Υπάρχει ζωή μετά το θάνατο;

 



Το ερώτημα : «υπάρχει ζωή μετά το θάνατο;» δεν είναι έμφυτο ερώτημα.Το βρέφος ημερών δεν γνωρίζει εάν ζεί ή εάν είναι νεκρό υπό την έννοια ότι απλά χαίρεται το νέο τρόπο ύπαρξής του χωρίς να του έχει δώσει το όνομα «ζωή» ή «θάνατο». Ο άνθρωπος αρχίζει να απασχολείται από το ερώτημα περί του εάν υπάρχει ζωή μετά το θάνατο καθώς μεγαλώνει και όλη η παιδεία της καθεστηκυίας τάξης , όλη η επιβληθείσα παιδεία περί του τι θεωρείται ως ζωή και θάνατος, όλη αυτή η παιδεία τον κυριαρχεί. Ήδη στη γένεση βλέπουμε ότι ο αδάμ και  η εύα δεν γνωρίζουν τη ζωή επί της γής αλλά επί του παραδείσου.

Συγκεκριμένα γνωρίζουν ότι υπάρχουν δίπλα στο θεό, και αυτό το αίσθημα σύμφωνα με την παλαιά διαθήκη , δεν έχει να κάνει με τη ζωή ή το θάνατο, αλλά με την ωραία πρωταρχική κατάσταση δίπλα στο θεό (ο οποίος όπως λέγεται τους δημιούργησε κιόλας). Όταν υποπίπτουν στο προπατορικό αμάρτημα τότε μαθαίνουν για τη ζωή εν σώματι και το θάνατο εκτός σώματος. Άρα δεν είναι κάτι στο μυαλό του πρώτου ανθρώπου η ζωή και ο θάνατος, αλλά μετέπειτα αποκτηθείσα πνευματική καθαρά γνώση, η οποία δεν ενυπάρχει στην οντολογική τελειότητα η οποία ενυπάρχει στο πραγματικό ανθρώπινο βάθος.

Εάν ο νούς μας (πέρα πλέον από την παλαιά διαθήκη) ταξιδεύσει στον πρώτο άνθρωπο , θα κατανοήσουμε πλήρως το ότι ο πρώτος άνθρωπος, ο μεταφερόμενος από κάποιον άλλο κόσμο στη γή, δεν ήξερε ασφαλώς το ζεύγος ζωής και θανάτου, υπό την έννοια ότι εάν δεν πεθάνει κάποιος ώστε να αποσυντεθεί το σώμα του κανείς άλλος δεν το γνωρίζει αυτό. Άρα σε αυτήν την περίπτωση δύο τινά πρέπει να συνέβησαν: ή κάποιος θεός είπε , ή μάλλον προείπε στον άνθρωπο πώς θα πεθάνει με τον τρόπο που όλοι γνωρίζουμε, ή ο ίδιος ο πρώτος άνθρωπος αυτοκαθορίσθηκε να πεθαίνει με τον τρόπο που ήδη όλοι γνωρίζουμε: σε κάθε όμως περίπτωση όπως καταλαβαίνουμε η ζωή και ο θάνατος δεν αποτελούν πρωταρχική οντολογική κατάσταση αλλά μετέπειτα συμβαινομένη κατάσταση η οποία από μυαλό σε μυαλό μεταφέρθηκε στους ανθρώπους. Εάν μάλιστα προσέξουμε όλη τη λειτουργία της γής θα ιδούμε ότι ουσιαστικά ούτε στη γή ούτε στον άνθρωπο υπάρχει ζωή και θάνατος αλλά μόνον συνέχεια δυνάμεως φανερής και εσωτερικής: Όπως όλα στη γή ανθίζουν και μετέπειτα εξαφανίζονται και πάλι εμφανίζονται παρόμοια κατάσταση συμβαίνει και με τον άνθρωπο: ο άνθρωπος εμφανίζεται ως μορφή, αποκρύπτεται ως εσωτερικότητα και πάλι εμφανίζεται. Άρα μάλλον σε κάποια χρονική στιγμή ο άνθρωπος απετέλεσε συνέχεια της φύσεως σε επίπεδο δυνάμεων, εμφανίζεται εν σώματι, εξαφανίζεται ως πνεύμα και πάλι εμφανίζεται εν σώματι εις το διηνεκές.

Η φύσις βέβαια αυτό δεν το ονομάζει και δεν το νοιώθει ως ζωή και θάνατος, διότι πολύ απλά δεν υπάρχει ζωή και θάνατος αλλά μία δύναμις ως εμφάνισις και απόκρυψις η οποία συνεχώς υπάρχει και κινεί την γήϊνη διαδοχή των τρόπων ζωής άνοιξη και χειμώνα. Άρα και για τον άνθρωπο το ίδιο ακριβώς ισχύει: δεν υπάρχει ζωή και θάνατος αλλά μία συνεχής δύναμις εν σώματι ή ως πνεύμα η οποία εμφανίζεται ή αποκρύπτεται ώστε ομιλούμε για ανθρώπους εν σώματι και για ανθρώπους ως αγνά πνεύματα τα οποία θα αποκτήσουν σώματα και πάλι θα ξαναγίνουν πνεύματα  εις το διηνεκές: άρα υπάρχει μία συνέχεια ζωής η οποία δεν διακόπτεται από κανένα θάνατο ή ανυπαρξία.

Ας προσέξουμε λοιπόν τούτο: ποιο πράγμα δίδει ζωή στο σώμα; Το πνεύμα. Από πού έρχεται το πνεύμα; Από εκεί που έρχονται και οι δυνάμεις της ανοίξεως στη γή. Άρα έρχεται το πνεύμα που ζωοποιεί το σώμα από το μυστικό σύμπαν γύρω μας , από τη θάλασσα τον αέρα τη γή και την εσωτερική τους κίνηση: άρα υπάρχουμε ως πνεύμα πρίν να καταστούμε σάρκα άρα είτε εν σώματι είτε χωρίς σώμα ως πνεύμα η ζωή υπήρχε υπάρχει και θα υπάρχει διότι κάποιο πνεύμα θα γίνεται σώμα και κάποιο σώμα θα ξαναγίνεται πνεύμα: άρα υπάρχει μία ενιαία ζωή ως πνεύμα σώμα και διαδοχή αυτών χωρίς καμμία διακοπή.

Άρα το ερώτημα υπάρχει ζωή μετά το θάνατο είτε απορρίπτεται ως παντελώς ανόητο (διότι όπως ήδη είπαμε η ζωή πάντα υπάρχει  πότε  ως σώμα και πότε ως  πνεύμα και η αλληλοδιαδοχή αυτών των δύο μεγεθών ποτέ δεν σταματά ) είτε είναι γνωστή η απάντησή του: ως ακολούθως: φυσικά όταν ζούμε εν σώματι θα πρέπει να θυμηθούμε από ποιο σημείο του σύμπαντος (θάλασσα, αέρας, πύρ ή γή) ήλθε το πνεύμα που μας έδωσε τη σάρκα. Όπως η δύναμις του καρπού κρύβεται το χειμώνα και εμφανίζεται ως καρπός την άνοιξη, ξαναχάνεται στα έγκατα της γής η εξωτερικότητα του καρπού και επανεμφανίζεται την μετέπειτα άνοιξη, άρα που υπάγει ο καρπός μετά το θάνατο του χειμώνος, στα έγκατα της γής  (διότι με αυτό το στοιχείο σχετίζεται) και εμφανίζεται και πάλι την άνοιξη.

Άρα ο άνθρωπος ο οποίος προήλθε από την κίνηση του ύδατος ως εσωτερικότητος ζεί έν σώματι και χωρίς σώμα (θάνατος) επιστρέφει στη θάλασσα. Μετά το σώμα η δύναμίς που μας έφερε εδώ επιστρέφει στον τόπο όπου ως χειμώνας και εσωτερικότητα θα κρυβεί ώστε να παρουσιάσει νέες σάρκες την άνοιξη: άρα μετά το θάνατο η εσωτάτη δύναμίς μας συνεχίζεται στη  γή από όπου ξεκίνησε η αόρατος δύναμις να πλέκει τη σάρκα μας: Όλοι βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε και θυμόμαστε τη συμπαντική μας συνέχεια η οποία ξεκινά από κάποιο τόπο του αέρος της θαλάσσης ή της γής ως πρωταρχική αιθέρια δύναμις, εκεί πλέκεται η σάρκα μας η οποία επιστρέφει κατά το χειμώνα της στο εκεί μέρος μέσα στο οποίο κρύβεται και έπειτα και πάλι στην άνοιξή μας εμφανίζεται, έως τη στιγμή όπου ο κύκλος διαλύεται και οι δυνάμεις συνεχίζουν στο χάος του απείρου: η θρησκεία συλλογικά έδεσε όλες τις ανθρώπινες δυνάμεις στη βασιλεία των ουρανών μεταθανατίως, χωρίζοντας το σύμπαν σε κόλαση και παράδεισο, προκειμένου οι φοβισμένοι άνθρωποι να μην θυμούνται το δικό τους τόπο από όπου ως άνοιξη ήλθαν διότι με αυτόν τον τρόπο συλλογικά δεν θα μπορούσαν να ελεγχθούν οι άνθρωποι. Θεωρώντας το χειμώνα και το άπειρο από όπου ήλθες και θα υπάγεις ως κόλαση , κλείνεσαι στον δήθεν παράδεισο του  τώρα , ένα υποσύνολο του τόπου από όπου ήλθε και θα υπάγει ο άνθρωπος: ενωμένοι οι άνθρωποι υπό τη βασιλεία του θεού , απολλύουν την ατομική τους πορεία από το δικό τους ατομικό τόπο του χειμώνος από όπου ήλθον στη ζωή αυτή στην άνοιξη της σωματικής τους ζωής. Με αυτόν τον τρόπο ελέγχονται οι άνθρωποι, δεν μπορούν να ακολουθήσουν τη δική τους συμπαντική πορεία, ο θάνατος δαιμονοποιείται, ενώ ουσιαστικά ως συνέχεια δύναμης μόνον η ζωή υπάρχει και κανείς θάνατος. Διότι εάν με το θάνατο χάνονταν όλα τότε πώς το πνεύμα θα συνεχίσει την πορεία του στον τόπο από όπου ξεκίνησε η Πηνελόπη να γνέθει το σώμα του κάθε ενός;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr