναλογούσες οντολογικές δυνάμεις ώστε διά αυτών  να βιώσουν το αναλογούν στην κάθε ύπαρξη υπαρξιακό ταξίδι προς την αρχέγονη συγκεντρωτική πηγή του Είναι; εκεί όπου όλες οι δυνάμεις ενώνονται διότι δεν έχουν λόγο κινήσεως: Ουσιαστικά το Είναι είναι τα όντα και το Είναι ηρεμεί όταν τα όντα έλθουν σε κατάσταση βιωματικής πλήρωσης και εξάντλησης των αναλογισθεισών δυνάμεων και ενεργειών.

Γιατί οφείλουμε να ομιλούμε την Ελληνική γλώσσα;

 


Γιατί  οφείλουμε να ομιλούμε την  Ελληνική γλώσσα;

Παρατήρηση 1η.

Η Ελληνική γλώσσα είναι μία και ενιαία. Όπως εξάλλου όλες οι γλώσσες όλου του κόσμου οι οποίες παρουσιάζουν τα χαρακτηριστικά  της Ελληνικής γλώωσσας. Η εξήγηση  και απόδειξη της ενιαίας φύσης της Ελληνικής γλώσσας είναι πολυεπίπεδη.

Κατ΄αρχάς οι λέξεις των Ελλήνων αντιστοιχούν σε οντολογικές συλλήψεις δηλαδή αντιπροσωπεύουν τον τρόπο ενόρασης του Όντος  εκ μέρους των Ελλήνων. Όταν λοιπόν ο Έλληνας εδημιούργησε τη λέξη Ρέα εδόμησε το σύμπαν ως ροή δυνάμεων και αυτό μέσα στα χρόνια δεν άλλαξε.Επίσης δημιουργώντας τη λέξη Κρόνος (εν ροή χρόνου) επέρασε στην Ανθρώπινη διανόηση ότι οι Άνθρωποι κινούνται επί ροής, θεσμοθετήθηκε λοιπόν μέσα από την Ελληνική γλώσσα η κίνηση σε άμεση θέση (χρόνος) αλλά και στη ζωή μας: διότι εδημιουργήθη η λέξη ατρεκής, ο Οδυσσέας είναι ατρεκής, δεν τρέμει, δεν παρεκλίνει του σκοπού του, διότι η αλήθεια είναι κίνησις επί σκοπού, επί Ιθάκης.

Αξίζει λοιπόν μέσα από την Ελληνική λέξη  να μαθαίνομε τις βάσεις και τις απόρροιες του κόσμου μας του εαυτού μας: η Ελληνική λέξη έδωσε το Δία, διότι όλα είναι διαμοίρασις δυνάμεων (δαίω-μοιράζω): εσχάτως η βιολογία θεώρησε ότι διά της μίττωσης του πρώτου κυττάρου όλα είναι διαίρεσις και διάχυσις δυνάμεων  που δημιουργούν τον ανθρώπινο οργανισμό: αυτό όμως έκανε ο Δίας με τις δυνάμεις του κόσμου τις οποίες εμοίρασε αρμονικά ώστε να αρχιτεκτονήσει τον κόσμο και τον άνθρωπο. Επίσης η Ελληνική γλώσσα διαφημίζει χιλιάδες χρόνια τώρα το Φώς: η Σοφία (ίσον Φώς) είναι Θεά και είναι η Θεού νόησις (Αθηνά):

Η Ελληνική γλώσσα εδίδαξε την ισορροπία, τη συμμετρία μορφών, την αρμονία των ήχων άρα ευθυγράμμισε το νού των ανθρώπων με τη φύση και το σύμπαν: από το αραρίσκω (συνταιριάζω) προέρχεται η αρετή, αλλά η αρετή είναι η αρμονική διάθεση των δυνάμεών μου ώστε να προχωρώ σε σχέση με το όν και το Είναι, τους άλλους την Πόλιν. Εκ του αραρίσκω έρχεται το άριστος,  το μόριο αρι-δηλώνει το τέλειο το οποίο λοιπόν είναι και ισόρροπο: διότι η τελειότητα είναι ισορροπία: άρα: αραρίσκω (συνταίριασμα) =άριστος (το τέλειο της ισορροπίας (η συμπαντική και ανθρώπινη ισορροπία διαφημίζεται μέσα από την Ελληνική γλώσσα( η αρετή του Ηλίου είναι η ισορροπία  του να μην καίει και να καταστρέφει το σύμπαν που φωτίζει, όπως η αρετή του ανθρώπου είναι η ισορροπία  του να μην καταστρέφει τον κόσμο και την Πόλιν που ζεί).

Η Ελληνική γλώσσα είναι η γλώσσα της υγιούς αναπνοής, της ευηχίας, της αισθητικής ολοκλήρωσης:  για αυτό και δεν πρέπει να ξεχασθεί διότι περνά στις ζωές μας την ηρεμία, την ευωχία, την ομορφιά αισθήσεων και νόησης: ο μέλλων του πράττω δεν είναι πράττσω: για τους Έλληνες αυτό είναι κακόηχο: είναι πράξω λοιπόν ο μέλλων του πράττω: άρα οι Έλληνες εδίδαξαν  την οικονομία  του  ωραίου διά των λέξεων: όπως και εμείς πράττουμε: δεν  θα φορέσουμε ρούχα μεγαλύτερα αλλά θα τα κόψουμε στα μέτρα μας, όπως το πράττω κόβεται στα μέτρα της ηχητικής ωραιότητας. Επίσης οι Έλληνες μέσα από την προσωδία των λέξεων μετέφεραν τους ηχητικούς ήχους της φύσης: όταν ομιλούσαν ήταν σαν το ποτάμι, ή τα πουλιά ή το θρόϊσμα των φύλλων διότι η γλώσσα των ήταν συνέχεια των φυσικών ήχων: για αυτό εισήγαγον τόσο εκτεταμένα τα φωνήεντα ώστε να θέτουν αέρα στις λέξεις όπως πνεύμα στις σκέψεις των: για αυτό έκαναν μακρά βραχέα και δίχρονα φωνήεντα: στη λέξη αὖλαξ επειδή αυτή προήλθε από το αFλακς το α+F έγιναν μακρό αυ διότι έπρεπε να ειπωθεί για περισσότερο διάστημα από την κατάληξη  αξ η οποία έγινε βραχύχρονη διότι μετά από ένα μακρύ κράτημα της φωνής έπρεπε να ακολουθήσει βραχύ κράτημα της φωνής: άρα το αυ είναι μακρόχρονο και το αξ βραχύχρονο: αυτή η αρμονία στην προφορά περνά και στη ζωή μας, για αυτό και οι Πατέρες μας είναι ήρεμοι, εγκρατείς και συμμετρικοί στις εκφάνσεις της ζωής των, όπως και εμείς μπορούμε να είμαστε.

Η έλαφος του Αισώπου και η Ωραία Ελένη του Ομήρου.

 


Η έλαφος του Αισώπου και η Ωραία Ελένη του Ομήρου.

Διαβαζοντας το μύθο ή αλληγορία του Αισώπου, η οποία αναφέρεται σε μία έλαφο η οποία έπινε νερό και την ώρα εκείνη παρασυρομένη από την αντανάκλαση στο νερό, άρχισε να θαυμάζει τα υπέροχα κέρατά της, μας γεννώνται συγκεκριμένες σκέψεις περί των υπορρήτων εννοιών του κειμένου, οι οποίες είναι πολλές και χρήσιμες.

Κατ΄αρχάς η έννοια της Αισώπειας αλληγορίας στηρίζεται σε μία προαιώνια πίστη ότι μέσα στο σύμπαν, στην Αιωνία Φύση όλα τα όντα και όλες οι οντότητες είναι φτιαγμένες από τις ίδιες δυνάμεις: άρα η Έλαφος και ο Άνθρωπος κινούνται από τις ίδιες οντολογικές δυνάμεις για αυτό το λόγο ό,τι είναι σημαντικό για την Έλαφο (γνωσιολογικά και αξιολογικά) είναι και για τον Άνθρωπο. Για αυτό το λόγο έχουμε και την αλληγορία του σπηλαίου του Πλάτωνος : όλοι οι άνθρωποι συνδέονται με κοινές συμπαντικές και κοσμικές καταβολές: άρα ό,τι ισχύει για τους ανθρώπους του νοητού σπηλαίου ισχύει για τους ανθρώπους που βιώνουν όσα υπονοούνται στο σπήλαιο.

Το ίδιο θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε  και για τις αλληγορίες του Ιησού: οι άνθρωποι των παραβολών είναι φτιαγμένοι από τις ίδιες συμπαντικές δυνάμεις με τους ανθρώπους της καθημερινότητας, της κοινωνικής πραγματικότητας : τα ζώα (αμνός) τα ευλογημένα δένδρα (ελιά) είναι όλα φτιαγμένα από τα ίδια υλικά με τους ανθρώπους, για αυτό και στο Άγιο Όρος υπάρχει αυγό στρουθοκαμήλου: θα πρέπει να δειχθεί ότι όπως η στρουθοκάμηλος φυλάει το αυγό της παρόμοια και ο χριστιανός θα πρέπει να προσέχει την ψυχή του.

Βέβαια μας ενδιαφέρει σε κάθε αλληγορία ποία κεντρική συμπαντική δύναμη προσπαθεί ο δημιουργός της αλληγορίας να τονίσει: Άρα όλες οι βασικές ιδέες και αξίες των αλληγοριών εμπεριέχονται στο σύμπαν είτε αυτό δίδεται υπό την κεκαλυμμένη μορφή των θεών (Δίας – δύναμις, Αθηνά –Σοφία κ.λ.π) είτε υπό τη  μορφή της δογματικής  θεολογίας των αρετών (οι αρετές είναι υπόρρητες έννοιες της αλληγορίας (η ωραιότης της ψυχής, η ταπεινότης της ψυχής κ.λ.π).

 Στην περίπτωση της Ελάφου η συμπαντική δύναμις της Ωραιότητος είναι αυτή η οποία κυριαρχεί. Δεν έχει βέβαια καμμία σχέση με την δύναμη της Ομορφιάς η Ωραιότητα. Άλλη δύναμη η μία άλλη η άλλη: η Ωραιότητα είναι συμπαντική δύναμη ενώ η ομορφιά είναι πνευματική κατάκτηση και εφεύρεση. Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι.

Η έννοια της Ωραιότητας (ώρα=φροντίδα) έχει να κάνει με την σωστή μέριμνα των όντων την κατάλληλη χρονική στιγμή: άρα Ωραίος είναι ο Άνθρωπος όταν την κατάλληλη χρονική στιγμή εξελίσσει εκείνες τις δυνάμεις στο χρόνο οι οποίες του προσδίδουν γνώση, εμπειρία, αξία, προσωπικότητα, ενδελέχεια: ο Σωκράτης είναι Ωραίος διότι την κατάλληλη χρονική στιγμή εκμαιεύει όλες εκείνες τις δυνάμεις οι οποίες του προσφέρουν προσωπική και κοινωνική αξία. Άρα την πρέπουσα ζωή. Άρα η Έλαφος είναι Ωραία όταν καταλαβαίνει ποιες πραγματικά δυνάμεις της δίδουν γνώση, αξία, ωρίμανση, εξέλιξη, άρα την σωστή ζωή. Η Ωραιότητα του Σωκράτους συνδυάζεται με τις εκμαιευθείσες δυνάμεις: της σοφίας, της  ενόρασης, της ανάμνησης, της διανοίας.Διότι αυτές ωθούν το Σωκράτη σε μία ανωτέρα ζωή. Ποιο μέρος του Σωκρατικού Είναι κυοφορεί αυτές τις δυνάμεις; Το πνεύμα: άρα αυτό στην διαβάθμιση της Σωκρατικής κλίμακος τίθεται ως ανώτερο του σώματος και άλλων μερών του Σωκρατικού Είναι.

Διδάσκοντας τη Θεματική Ιστορία.

 


Διδάσκοντας τη Θεματική Ιστορία.

Θα μπορούσαμε να διδάξουμε το μάθημα της Ιστορίας  (απομονώνοντας κάποια ιστορικά θέματα) όχι ανά μεμονωμένη εποχή αλλά με βάση ένα ιστορικό θέμα στη διαχρονική του θέαση και εξέλιξη. Προκειμένου οι μαθητές να κατανοήσουν ότι η ανθρώπινη Ιστορία και εξέλιξη στηρίζεται σε κοινές έννοιες και δομές οι οποίες μεταλλάσσονται ως μορφές και εμφανίσεις (πολιτικές,  κοινωνικές, θρησκευτικές, φιλοσοφικές εμφανίσεις) ανά εποχή. Επίσης μέσα από τη διδασκαλία της Ιστορίας με τη λογική της θεματικότητας μπορούμε ανά  εποχή να εμπλουτίσουμε τις ήδη υπάρχουσες έννοιε  και δομές δείχνοντας στους μαθητές μας ότι δεν  είχαν πάντοτε τη δομή, την εννοιολόγηση, την γνωσιολογία και την αισθητική που έχουν σήμερα. Επίσης (σημαντικό) μπορούμε να δείξουμε στους μαθητές μας ότι και αυτοί συμμετέχουν σε αυτό το μεταρρυθμιστικό παιχνίδι της Ιστορίας ώστε να τους κινητοποιήσουμε να αναπτύξουν ενεργό ρόλο στο δικό τους τρόπο εξέλιξης και προόδου των εννοιών και δομών που υπάρουν στην εποχή μας. Με αυτό τον τρόπο οι μαθητές νοιώθουν μέρος της Ιστορίας και παρακινούνται θεωρητικά αλλά και βιωματικά να ανακαλύψουν τον ιστορικό τους  ρόλο.

Εννοείται επίσης ότι η θεματική ιστορία λαμβάνει υπ΄όψιν τα πάντα: την εποχή, τον κόσμο, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη σχέση με τη φύση τον  Άλλον και το θείο, διότι όλα μετατρέπονται σε κάτι το επόμενο ευρισκόμενα όμως πάντοτε επάνω στο κοινό υπόβαθρο που δεν είναι άλλο από τις ανθρώπινες έννοιες και δομές: αυτές, η προσπάθεια επιβίωσης, εξέλιξης και δημιουργίας δεν αλλάζουν ποτέ απλά μετατρέπονται σε νέες εικόνες.

Α. Η έννοια του θεού.

Διαχρονικά η έννοια του Θεού (Θείου) καταδεικνύει την προσπάθεια του νοήμονος ανθρώπου να προσδιορισθεί  σε σχέση με τον ευρύτερο κόσμο, τη φύση, το άπειρο σύμπαν, τους Άλλους, τα όντα γενικότερα.

Για αυτό η πρώτη θεά της γονιμότητας (στη Μινωϊκή και όχι μόνον Κρήτη) είναι θήλεια θεά, υπάρχει μία προσπάθεια του νοήμονος ανθρώπου να μεταφέρει αθρόως τις συμπαντικές δυνάμεις, ζωής, γονιμότητας, σκέψης, προσδιορισμού, προόδου, σε σχέση με τη φύση ως δύναμη ενσυναισθητική, ενορατική, διαισθητική, ώστε ο άνθρωπος να νοιώσει ότι και αυτός μπορεί να κινηθεί από τις ίδιες δυνάμεις  με τις οποίες κινείται η Φύσις: με αυτόν τον τρόπο σταδιακά και αυτός θα δημιουργήσει τη δική του έλλογο Φύσιν, την Πολιτεία.

Αυτή η διαπίστωση προβάλλει την επομένη εμφάνιση του Θείου, μέσα από τον Όμηρο (ως συνέχεια της Ελληνικής Μυθολογίας ( ο Μύθος αντιμετωπίζεται ως λόγος φαντασιακός χωρίς αισθητές αποδείξεις ο οποίος όμως ανοίγει τα όρια της ανθρωπίνης  σκέψης).  Πλέον οι άνθρωποι έχουν δημιουργήσει τα Βασίλειά των, έχουν προχωρήσει σε κοινωνικές και οικονομικές και πολιτικές δομές. Το θείο ακολουθεί αυτή τη διαδρομή: η Αθηνά Σοφία προτρέπει τον Τηλέμαχο σε κοινωνικές, ατομικές, πολιτικές δράσεις. Ο Ερμής και ο Δίας σταθεροποιούν την ανθρωπίνη ταυτότητα του ήρωα Οδυσσέα: είναι Άνθρωπος και πρέπει να επιστρέψει στην Ιθάκη. Ο Ποσειδώνας προσδιορίζει και αυτός τον Άνθρωπο: ο Ενοσίγαιος Ποσειδών δεν μπορεί να παρασύρει τον Οδυσσέα στην άβυσσο του χάους: από εκεί διά της Αθηνάς ο Οδυσσέας θέλει να φύγει και να ξεκινήσει την πορεία  του ανθρωπίνου ελλόγου νόστου : άρα πλέον το θείο  αναλαμβάνει τα ηνία της Σοφίας εντός Πόλεως, Κοινωνίας, θεσμών: γίνεται ο Φίλος και Συμβουλευτής των Ανθρώπων. Γίνεται το  μέτρο νόμιμης συμπεριφοράς των Ανθρώπων σε σχέση με τη Φύση, τους Άλλους, το Σύμπαν. Πλέον ο Θεός αναλαμβάνει το ρόλο του διδασκάλου,εμπροσώπου καθοδηγητού.