Διδάσκοντας την Ιστορία στην α΄γυμνασίου.

 


Διδάσκοντας την Ιστορία στην α΄γυμνασίου.

Αφσιρετικά και ολοκληρωτικά εννοιολογικά εάν αντικρύσουμε και αντιμετωπίσουμε τη γένεση του Μινωϊκού, Κυκλαδικού, Μυκηναϊκού πολιτισμού, στο πέρασμα στη γεωμετρική εποχή, θα συμπεράνουμε ότι οι άνθρωποι εθέλησαν να δημιουργήσουν το δικό τους χώρο σε δικό τους χρόνο. Η προαιώνια γένεση θεών σηματοδότησε το ότι προσδιορίσθηκαν στο θέμα της κίνησης των συμπαντικών δυνάμεων.

Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι: ποιο μέγεθος γεννήθηκε πρώτο: οι θεοί ή τα επίγεια βασίλεια των Κυκλαδιτών, Μινωϊτών, Μυκηναίων; Μάλλον η σειρά ξεκίνησε από τον Ουρανό και αυτό είναι πράγματι μία σημαντική διαπίστωση: μέσα από τη μυθολογία, τον ερμητισμό, τον ορφισμό, το διονυσιασμό, τα απολεσθέντα έπη, οι άνθρωποι άρχισαν να ζούν σε σχέση με συγκεκριμένες συμπαντικές δυνάμεις τις οποίες ωνόμασαν θεούς διότι απλά εθέλησαν να τις θεώνται, βλέπουν, σε ένα νοητό συμπαντικό κύκλο τον οποίο γρήγορα ταυτοποίησαν ώς το κομμάτι του ουρανίου σύμπαντος μέσα στο οποίο θα μπορούσαν να κινηθούν: δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι πολιτισμοί προσδιορίσθηκαν σε σχέση με θεούς. Τι πραγματικά αντιπροσωπεύουν οι θεοί και γιατί είναι οι θεοί ώς κράτος συμπαντικό το οποίο εγέννησε το ανθρώπινο βασίλειο (Κυκλαδιτών, Μινωϊτών, Μυκηναίων): πόσο σημαντικό είναι ότι στη μυθολογία πρώτα  υπήρξαν ο Ουρανός και η Γή, ο Κρόνος και η Ρέα, οι λοιποί θεοί, και έπειτα τα βασίλεια των Μυκηναίων, των Κυκλαδιτών, των Μινωϊτών;

Η ταξιθέτηση των συμπαντικών δυνάμεων υπό τη μορφή των θεών σημαίνει ότι οι άνθρωποι της γεωμετρικής εποχής ταξιθέτησαν το χώρο τους και το χρόνο τους από τον ουρανό προς τη γή, ώρισαν ότι πρέπει να είναι δυνατοί (Δίας) Σοφοί (Αθηνά) να ρέουν και να κινούνται (Ήρα): πράγματι όλα αυτά τα χαρακτηριστικά τα βλέπουμε στη δύναμη των Μινωϊτών, στην εξυπνάδα των Κυκλαδιτών στην προσπάθεια των Μυκηναίων να κυριαρχήσουν στο χώρο και χρόνο. Άρα η κίνηση των ανθρώπων ξεκίνησε από τη θεωρία της δύναμης του ουρανού προς την ενέργεια της πράξης επί της γής: άρα πολιτισμός είναι ο τρόπος προσαρμογής της θεωρίας της δύναμης στην ενέργεια της πράξης: ο Μυκηναίος ομοιάζει στη δύναμη του ουρανίου Διός και έπειτα διά αυτής της δυνάμεως ζεί και πράττει στη γή: όλο αυτό τον καλλιεργεί και είναι ο πολιτισμός και η γένεση της πολιτιστικής ιστορίας, ότι ο άνθρωπος δεν κινείται με βάση την άμεση αισθητηριακή αντίληψη αλλά με βάση τη θεωρία την οποία το μυαλό του συλλαμβάνει εκ του σύμπαντος που του ανήκει και έπειτα προσαρμόζοντας όλη αυτή τη θεωρία επί της γηϊνης πράξεως του Βασιλείου, της Πόλεως κράτους, της αυτοκρατορίας κ.λ.π.

Η καταγωγή του χριστιανισμού.

 


Η καταγωγή του χριστιανισμού.

Ο χριστιανισμός αποτελεί την κορύφωση , νοησιοκρατική κορύφωση, μιάς πολύ συγκεκριμένης νοησιοκρατικής διαδικασίας, η οποία ξεκίνησε από την Ορφική αποτύπωση του Ηλίου, ως κορυφαίας Οντολογικής στιγμής του κόσμου μας και ολοκληρώθηκε στην μεταΣωκρατική Ηθική του Στωϊκισμού και του Επικουρισμού. Δεν είναι λοιπόν δύσκολο να καταλάβουμε ότι χωρίς τον Ορφικό θαυμασμό προς τον Ήλιο και την νοησιοκρατικότητα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους αλλά και την ηθική μετάπλαση αυτών στους Στωϊκούς και Επικουρείους ο χριστιανισμός ώς νοησιοκρατικό κίνημα δεν θα είχε εμφανισθεί στα ανθρώπινα δρώμενα και πεπραγμένα. Εάν συνεχίσουμε λοιπόν να θεωρούμε ότι ο χριστιανισμός είναι μία εξ΄αποκαλύψεως θρησκεία επειδή ο Θεός ωμίλησε  στους ανθρώπους και απεκαλύφθη στους ανθρώπους τότε θα πρέπει να εξηγήσουμε πώς ο θεός ωμίλησε και απεκαλύφθη σε κάποιους (Μωϋσής κ.λ.π) και όχι σε όλο το ποίμνιο. Ενώ ως νοησιοκρατική ανθρωπίνη διαδικασία ώς πνευματικό και ηθικό γεγονός εγνώσθη από το σύνολο των ανθρώπων.

Ο χριστιανισμός δεν είναι υπερκοσμική θρησκεία ούτε υπερσυμπαντική θρησκεία. Είναι θρησκεία η οποία κλείνεται στον κόσμο ανάμεσα στον Ήλιο και στους ανθρώπους: δεν αγαπά το Έρεβος και το Σκότος, και μας θυμίζει τον Ησίοδο ο οποίος στα διδακτικά του έπη ξεκινά την αγάπη επίσης των ανθρώπων για τον Ήλιο, τον Έρωτα, το Φώς, την Ημέρα και την Χαρά. Ο Χριστιανισμός αποτελεί κορύφωση της προσπαθείας των ανθρώπων να απεξαρτηθούν από το Χάος, το Σκότος, το Άγνωστο, το Έρεβος και να κλεισθούν στον κόσμο του Ηλίου. Ώστε να ξεκινούν τη ζωή τους από τον Ήλιο και να ζούν με το Φώς και τη συνέχεια του Φωτός: ο Χριστιανισμός αποτελεί κορύφωση της αγάπης των ανθρώπων για το Φανερό, το Ήμαρ, τη φαεινόν ώστε ο άνθρωπος να δημιουργήσει την Ηλιακή δική  του συνέχεια.

Ο χριστιανισμός (όπως ο Οδυσσέας) δεν αγαπά τον Ποσειδώνα, δεν αγαπά τη βύθιση στον Ωκεανό του χάους και της υπερκοσμικής συνεχείας. Όπως ο Οδυσσέας γνωρίζει την Ιθάκη του (Βασιλεία των Ουρανών) και επιθυμεί της επιστροφής εκεί. Είναι η αποθέωση και τελείωση του Ομηρικού κύκλου αλλά όχι επί του Θείου Οδυσσέως αλλά επί των μαζών οι οποίες ελεγχόμενες από τη λατρεία  του θεού ακολουθούν  πειθηνίως και χωρίς να υποστούν τη φώτιση του Οδυσσέως το νόστο της Βασιλείας του θεού: αλλά είναι ο χριστιανισμός στον μεταρωμαϊκό οικουμενικό κόσμο ο αυθαίρετος νόστος ώστε όλοι οι άνθρωποι ελεγχόμενοι να απολέσουν τον ατομικό τους χαοτικό νόστο και να δεθούν με τον κοινό ένθεο νόστο της Βασιλείας του Θεού: αυτός ο νόστος διαφέρει από το Νόστο του Οδυσσέως αν και αποτελεί μίμησή του: στην Ιθάκη φθάνει μόνον ο Βασιλεύς της Ιθάκης ώς Βασιλεύς ενώ στη Βασιλεία  του θεού φθάνουν όλοι οι χριστιανοί ώς δούλοι θεού.

Όπως ο Οδυσσέας ο χριστιανισμός αγαπά τη Σοφία (Αθηνά) δύναμη βουλήσεως (Δία) και την Πληροφορία προς το πλήρωμα (Ερμή): όμως ενώ ο Όμηρος τα μεταφέρει όλα αυτά ώς Ποιητής μέσα από το χαοτική Μούσα της μνημοσύνης και του Διός, ο χριστιανισμός μιμείται τις συμπαντικές δυνάμεις αφού πρώτα τις έχει συνδέσει με τον αόρατο και αΐδιο θεό: ενώ ο Όμηρος επικοινωνεί με τη Μούσα ο Χριστιανισμός απομακρύνει τους ανθρώπους από το θεό και φέρει ανάμεσα σε αυτόν και τους ανθρώπους τους αγίους ώστε να καταστούν οι ανθρώπινες κλίμακες προς το θεό: όμως η σοφία η δύναμη και η πληροφορία είναι οδυσσεϊκώς ίδιες άσχέτως του ότι συνδέονται με το θεό: άρα ο χριστιανισμός παραχαράσσοντας τους προπάτορές του αντικατέστησε το σύμπαν, τη Μούσα, τις συμπαντικές δυνάμεις με το θεό ο οποίος σταδιακά ώς Πρόσωπο ήλεγξε τους ανθρώπους και τις ζωές τους ενώ το σύμπαν δεν ελέγχει ζωές αλλά οντολογικώς τις απελευθερώνει.

Ο Ορφικός Ήλιος (καθαρά ανατολική δοξασία η οποία δεν έχει καμμία σχέση με το διονυσιακό προγήϊνο Ελληνισμό ο οποίος ορθώτατα διέκρινε το Φώς ώς  δύναμη συνεχείας (φώς είναι η Σεμέλη φέρουσα το Διόνυσο από τη Σελήνη στη Γή διά του Διός και όχι ο Ήλιος ο οποίος απλά μορφοποίησε αυτή την προϋπάρχουσα οδό) δεν άργησε να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από το χριστιανισμό και τους Πατέρες του. Ας είπωμεν και πάλι ότι Φώς εκ του Φαίνομαι δεν είναι τον Οντολογικό Ελληνισμό ο Ήλιος αλλά η Πορεία προς τη συμπαντική συνέχεια: για αυτό συμβολικά ο Όμηρος αποδίδει το ήμος δεν ηριγένεια εφάνη ροδοδάκτυλος Ηώς ώστε να συνδυάσει το Φώς με την Πορεία του Οδυσσέως ονομάζοντας τον Οδυσσέα ατρεκή, άτρεμο της πορείας του: Φώς είναι η οδός συνεχείας όταν αυτή απεδόθη στον Ήλιο ταυτίσθηκε με το Φώς ώς όραση στιγμής: αυτό το Ορφικό Φώς εκμεταλλεύθηκε πανεξυπνα ο χριστιανισμός: διότι ενώ ο Αναξίμανδρος αρνήθηκε το αυτοφυές φώς στον Ήλιο και είπε ορθώς ότι αντανακλά την οντολογική συνέχεια, ενώ οι Προπάτορες Έλληνες αρνήθηκαν τη θεοποίηση του Ηλίου διότι δεν υπάρχει Ήλιος αλλά οδός συνεχείας η οποία ώς Φώς απεδόθη λανθασμένα στον Ήλιο (βλέπουμε την συνέχειά μας και χωρίς τον Ήλιο) οι Ορφικοί αποθέωσαν τον Ήλιο, ο Πλάτων τον νοητικοποίησε και οι άνθρωποι δέθηκαν με τον ήλιο όχι ώς οδό συνεχείας αλλά ως πηγή φωτός: δεν ήταν δύσκολο για τους χριστιανούς πατέρες να συνδέσουν την ανάγκη των ανθρώπων να δέχονται φώς από πηγή (ώς υλικό σώμα νοείται το φώς) με τη νοητή πηγή φωτός του χριστιανού θεού: διότι οι άνθρωποι δεν θυμούνται ότι φώς είναι η ατομική φανερωτική συνέχειά τους αλλά θεωρούν ότι φώς είναι ό,τι βοηθεί τους οφθαλμούς: ουδεμία σχέση αλλά ο χριστιανισμός εκμεταλλεύθηκεκ άψογα αυτή την έννοια του φωτός (ονομάζοντας τον Ιησού πηγή φωτός χωρίς όμως να αποσυνδεθεί και από το ότι είναι και η οδός της ζωής (διότι το φώς είναι οδός όπως είπαμε).

Διδάσκοντας στο γυμνάσιο τη βιομηχανική επανάσταση.

 


 Διδάσκοντας στο γυμνάσιο τη βιομηχανική επανάσταση.

Το κεφάλαιο της βιομηχανικής επανάστασης στηρίζεται στην ανθρώπινη επινοητικότητα. Αναμφισβήτητα. Θα πρέπει όμως να προσεχθεί το γεγονός ότι δεν είναι τυχαίο το χρονικό σημείο εκδήλωσής του: ο 17ος αι.κ.ε είναι αιώνας τοκετού σημαντικών εξελίξεων οι οποίες είχαν γνωρίσει κύηση αιώνων.

1.Ο άνθρωπος της βιομηχανικής επανάστασης.

Το υποκείμενο της βιομηχανικής επανάστασης προέρχεται από τα σπλάχνα της χριστιανικής θέασης του θεανθρώπου. Ο Ιησούς, ως ενυπόστατο, ως ο θεός ο οποίος έγινε άνθρωπος, επέτυχε κάτι το πολύ σημαντικό: έπαυσε ή τουλάχιστον ηρέμησε το μεταφυσικό ζόφο του ανθρώπου: τώρα πλέον δεν είναι σημαντικό το άγνωστο του ουρανού ή της υπέρ την φύσιν διάστασης, διότι ο θεός ενεφανίσθη ως Άνθρωπος και ο μεταφυσικός ζόφος ηρέμησε: οι άνθρωποι θεώρησαν ότι μιμούμενοι τον Ιησού θα οδηγηθούν στην ασφαλή Βασιλεία του Θεού, άρα δεν χρειάζεται να διακατέχονται από το μεταφυσικό φόβο του αγνώστου.

Η συνέπεια αυτού  του γεγονότος είναι σημαντική: ο άνθρωπος για πρώτη φορά στην επίσημη ιστορία απέκτησε οριζόντια πορεία: θεώρησε ότι σημαντική είναι η φύση ως φαινομενικότητα προσώπων και πραγμάτων. Όμως συνέβη και κάτι άλλο σημαντικό: χριστιανικό κατάλοιπο: αφ΄ής στιγμής η βασιλεία του θεού θεωρήθηκε σημαντικοτέρα της φύσεως (κάτι αδιανόητο στον Ελληνικό κοσμοθεωρητισμό) η φύση πλέον σταμάτησε να είναι η οικία του ανθρώπου: ο άνθρωπος βλέπει ως οικία του τη βασιλεία του θεού: η φύση τώρα γίγνεται σύνολο δυνάμεων και ενεργειών: πρέπει οπωσδήποτε να τις γνωρίσει ώστε να τις ταξινομήσει σε μηχανή, σε επιστήμη, σε τεχνολογία, σε εξουσιαστική εξέλιξη. Άρα ο άνθρωπος ο οποίος εδημιούργησε τη βιομηχανική επανάσταση είναι ο χριστιανός άνθρωπος ο οποίος ικανοποιώντας το μεταφυσικό του ζόφο εστράφη στην πνευματική και αξιακή κατάκτηση της γής. Πίσω λοιπόν από τη βιομηχανική επανάσταση δεν κρύπτεται μόνον η ευνοϊκή εξέλιξη αλλά και η κατακτητική διάθεση του ανθρώπου έναντι του φυσικού περιβάλλοντος: επιτελείται επίσης και μία άλλη  αξιακή επανάσταση χάριν αυτού: όπως ο θεός κυριαρχεί στον ουρανό ήλθε ή ώρα ο άνθρωπος να κυριαρχήσει στη γή.

2. Ο αργός θάνατος του θεού ως αιτία της βιομηχανικής επανάστασης.

Η βυζαντινή ορθοδοξία αποθέωσε την αρμονία ανάμεσα στα δύο πρόσωπα του Ιησού. Με αυτόν τον τρόπο, με το να θεωρεί τον Ιησού εξίσου άνθρωπο και θεό, διαφύλατε την αρμονία  του τεραστίου αυτοκρατορικού κράτους: ο αυτοκράτωρ ήταν ελέω θεού σε ίση αξία με τον Ιησού. Η μεταφορά του χριστιανισμού στη δύση άλλαξε τον Άνθρωπο, τον Πολίτη, την πολιτεία, διότι αφ΄ενός μέν  οι βαρβαρικές παγανιστικές καταβολές των δυτικών δεν βοηθούσαν να γίνει αποδεκτός ο αρμονικός βυζαντινός χριστιανισμός: οι βάρβαροι γότθοι κ.λ.π. οι οποίοι θα εξελιχθούν σε ευρωπαίους πολίτες δεν μπορούσαν να δεχθούν ότι ο Ήλιος μετηλλαγμένος σε χριστιανικό θεό θα ήταν όμοιος τω ανθρώπω.

Διδάσκοντας τα Αρχαία Ελληνικά από το πρωτότυπο. Γ΄γυμνασίου.

 


Διδάσκοντας  τα Αρχαία Ελληνικά από το πρωτότυπο.

Γ΄γυμνασίου.

Θυσία για την πατρίδα

Α. Κείμενο Σε περιόδους πολέμου οι Αθηναίοι πραγματοποιούσαν με δημόσια δαπάνη μεγαλοπρεπή τελετή προς τιμήν των νεκρών πολεμιστών. Επιστέγασμα της τελετής αυτής αποτελούσε η εκφώνηση του Ἐπιταφίου λόγου από επιφανή άνδρα της πόλης. Το απόσπασμα που θα μελετήσετε προέρχεται από τον \Επιτάφιο –που, πιθανόν, συντέθηκε από τον Λυσία– προς τιμήν των νεκρών του Κορινθιακού πολέμου.

 Ὥστε προσήκει τούτους εὐδαιμονεστάτους ἡγεῖσθαι, οἵτινες ὑπὲρ μεγίστων καὶ καλλίστων κινδυνεύσαντες οὕτω τὸν βίον ἐτελεύτησαν, οὐκ ἐπιτρέψαντες περὶ αὑτῶν τῇ τύχῃ οὐδ’ ἀναμείναντες τὸν αὐτόματον θάνατον, ἀλλ’ ἐκλεξάμενοι τὸν κάλλιστον. Καὶ γάρ τοι ἀγήρατοι μὲν αὐτῶν αἱ μνῆμαι, ζηλωταὶ δὲ ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων αἱ τιμαί· οἳ πενθοῦνται μὲν διὰ τὴν φύσιν ὡς θνητοί, ὑμνοῦνται δὲ ὡς ἀθάνατοι διὰ τὴν ἀρετήν. Καὶ γάρ τοι θάπτονται δημοσίᾳ, καὶ ἀγῶνες τίθενται ἐπ’ αὐτοῖς ῥώμης καὶ σοφίας καὶ πλούτου, ὡς ἀξίους ὄντας τοὺς ἐν τῷ πολέμῳ τετελευτηκότας ταῖς αὐταῖς τιμαῖς καὶ τοὺς ἀθανάτους τιμᾶσθαι. Ἐγὼ μὲν οὖν αὐτοὺς καὶ μακαρίζω τοῦ θανάτου καὶ ζηλῶ, καὶ μόνοις τούτοις ἀνθρώπων οἶμαι κρεῖττον εἶναι γενέσθαι, οἵτινες, ἐπειδὴ θνητῶν σωμάτων ἔτυχον, ἀθάνατον μνήμην διὰ τὴν ἀρετὴν αὑτῶν κατέλιπον.

Λυσίας, Ἐπιτάφιος τοῖς Κορινθίων βοηθοῖς 79-81

Β. Διδακτική πορεία.

Β1. Δίδεται το ιστορικό πλαίσιο.

Β2. Εμβάθυνση στην έννοια του Επι-ταφίου.

Ο Επιτάφιος αποτελεί μία καθαρά πνευματική σύλληψη η οποία βεβαίως κατευθύνεται προς την αξιακή πλήρωση (έπαινος μίμησης των νεκρών): πρώτα οι Άνθρωποι θεώρησαν ότι μέρος του Ανθρώπου είναι Αθάνατο (άφθαρτο) και έπειτα προχώρησαν προς την υλοποίηση των αναλόγων λόγων. Άρα πρώτα γεννήθηκε η εννοιακή αθανασία των Ανθρώπων, ο Άνθρωπος ως Έννοια η οποία επιβιώνει του Χρόνου και μεταφέρει παιδευτικά αγαθά και αξίες  (συνέπεια λόγων και πράξεων) και έπειτα εγράφησαν οι Επιτάφιοι: άρα ο Επιτάφιος αποτελεί την επιτομή : ο Άνθρωπος ως Έννοια είναι αθάνατος και μεταφέρεται ως ιδέες και αξίες στο Χρόνο: θα πρέπει λοιπόν να παραλληλίσουμε τον Επιτάφιο ως Έννοια με την Τέχνη (Παρθενών): εμφωλεύει και σοβεί η προσπάθεια των Ελλήνων να επιβληθούν του Χρόνου, ο Άνθρωπος να νικά τον πανδαμάτορα Χρόνο: άρα ο Επιτάφιος νικά τη λήθη του χρόνου, μεταφέρει τον Άνθρωπο ως έννοια υπέρ τον Χρόνον και διαμορφώνει την καινή ανθρωπίνη φύση πέρα από τους περιορισμούς του χωροχρόνου, ο Επιτάφιος ενώνει ανθρώπους ανάμεσα στις διαστάσεις του θανάτου και της ζωής, ουσιαστικά γεφυρώνει το χάσμα ζωής και θανάτου διότι αποκαθιστά τη ζωή ως ενιαίο μέγεθος: ο Άνθρωπος δεν πεθαίνει αλλά ζεί ως Ανάμνηση, Γνώση, Μίμηση, Πράξη: αυτές οι τέσσαρες νοητικές και αξιακές κατηγορίες (οι οποίες αποτελούν την προμετωπίδα της Πλατωνικής φιλοσοφίας όχι τυχαία) αποκαθιστούν τον αιώνιο Άνθρωπο της Εννοίας της μίμησης ιδεών και αξιών.

Αρχαία Ελληνικά Α΄ λυκείου. Ξενοφώντος Ελληνικά, παρ: 20-21. Κριτική επί τω λόγω του Κλεοκρίτου.

 


Αρχαία Ελληνικά Α΄ λυκείου.

Ξενοφώντος Ελληνικά, παρ: 20-21.

Κριτική επί τω λόγω του Κλεοκρίτου.

Αφόρμηση: Στους συγκεντρωθέντες ολιγαρχικούς ,μετά τη νίκη των δημοκρατικών, ωμίλησε ο Κλεόκριτος, ο κήρυκας των μυστών, και εξέφρασε την μεγάλη του απορία: γιατί αυτοί εκδιώκουν και θέλουν να σκοτώσουν τους δημοκρατικούς.

Επιχειρήματα του Κλεοκρίτου:

1.Οι δημοκρατικοί κανένα  κακό σε αυτούς δεν έχουν διαπράξει.

2.Υπάρχουν  κοινοί δεσμοί , κοινές εκδηλώσεις , συμμετοχή σε κοινές ιεροτελεστίες, θυσίες και εορτές.

3. Έχουν όλοι από κοινού υπάρξει συγχορευτές, συμμαθητές και συστρατιώτες.

4. Οι δημοκρατικοί μαζί με τους ολιγαρχικούς έχουν λάβει μέρος σε ναυμαχίες και μάχες για την κοινή ελευθερία.

5.Ο κοινός εχθρός είναι οι τριάκοντα, άρα θέτοντας την Πατρίδα και τους νόμους, τους θεούς και τους κοινούς δεσμούς υπεράνω όλων, θα πρέπει οι ολιγαρχικοί  και οι δημοκρατικοί να αποκαταστήσουν και πάλι το κύρος της Αθήνας.

1η Παρατήρηση.

Οι Αθηναίοι ανέπτυξαν τη νοησιοκρατική φιλοσοφία. Από  τη στιγμή κατά την οποία άρχισαν να βλέπουν τα πάντα μέσω του Νοός, μετήλλαξαν το Σύμπαν σε ιδέες και αξίες. Ένα σπουδαίο παρακλάδι της φιλοσοφίας τους είναι και η Πολιτική. Πρώτα ο άνθρωπος κατανοεί την κίνηση του Σύμπαντος και έπειτα προσπαθώντας να μιμηθεί την κίνηση των κοσμικών δυνάμεων τις μεταφέρει στον δικό του κόσμο παράγοντας την Πόλη και τον Πολίτη κατά προτύπωση του Σύμπαντος και των δυνάμεών του.

Όταν λοιπόν οι προσωκρατικοί και νοησιοκρατικοί φιλόσοφοι (Αναξαγόρας, Ξενοφάνης κ.α) συζήτησαν για την παντοκρατορία του Νοός, έθεσαν έναν  μεγάλο πειρασμό: ο ανθρώπινος Νούς, όπως ο Θείος Νούς δημιουργεί την Πόλη του Κόσμου, ο ανθρώπινος Νούς δημιουργεί την Πόλη των Πολιτών. Άρα η Πολιτική είναι παρακλάδι της νόησης του Κόσμου, ο Πολίτης είναι συνέχεια των κοσμικών δυνάμεων.

Οι Αθηναίοι το εγνώριζαν πολύ καλά αυτό: ο Πελοποννησιακός πόλεμος απέδειξε ότι δύσκολα η συμπαντική  χαότητα θα περικλεισθεί σε νοητικές και ηθικές αρχές. Έπρεπε όμως να συμβεί αυτό. Σταδιακά στην Αθήνα επεκράτησαν οι Σοφιστές και ο Σωκράτης, η υποκειμενικότητα και η αντικειμενικότητα. Ο Πρωταγόρειος Άνθρωπος διίσταται του Σωκρατικού ανθρώπου: ο άνθρωπος είναι μέτρο του παντός (Πρωταγόρας) ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίσει το αντικειμενικό καλό (Σωκράτης).

Ο κοινός παρονομαστής, η Γνώση, ως εκτύλιξη ιδεών και αξιών, έφερε την Δημοκρατία. Επειδή  όμως όλα στη  φιλοσοφία έχουν λόγο και αντίλογο, η Δημοκρατία είχε ως αντίθετό της την Ολιγαρχία.