Διδάσκοντας το κεφάλαιο του διαφωτισμού στο μάθημα της Ιστορίας.

 


Διδάσκοντας το κεφάλαιο του διαφωτισμού στο μάθημα της Ιστορίας.

Μέσα από το εξαιρετικό βιβλίο του Αλθουσέρ: Μοντεσκιέ: Πολιτική και Ιστορία, ανοίγουν κάποιοι νέοι δρόμοι νοημάτων και εννοιών όταν διδάσκουμε το κεφάλαιο του διαφωτισμού. Οι εκπρόσωποι του διαφωτισμού, στους ποικίλους τομείς στους οποίους δραστηριοποιήθηκαν, από τη θεολογία έως την οικονομία, δεν εθέλησαν απλά να προσφέρουν σκέψεις και ιδέες, εθέλησαν κάτι το πολύ βαθύτερο: να διαμορφώσουν νέες φιλοσοφίες αρχών και ιδεών και αξιών, ώστε κυριολεκτικά να αντικαταστήσουν τις αρχές ιδέες και αξίες του κόσμου που παρέλαβον με τις δικές τους. Ουσιαστικά οι διαφωτιστές αντικατέστησαν τις αρχές αιτίες και αξίες του προηγουμένου θεολογικού κόσμου με τις δικές τους οικοδομώντας τον καινό κόσμο του νεωτερικού ανθρωπιστικού Λόγου όπου όλα άρχιζαν και συνεχίζονταν από τον Άνθρωπο και το λόγο του.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Μοντεσκιέ, μέσα από το εμβληματικό έργο του : το πνεύμα των Νόμων.  Σε αυτό το έργο ο Γάλλος διανοητής δεν διαχωρίζει απλά τις εξουσίες, ούτε βέβαια απλά επαναλαμβάνει τη διάκριση των εξουσιών όπως το έπραξε ο Αριστοτέλης: κάνει κάτι το πολύ πιο ουσιώδες και σημαντικό. Εξετάζοντας την έννοια του κράτους , της Πολιτείας, των λαών, θέτει ως πρώτο κριτήριο επιλογής του πολιτεύματος το λόγο: πώς ορίζεται ο λόγος; Ως ικανότητα γνώσης: της ιστορίας του κάθε κράτους, των ηθων και εθίμων, της νοοτροπίας και της κουλτούρας, του χώρου, των επιθυμιών των ορμεμφύτων της κάθε Πολιτείας, τις προλήψεις, τις επιθυμίες τις επιδιώξεις του κάθε λαού.

Ουσιαστικά ο Μοντεσκιέ αντικαθιστά την εξουσία ως πηγάζουσα από κάποια θεία πηγή, η οποία είχε επιβάλει ως θεία εξουσία (μέσα από τις αυτοκρατορίες) την έννοια της εξουσίας ως άλογης απολυταρχικότητας (όπως την εγνώρισαν και την απέρριψαν οι Γάλλοι στο πρόσωπο του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄) αντικαθιστά αυτήν την εξουσία με την έλλογο εξουσία της νέας εποχής λογικότητας του ανθρώπου, αυτή η έλλογος εξουσία πλέον ερείδεται και στηρίζεται σε έλλογα δεδομένα: στις γνώσεις και επιθυμίες των ελλόγων υποκειμένων τα οποία συναποτελούν την Πολιτεία: άρα θα πρέπει να τονισθεί ότι η Πολιτεία του Μοντεσκιέ συνεχίζει το ντεϊσμό του Βολταίρου, αντικαθιστά την θεία εξουσία  του αυτοκράτορα με την έλλογη εξουσία των ανθρώπων ώστε πλέον η κάθε Πολιτεία  να στηρίζεται σε γήϊνα δεδομένα  όπως αυτά φιλτράρονται στο Νού των Πολιτών.

Περί κάποιων θεμάτων της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.

 


Περί κάποιων θεμάτων  της Ελληνικής Επανάστασης   του 1821.

Θέμα 1ον.

Ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων είχε δώσει στους αυτοκράτορες της δυναστείας των Παλαιολόγων ολοκληρωμένο σχέδιο όταν πλέον εφαίνετο η πτώση της Κωνσταντινουπόλεως. Τους είχε προτείνει να μεταφερθεί η πρωτεύουσα του Βυζαντίου στην Πελοπόννησο, να οχυρωθεί η Πελοπόννησος και να αποτελέσει τη συνέχεια του Ελληνισμού. Η αόρατος χείρ, η οποία κυβερνά και κατευθύνει την ιστορία, αυτή που δεν ευρίσκεται ούτε σε πηγές ούτε σε έγγραφα, αλλά κατανοείται πολύ αργότερα μέσα από τα γεγονότα, δεν το εδέχθη. Έπρεπε η ανατολή να σκλαβωθεί στους οθωμανούς και η δύση να συνεζίσει τον χριστιανικό ανθρωπισμό του βυζαντίου. Εξάλλου όλος ο δρόμος και όλος ο χάρτης του τότε γνωστού κόσμου είχε προσεκτικά σχεδιασθεί. Από τον ιουδαϊσμό έως το χριστιανισμό και τον μωαμεθανισμό όλοι οι άνθρωποι οι οποίοι διέμειναν σε περιοχές ιστορικού ενδιαφέροντος είχαν μάθει να υποτάσσονται σε μία θεϊκή δύναμη και σε μία πολιτική  δύναμη απεσταλμένη της πρώτης.

Σε παγκόσμια βάση λοιπόν είχε δημιουργηθεί ένα κράτος ίδιας δομής και εννοίας: από το οθωμανικό έως το βυζαντινό και το δυτικό: το μόνο που έπρεπε να γίνει είναι να χαραχθούν τα δήθεν σύνορα για τα μάτια της ιστορίας: το βυζάντιο δεν χρειαζόταν πλέον: καλλίτερα: δεν χρειαζόταν η ορθοδοξία του. Διότι η ορθοδοξία παρουσίαζε ένα δομικό πρόβλημα. Σταδιακά έπρεπε να εξαφανισθεί ο θεός από τη ζωή  των ανθρώπων, διότι έπρεπε να εμφανισθεί ο άνθρωπος της σκέψης και πράξης που θα διαχειριζόταν μόνος του τα περιβάλλοντα και τις υποθέσεις της γής. Μία προσεκτική ματιά στο μεγάλο σχίσμα της ανατολικής και δυτικής εκκλησίας αποκαλύπτει κάτι το πολύ ενδιαφέρον: οι βάρβαροι δυτικοί οι οποίοι έφεραν μέσα τους βόρειο παγανισμό, πίστη σε μορφές οι οποίες για το χριστιανισμό ήταν δαιμονικές, επίσης είχαν μάθει το χριστιανισμό από τον Άρειο (ο οποίος ξεχωρίζοντας τον κτίστη θεό από το κτίσμα Ιησού έδιωχνε το θεό στο σύμπαν και κρατούσε τον άνθρωπο Υιό στη  γή) οι βάρβαροι λοιπόν δυτικοί δεν μπορούσαν να  αποδεχθούν την ορθοδοξία η οποία τελείως αρμονικά δεχόταν το θεό και τον Ιησού ως μία ουσία με δύο πρόσωπα, ο Ιησούς ήταν το ίδιο θεός και άνθρωπος. Αυτό δούλευσε μία χαρά μέχρι οι άνθρωποι να υποταχθούν πλήρως στο θαύμα της ενανθρωπήσεως του Θεού, κάτι  το πρωτόγνωρο στα παγκόσμια έλλογα ιστορικά χρονικά.

Ας προσέξουμε τούτο: Μέσα από τις αυτοκρατορίες, μέσα από την εμπορική, οικονομική, πνευματική επαφή  για πρώτη φορά οι άνθρωποι άρχισαν να βλέπουν τη γή ως τόπο κοινής εκμετάλλευσης και συνύπαρξης: το θαύμα του βυζαντίου είχε αποδείξει κάτι το εκπληκτικό: για πρώτη φορά οι άνθρωποι μπορούν να ενωθούν κάτω από  μία δύναμη: για πρώτη φορά εκατομμύρια ανθρώπων (περίπου 250 εκατομμύρια πλησίασε στο απόγειό της η βυζαντινή αυτοκρατορία) ενώθηκαν κάτω από τον Ιησού και τον εν Χριστώ αυτοκράτορα: αυτό άνοιξε τους ιστορικούς ασκούς του Αιόλου: οι άνθρωποι ένοιωσαν την συλλογική δύναμή τους, άρα άρχισαν να μην θέλουν τον Ιησού ως θεό όσο ως άνθρωπο, επίσης άρχισαν να μην θέλουν τον αυτοκράτορα διότι σταδιακά άρχισαν να νοιώθουν ότι ο Ιησούς ήταν φίλος όλων άρα όλους τους  φώτισε: δεν είναι τυχαίο ότι ολίγα χρόνια αργότερα εμφανίσθηκε  ο Καρτέσιος λέγοντας ότι όποιος σκέπτεται υπάρχει.

Άρα αυτός ο άνθρωπος ο οποίος άρχισε να σκέπτεται και να αντικαθιστά διά της σκεπτικής του ικανότητος το θεό εθέλησε να μείνει σταδιακά μόνος του στη γή. Η ιστορική κατανομή των μονοθεϊστικών περιοχών μετά την πτώση της Πόλης δεν είναι τυχαία: το βυζάντιο εξαφανίσθηκε διότι έπρεπε να εεξαφανισθεί η ορθοδοξία του, η ισότητα του Ιησού ως θεού  και ανθρώπου: αυτό όπως είδαμε δεν εβόλευε πλέον. Άρα η σκυτάλη εδόθη στη δύση (η οποία χαρούμενη παρακολούθησε την υπαγωγή της Πόλης στο μωάμεθ) και στην ανατολή: πώς όμως; Η δύση κληρονόμησε την επομένη ιστορική αποστολή: έπρεπε να αποδείξει ότι ο άνθρωπος είχε πάρει από τον ενανθρωπήσαντα θεό όλες εκείνες τις ικανότητες ώστε να αυτοϋπάρξει: συλλήβδην η πλατωνική και η αριστοτελική κοσμοθεωρία και ανθρωποθεωρία ξεχύθηκαν ως θύελλα στη δύση και εδημιούργησαν διά του χριστιανισμού την επιστήμη, την βιομηχανία, την πολιτική.

Διδάσκοντας τις Θερμοπύλες του Κ.Καβάφη.

 


Διδάσκοντας τις  Θερμοπύλες του Κ.Καβάφη.

1.Το ιστορικό υπόβαθρο του ποιήματος.

Η ιστορική αντίσταση του Βασιλέως της Σπάρτης Λεωνίδα στον Πέρση Βασιλέα Ξέρξη, στα στενά των Θερμοπυλών το 480 π.Χ.

2.Η ιστορία ως πηγή ιδεών και αξιών.

Τα γεγονότα αντιμετωπίζονται ως πηγές εννοιών, ιδεών και αξιών. Αυτό έπραξε ο Όμηρος, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδηης. Άρα ο Καβάφης έρχεται ως  συνέπεια όλων αυτών. Γιατί όμως το γεγονός αντιμετωπίζεται κατά αυτόν τον τρόπο; Διότι στην Σπαρτιατική Κοινωνία τα γεγονότα εδημιουργούντο ως γεννήματα συγκεκριμένης κοινωνικής και πολιτικής κουλτούρας. Άρα ο Καβάφης εστιάζει στην συνειδητότητα του Λεωνίδα (όπως και ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια εστιάζει σε αυτήν την συνειδητότητα ότι ο άνθρωπος  του λόγου δεν πράττει με βάση την τυχαιότητα  αλλά έχει ήδη συνειδητοποιήσει, δομήσει χαρακτήρα, πράττει με βάση παγιωμένες έλλογες αρχές και αξίες.

Για αυτούς τους λόγους ο Καβάφης επιλέγει το Λεωνίδα:

Είναι συνειδητοποιημένος

Δεν πράττει ως εκ της τύχης

Κινείται μέσα από το ζεύγος: ιδέες-αξίεςπράξεις.

Άρα ο Καβάφης παραδίδει το έλλογο υποκείμενο το οποίο από τον Οδυσσέα και έπειτα έχει θέσει τη ζωή του σε έλλογες κατηγορίες:

Σκέψης

Ανάμνησης

Αξίας

Βούλησης

Περί της τέχνης και της αντιμετώπισής της αλλά και της θεώρησής της.

 


Περί της τέχνης και της αντιμετώπισής της αλλά και της θεώρησής της.

Η Τέχνη δεν υπήρχε πάντοτε. Αυτή είναι μία σημαντική παρατήρηση: Άρα δεν είναι απαραίτητη για την ανωτέρα μορφή ζωής του Ανθρώπου.  Πότε ακριβώς εγεννήθη η τέχνη; Η απάντηση φαντάζει απλή, αρκεί να θυμηθούμε τον Ησίοδο και τον Όμηρο και τους άλλους Τιτάνας της τέχνης: η Τέχνη εγεννήθη όταν ο Άνθρωπος στο νού του έπλασε ένα νοητικό κύκλο στον οποίο εχώρεσε ιδέες, θεούς, αξίες, πρότυπα ανθρώπων. Αλλά και πάλι πρίν την Τέχνη ανάμεσα σε Σύμπαν, Θεούς, και τον Άνθρωπο δεν εμφανίσθηκε η Τέχνη: καμμία τέχνη δεν υπήρχε την εποχή της  Γιγαντομαχίας όταν επλάθετο ο κόσμος μας και το μοντέλο ανθρώπου που επεκράτησε. Όταν διαμορφώθηκαν Θεοί και άνθρωποι ανάμεσά τους εισήλθε η Φύσις ως σύνολο επικοινωνουσών δυνάμεων και ενεργειών ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους.

Άρα η Τέχνη, και θα συμφωνήσουμε σε αυτό με τον Πλατωνικό Γοργία είναι η τρίτη μορφή εμφάνισης των Αληθειών που συνελήφθησαν από τον ανθρώπινο Νού: πρώτα εμφανίζονται Θεοί και Άνθρωποι, δεν χρειάζονται την τέχνη( κανείς δεν έκανε τέχνη την εποχή της μυθολογίας όταν διαμορφωνόταν ο κόσμος μας) έπειτα εμφανίζεται  η Φύσις (κανείς δεν κάνει τέχνη όταν διανέμονται μέσα στον κατακλυσμό οι φυσικές δυνάμεις οι οποίες θα δομήσουν την γαία): όταν όμως ο άνθρωπος προσανατολίσθηκε σε σχέση με αυτά τα μεγέθη και σταθεροποιήθηκε πνευματικά και ηθικά στη γή τότε ξεκίνησε η Τέχνη: η οποία αποτυπώνει, μιμείται, μεταφέρει τα μηνύματα, τις δυνάμεις, τις ενέργειες, τους τρόπους όλων  των  συμπαντικών μεγεθών (Θεών, φύσεως και ανθρώπων) ώστε μέσα από την εκτύλιξη όλων αυτών να δομηθεί από γενεά σε  γενεά η ανθρώπινη ζωή. Εκ του ρήματος τίκτω η τέχνη γεννά, γεννά όσα κρύβουν οι θεοί, η φύσις, η βαθεία ανθρωπίνη  φύσις: η τέχνη η οποία αποχωρίζεται από τα συμπαντικά κληρονομήματα δεν είναι τέχνη αλλά αποκύημα λήθης και απελπισίας: για αυτό το σύνολο της μεταδιαφωτιστικής τέχνης, μέσα από τα κινήματα του υπερρεαλισμού, του φουτουρισμού, από τον Πικάσο έως σημερινούς εκπροσώπους, δεν είναι Τέχνη (δύναμις που δε οδηγεί στο ξέφωτο του όντος διά της μεγάλης μεταφοράς δυνάμεων από τα πρώτα όντα ως τα τελευταία και την οντολογική συνέχεια) αλλά είναι αποκύημα απελπισίας και λήθης κρυφτούλι με την αλήθεια και την ξεχασμένη οντολογική συνέχεια, μορφές και είδη αποκομμένα από κάθε οντολογική συνέχεια και διαδοχή: όταν λαμβάνεις το θεό κάποιας θρησκείας και τον παραλλάσσεις ώστε να  δηλώσεις τα υπαρξιακά κενά και τα δικά σου και της εποχής, όταν δομείς τέχνη όχι ως τρίτη βαθμίδα των μεγάλων αληθειών αλλά ως αποκομμένη απελπιστική πορεία λήθης, απελπισίας, και υπαρξιακού κενού, αυτό όχι μόνον δεν είναι τέχνη, αλλά κατάσταση η οποία σταδιακά θα υπερβαθεί διότι οι άνθρωποι όλο και θα πλησιάζουν στην δική τους οντολογική αλήθεια ξεχνώντας τις απομιμητικές δήθεν τέχνες.

Η Ιστορία της Γυναίκας.

 


Η Ιστορία της Γυναίκας.

Ο Κόσμος μας, ο πολιτισμός μας, ξεκίνησε μέσα από την παράκληση του Ανδρός προς την Γυναίκα, να του αποκαλύψει συμπαντικές οδούς και μυστικά. Συζητούμε για τις λησμονηθείσες εποχές της Μητριαρχίας, της Θεάς της Γονιμότητας η οποία μέσα από την αποτύπωσή της ομιλούσε για την Επιθυμία, την  Ευχή, την Ωραιότητα. Οι Μαστοί της Θεάς της Γονιμότητας συμβόλιζαν τις δύο πύλες διά των οποίων ο Άνθρωπος έρχεται στη γή και φεύγει από αυτή. Το βάρος δεν έπεφτε κατά τη θεά της γονιμότητας στο δίπολο ζωής και θανάτου αλλά στο ταξίδι διά της γής, αυτό προσπαθούσαν οι Άνδρες να εξιχνιάσουν μέσα από τη λατρεία της Γυναικός θεάς.  Οι Άνδρες εκλιπαρούσαν την θεά της Γονιμότητας να  τους αποκαλύψει τους τρόπους της Φύσης, της Ζωής, τα μυστικά περάσματα του Σώματος ώστε αυτό να συνδεθεί με ατραπούς πνεύμσττος,  ψυχής, συνεχείας: αυτό είναι μία επαναλαμβανομένη Αλήθεια η οποία ποτέ δεν ελησμονήθη: διαχρονικά μέσα από την Ωραία Ελένη, την Περσεφόνη, την Παναγία, την Αντιγόνη, την Αθηνά, οι Άνθρωποι έχουν τη Γυναίκα ως μετάλη δεξαμενή ώστε να ξεδιψούν τον οντολογικό τους ζόφο και την συμπαντική τους απορία.

Η Μυθολογία θα πρέπει να θεωρηθεί ως όριο ανάμεσα στην Μητριαρχία και στην επερχομένη κυριαρχία της Άρρενος συμπαντικής σειράς. Όλα διαδραματίσθηκαν στις σχέσεις ανάμεσα στον Άνδρα και στη Γυναίκα στο επίπεδο του σύμπαντος και της Μυθολογίας και έπειτα πραγματοποιήθηκαν, εφαρμόσθηκαν στη γή. Άρα Μύθος είναι η μετάπλαση της Επιθυμίας και της Γλυκύτητας της Οντολογικής συνεχείας η οποία αντιπροσωπεύεται από τη γυναικεία φύση σε ανδρική δύναμη δόμησης μορφών και πράξεων  επί της γής. Για αυτό θεωρούμε το Μύθο ως ψέμμα: διότι δεν μπορούμε να συνδέσουμε τα δεδομένα του με εικόνες, γεγονότα, σειρά λογικής συνεχείας. Δεν μπορούμε να συνδέσουμε την Ρέα και την Ήρα του μύθου με την Ρέα και την Ήρα της προμυθικής εποχής, για αυτό και μόνη της η μορφή της Ήρας και της  Ρέας θεωρείται ως μυθική (σταδιακά ο μύθος ταυτίστηκε με κάτι το μυθώδες, ψεύτικο): ενώ μπορούμε να συνδέσουμε όλες τις ιστορικές μορφές με προηγούμενες και επόμενες για αυτό και ο Θουκυδίδης και ο Κολοκοτρώνης είναι ιστορικές άρα αληθινές μορφές.

Τι πραγματικά συνέβη και διά μέσου του Μύθου η Γυναίκα εξαφανίσθηκε ως χαοτική προμυθική μορφή και εμφανίσθηκε ο Άνδρας ως δομική δύναμις αυτού του κόσμου; Ουσιαστικά ο Μύθος είναι το όριο ανάμεσα στην Μητριαρχία και στην Πατριαρχία, στην εποχή της Σεληνιακής επιθυμίας η οποία αντιπροσωπεύεται από τη γυναίκα και στην εποχή της γήϊνης δομικής δυνάμεως η οποία αντιπροσωπεύεται από την ανδρική ισχύ. Αυτό το όριο προσωποποιείται βέβαια στις σπουδαίες μυθικές μορφές της Αρτέμιδος, της Αθηνάς, της Περσεφόνης και της Ωραίας Ελένης. Οριακότητα επίσης ανάμεσα στο γυναικείο στάδιο της οντολογικής πορείας και στο ανδρικό στάδιο αυτής εκφράζουν οι τραγωδίες του Αισχύλου , ειδικά η  τραγωδία Προμηθεύς  Δεσμώτης, αλλά και η Αντιγόνη του Ευριπίδου. Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι: Μέσα από το μύθο μαθαίνουμε ότι η γιγαντομαχία και η τιτανομαχία έδωσε ως νικητή το Δία. Εάν προσέξουμε θα καταλάβουμε ότι η εποχή των Γιγάντων και των Τιτάνων είναι εποχή οντολογικής σύσσώρευσης πρίν  την κυριαρχία του Δία: γιατί όμως; Διότι πρίν το τέλος της μητριαρχικής περιόδου και την απαρχή της Πατριαρχικής εποχής του Διός οι επιθυμίες, η ωραιότητα της Γυναικείας οντολογικής περιόδου αντιστέκονται ως κάτι το Γιγάντιο και Τιτάνιο: για αυτό και ο Προμηθέας, ένας από τους τελευταίους απολογητές της θηλείας επιθυμητικής εποχής, διαφοροποιείται από τον Πατριαρχικό Δία: θέλει σε όλους τους ανθρώπους να προσφέρει τη φωτιά, την γυναικεία έφεση προς την δημιουργικότητα, την οποία όμως ο Πατριαρχικός Δίας θέλει να την διαμοιράσει με τον Άρρενα πλέον τρόπο:

Διδάσκοντας την ιστορία στο γυμνάσιο.

 


Διδάσκοντας την ιστορία στο γυμνάσιο.

1) Aυτό το οποίο μας ενδιαφέρει στο μάθημα της  Ιστορίας είναι να επισημαίνονται τα μεγέθη με την κάτωθι σειρά:

Α) οι δομές

Β) οι έννοιες

Γ) η έννοια της συνεχείας

Δ) το μοντέλο ανθρώπου και κοινωνίας τα οποία γεννώνται ή δημιουργούνται.

Στο κεφάλαιο του διαφωτισμού παρατηρείται η διαλεκτική σύνθεση του αριστοτελικού και πλατωνικού χριστιανικού ανθρωπισμού με την γένεση της αστικής (βιομηχανικής δύσεως): σε άλλες εποχές θα συζητούσαμε ότι οι Βασιλείς ως οι πλούσιοι ισχυροί του κόσμου αυτού θα κυβερνούσαν τον κόσμο: δεν συνέβη όμως αυτό με τους αστούς. Διότι μέσα από τον προτεσταντικό χριστιανισμό , τις αριστοτελικές πολιτικές αξίες και την πλατωνική αίσθηση της δικαιοσύνης και του Πολίτου ως γνωσιολογικού παράγοντος, επετεύχθη το μέγεθος του Ευρωπαϊκού Λαού: ο λαός της δύσης έχει ισχυρή την αίσθηση του λόγου διότι με αυτό το μέγεθος προσέγγισε το θεάνθρωπο Ιησού, τον έκανε προτεσταντικά  μεταβλητή πίστεως και τίποτε άλλο, αναλαμβάνοντας τα ηνία της γής. Αυτός ο λόγος ο οποίος απογειώθηκε στο διαφωτισμό συνδυάσθηκε με τις αρετές του Αριστοτέλους και του Πλάτωνος (όπως αφομοιώθηκαν από τη χριστιανική θεολογία) με αποτέλεσμα στο διαφωτισμό να συζητούμε ότι εδημιουργήθη η δομή ενός λαού ο οποίος στηρίζεται στο λόγο, στις αρετές (προεξαρχούσης της δικαιοσύνης (για αυτό εξάλλου συζητήθηκε τόσο έντονα  το θέμα των εξουσιών, της ανεξιθρησκείας, των πολιτικών δικαιωμάτων, του οικονομικού φιλευθερισμού) στην έννοια του πολίτη σε μία γηραιά ήπειρο η οποία ενώνεται ενώπιον του χριστινικού (αριστοτελικού και πλατωνικού) παρελθόντος της.

Ήταν έτοιμη η ευρώπη να υποστηρίξει τον οικονομικό φιλελευθερισμό, τα ανθρώπινα δικαιώματα κ.λ.π. Το θεανθρώπινο χριστιανικό της υπόβαθρο, η φιλοσοφία των γερμανών κλασσικών απελευθερωμένη από το ζόφο της μεταφυσικής (ο θεάνθρωπος έγινε άνθρωπος άρα ο άνθρωπος αναβαθμίζεται) έδωσαν την έννοια του οικουμενικού ανθρώπου ο οποίος ως τέτοιος ενώπιον των ιερών και οσίων της θρησκείας και της φιλοσοφίας είναι  Έν με πολλές μορφές ανά χώρα και κράτος: άρα η λογική οικουμενικότητα του διαφωτισμού επετεύχθη μέσα από την παγκοσμιότητα της χριστιανικής προτεσταντικότητας του πιστεύοντος ανθρώπου, του ανθρώπου ο οποίος μόνον με την πίστη προσπελαύνει το θείον και με την πράξη  αφήνεται ελεύθερος στη γή έχων το λόγο του θεού ανθρώπου Ιησού: αυτό το οικουμενικό υποκείμενο εδημιούργησε το διαφωτισμό του καθολικού λόγου υπό την σκέπη  του οποίου απογειώθηκε η τεχνολογία η επιστήμη η ψηφιακότητα καθιστώντας τον άνθρωπο μόνον κυρίαρχο επί της  γής.

Από που προήλθε η λέξη: κούλουμα;


 Για την ετυμολογία του ονόματος που παραμένει άγνωστη, όπως και η αρχή του εορτασμού, υπάρχουν πολλές απόψεις. Κατά μερικούς προήλθε από τον αναγραμματισμό της λατινικής λέξης cumulus που σημαίνει σωρός, αφθονία ή επίλογος, υποδηλώνοντας έτσι το πολύ φαγοπότι με πολύ χορό, ή το τέλος της εορταστικής περιόδου της αποκριάς. Ειδικότερα όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο όρος είναι καθαρά αθηναϊκός και προέρχεται από τις κολώνες του ναού του Ολυμπίου Διός που τις αποκαλούσαν στη νεότερη ιστορία οι Αθηναίοι columna, κόλουμνα, κούλoυμνα, κούλουμα, χωρίς όμως αυτό και να προσδιορίζει την αρχή της εορτής που πιθανολογείται κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας (υπό την έννοια ότι εκεί στο τέλος της αποκριάς εμαζεύοντο για να εορτάσουν το τέλος της αποκριάς αλλά και  την απαρχή  της τεσσαρακοστής) . Δεν θα πρεπει να λησμονειται  ότι ο λόφος επί του οποίου βρίσκεται το Θησείο ονομαζόταν, στην αρχή της εποχής του Όθωνα, «τριάντα δυο κολώνες».

Γιατί δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση;

 


Γιατί δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση;

Είναι ένα ασφαλές ιστορικό συμπέρασμα ότι μέσα από τους δύο (2) παγκοσμίους πολέμους του 20ου αι. κατά σεισμικό τρόπο άλλαξε η μορφική πολιτειακή γεωγραφία και της Ευρώπης. Όπως όμως  συμβαίνει σε κάθε σεισμική δόνηση τα ίδια πράγματα διανέμονται και κατανέμονται με διαφορετική σειρά: Είναι ένα επίσης ασφαλές συμπέρασμα ότι ο κόσμος μας (κατά τη διάρκεια της ιστορίας) δομείται από τα ίδια και ίδια συστατικά, απλά η εμφάνισή τους και ο τρόπος κατανομής τους αλλάζει. Η εσωτερική υποστρωματική δομή είναι ή ίδια εδώ και χιλιάδες χρόνια. Οι ίδιες δυνάμεις και ενέργειες ταξιδεύουν μέσα στο χρόνο και δίδουν νέες μορφές, νέα κράτη, νέες πολιτικές, στηριζόμενες όμως σε πανάρχαιες κοινές δυνάμεις και αξίες.

Αυτό συμβαίνει και στην περίπτωση της Ευρώπης, της Ευρωπαϊκής ένωσης εάν επιθυμείτε. Ας ενθυμήσουμε ότι μέσα από τους δύο (2) παγκοσμίους πολέμους εξαφανίσθηκαν από τον ιστορικό χάρτη οι πάλαι ποτέ κραταιές αυτοκρατορίες (από την αυστροουγγαρία έως την οθωμανική αυτοκρατορία) επίσης εξαφανίσθηκε η αποικιοκρατία (ως εμφανής τρόπος κατοχής κρατών (εννοείται ότι έμεινε ο οικονομικός και γεωπολιτικός έμμεσος τρόπος κατοχής από τους πάλαι ποτέ κραταιούς κρατιστές προς τους νεοφανείς κρατιστές), έχουμε μάλιστα την ίδρυση πολλών Εθνών –Κρατών.

Η πραγματικά εμβριθής έρευνα και παρατήρηση πρέπει να εκτυλιχθεί γύρω από το εξής  ερώτημα: Στην Ευρωπαϊκή επικράτεια μετά τους δύο παγκοσμίους πολέμους ποιες ήταν οι προϋπάρχουσες δυνάμεις και πώς αυτές εμφανίσθηκαν μετά τους δύο (2) παγκοσμίους πολέμους υπό το προσωπείο της Ευρωπαϊκής ενώσεως. Αυτό είναι ένα βεβαιωμένο ιστορικό συμπέρασμα ότι η Ευρωπαϊκή ένωση μετά τους δύο (2) παγκοσμίους πολέμους δεν είναι ένα νέο ιστορικό μέγεθος, σε καμμία των  περιπτώσεων: Είναι η παλαι ποτέ Ευρώπη απλά με μία νέα κατανομή μορφών  και δυνάμεων όπως αυτές διαμοιράσθηκαν μέσα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους: η ευρωπαϊκή ένωση στην οποία σήμερα ανήκουμε είναι η πάλαι ποτέ ευρώπη με μία νέα διαμοίραση δυνάμεων και ενεργειών της προπολεμικης ευρώπης (μοιραία μέσα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους). Άρα η ευρωπαϊκή ένωση καλείται να συνεχίσει όσα  έπρεπε να συνεχίσει η προπολεμική ευρώπη.

Ώστε η ευρωπαϊκή ένωση είναι η συνέχεια της πάλαι ποτέ ευρώπης, οι δομές και οι έννοιες ανά ιστορική εποχή  δεν αλλάζουν λόγω των πολέμων, απλά τροποποιούνται και εμφανίζονται με νέο προσωπείο, τηρουμένου του γεγονότος ποιος είναι ο νικητής και ο ηττημένος ενός μεγάλου πολέμου (ως ήτο ο β΄παγκόσμιος πόλεμος).