Η Οντολογική ανάλυση της Πλατωνικής και Αριστοτελικής Πολιτείας, Πολιτικών και Ηθικών Νικομαχείων.

 


Αρχαία Ελληνικά κατεύθυνσης: κάποιες ερμηνευτικές παρατηρήσεις.

Η νοησιοκρατική φιλοσοφία του Πλάτωνος αλλά και η εμπειρική φιλοσοφία του Αριστοτέλους, έρχονται ως αναπόφευκτη συνέπεια για να καλύψουν το αξιολογικό κενό που εμφανίσθηκε μετά το πέρας του Πελοποννησιακού πολέμου. Όπως ήδη έχουμε γράψει δύο πόλεμοι αποτέλεσαν όριο του Ελληνικού γνωσιολογικού και αξιολογικού συστήματος: Αναφερόμαστε στον τρωϊκό πόλεμο και στον Πελοποννησιακό πόλεμο: και οι δύο αυτοί πόλεμοι αποτέλεσαν διαρκή πηγή έμπνευσης (αρνητικής και θετικής) για τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Ο Πλάτωνας απορρίπτοντας τον Όμηρο απέρριψε την ικανότητα του Ανθρώπου να κινείται ως ενορατική δύναμις, ο Αθηναίος φιλόσοφος συνέδεσε απόλυτα τον Άνθρωπο με το ζεύγος σκέπτομαι-πράττω, το οποίο κατά επαγωγικό και εμπειρικό τρόπο απογείωσε ο Σταγειρίτης. Όμως η Ομηρική ισορροπία των Ηρώων (η ισορροπία τους ανάμεσα στο γήϊνο κόσμο και στον ουράνιο, ανάμεσα στις αξίες τους και στο σεβασμό στο Δία) απετέλεσε τον πρόλογο της Πλατωνικής δικαιοσύνης όπως αυτή αναλύεται στην Πολιτεία, η ομήγυρις των Ομηρικών ηρώων απετέλεσε με τη σειρά της τον προοιωνισμό της Αριστοτελικής Πολιτείας όπως αυτή αναλύεται στα Πολιτικά.

Ο πρώτος λοιπόν πόλεμος ο οποίος ενέχει θέση ορίου στην Ελληνική κοσμοθέαση είναι βέβαια ο τρωϊκός πόλεμος, ή όπως αναφέρει ο Έγελος, ο πόλεμος περί της υπάρξεως. Η Ωραία Ελένη ξεκάθαρα αποτελεί το διακύβευμα περί της ποιότητας του ήθους και της ιδέας που θέλει ο Άνθρωπος: η ισορροπία της Πλατωνικής δικαιοσύνης στην Πολιτεία (πράττειν τα εαυτού) ως ισορροπία ανάμεσα στο λογιστικό, θυμοειδές και επιθυμητικό, προλογίζεται στην έννοια του Ωραίου, όπως αυτό προβάλλεται στον ισχυρό συμβολισμό της Σπαρτιάτισσας Βασίλισσας. Οι Έλληνες φιλοσοφούν (πολεμούν) περί την αναζήτηση της Ψυχής (Ωραίας Ελένης) και καταλήγουν ότι το Ωραίο έχει δύο απτά χαρακτηριστικά: την οργή (Αχιλλέας) και το Πνεύμα (Οδυσσέας): όντως με αυτόν τον τρόπο περιγράφεται η διττή πορεία της ψυχής (η οποία θα εξισορροπηθεί στην Αριστοτελική θεωρία της μεσότητας) : ο Άνθρωπος ερχόμενος από τα βάθη του Όντος γεμάτος οργή, εργάζεται ενάντια σε ό,τι τον πικραίνει, τον στενοχωρεί τον πικραίνει: είναι η αρνητική θέαση της ζωής όπως αποτυπώνεται στην Πλατωνική Πολιτεία όπου ο σοφός απέχει του κόσμου και ο Σκωράτης καλεί τους πεπαιδευμένους να φύγουν από τη νήσο των μακάρων και να μετοικήσουν  σε αυτόν τον κόσμον. Ίδιες αναλογίες με τον μηνίοντα και οργισμένο Αχιλλέα είναι, ο Σωκράτης ως άλλος Οδυσσέας προσπαθεί να πείσει το σοφό (Αχιλλέα) να επιστρέψει στον κόσμο αυτό: άρα η οργή ως χαρακτηριστικό προσωπικής στάσης  είναι χαρακτηριστικό ωραιότητας.

Το άλλο βέβαια χαρακτηριστικό της ωραιότητας του ανθρώπου είναι ο Νούς: ο Νούς του Οδυσσέως, αλλά ο Ομηρικός Νούς έχει μέν πάμπολλα όσα κοινά με τον Πλατωνικό Νού, προέχει αυτού όμως σε πολλά, σε πάρα πολλά. Εκ του ρήματος Νέομαι (κινούμαι) ο Νούς, αποτυπώνεται μέσα από τη συνεχή κίνηση του περιπλανωμένου Οδυσσέως: ο Νούς συνεχώς κινείται στη θάλασσα των οντικών αναζητήσεων, συνεχώς ερευνά στη θάλασσα της ζωής, υπάρχει μέσα από την αντίσταση του άλλου (Κίρκη, Κύκλωπος, Αιόλου κ.λ.π): πρίν φθάσει στην Πατρίδα της Αληθείας: Πράγματι ο τρωϊκός πόλεμος καταλήγει σε ένα νού, σε μία σκέψη, πράξη, σκοπό και αλήθεια: μέσα από την κακία του Άλλου: άρα ο Όμηρος συμφωνεί και με τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη (και αυτό αποτυπώνεται στα κείμενα της Πολιτείας και των Ηθικών Νικομαχείων): ο Νούς κινείται επί οδού όπου απαγορεύεται ο Άνθρωπος να χάσει την έλλογο ισορροπία του και να παρεκκλίνει σε Κίρκες Κύκλωπες και στην Καλυψώ: είναι η μεσότητα ο Οδυσσέας ανάμεσα στο χάος και στην Ιθάκη: δεν επιθυμεί την ηρεμία της Καλυψούς αλλά ούτε και τα πάθη της Κίρκης, επιθυμεί ο νοήμων Οδυσσέας τη μέση οδό της συγκροτημένης σκέψης και πράξης που οδηγεί στο νόστο, στην επιστροφική Ιθάκη.

Αυτός ο άνθρωπος που εξέρχεται από την πολεμική οντολογική αναζήτηση εαυτού του Τρωϊκού πολέμου, απαντά λοιπόν στην ερώτηση: ποιος είναι ο Ωραίος Άνθρωπος; Αυτός ο άνθρωπος έχοντας την οργή του Αχιλλέα και το Νού του περιπλανωμένου Οδυσσέως δημιούργησε τις δύο κορυφαίες Πόλεις: την Αθήνα και τη Σπάρτη: αλλοιώς: ο Οδυσσεϊκός Νούς εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, ενώ η Αχίλλειος οργή ταξίδευσε προς τη Σπάρτη: ο Οδυσσεϊκός Νούς κινείται εντός του Όντος αλλά έχοντας το περίβλημα της Ιδέας ότι κινούμαι, ενώ η Αχίλλειος οργή απευθύνεται άμεσα στο Όν χωρίς τον μεσάζοντα Νού: αυτή η θέαση των πραγμάτων εξηγεί πολλά σε σχέση με τη φιλοσοφική Αθήνα και την οντολογική Σπάρτη. Η Αθήνα κληρονόμησε την Ελληνική τάση του σκέπτεσθαι, της νόησης, της πνευματικής κίνησης: ας προσέξουμε και τούτο: ο Οδυσσέας είναι ο θεμελιωτής της ιδέας ( εκ του οράω-ώ=βλέπω): δεν βλέπει τα πράγματα ως έχουν εκ του όντος, αλλά διά της Ιθάκης, όλα ζωγραφίζονται στα μάτια του στα χρώματα της Ιθάκης, του νόστου, της Πηνελόπης και του Τηλεμάχου: αυτά τα μεγέθη καθιστούν την Κίρκη κακή και τους Φαίακες καλούς. Όπως και ο Πλάτων στην Πολιτεία ή ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά θεωρούν κάτι ως καλό εάν και εφόσον εξυπηρετούν ότι αυτοί πιστεύουν ως Λόγο: ο Λόγος δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι οδηγίες σε κάθε Οδυσσέα πώς θα ομιλήσει για την επιστροφή στο Αγαθό στην Ενδελέχεια. Άρα και η Πολιτεία και τα Ηθικά ΝΙκομάχεια αλλά και τα Πολιτικά υπακούουν στην προσπάθεια αντικειμενικού νόστου του Έλληνα προς ό,τι θεωρεί ως Αγαθόν: για αυτό και όσοι ασπαστούν το Αγαθό είναι πεπαιδευμένοι, είναι ηθικοί, είναι Πολίτες.

Η Σπάρτη κράτησε την οργή του Αχιλλέα: ο Αχιλλέας διά της Θέτιδος είχε ανοικτή την οδό προς τον Όλυμπο, παρόμοια και η Σπάρτη κρατούσε συνεχώς ανοικτές τις πύλες της προς το Είναι, βιωματικά, οργισμένα και ποτέ δεν προσπάθησε να κλείσει όλο αυτό σε μία Ιδέα: όμως επειδή μέσα στο Όλον όλα κατηγοριοποιούνται και η Σπάρτη ένοιωσε Πόλις υπό την έννοια ότι όπως ο Αχιλλέας είχε τους Μυρμιδόνες του παρόμοια και οι Σπαρτιάτες όμοιοι απετέλεσαν την Πόλη της Λακωνίας: άρα ο Πελοποννησιακός πόλεμος είναι ο Νούς του Οδυσσέως ενάντια στην οργή του Αχιλλέως: η οργή ενίκησε, το συναίσθημα της ασυμβιβαστικότητας, ενάντια στη σοφία και στο επιχείρημα: ήδη στην Αθήνα (αυτή η παρατήρηση είναι πραγματικά σημαντική για τον Αθηναϊκό κόσμο  του κλεινού άστεως) ο Νούς είχε δυαλιστικά διαιρεθεί σε δύο μέρη: στην υποκειμενικότητα του ρητορικού σοφιστικού λόγου, και στην αντικειμενικότητα του ιδεαλιστικού Σωκρατικού λόγου: ο ένας λόγος μισούσε θανάσιμα τον Άλλον: άρα ο Πελοποννησιακός πόλεμος έθεσε μία λύση πραγματική σε όλα αυτά, ήταν εξάλλου και η πραγματική αιτία του ενάντια σε όσα λέγονται: η νίκη της Σπάρτης, της οργής, είχε μία απίστευτη συνέπεια: οι Έλληνες μίσησαν τον Αχιλλέα, την οργή η οποία επέφερε τόσες καταστροφές ώστε να αναγκασθεί ο Θουκυδίδης να παραδεχθεί την πεπτωκυία ανθρωπίνη φύση: ο νικητής ηττήθηκε από την επικράτηση του Οδυσσεϊκού πνεύματος στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη: η Πλατωνική Πολιτεία και η Αριστοτελική ηθικολογία και Πολιτειολογία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία υπόσχεση ότι ποτέ η Ελλάδα πάλι δεν θα βιώσει τον τρόμο και θάνατο ενός Πελοποννησιακού πολέμου, φθάνει ο Οδυσσέας να νικήσει τον Αχιλλέα: ο Οδυσσέας πλέον ως Πλάτων και Αριστοτέλης δεν προκαλεί νόστο, αλλά ευρισκόμενος ήδη στην Ιθάκη, απολυτοποιεί την Ιθάκη και την καθιστά θέσφατο προορισμό, μέρος της Ιδέας, Αρετή, ενδελέχεια, το πρώτον κινούν ακίνητον, την ιδανική πόλη, την γή του Ήθους: ο Οδυσσέας ακινητοποιείται όλα στην Ιθάκη θεωρούνται τέλεια, αρκεί κανείς να φθάσει στο νόστο του και διά του νοός του είναι τέλειος, φθάνει να καταλάβει πνευματικά ότι ο τόπος του είναι η γή της τελειότητας: ας προσέξουμε: ο Πλάτων στην Πολιτεία του ακινητοποιεί τη γνώση ως λογιστικό θυμοειδές και επιθυμητικό, διά των τεσσάρων αρετών καθιστά τον άνθρωπο προβλέψιμο: ο άνθρωπος είναι ήδη στην τελειότητα αρκεί να την σκεφθεί και να την πράξει χωρίς να ταξιδέψει επάνω σε καμμία θάλασσα. Ο Αριστοτέλης επίσης εύκολα πλέον ενώνει όλους τους Ιθακήσιους σε μία πόλη σε ένα ήθος: γνωρίζει πολύ καλά ότι ο Οδυσσέας, ο άνθρωπος μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, δεν έχει καμμία όρεξη να αντιμετωπίσει άλλους Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης ξαναγράφουν τα έπη αλλά μεταφυσικά αυτή τη φορά: ο Οδυσσέας δεν κινείται σκέπτεται: πρέπει ο άνθρωπος να ζήσει μόνον με το νού του: με αυτόν τον τρόπο θα νικήσει την πεπτωκυία Θουκυδίδεια φύση του η οποία τον ανάγκασε σε τόσα εγκλήματα: ο Πλάτων λοιπόν και ο Αριστοτέλης φαντασιώνονται έναν Σωκράτη, οι αρετές είναι απόλυτες, η Πόλις και το Ήθος, ο κόσμος μας και ο Άνθρωπος του αγαθού, και ως διά μαγείας όλα αυτά ενώνονται στο πρόσωπο ενός μετέπειτα θεανθρώπου: ο άνθρωπος  ζεί τη δική του ψευδαίσθηση έως την αλήθεια όταν η Μέδουσα ξαναζήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr