Ο αντιπλατωνισμός της χριστιανικής αγάπης.

 


Ο αντιπλατωνισμός της χριστιανικής αγάπης.

Η πορεία του Πλάτωνος είναι μία συγκεκριμένη μετάβαση από την χαοτική άλογη οντολογική δύναμη προς την έλλογη μεταμφίεση αυτής της δύναμης υπό την αμφίεση της Ιδέας. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ιδέα, παράγεται από το ρ.ορώ, β΄αόριστος : είδον: ο άνθρωπος ενορατικά διαβλέπει αφαιρετικές κοινές δυνάμεις στο χάος , τις  κλέβει, και με αυτές κτίζει το πρόσκαιρο οικοδόμημα της Πόλης, της Πολιτείας, του Πολιτισμού, της Φιλοσοφίας και των οδών της.

Η χριστιανική αγάπη στηρίχθηκε στην Πλατωνική ιδέα. Χρησιμοποίησε το Πλατωνικό οικοδόμημα και τις Πλατωνικές ιδέες και αξίες: ο χριστιανός σκέπτεται, ανακαλύπτει, αντιλαμβάνεται ότι το παρόν οικοδόμημα στηρίχθηκε σε ιδέες και αξίες του Καλού , του Ωραίου, του Αγαθού. Η χριστιανική όμως θεολογία, ανέλαβε το δύσκολο ομολογουμένως έργο να εξελίξει τον πλατωνισμό, κυρίως προς την πλευρά του θεού, εξέλιξη που θα συμπαρέσυρε και τον άνθρωπο: άς γίνουμε πιο συγκεκριμένοι.

Ο Πλατωνικός θεός ήταν αφηρημένος, μη προσωπικός, εξέλιξη της Ιδέας, η ιδέα της ιδέας. Μοιραία ήταν αντικείμενο σκέψεως και όχι ενόρασης  ή συναισθηματικής προσέγγισης. Ο χριστιανισμός μέσα στην πλατωνική οικία, άρχισε την αναμόρφωση: ο αφηρημένος θεός έγινε ο πολύ συγκεκριμένος Θεάνθρωπος, ο Ιησούς ήταν ο δικός μας συγκεκριμένος Άνθρωπος. Αυτό σε κάθε περίπτωση  μετήλλαξε κάποια χαρακτηριστικά της πλατωνικής οικίας.

Αφ΄ής στιγμής ο Θεός έγινε το θείο ενυπόστατο  του Θεανθρώπου, η Πλατωνική οικία άρχισε να αναμορφώνεται σε κάποια στοιχεία της: άς τα παρακολουθήσουμε: πλέον ο νούς υποκαθίσταται από την καρδία ως κέντρο προσέγγισης του Θεού: αυτό είναι αρκετά φυσιολογικό εάν σκεφθούμε ότι ο Πλάτων διά της Ιδέας ένωνε όμοια συμπαντικά δεδομένα προκειμένου αφαιρετικά να εύρη τον ιδεατό κοινό δεσμό τους: δηλαδή: ενορατικά διέβλεπε ότι ο Ήλιος υπακούει σε αρμονία ενεργειών, η θάλασσα υπακούει σε συμμετρία κινήσεων, με αυτόν τον τρόπο οδηγήθηκε στις ιδέες του όντος, της στάσης, της κίνησης, της ετερότητας και διαφοράς. Όμως η νοητή θεία αρχή του Πλάτωνος ήταν αφηρημένη και άρα ο Αθηναίος φιλόσοφος προσπάθησε να κλείσει τα πάντα μέσα στις ιδέες της ανάμνησης, γνώσης, ιδέας, ηθικής.

Αφ΄ής στιγμής οι χριστιανοί εδημιούργησαν έναν θεό με συνδυασμό σωματικών και  πνευματικών χαρακτηριστικών, το πλατωνικό οικοδόμημα έκλεισε: η οροφή του ήταν ο τόσο συγκεκριμένος θεός: η φύση του ήταν τα συγκεκριμένα θεία ενεργήματα και οι δυνάμεις αυτού του θεού: ο άνθρωπος για πρώτη φορά ένοιωσε ότι ο θεάνθρωπος ήταν δίπλα του, δεν χρειαζόταν να προχωρήσει σε φοβερές και τρομερές πλατωνικές αφαιρέσεις προκειμένου να μεθέξει της θείας φύσης: αρκούσε η τήρηση των εντολών του η  τήρηση των τόσο προσαρμοσμένων και συγκεκριμένων προς την ανθρώπινη καθημερινότητα εντολών του Ιησού.

Όλα έγιναν απολύτως συγκεκριμένα: ο Πλατωνικός πολίτης έγινε ο χριστιανός πιστός, η πόλη του Πλάτωνος έγινε η Εκκλησία  του Ιησού: εάν ο Πλατωνικός πολίτης έπρεπε να αντιμετωπίσει έναν αφηρημένο θεό, ο οποίος περιβάλλεται από αφηρημένες ιδέες και αξίες, εάν γενικά εγνώρισε ο πλατωνικός πολίτης  έναν κόσμο αγαθού ο οποίος όμως ποτέ δεν έγινε γνωστό που θα τον οδηγήσει (για αυτό και ο Πλωτίνος ανεκάλυψε ως προορισμό του πλατωνικού πολίτου το Έν, ο Πλάτων  γενικά ομιλεί για επιστροφή στον κόσμο του Αγαθού όσο αφηρημένο και αν ακούγεται αυτό) ο χριστιανός πιστός εδέχθη τα πάντα ως κάτι το συγκεκριμένο.

Ο Θεός των χριστιανών είναι ο Φίλος Θεάνθρωπος, ο προορισμός του είναι το Βασίλειο του Θεού, ένας πρωτόγνωρος προορισμός ο οποίος μας θυμίζει την επιστροφή στην Ιθάκη, τα Ηλύσια Πεδία, την επιστροφή στον Όλυμπο. Άρα ο χριστιανός ξεπέρασε κατά πολύ τον πλατωνικό πολίτη σε συγκεκριμενικότητα: ξέρει τι πρέπει να πράξει για να οδεύσει προς τη βασιλεία του θεού, ξέρει τι πρέπει να κάνει σε σχέση με το θεό και  τους άλλους, υπάρχει όμως ένα σημείο που ενοχλεί: η πλατωνική ιδέα εξετέλεσε την αποστολή της: έδωσε το θεό: δεν χρειάζεται πλέον: διότι εάν οι άνθρωποι συνεχίσουν να πορεύονται με την πλατωνική εξελίξιμη ιδέα θα καταργήσουν την έννοια του θεού, διότι θα φθάσουν στις χαοτικές καταστάσεις οι οποίες θα απορροφήσουν την ιδέα.

Θα φανεί και θα αποδειχθεί δηλαδή ότι όλα (και  ο θεός) είναι μία ιδέα, μία αφαίρεση πνεύματος για όσα συμβαίνουν γύρω μας από το σύμπαν προς τα εμάς. Εάν ο χριστιανός πιστός συνεχίσει την πλατωνική ιδέα της αφαίρεσης και της κτίσης του κόσμου των ιδεών τότε θα πρέπει να δικαιολογήσει την συνέχεια του θεού στον κόσμο και στον άνθρωπο, επίσης την πορεία του μετά τον κόσμο και τον άνθρωπο: ποτέ δεν ασχολήθηκε ο Πλάτωνας με αυτά: όμως οι διάδοχοί  του χριστιανοί θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τα σκληρά οντολογικά ερωτήματα: η ιδέα είναι η αφαίρεση όσων συμβαίνουν γύρω μας και ενορατικά τα ορώμεν: είναι το δέσιμο των συμπαντικών γεγονότων και συμβάντων, οι κοινές πορείες των αστεριών και των πλανητών, η κοινή εμφάνιση του σύμπαντος και του κόσμου και της φύσης: το ύδωρ πάντα κυλά άρα έχουμε την ιδέα της συνεχείας, ο κόσμος εξελίσσεται άρα έχουμε την ιδέα της βουλήσεως. Ξαφνικά η παραγωγή ιδεών στον χριστιανισμό έγινε αίρεση, αιρείται ο αιρετικός (επιλέγει) να υπερχρησιμοποιήσει το μυαλό του: με αυτόν τον τρόπο φαίνεται ότι ο θεός είναι μία πρόσκαιρη ιδέα η οποία αφαιρετικά προήλθε από τον ήλιο και από κάθε υπερέχον συμπαντικό σχήμα: εάν συνεχίσει την πορεία της αυτή η ιδέα θα ανακαλύψει και άλλα σχήματα στην εμφάνιση του χάους και θα πρέπει να υπερβαθεί   ή έννοια του θεού: ο Ιωάννης ο Ιταλός, ο Άρειος, ο Νεστόριος, και οι άλλοι, οι οποίοι προσπάθησαν να συνεχίσουν την ιδέα του θεού στο σύμπαν, επειδή τον κατήργησαν ως μοναδικό μέγεθος , χαρακτηρίσθηκαν αιρετικοί: ο Πλωτίνος, σώθηκε και δεν παραιτήθηκε της ιδέας διότι την έβαλε να κοιμηθεί στις αγκάλες του Ενός, ξεγελώντας τον εαυτό του αλλά όχι το σύμπαν το οποίο αγνοεί το Πλωτινικό Έν.

Έσωσαν λοιπόν οι χριστιανοί το θεό τους και εξοβέλισαν την ιδέα ως πλατωνική διερεύνηση και οίκιση του κόσμου μας ανάμεσα σε ιδέες και αξίες. Ειδικά η μυστική θεολογία εξηφάνισε τη φανερή ιδεοποίηση του κόσμου, και η γνώση  ως ιδέα αιτία αποτέλεσμα κτίσιμο του κόσμου και του ανθρώπου ως αφηρημένες σκέψεις που αποκτούν γήϊνη  σάρκα και οστά υπετάχθη στην πίστη.

Τι τοποθετήθηκε όμως στη θέση της ιδέας η οποία χρειάζεται νού και φαντασία; Η αγάπη. Άρα στη θέση του νοός τοποθετήθηκε η καρδία , στη  θέση της ιδέας η οποία αφαιρετικά φέρει το σύμπαν στο ανθρώπινο μυαλό τοποθετήθηκε ένα συναίσθημα: διότι δεν χρειάζεται σκέψη περί του θεού: ο θεάνθρωπος είναι  δίπλα μας: δεν χρειάζεται σκέψη αλλά αγάπη και μίμηση. Εξάλλου δεν χρειάζεται η ιδέα  διότι ο θεός διά της ενανθρωπήσεώς του εξήντλησε το σύνολο των ιδεών, το άχρονο έγινε  ένχρονο κ.λ.π.

Σε αυτό το σημείο οι χριστιανοί αντιγράφουν τους προσωκρατικούς, αλλά όχι με φόντο την άπειρο φύση αλλά την μικρή εκκλησία της πόλης: ερευνούν ποία άλογη δύναμη οντολογική θα μπορούσε να ενώσει όλους τους ανθρώπους: δεν θέλουν το νού και τα παράγωγά του τις ιδέες: Οδεύουν κατά προσωκρατικό τρόπο οι χριστιανοί πίσω από τις ιδέες ψάχνοντας στο αχανές χάος μία οντολογική άλογη  δύναμη η οποία θα ενώσει στον μικρόκοσμό τους όλους τους ανθρώπους: και ευρίσκουν και κατασκευάζουν την αγάπη.

Το Θάλειο ύδωρ, το Ηρακλείτειο πύρ, δεν είναι ιδέα διότι δεν είναι αφηρημένη κατασκευή παραστάσεων, είναι πραγματική οντολογική  δυναμική ροή: και ενώνει τους ανθρώπους με το σύμπαν: οι χριστιανοί ξεπερνώντας την ανάγκη της ιδέας ανοίχθηκαν στο αχανές σύμπαν και κατενόησαν ότι όπως το ύδωρ και το πύρ ως άλογος δύναμις ενώνει τους ανθρώπους με το σύμπαν, η αγάπη ως μη ιδέα αλλά συν-αίσθημα μεταξύ των ανθρώπων που πηγάζει όχι από το νού αλλά από την ψυχή που διψά να φθάσει στο θεό (ο οποίος δεν θέλει σκέψη διότι είναι εκεί και τον ξέρουν όλοι) αφού πρώτα διά της αγάπης ικανοποιήσει το θειο αίτημα ένωσης των πάντων ενώπιον του θεού: άρα η αγάπη ως άλογος οντολογική δύναμη  (όπως το ύδωρ) ενώνει όλους τους ανθρώπους ενώπιον του θεού χωρίς σκέψη μόνον με εσωτερική συναισθηματική  ένωση: δεν είναι τυχαίο ότι το ύδωρ και το πύρ έχουν ξεχωριστή θέση στην υμνολογία (ύδωρ βαπτίσματος,πύρ αιώνιον κ.λ.π): άρα η αγάπη ως ανάμνηση ηχηρών οντολογικών δυνάμεων που ενώνουν τον κόσμο με τον άνθρωπο, ως οντολογική δύναμη  που δεν χρειάζεται ιδέα και σκέψη αλλά μόνον βίωμα, ως το ύδωρ και το πύρ, επικρατεί όχι με το οντολογικό εύρος του Ηρακλειτείου πυρός, αλλά ενώνοντας τους χριστιανούς ενώπιον του θεού. Αυτό θεωρείται ως σωτηρία.

Η αντικατάσταση της Πλατωνικής ιδέας από την χριστιανική αγάπη, μετατόπισε το αξιολογικό κέντρο του κόσμου μας: πλέον κανείς και ποτέ δεν θα μπορέσει να ξανασυνδέσει τον κόσμο μας με το σύμπαν και την οντολογική συνέχεια: όταν ο Ντεκάρτ θα προσπαθήσει να επαναφέρει την ιδέα στη θέση της αγάπης θα το επιτύχει στα στενά όρια του κόσμου των αισθήσεων: η πλατωνική ιδέα κάλυπτε ένα οντολογικό φάσμα το οποίο χάθηκε όταν η χριστιανική αγάπη την αντικατέστησε: για αυτό και η νεωτέρα φιλοσοφία (Έγελος, Κάντ, κ.λ.π) δεν θα μπορέσει να ξεφύγει από το θανάσιμο εναγκαλιασμό της χριστιανικής αγάπης (όσο και αν ο Κάντ διεκήρυξε ότι δεν τον ενδιαφέρουν τα ψυχικά φαινόμενα) και θα κινηθεί με ασφάλεια από το απόλυτο του θεού έως το προσωπικό του ανθρώπου διά της φύσης: η χριστιανική αγάπη μετέφερε την οντολογική δύναμη  στον κύκλο που ξεκινά από το θεό και καταλήγει σε αυτόν διά του ανθρώπου: ποτέ πλέον δεν θα ανοιχθεί ο κόσμος μας και πάλι στην Θάλειο και Ηρακλείτειο και Παρμενίδειο οντολογική χαότητα: η ασφάλεια του χριστιανικού αγαπητικού κύκλου θα κλείσει ασφυκτικά μέσα της τον άνθρωπο και τον κόσμο διαλύοντας κάθε οντολογικό άνοιγμα και συνέχεια: για αυτό το ξέσπασμα του ύδατος και του πυρός θα είναι η  καταστροφή αυτού του κόσμου αλλά η έξοδος προς την οντολογική συνέχεια του ιδίου αυτού κατεστραμμένου κόσμου που θα πρέπει να συνεχίσει τον οντολογικό δρόμο του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr