1.To φιλοσοφικό
υπόβαθρο της Ελένης του Ευριπίδου.
Η τραγωδία του Ευριπίδου «Ελένη» γράφηκε το 412 π.Χ και διδάχθηκε την ίδια εποχή στους Αθηναίους πολίτες. Το ιστορικό πλαίσιο της τραγωδίας μόνον τυχαίο δεν είναι: οι Αθηναίοι έχουν κατά φρικτό τρόπο ηττηθεί στη Σικελική εκστρατεία κάτι το οποίο τους επέφερε ολοκληρωτικό πραγματικό, ψυχολογικό και ηθικό πλήγμα: όλα αυτά εξάλλου αποδίδονται περίτρανα στο έργο του Θουκυδίδου. Επίσης το πνευματικό πλαίσιο της τραγωδίας είναι στα πλαίσια του πολύ ενδιαφέροντος.
Η Αθήνα της εποχής του Ευριπίδου διακατείχετο από δύο μέγιστα πνευματικά κινήματα: το σοφιστικό και το Σωκρατικό: σε μία ακόμα πιο βαθεία ανάλυση θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε το καθαρά σκεπτικιστικό και το μεταφυσικό: η σοφιστική φιλοσοφία αντιπροσωπεύει την καθαρά σκεπτικιστική δύναμη του Ελληνισμού, η Σωκρατική φιλοσοφία αναπαριστά την προσπάθεια του Ανθρώπου κατά μεταφυσικό τρόπο να διαλύσει την οντολογική συνέχεια και να δημιουργήσει έναν κόσμο ο οποίος θα περικλείεται πραγματικά από ιδέες και αξίες οι οποίες θα αντιπροσωπεύουν μία φιλοσοφική νήσο μέσα στο χάος του όλου.
Οι Σοφιστές δεν διαλύουν το υφιστάμενο χάος, το οποίον επισκέπτεται τον Άνθρωπο και ηρεμεί υπό τη μορφή της φύσεως, του Ανθρώπου, της Πόλης: δεν επιθυμούν καμμίας αντικειμενικότητος κατά το μετασχηματισμό του χάους σε φύση και πόλη και άνθρωπο: όλες αυτές οι άπειρες δυνάμεις οι οποίες ενασχολούνται με την μετατροπή του χάους σε όλα τα παραπάνω είναι ατομικές και υποκειμενικές, για αυτό εξάλλου και ο Πρωταγόρας θα καταστήσει τον Άνθρωπο μέτρο όλων των εκτιμήσεων περί του Όντος, επίσης ο Γοργίας και στην Ελένη του αλλά και στην ενασχόλησή του με τον Παλαμήδη θα αρνηθεί την οποιαδήποτε αντικειμενική ασφαλή γνώση, κάτι το οποίο θα δεχθεί ο Σωκράτης μέσα από την πίστη του ότι υπάρχει αντικειμενική επαγωγική και ασφαλής οριστική γνώσις. Η Ελένη του Ευριπίδου αντλεί το πνευματικό και ηθικό ύδωρ της μέσα από αυτά τα φιλοσοφικά ύδατα: ήδη θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τη σοφιστικότητα αλλά και τη σωκρατικότητα της τραγωδίας αυτής: ο Ευριπίδης αρνείται δογματικά να αποδεχθεί έναν θεό (έστω υπό την μορφή του Νοός) απόλυτον, ήδη κάμνει απέλπιδες προσπάθειες να μεταφέρει το θείο νού στον Ανθρώπινο Νούν υπό τη μορφή εξήγησης του κόσμου, ατομικής διερεύνησης και επιλογής νόστου και σκοπού: ο Νείλος δεν ξεχειλίζει λόγω του Διός, επίσης η Θεονόη περιορίζεται ως μάντισσα διότι ο ανθρώπινος Νούς είναι ο μόνος «μάντης» υπό την έννοια ότι μέσω σκέψεων και πράξεων είναι αυτός ο οποίος διαμορφώνει καθημερινά την ανθρώπινη ζωή, κίνηση και πραγματικότητα: η Ελένη όχι ως κόρη του Διός αλλά ως σκεπτομένη κόρη θα πρέπει να δημιουργήσει το νόστο της , το δικό της δρόμο, το δικό της σχέδιο: ο οποίος είναι μοναδικός διότι και η Ελένη είναι μοναδική. Αυτό το σημείο είναι πράγματι πολύ σημαντικό: η υποκειμενικότητα των Σοφιστών διεφύλαξε τη μοναδικότητα του ξεχωριστού Ανθρώπου. Γι αυτό και ο σοφιστής Ευριπίδης επέλεξε να παρουσιάσει το Είναι της Ελένης ως κάτι το μοναδικό και κάθε τι άλλο ως φαίνεσθαι: η Ελένη είναι μία μοναδική προσωπικότητα: ο σοφιστής Ευριπίδης ενάντια στο σωκρατικό αντικειμενισμό ο οποίος σαρώνει τα πάντα ενώπιον της Ιδέας και τα ομονοποιεί όλα, διδάσκει την ατομική διαφορετικότητα του προσώπου: η Ελένη είναι μοναδική, κάθε τι άλλο είναι Φαίνεσθαι:
Άρα το Φαίνεσθαι στον Ευριπίδη δεν είναι απλά το ψεύδος, αυτό το οποίο απλόχερα έχει επικρατήσει αλλά κρύβει τόσες άλλες αθέατες πλευρές: ήδη στον Όμηρο οι λέξεις ατρεκής, νημερτής, αληθής, κρύβουν τρείς πλευρές της αληθείας τις οποίες μάλλον υιοθετεί ο Ευριπίδης: Η Ελένη δεν τρέμει παραμένει σταθερή, ατρεκής, άρα αλήθεια είναι η εμμονή στις θέσεις μου, φαίνεσθαι είναι η παλινδρόμηση και η υποχώρηση, η υποταγή σε κάθε είδους Κίρκη. Επίσης η Ελένη δεν είναι υπόδουλη σε καμμία μοίρα (νημερτής) προσπαθεί να διαφυλάξει τους δικούς της συμπαντικούς δρόμους ( άρα φαίνεσθαι είναι η στείρα υποταγή στην ανάγκη της μοίρας): επίσης η Ελένη είναι αληθής με την κλασσική έννοια, ότι δηλαδή αρνείται να ξεχάσει και να λησμονήσει τις ρίζες της και την Πατρίδα της ως πηγή νόστου: άρα το Φαίνεσθαι είναι λήθη και μαρασμός.
Ο Σωκρατικός αντικειμενισμός εμφανίζεται μέσα στην τραγωδία υπό μορφή αρχών και σταθερών αξιών: ο Ευριπίδης προσφέρει οριστικές και επαγωγικές αρχές οι οποίες μας υπενθυμίζουν το Σωκράτη: ο δούλος είναι ελεύθερος εάν έχει ελεύθερη καρδιά, ο άνθρωπος πολλές φορές γίγνεται ακόλουθος τύχης και ανάγκης. Όμως αξίζει να σημειώσουμε κάτι το οποίο πράγματι είναι αρκούντως σημαντικό: Ο Ευριπίδης μέσα από την Ελένη διαφημίζει την ήπια αναρχία για την οποία κατηγορήθηκε και ο Σωκράτης και ήπιε τελικά το κώνειο: Ένας κόσμος που πιστεύει σε λάθος ωραιότητα, ένας κόσμος ο οποίος υιοθετεί λανθασμένο πρόσωπο ως πρότυπο, αυτός ο κόσμος είναι καταδικασμένος στην παρακμή: οι Αθηναίοι δύσκολα θα μπορούσαν να νοιώσουν τον ανατρεπτικό λόγο του Ευριπίδου: ήδη όμως ο μεγάλος τραγικός διαλύει σημαντικές ισορροπίες της εποχής του: κανένας νόμος και καμμία πόλη δεν μπορεί να ευτυχήσει τον άνθρωπο: η Ελένη αποτελεί ανθρωποκεντρική αποθέωση, ο Άνθρωπος μόνον ως Άνθρωπος με τον Άνθρωπο είναι ευτυχής: κάτι το οποίο διαλύει τον κεντρικό αρμό της ευνομουμένης Αθήνας του Περικλέους: εκεί όπου η Πόλη θαύμα είναι υπεράνω όλων: το φαίνεσθαι αγγίζει τα όρια της Αθήνας : καμμία απρόσωπη πόλις δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον Άνθρωπο ο οποίος ως τέτοιος θέλει και επιθυμεί να ζήσει στους δικούς του τρόπους και δρόμους.
Η Ελένη είναι ξεκάθαρα ανατρεπτική τραγωδία: οι ρίζες αίματος, τα ηρωϊκά Ομηρικά ιδεώδη, η έννοια της βασιλικής καταγωγής, δεν ισχύουν πλέον: ο Ευριπίδης αποτελεί τη διαλεκτική σύνθεση και του Σωκράτους και των σοφιστών υπό την έννοια ότι αποθεώνει το Νού: πλέον η φύσις ως σύνολο χαοτικών δυνάμεων η οποία άμεσα επηρεάζει τον άνθρωπο ως παγανιστική οντότητα, αντικαθίσταται από το Νού ο οποίος δημιουργεί τη δική του φύση η οποία με τη σειρά της επηρεάζει τον άνθρωπο: σε πρώτη φάση η φύσις του σύμπαντος η οποία συμμαζεύθηκε σε 12 θεούς δίδει τη θέση της στη νοητική φύση η οποία αντικαθιστά τις 12 συμπαντικές δυνάμεις με τις ιδέες και τις αξίες: άρα το φαίνεσθαι και το Είναι είναι οι πόρτες που διαβαίνει ο άνθρωπος προκειμένου να υιοθετήσει την καινή φύση η οποία αποτελείται από ιδέες και αξίες: φαίνεσθαι είναι κάθε εμμονή στο σύμπαν ως τέτοιο εκεί όπου η Ελένη είναι και αστέρι και ύδωρ και τα πάντα: ο Νούς όμως στη δική του ιδεατή φύση αγαπά τη μοναδικότητα του προσώπου: η Ελένη τώρα είναι κάτι το μοναδικό: εάν προσέξουμε ότι η Ήρα έδωσε εντολή στον Ερμή να δημιουργήσει το είδωλο, η Ήρα (Ροή) τότε ο Ευριπίδειος Νούς παύει τη χαοτική ροή και κτίζει δομή (Πατρίδα) όπου η Ελένη γίγνεται κάτι το συγκεκριμένο ως πρόσωπο (η ροή ελέγχεται από τη μοναδικότητα του προσώπου (φαίνεσθαι και χάος αντικαθίστανται από τη μοναδικότητα του προσώπου στο λόγο του ανθρώπου που ελέγχει το ζωτικό του χώρο ενάντια στην άλογη ροή του όλου όπου όλα τα ισοπεδώνει).
Επίσης ο Ευριπίδης δεν δέχεται βασιλείς καταγωγής αλλά υπό τον Νούν γεννάται η πνευματική βασιλεία (κάτι που έχει προλογισθεί και στον Περικλή ο οποίος με βάση το νού του και μόνον έχει επιβληθεί στους Αθηναίους): άρα παρατηρούμε ότι το Φαίνεσθαι αγγίζει όλον τον παλαιό κόσμο: οι βασιλείς από αιματική καταγωγή είναι φαίνεσθαι, η χαοτική αταξία του μη-προσώπου είναι φαίνεσθαι, η κακή εκτίμηση του νοός (η υπέρμετρη Θεονόη την οποία τελικά ελέγχει ο ποιητής) είναι φαίνεσθαι, η λήθη του δρόμου και του ατομικού νόστου είναι φαίνεσθαι: άρα οδηγούμαστε μάλλον σε ένα σημαντικό συμπέρασμα.
Ο Ευριπίδης ενάντια στον Όμηρο παρουσιάζει την Ελένη αναλυτικά: εν ολίγοις ορίζει το Ωραίο τη στιγμή κατά την οποία το Ωραίον Είναι ενώ το Όμορφον αντιπροσωπεύει το Φαίνεσθαι: η τραγωδία του Ευριπίδου Ελένη είναι οριακή για τον Ελληνικό κόσμο: ο Όμηρος ολοκληρώνεται από τον Ευριπίδειο Νού, ο οποίος ολοκληρώνει ως νοητική λύσις την Οδυσσεϊκή περιπλάνηση: κλείνει με τον Ευριπίδειο Νού ο κύκλος που άνοιξε ο Οδυσσέας: το Ωραίον είναι η νοητική περιπλάνησις του Ανθρώπου ο οποίος μέσα από τις αναζητήσεις του Νοός ερευνά συνεχώς νέες Πατρίδες, ανθρώπους καταστάσεις: θέλει να φεύγει συνεχώς νοιώθει εξόριστος με Πατρίδα σε άλλα μέρη. Φαίνεσθαι είναι η νοητική περιπλάνησις του Ανθρώπου με έπαθλο την Αλήθεια των δικών μου επιλογών στην δική μου Ιθάκη/Σπάρτη: ο Ευριπίδης εσωτερικοποιεί κατά σοφιστικό τρόπο το Νού και ολοκληρώνει το νόστο του Οδυσσέως: ο άνθρωπος τώρα στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις νόησης, εισέρχεται στη θάλασσα της κινήσεως και ωθείται προς το δικό του κόσμο: δεν είναι τυχαίο ότι έπειτα από ολίγον η Ελληνιστική εποχή θα θέσει την απαρχή ενός νέου κόσμου ο οποίος πλήρως θα υπερβεί την Πόλη-κράτος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
vasilios888@yahoo.gr