Γιατί η θρησκευτική συνείδηση γεννά την ταξική συνείδηση;

 


Γιατί η θρησκευτική  συνείδηση γεννά την ταξική συνείδηση;

Όταν οι Σοφιστές συζήτησαν για τη διαφορετικότητα  ανάμεσα στη Φύση και στο Νόμο, στην Πόλη, ίσως είχαν καταλάβει ότι μέσα στην Πολιτική ζωή των ανθρώπων θα προκύψει κάτι το οποίο είναι άγνωστο στη  Φύση: ο  εννοιακός και αξιακός διαχωρισμός των όντων με βάση σκέψεις και προνόμια οικονομικής, θρησκευτικής, πολιτικής, καθημερινής σημασίας. Η Φύσις δεν διαχωρίζει τα όντα, κατανέμει τον τρόπο πορείας του κάθε ενός με  βάση τις ικανότητές του και τις ανάγκες του. Η Πόλις ως οργανωμένη πνευματική και ηθική ζωή διαχωρίζει τους ανθρώπους, διότι η Πόλις στηρίζεται σε ιδέες και ήθος, παραμέτρους οντολογικά αστήρικτες, προϊόντα  του ανθρωπίνου μυαλού, οι οποίες αυτές παραμέτρους διαχωρίζουν τους ανθρώπους: οι θρησκευτικές ιδέες δημιουργούν τις τάξεις των προνομιούχων πιστών και των κακών απίστων, οι πολιτικές ιδέες δημιουργούν τις τάξεις των  προνομιούχων «δικών μας ανθρώπων» και των πολιτικών αντιπάλων, οι οικονομικές ιδέες  και πρακτικές διαχωρίζουν τους ανθρώπους με βάση το εισόδημα και άλλα σε πλουσίους και φτωχούς.

Ο λέων δεν νοιώθει μέσα στο φυσικό περιβάλλον ότι ανήκει σε άλλη  τάξη από το φίδι: νοιώθει ότι έχει άλλες δυνάμεις και άλλες ανάγκες, όπως και ο όφις. Επίσης: η φύσις δεν διαχωρίζει αλλά κατανέμει ώστε όλες οι δυνάμεις και ενέργειες να ικανοποιηθούν: απόδειξη ότι όλα είναι καλά αποτελεί το ότι κανείς λέων δεν μπορεί να γίνει όφις και το αντίστροφο. Βέβαια στην Φύση επικρατεί η Οντολογική σειρά της διαδοχής δυνάμεων χωρίς τη μεσολάβηση του ανθρωπίνου μυαλού το οποίο είναι λάτρης των διαχωρίσεων, όπως εξάλλου θα ιδούμε και θα διαπιστώσουμε.

Στην πλείονα λοιπόν οντολογική «λογική» της Φύσεως δεν υπάρχει η έννοια της τάξεως και της διαχωρίσεως αλλά η έννοια της κατανομής και της συνεχείας. Ίσως αυτό συνεχίζει στην ανθρωπίνη κοινωνία επί παγανιστικής εποχής ή σε εποχές όπου οι άνθρωποι ένοιωθαν και βίωναν τον εαυτό τους ως φυσική συνέχεια, υποταγμένη στην ενορατική οντολογική συνέχεια και όχι στην νοητική κλειστότητα του κόσμου της ανθρωπίνης  δήθεν υπεροχής  του λόγου και του ήθους, όπου όλα διαχωρίζονται διότι πλέον χάνεται η απειρία και η κατανομή της φύσης: ενώπιον του ανθρωπίνου μικροκόσμου και των αξιωμάτων του και των παροχών του δημιουργούνται τάξεις διαχωρίσεις.

Γιατί όμως η Φύσις κατανέμει ενώ ο Νούς διαχωρίζει; Γιατί η Φύσις απλά εξαντλεί δυνάμεις ενώ ο Νούς τις θέτει σε σειρά αλληλοεξόντωσης και ανταγωνισμού; Η απάντηση απαιτεί σειρά σκέψεων και προσεκτικών εκτιμήσεων: η Φύσις ως Οντολογική εσωτερική και ενορατική παράμετρος δεν γνωρίζει Νού και ελεγξιμότητα ιδεών και αξιών. Για αυτό και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης την άφησαν ήσυχη, έλαβαν δε από αυτή όσα εμπόρεσαν να κλείσουν σε ιδέες και πρόσκαιρες αξίες. Η Φύσις λοιπόν ως άπειρο μέγεθος διατηρεί ένα μέγεθος το οποίο ο Νούς το απολλύει πολύ γρήγορα: την οντολογική συνέχεια και απειρότητα: σε αυτή τη βάση οι δυνάμεις δεν εξυπηρετούν κάτι το εγωϊστικό και πρόσκαιρο αλλά κάτι το αιώνιο και διηνεκές; Τη συνέχεια και ανακατανομή δυνάμεων: ο λέων λοιπόν χαίρεται να είναι λέων διότι με αυτόν τον τρόπο ταξιδεύει στο άπειρο σύμπαν, δεν θέλει να γίνει κάτι άλλο υπό την έννοια ότι η οντολογική του συνέχεια του παρέχει όσα επιθυμεί. Δεν έχει κάτι πρόσκαιρο να επιθυμήσει το οποίο θα τον εκβάλει από την οντολογική του πορεία.

Προτεινόμενο διαγώνισμα : Λυσίου, Υπέρ Μαντιθέου Λόγος.

 


Προτεινόμενο διαγώνισμα : Λυσίου, Υπέρ Μαντιθέου Λόγος.

Α.Δίδεται το παρακάτω  διδαγμένο  κείμενο:

 ἐμὲ τοίνυν οὐδεὶς ἂν ἀποδείξειεν
οὔτ’ ἀπενεχθέντα ὑπὸ τῶν φυλάρχων οὔτε παραδοθέντα
τοῖς συνδίκοις οὔτε κατάστασιν καταβαλόντα. καίτοι πᾶσι
ῥᾴδιον τοῦτο γνῶναι, ὅτι ἀναγκαῖον ἦν τοῖς φυλάρχοις, εἰ
μὴ ἀποδείξειαν τοὺς ἔχοντας τὰς καταστάσεις, αὐτοῖς ζη-
μιοῦσθαι. ὥστε πολὺ ἂν δικαιότερον ἐκείνοις τοῖς γράμ-
μασιν ἢ τούτοις πιστεύοιτε· ἐκ μὲν γὰρ τούτων ῥᾴδιον ἦν
ἐξαλειφθῆναι τῷ βουλομένῳ, ἐν ἐκείνοις δὲ τοὺς ἱππεύ-
σαντας ἀναγκαῖον ἦν ὑπὸ τῶν φυλάρχων ἀπενεχθῆναι (παρ.7).
τι
δέ, ὦ βουλή, εἴπερ ἵππευσα, οὐκ ἂν ἦν ἔξαρνος ὡς δεινόν
τι πεποιηκώς, ἀλλ’ ἠξίουν, ἀποδείξας ὡς οὐδεὶς ὑπ’ ἐμοῦ
τῶν πολιτῶν κακῶς πέπονθε, δοκιμάζεσθαι. ὁρῶ δὲ καὶ
ὑμᾶς ταύτῃ τῇ γνώμῃ χρωμένους, καὶ πολλοὺς μὲν τῶν
τότε ἱππευσάντων βουλεύοντας, πολλοὺς δ’ αὐτῶν στρατη-
γοὺς καὶ ἱππάρχους κεχειροτονημένους. ὥστε μηδὲν δι’
ἄλλο με ἡγεῖσθε ταύτην ποιεῖσθαι τὴν ἀπολογίαν, ἢ ὅτι
περιφανῶς ἐτόλμησάν μου καταψεύσασθαι. ἀνάβηθι δέ
μοι καὶ μαρτύρησον. (παρ.8)

Β. Θέματα.

Β1α.Να δώσετε ένα επιχείρημα του ρήτορα στην παράγραφο 7, αξιολογώντας την αποτελεσματικότητά του.

Μον.5.

Β1β. Να χαρακτηρίσετε ως Σωστή ή Λάθος τις παρακάτω διατυπώσεις.

Α) Ο Μαντίθεος είχε καταβάλει στους υπευθύνους του δημοσίου την προκαταβολή.

Β) Οι κατάλογοι των Φυλάρχων ήταν αξιόπιστοι.

Η δικτατορία των λέξεων.

 


Η δικτατορία  των λέξεων.

Λέξεις δεν υπήρχαν πάντοτε. Πότε εμφανίσθηκαν οι λέξεις, πότε εμφανίσθηκε η πρώτη λέξη;Τι ακριβώς αντικατέστησε η λέξη και τι αντιπροσωπεύει η λέξη; Τι πραγματικά προσφέρει και σε τι πραγματικά χρησιμεύει η λέξη;

Είναι πράγματι  πολλά τα ερωτήματα. Πολύ πρίν το Θεό η λέξη ήταν ο πρώτος Θεός διότι κατάφερε κάτι το οποίον μόνον ο θεός μετέπειτα κατάφερε: να ενώσει όλους τους ανθρώπους μπροστά της: Όταν ο Οδυσσέας άκουγε  τη λέξη Ελένη καταλάβαινε ό,τι ακριβώς και χιλιάδες άλλοι Έλληνες: την Ελένη σύζυγο Μενελάου, αυτήν η οποία απετέλεσε το μήλον της έριδος ανάμεσα σε Έλληνες και Τρώες. Άρα για αυτό ο Χριστιανισμός ωνόμασε το θεό του Λόγο διακηρύσσοντας ότι εν αρχή ήν ο Λόγος. Η Λέξη είναι ο πραγματικός κυβερνήτης  του κόσμου μας. Χωρίς τις λέξεις θα ήμασταν απλό άθροισμα δυνάμεων κανονισμένων από τη βαθεία φύση μας στην πορεία της: τώρα διά των λέξεων εμείς κανονίζουμε την συμπαντική και κοσμική και ανθρωπίνη πορεία μας.

Οι λέξεις σε καμμία των περιπτώσεων δεν έχουν αυτοΰπαρξη: Δεν μπορούν να ζήσουν μόνες τους: είναι σε σχέση με τον  Άνθρωπο ως ιδέα και πράξη: ζούν μόνον και εφόσον τις ενεργοποιήσουν οι άνθρωποι: αλλοιώς χάνονται και πεθαίνουν: όμως είναι δημιουργήματα τα οποία κυβερνούν τους δημιουργούς τους ανθρώπους: διότι οι  λέξεις εξουσιάζουν διαχρονικά τους ανθρώπους και με αυτόν τον τρόπο οι άνθρωποι φεύγουν οι λέξεις μένουν και καθορίζουν τη σκέψη και την πράξη όλων των ανθρώπων διαχρονικά: η λέξη «καλός» καθορίζει τη ζωή του παππού του πατέρα του υιού του εγγονού κ.λ.π.

Τι αξίζει σε μία λέξη:η λέξη είναι το αντίθετο της φύσης: διότι ενώ ως εμφάνιση είναι απλή όλη της η δύναμη  είναι η αϋλότητά της: εμφανισιακά είναι ανύπαρκτη, κάποια γράμματα στη σειρά, όμως το  σύνολο αυτών των γραμμάτων παράγουν ιδέες και αξίες, συστήματα και ανθρώπους, οντότητες και δυνάμεις οι οποίες καθορίζουν το σύμπαν που ζούμε και πορευόμεθα.

Τι υπήρχε πρίν τις λέξεις; Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι λέξεις υπήρξαν μαζί με τον Άνθρωπο: άρα η ερώτηση ισοδυναμεί με την ακόλουθη ερώτηση: ποίο ον υπήρξε πρό του ανθρώπου το οποίο δεν είχε ανάγκη τις λέξεις αλλά προχωρούσε στην οντολογική του πορεία διαφορετικά; Αυτό το όν υπήρξε στη γή ή σε άλλη κατάσταση και άλλο πλανήτη; Οι λέξεις  γεννήθηκαν στη γή ή υπήρξαν και σε άλλη ζωϊκή κατάσταση και σε άλλο πλανήτη;

Πολλά από αυτά δεν  έχουν  απάντηση: διότι δεν γνωρίζουμε την απάντηση: για αυτό και ο Πλατωνικός Κρατύλος είναι ένας διάλογος λειψός όπως το σύνολο των Πλατωνικών διαλόγων οι οποίοι αρχίζουν από ένα νοητό μισό του κόσμου και του ανθρώπου και συνεχίζουν: τι υπήρχε όμως πρίν τις λέξεις που τόσο ωραία αναλύει ο Σωκράτης;

Με βάση λοιπόν τα όσα γνωρίζουμε σε ό,τι βιβλίο και χειρόγραφο μας έχει σωθεί, μέσα στην Οντολογική συνέχει των Όντων δεν υπήρχαν πάντοτε λέξεις: διότι πολύ απλά τα οντολογικά στοιχεία καθοδηγούσαν τα Όντα μέσα από ποικίλες όσες οντολογικές δυνάμεις: όπως τα άστρα, μέσα από τον  Ήλιο τον Αιθέρα τους Πλανήτες κανονίζουν την κίνησή των: το ίδιο συνέβαινε και με τα Όντα που υπήρξαν προ του Ανθρώπου: κανόνιζαν την πορεία τους μέσα από τα σημεία των οντολογικών ανακατανομών  δύναμης: π.χ η οντολογική συνέχεια καθόριζε την επαφή και την πρόοδο των προανθρωπίνων όντων μέσα από σημεία, μορφές που παρουσίαζε, καταστάσεις, τρόπους και τόπους πορείας. Διότι η επικοινωνία είναι ανθρώπινη προϋπόθεση, μέσα στο Όν υπήρξαν Όντα τα οποία δεν χρειάζονταν  επικοινωνία διότι η Οντολογική κοινή δύναμη τα μετέφερε στην Οντολογική συνέχει  και διαδοχή ως δύναμη πορείας και εξέλιξης καθεαυτής. Σαν  να κοιμόμαστε και να μεταφερόμεθα χωρίς την ανάγκη λέξεων σε άλλους τόπους και μέρη.

Σημειώσεις στην Πλατωνική Πολιτεία.

 


Σημειώσεις στην Πλατωνική Πολιτεία.

Η Πλατωνική Πολιτεία μέσα στην Ιστορία του ανθρωπίνου πνεύματος αναμφίβολα  κατέχει περίοπτη θέση. Η Πλατωνική Πολιτεία σηματοδοτεί την επίσημη μετάβαση από το φυσιοκρατισμό των προσωκρατικών φιλοσόφων στην πολιτειότητα πλέον του ανθρωπίνου πολιτισμού. Η Πολιτεία του Πλάτωνος κόβει κάθε δεσμό με τη Φύση ως εικόνα και συμπαντική δύναμη και μεταφέρει τον Άνθρωπο στην Πόλη και στο Πολιτικό περιβάλλον. Ποτέ πάλι ο Άνθρωπος δεν θα ασχοληθεί με τη Φύση ως σύνολο πρωτολείων οντολογικών δυνάμεων, πλέον ο σκοπός  Ανθρώπων, Ηγεμόνων, θεών και ανθρώπων, θα είναι αυστηρά η ιδέα και η ηθική του αστού πολιτικού ανθρώπου.

Η κύρια αρχή η οποία διέπει την Πλατωνική Πολιτεία είναι η συγκεντροποίηση, διότι η μετάβαση από την αχανή φύση (την οποία τόσο απεκήρυξε και ο Σωκράτης και ο μαθητής του Πλάτων) στην συγκεκριμένη πολιτεία προϋποθέτει συμμάζευση και συγκεντροποίηση των δυνάμεων, οι οποίες πρέπει να χάσουν την απειρότητά τους και να καταστούν πεπερασμένως συγκεκριμένες και ταξιθετημένες. Εξάλλου είναι γνωστό ότι και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης  μισούν ως ασύμμετρη την χαότητα, συμπαθούν ως συμμετρικότητα την πεπερασμένη διάταξη του δικού τους πνευματικού και ηθικού κόσμου: άρα η Πλατωνική Πολιτεία σηματοδοτεί το πέρασμα του Ανθρώπου από το αχανές σύμπαν στο ταξιθετημένο και προβλέψιμο, συμμετρικό και καθορίσιμα εξελίξιμο ανθρωπίνως περιβάλλον της Πόλεως. Η Πλατωνική Πολιτεία σηματοδοτεί την ώρα του Ανθρώπου: ο Πλάτων στηρίζει την Πολιτεία του σε όσα έχει συνιδρύσει στους λοιπούς διαλόγους του (κυρίως στον Φαίδωνα, Μένωνα, κ.λ.π): ο Άνθρωπος έχει υπάρξει στον κόσμο των Ιδεών, από εκεί έχει έλθη στην γή των ανθρώπων: άρα η Πολιτεία στηρίζεται σε Ανθρώπους οι οποίοι διά της Αναμνήσεως έχουν γνώση του διαχρονικού πολυμορφικού και πολυουσιακού εαυτού τους: με αυτόν τον τρόπο μετατρέπουν την ιδέα σε βίωμα και ηθική: ας το προσέξουμε: Οι άνθρωποι οι οποίοι ενθυμούνται την προΰπαρξή των στον κόσμο του Αγαθού, του Καλού και του Ωραίου, αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι μπορούν διά της παιδείας και της επιμελείας να σμιλεύουν τις ακατέργαστες φυσικές δυνάμεις σε ιδέες και αξίες, ώστε να γεννούν σκέψη, διάνοια, γνώση και ηθική, αυτοί είναι οι μέτοχοι της Πολιτείας: άρα πτωτίστως η Πλατωνική Πολιτεία είναι συνέχεια του κόσμου του Αγαθού, στηρίζεται στην αναμνησιακή και νοητική και ηθική γνώση, αποτελείται αυστηρά από πεπαιδευμένους ανθρώπους, δεν έχει καμμία σχέση με το παγανιστικό παρελθόν μίας άλλης ανεπεξέργαστης φύσεως.

Ώστε η Πλατωνική Πολιτεία είναι το στερνοπαίδι, το τελευταίο τέκνο, του κλεινού άστεως. Ο Ξενοφάνειος, Αναξαγόρειος, Νούς έκλεισε τη Φύση σε Ιδέες και Αξίες, σε σκέψεις και αξιώματα. Ο  πειρασμός για τον Πλάτωνα είναι μεγάλος, και δεν τον αφήνει να περάσει ανεκμετάλλευτος: Η κοινωνία του Επιταφίου του Περικλέους, ήταν ένα μίγμα πραγματικότητας και μεταφυσικής δοξασίας: Όμως η Αθήνα για πολλά επήνεσε τον εαυτό της, ήλθε όμως ο Πελοποννησιακός πόλεμος να τα καταστρέψει όλα: η Αθηναϊκή φιλοσοφία δεν κατάφερε να τιθασσεύσει την απροσδιόριστη κατά το Θουκυδίδη ανθρώπινη φύση. Τα φιλοσοφικά όρια του κλεινού άστεως δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν την ατρύγετο κατά τον Όμηρο, αχανή ανθρωπίνη φύση.

Θα πρέπει λοιπόν να δώσουμε ως κυρία αφορμή της Πλατωνικής Πολιτείας, την διαπίστωση του Θουκυδίδου ότι η ανθρώπινη φύση ευθύνεται για τις ποικίλες όσες τραγικότητες του Πελοποννησιακού πολέμου. Ο Πλάτων δεν γράφει την Πολιτεία ως Αθηναίος: για αυτό και την έγραψε. Ο Πλάτων γράφει την Πολιτεία ως εννοιακός άνθρωπος στοχεύων σε κάτι πολύ σημαντικό και αρκετά πρωτότυπο: ο Θάνατος του Διδασκάλου του Σωκράτους, αποτελεί και αυτός αφορμή  και αιτία για την Πολιτεία: πρέπει να κατασκευασθεί μία Πόλη η οποία θα τιθασσεύσει την Θουκυδίδεια φύση, θα υμνήσει το Σωκράτη και τους σοφωτέρους των ανθρώπων: επίσης ως ο Παρθενών

Σημειώσεις στο Λόγο του Λυσία: Υπέρ Μαντιθέου.

 


Σημειώσεις στο Λόγο του Λυσία: Υπέρ Μαντιθέου.

Ο δικανικός λόγος του Λυσία υπέρ Μαντιθέου, απηγγέλθη περί το 392-389 π.Χ . Θεωρείται ως τεχνική και ψυχολογική εμβάθυνση πρότυπο λόγου, γραφείς από έναν άριστο χειριστή του λόγου, όπως ήταν ο Λυσίας. Ο δικανικός αυτός λόγος διαθέτει πολλά επίπεδα εμβάθυνσης και προσφοράς πολυτίμων πληροφοριών.

Αναδεικνύεται το βαθύ πολιτικό και πολιτιστικό χάσμα το οποίο υπήρχε στην Αθηναϊκή Πολιτεία. Αυτό το χάσμα είναι απόρροια της πνευματικότητας η οποία ανεπτύχθη στο κλεινόν άστυ. Είναι ένα χάσμα το οποίο δεν ανιχνεύεται στην Σπαρτιατική Πολιτεία η οποία εκράτησε την Οντολογικότητα, την Καθεαυτότητα, όχι τη Φιλοσοφική εξέλιξη του Νοός. Οι Σπαρτιάτες υπηρέτησαν πιστά την εσωτερική φυσική και συμπαντική δύναμη, αυτό το οποίο ήταν εκ φύσεως, αυτή τη δύναμη δεν την διύλισαν μέσα στο μυαλό τους, ώστε κάποιοι να είναι φιλόσοφοι και θιασώτες της τάδε πολιτικής κίνησης, οι άλλοι φιλόσοφοι και θιασώτες της δείνα πολιτικής κίνησης. Ο λόγος για το Μαντίθεο αναδεικνύει τις τελικές συνέπειες της φιλοσοφικής εξέλιξης των Αθηνών, διότι όπου εξελίσσεται ο Νούς και παράγει Φιλοσοφία οι άνθρωποι παύουν να προσδιορίζονται έναντι της κοινής φύσης και προσδιορίζονται με βάση τις καλλιεργηθείσες και αναπτυχθείσες ιδέες και αξίες.

Ο Λόγος για τον Μαντίθεο έρχεται ως συνέχεια επίσης της συμπεριφοράς των Αθηναίων έναντι του Σωκράτους. Αναδεικνύει τα πολλαπλά χάσματα που έχαιναν στην Αθηναϊκή καθεστηκυία κατάσταση. Το κύριο πρόβλημα το οποίο αναδεικνύει ο Λόγος για τον Μαντίθεο είναι η διάσταση της Ατομικότητας και της Πολιτειότητας στην Αθηναϊκή Δημοκρατία. Πρέπει αρκετά να προχωρήσουμε σε βάθος και να μην μείνουμε στην επιφανειακή διάσταση Ολιγαρχικών και Δημοκρατικών.

Ο Περικλής υπερηφανεύθηκε  στον Επιτάφιό του ότι Δημοκρατία κέκληται διότι Όλοι συμμετέχουν στα κοινά με σκοπό το Κοινό καλό. Είναι σημαντικό και μέσα από τα Πολιτικά του Αριστοτέλους ότι η Αθηναϊκή Δημοκρατία εβάδισε στο δρόμο και στην Οδό της Ολότητας: Όλοι Είναι Πολίτες έναντι της Πόλης. Αυτή η Ολότητα δεν ήλθε βέβαια μόνη της: Οι Σοφιστικές παραγωγικές αρχές και οι Σωκρατικές επαγωγικές αρχές διεκδίκησαν γλαςκασ Ολότητας: οι Αθηναίοι κινήθηκαν επικίνδυνα στο ότι λέμε και κάνουμε αφορά Όλους: κανείς δεν  μπορεί να ζήσει στην Πόλη μας για τον Εαυτό του κάνοντας ατομικές επιλογές: Η Δημοκρατικότητα υμνήθηκε σαν θεωρία και πράξη  διότι πολύ απλά έδωσε το δικαίωμα και την υποχρέωση σε όλους να συμμετάσχουν και να πράξουν: η Αθηναϊκή Δημοκρατία διαλύει την Ατομικότητα, την Ξεχωριστότητα, θεωρεί ως Αμαρτία την κατά μόνας επιλογή, Όλοι Είναι για όλους: όπως θεωρητικά ηύρομεν τις καθολικές αρχές του Καλού και του ωραίου, πρέπει όλοι στην πράξη να πράττωμεν αυτά: η Δημοκρατικότητα διασφαλίζει την καθολική εφαρμογή των καθολικών αρχών, άρα το καθολικό Υποκείμενο μέσα στην ολότητα της Πόλης.

Ο Μαντίθεος αναδεικνύει την απόρριψη των Ολιγαρχικών όλων αυτών, την Ατομική πορεία μέσα στην Αθήνα. Οι Ολιγαρχικοί ήταν δυσάρεστοι διότι δεν μπορούσαν ή δεν επιθυμούσαν να επιτύχουν αυτό το καθολικό άνοιγμα: Ίσως ο Πλάτων και ο Σωκράτης τους ώθησε σε αυτό μέσα από την εκλεκτική τους ατομική μαιευτική ατομική φιλοσοφία. Εάν Εγώ ενθυμηθώ (μέσα από την φιλοσοφία της αναμνήσεως του Πλάτωνος) τον ανώτερο Εαυτό μου , γιατί να τον μοιρασθώ με τους Άλλους: βέβαια ο Πλάτων στους Νόμους και στην Πολιτεία συζητεί ότι οι πεπαιδευμένοι Πολίτες θα πρέπει να συστήσουν την Ιδανική Πολιτεία, όμως κάποιοι (Κριτίας, Θηραμένης, Αλκιβιάδης ( όλοι Σωκρατικοί μαθηταί) ίσως θα ήθελαν να κατακρατήσουν τους ατομικούς λημματικούς θησαυρούς για τον εαυτό τους,για την καμαρίλα τους): άρα ο Μαντίθεος ενεθύμισε στους Αθηναίους την αιτία του χαμού της Πόλης των: η Ατομικότητα των Ολιγαρχικών, κατεσκεύασε ένα Υποκείμενο το οποίο δεν υπήκουε στην Πόλη, ώδευε ένα δικό του δρόμο: αυτό το Υποκείμενο το αυτεγνωσμένο (ίσως εγωϊστικά Σωκρατικώς) διά του Μεγάλου Αλεξάνδρου έσπασε τα όρια της Πόλεως Κράτους και εμοίρασε το Λόγο του στην Παγκοσμιότητα της Ελληνιστικής εποχής, της Ρώμης, του Χριστιανικού καθολικού Λόγου.

Ο αντιπλατωνισμός της χριστιανικής αγάπης.

 


Ο αντιπλατωνισμός της χριστιανικής αγάπης.

Η πορεία του Πλάτωνος είναι μία συγκεκριμένη μετάβαση από την χαοτική άλογη οντολογική δύναμη προς την έλλογη μεταμφίεση αυτής της δύναμης υπό την αμφίεση της Ιδέας. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ιδέα, παράγεται από το ρ.ορώ, β΄αόριστος : είδον: ο άνθρωπος ενορατικά διαβλέπει αφαιρετικές κοινές δυνάμεις στο χάος , τις  κλέβει, και με αυτές κτίζει το πρόσκαιρο οικοδόμημα της Πόλης, της Πολιτείας, του Πολιτισμού, της Φιλοσοφίας και των οδών της.

Η χριστιανική αγάπη στηρίχθηκε στην Πλατωνική ιδέα. Χρησιμοποίησε το Πλατωνικό οικοδόμημα και τις Πλατωνικές ιδέες και αξίες: ο χριστιανός σκέπτεται, ανακαλύπτει, αντιλαμβάνεται ότι το παρόν οικοδόμημα στηρίχθηκε σε ιδέες και αξίες του Καλού , του Ωραίου, του Αγαθού. Η χριστιανική όμως θεολογία, ανέλαβε το δύσκολο ομολογουμένως έργο να εξελίξει τον πλατωνισμό, κυρίως προς την πλευρά του θεού, εξέλιξη που θα συμπαρέσυρε και τον άνθρωπο: άς γίνουμε πιο συγκεκριμένοι.

Ο Πλατωνικός θεός ήταν αφηρημένος, μη προσωπικός, εξέλιξη της Ιδέας, η ιδέα της ιδέας. Μοιραία ήταν αντικείμενο σκέψεως και όχι ενόρασης  ή συναισθηματικής προσέγγισης. Ο χριστιανισμός μέσα στην πλατωνική οικία, άρχισε την αναμόρφωση: ο αφηρημένος θεός έγινε ο πολύ συγκεκριμένος Θεάνθρωπος, ο Ιησούς ήταν ο δικός μας συγκεκριμένος Άνθρωπος. Αυτό σε κάθε περίπτωση  μετήλλαξε κάποια χαρακτηριστικά της πλατωνικής οικίας.

Αφ΄ής στιγμής ο Θεός έγινε το θείο ενυπόστατο  του Θεανθρώπου, η Πλατωνική οικία άρχισε να αναμορφώνεται σε κάποια στοιχεία της: άς τα παρακολουθήσουμε: πλέον ο νούς υποκαθίσταται από την καρδία ως κέντρο προσέγγισης του Θεού: αυτό είναι αρκετά φυσιολογικό εάν σκεφθούμε ότι ο Πλάτων διά της Ιδέας ένωνε όμοια συμπαντικά δεδομένα προκειμένου αφαιρετικά να εύρη τον ιδεατό κοινό δεσμό τους: δηλαδή: ενορατικά διέβλεπε ότι ο Ήλιος υπακούει σε αρμονία ενεργειών, η θάλασσα υπακούει σε συμμετρία κινήσεων, με αυτόν τον τρόπο οδηγήθηκε στις ιδέες του όντος, της στάσης, της κίνησης, της ετερότητας και διαφοράς. Όμως η νοητή θεία αρχή του Πλάτωνος ήταν αφηρημένη και άρα ο Αθηναίος φιλόσοφος προσπάθησε να κλείσει τα πάντα μέσα στις ιδέες της ανάμνησης, γνώσης, ιδέας, ηθικής.

Αφ΄ής στιγμής οι χριστιανοί εδημιούργησαν έναν θεό με συνδυασμό σωματικών και  πνευματικών χαρακτηριστικών, το πλατωνικό οικοδόμημα έκλεισε: η οροφή του ήταν ο τόσο συγκεκριμένος θεός: η φύση του ήταν τα συγκεκριμένα θεία ενεργήματα και οι δυνάμεις αυτού του θεού: ο άνθρωπος για πρώτη φορά ένοιωσε ότι ο θεάνθρωπος ήταν δίπλα του, δεν χρειαζόταν να προχωρήσει σε φοβερές και τρομερές πλατωνικές αφαιρέσεις προκειμένου να μεθέξει της θείας φύσης: αρκούσε η τήρηση των εντολών του η  τήρηση των τόσο προσαρμοσμένων και συγκεκριμένων προς την ανθρώπινη καθημερινότητα εντολών του Ιησού.

Προτεινόμενο διαγώνισμα τετραμήνου στο μάθημα: Αρχαία Ελληνικά από μετάφραση, γ΄ γυμνασίου.

 


Προτεινόμενο διαγώνισμα τετραμήνου στο μάθημα:

Αρχαία Ελληνικά από μετάφραση, γ΄ γυμνασίου.

Ευριπίδου , Ελένη.

Α΄επεισόδιο: στ. 436-467.

Α. Κείμενο.

Μενέλαος:

Πέλοπα, που αγωνίστηκες στην Πίσα με τον Οινόμαο

 σ’ αρματοδρομίες, τότε, που ’χες καλέσει τους θεούς σε δείπνο,

 να ’χανες τη ζωή σου, πριν ακόμα  γεννήσεις το γονιό μου,

τον Ατρέα, κι εκείνος πάλι από την Αερόπη δυο γιους,

τον Αγαμέμνονα κι εμένα το Μενέλαο, ζευγάρι ξακουσμένο˙

 γιατί θαρρώ –και καυχησιά δεν είναι

 πως με καράβια οδήγησα στην Τροία στράτευμα πλήθος

 κι όχι με τη βία σαν τύραννος, αλλά μ’ ακολουθήσαν

θέλοντας οι λεβέντες της Ελλάδας. Χαθήκανε πολλοί,

πολλοί κι εκείνοι  που χαίρονται,

γιατί έχουνε ξεφύγει τον κίνδυνο της θάλασσας

 και φέραν  τα ονόματα των σκοτωμένων πίσω στα σπίτια τους

 Εγώ περιπλανιέμαι τόσον καιρό στο κύμα ο δόλιος,

 όσο χρειάστηκα την Τροία για να κουρσέψω

 κι ενώ ποθώ στον τόπο μου να φτάσω,

τη χάρη αυτή οι θεοί δε μου χαρίζουν.

Τριγύρισα τους έρμους της Λιβύης τους αφιλόξενους γιαλούς

και κάθε  φορά,που την πατρίδα μου ζυγώνω,

 μακριά με ξανασπρώχνουν οι ανέμοι,

χωρίς μες στα πανιά μου να φουσκώσει ποτέ πρίμος αγέρας για τη Σπάρτη.

 Και τώρα ναυαγός ο μαύρος, δίχως  φίλους στη χώρα βγήκα εδώ

 Συντρίμμια γίνηκε το καράβι μου στους βράχους.

Β. Ερωτήσεις.

Β1α. Ποιος είναι ο Πέλοπας και ο Ατρέας, γιατί αναφέρεται σε αυτούς ο Μενέλαος;

Μον.2.

Β1β.  «…πως με καράβια οδήγησα στην Τροία στράτευμα πλήθος…». Σε ποιο γεγονός αναφέρεται ο Μενέλαος; Ποια ήταν η αιτία του πολέμου αυτού και πώς σχετίζεται με την τραγωδία «Ελένη» του Ευριπίδου;