Γιατί ο Αριστοτέλης αντιπαθούσε το Θουκυδίδη;

 


Γιατί ο Αριστοτέλης αντιπαθούσε το Θουκυδίδη;

Ο Θουκυδίδης  είναι αναμφίβολα ο  σημαντικός ιδρυτής της πολιτικής φιλοσοφίας: Ο Άνθρωπος ο οποίος έθεσε αρχές και αιτίες ίδρυσης της Πόλης και της επιτυχούς λειτουργίας της. Όμως δεν κινήθηκε σε ένα εμπειρικό επίπεδο αλλά σε ένα προπλατωνικό νοησιοκρατικό επίπεδο. Η αρχή υπέρβασης της παθιασμένης ανθρωπίνης φύσης, η αιτία πραγματικής ευδαιμονίας στην πόλη η οποία θα στηρίζεται σε μία κοινή εσωτάτη λογική δύναμη η οποία θα ενώνει όλους τους ανθρώπους, ο νούς ως υπέρτατος πνευματικός και αξιακός καθοδηγητής μέσω αρετών και πράξεων αναδίδονται και αναβλύζουν μέσα από το Θουκυδίδειο έργο.

Ο Αριστοτέλης (κυρίως στην Αθηναίων Πολιτεία) φαίνεται ότι δεν συμπαθούσε το  Θουκυδίδη, σε πρώτη εκτίμηση,  λόγω των παραπάνω αιτίων (όπως αυτά αναφύουν μέσα από την πολιτική  φιλοσοφία του Αθηναίου Ιστορικού). Ο Αριστοτέλης δεν εθέλησε ποτέ να κινηθεί στις καθολικές πλατωνικές αρχές, δεν εθέλησε ποτέ να ομιλήσει με βάθος εσωτερικό (όπως  έπραξε ο σοφιστής και νοησιοκράτης Θουκυδίδης  αυτός ο οποίος προσπάθησε να θέσει τον Άνθρωπο και τις πράξεις του κάτω από νοητικές αρχές και αξίες): ο Σταγειρίτης προσπάθησε να σταθεροποιήσει ως το υπέρτατον καλόν την Πόλιν ώστε ακολουθώντας ο Άνθρωπος αυτό το υπέρτατον καλόν κατοχυρώνει την ευδαιμονία  του και την αυτάρκειά του. Ο Αριστοτέλης απεχθάνεται τη Θουκυδίδεια πρακτική εσωτάτης ανάλυσης της ανθρωπίνης φύσης άρα της εσωτάτης κριτικής της πόλης ως καθεαυτού κακού: Στηρίζεται στην εμπειρία του Ηθικού ανθρώπου ο οποίος εάν υπακούσει στην Πόλη των σωστών διακρίσεων των εξουσιών θα καταφέρει να καταστή καλός πολίτης. Δεν επιθυμεί ο Αριστοτέλης την εσωτάτη ενασχόληση με την Ανθρώπινη φύση διότι ως Λόγος νοείται η ικανότητα του ανθρώπου  να γίνεται ηθικός και ως τέτοιος να δημιουργεί το ύψιστο αγαθό της πόλεως; Δεν ενστερνίζεται τη Θουκυδίδεια απογοήτευση, δεν διαλύει τα πάντα ώστε επάνω στο χάος της ανθρωπίνης  φύσης να διακινδυνεύσει την διάλυση της  πόλης, η οποία τελικά επειδή ο άνθρωπος είναι νοήμων θα καταστή πολιτικό όν (Θουκυδίδης): ο Αριστοτέλης ως εμπειρικός και όχι νοησιοκράτης όπως ο Θουκυδίδης, εργάζεται επαγωγικά και όχι παραγωγικά: κτίζει τα καλούπια της  πόλης και υποτελεί και υποτάσσει σε αυτά τον Άνθρωπο: χωρίς να ασχολείται μαζί του στο Θουκυδίδειο βάθος (διότι μπορεί να διατυπώσει το συμπέρασμα ότι η χαοτική ανθρωπίνη φύσις είναι ακατάλληλη για την πόλη (Θουκυδίδης): αυτό το Θουκυδίδειο συμπέρασμα φοβίζει τον Αριστοτέλη ο οποίος εμπειρικά και επαγωγικά θέλει να καταστήσει τον άνθρωπο  καλό ηθικό και έλλογο πολίτη.

Η θεωρία επίσης του μικτού πολιτεύματος, η οποία σθεναρά υποστηρίζεται από το Θουκυδίδη, ευρίσκει φανερά αντίθετο τον Αριστοτέλη, διότι όπως θεωρεί ο Μακεδών  φιλόσοφος αντιβαίνει στη βασική  του αρχή της μεσότητας. Το μικτό πολίτευμα προέκυψε  περίπου το 411 α.κ.χ στην Πόλη των Αθηνών και όπως είπαμε υποστηρίχθηκε ως σωστό και πρέπον από το Θουκυδίδη: Γενικά ο Θουκυδίδης διαλύει μέσα από το έργο του δύο μύθους: η δημοκρατία είναι το τέλειο πολίτευμα, η ολιγαρχία μπορεί και δύναται να αναπληρώσει όλα τα κακώς κείμενα της δημοκρατίας.

Ως συνέπεια λοιπόν της επανάστασης στην Εύβοια οι Αθηναίοι έκαναν συνέλευση, τελείωσαν το καθεστώς των Τετρακοσίων και βρήκαν ένα συμβιβαστικό πολίτευμα αυτό των Πέντε χιλιάδων οπλιτών (πολιτών) όπου θα συμμετείχαν όσοι μπορούσαν να πολεμήσουν ως οπλίτες. Ο Θουκυδίδης θεωρεί ως διαλεκτικά πρέπον αυτό το πολίτευμα  διότι κινείται ανάμεσα στη δημοκρατία και στην ολιγαρχία: δεν είναι δημοκρατία διότι δεν κυβερνά όλος ό λαός, αλλά δεν είναι και ολιγαρχία διότι δεν κυβερνούν οι ολίγοι. Μετά λοιπόν από την τετράμηνη διακυβέρνηση των τετρακοσίων οι πολίτες εψήφισαν ες την Πύκναν καλουμένην την παράδοση της εξουσίας στους πέντε χιλιάδες οπλίτες, απουσία μισθού: αυτό θεώρησαν ότι θα βοηθούσε την πόλη να σταθεί στο ύψος της και πάλι μιάς και οι πέντε χιλιάδες ήταν οπλίτες άρα σε καιρό πελοποννησιακού πολέμου θα συνδύαζαν πολιτικές και πολεμικές αρετές.

Σύμφωνα με το Θουκυδίδη όλο αυτό ήταν μετρία  ξύγκρασις: δεν ήταν πλήρως αποδεκτή αλλά αναγκαίως αποδεκτή, διότι παρέβαινε την κυριαρχία των πολλών, δεν έδιδε βέβαια την εξουσία στους ολίγους, αλλά προσπαθούσε να κρατήσει ισορροπίες ώστε σταδιακά οι Πολλοί να επανέλθουν πλήρει δημοκρατικώ τρόπω, όταν επιτέλους η Αθήνα στεκόταν στα πόδια της έπειτα από τα δεινά του πελοποννησιακού πολέμου.

Για τον Αριστοτέλη τρείς είναι οι λόγοι σύγκρησης και συνένωσης πολιτευμάτων: δύο πολιτεύματα ανταλλάσσουν νομικά πλαίσια, οικονομικούς όρους, αξιώματα που υπάρχουν και στα δύο πολιτεύματα: στην περίπτωσή μας το πολίτευμα των πέντε χιλιάδων  αντήλλαξε αξιώματα, διότι οπλίτες ανέβηκαν στην εξουσία ούτε ως δημοκράτες  (διότι δεν ήσαν όλοι) ούτε ως ολιγαρχικοί (ήταν περισσότεροι από ολίγοι).

Στην Αθηναίων Πολιτεία ο Αριστοτέλης (κατ΄αρχάς) σημειώνει ότι καλώς έγιναν όλα αυτά σε τόσο δύσκολους καιρούς (…φαίνεται ότι καλώς εκυβερνήθη η  πόλις…). Όμως η διαφωνία του Σταγειρίτη (η οποία αποδεικνύεται στα Πολιτικά του) έγκειται στο ότι οι πέντε χιλιάδες δεν ήταν πολίτευμα αλλά τρόπο επίδειξης δύναμης άρα δεν ήταν η μεσότητα. Η μεσότητα σύμφωνα με τον Αριστοτέλη θα ήταν το να επιλεγούν από όλους τους πολίτες οι πέντε χιλιάδες καταλληλότεροι ώστε η Αθήνα να εξέλθει της κρίσης: ας θυμηθούμε ότι ο Αριστοτέλης σύμφωνα με την αρετή της μεσότητας, απέρριψε και την υπερβολή και την έλλειψη, και επέλεξε το μέτρο ως το μέσον: στην περίπτωση της μετρίας ξύγγκασης του πολιτεύματος των πέντε χιλιάδων δεν τηρήθηκε η παραπάνω ορθή και έλλογος μεσότης: διότι εάν  υπερβολή θα ήταν όλοι οι Αθηναίοι να καταλάβουν την εξουσία  και έλλειψη θα ήταν κάποιοι από αυτούς άκριτα και αδόκητα (το μέσον θα ήταν οι πλέον κατάλληλοι να κυβερνήσουν  έως η πόλις να εξέλθη της κρίσης) καταλαβαίνουμε ότι ο Σταγειρίτης απορρίπτει την μετρία ξύγκραση του Θουκυδίδη, απορρίπτει το ότι ο Θουκυδίδης επιδοκίμασε το πολίτευμα αυτό των πέντε χιλιάδων, διότι θεώρησε ότι είναι έλλειψη πέντε χιλιάδες απλά  οπλίτες άκριτα και χωρίς αποδεδειγμένα προσόντα να αναλαμβάνουν την διακυβέρνηση της  πόλης.

Ο Αριστοτέλης κινήθηκε αντίστροφα σε σχέση με το Θουκυδίδη: διαφήμισε την Πόλιν και έπειτα προσάρμοσε επάνω της τον Πολίτην: μπορούσε να το πράξει αυτό, ο Φίλιππος και ο  Αλέξανδρος είχαν ισορροπήσει πρόσωπα και καταστάσεις, εξάλλου  για αυτούς εργαζόταν: Αντίθετα ο Θουκυδίδης ξεκίνησε από την άλογη ανθρωπίνη φύση και επάνω της προβληματίσθηκε για τον πολιτικό πολιτισμό: δεν συνέφερε τον Αριστοτέλη να συμπαθει τον Θουκυδίδη: έπρεπε να ίδη τα ελαττώματα των Βασιλέων ενώ συζητώντας για τα καλά της τελείας κατ΄αρχάς  Πόλης του έδιδε ο Σταγειρίτης όλους τους τρόπους ο πολίτης αναγκαία να προσαρμοσθεί σε αυτήν την πόλη χωρίς να υπολογίζεται η χαοτική ανθρωπίνη πόλη (όπως στο Θουκυδίδη): ο Αριστοτέλης θεωρεί (σε αντίθεση με το Θουκυδίδη ό οποίος προβληματίσθηκε με την ανήθικη ανθρωπίνη φύση) ότι έλυσε το πρόβλημα της Ηθικής με τους κανόνες του στα Ηθικά Νικομάχεια εν ειρήνη: άρα δεν χρειάζεται εν πολέμω ο κόσμος να ασχολείται με την προβληματική Θουκυδίδεια ανθρωπίνη χαοτική και κακή ανθρωπίνη  φύση: ο Σταγειρίτης με την Ηθική του Πολιτειολογία κατέστησε την ανθρωπίνη φύση δυνάμει καλή άρα δεν μπορούσε να συμμερισθεί το Θουκυδίδειο αξίωμα ότι για τον Πελοποννησιακό πόλεμο ευθύνεται η κακή ανθρωπίνη φύση: ο καθείς θα κρίνει με γνώμονα την Ιστορία ποιος είχε δίκαιο: μπορεί και οι δύο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr