Γιατί η θρησκευτική συνείδηση γεννά την ταξική συνείδηση;
Όταν οι Σοφιστές συζήτησαν για τη διαφορετικότητα ανάμεσα στη Φύση και στο Νόμο, στην Πόλη, ίσως είχαν καταλάβει ότι μέσα στην Πολιτική ζωή των ανθρώπων θα προκύψει κάτι το οποίο είναι άγνωστο στη Φύση: ο εννοιακός και αξιακός διαχωρισμός των όντων με βάση σκέψεις και προνόμια οικονομικής, θρησκευτικής, πολιτικής, καθημερινής σημασίας. Η Φύσις δεν διαχωρίζει τα όντα, κατανέμει τον τρόπο πορείας του κάθε ενός με βάση τις ικανότητές του και τις ανάγκες του. Η Πόλις ως οργανωμένη πνευματική και ηθική ζωή διαχωρίζει τους ανθρώπους, διότι η Πόλις στηρίζεται σε ιδέες και ήθος, παραμέτρους οντολογικά αστήρικτες, προϊόντα του ανθρωπίνου μυαλού, οι οποίες αυτές παραμέτρους διαχωρίζουν τους ανθρώπους: οι θρησκευτικές ιδέες δημιουργούν τις τάξεις των προνομιούχων πιστών και των κακών απίστων, οι πολιτικές ιδέες δημιουργούν τις τάξεις των προνομιούχων «δικών μας ανθρώπων» και των πολιτικών αντιπάλων, οι οικονομικές ιδέες και πρακτικές διαχωρίζουν τους ανθρώπους με βάση το εισόδημα και άλλα σε πλουσίους και φτωχούς.
Ο λέων δεν νοιώθει μέσα στο φυσικό περιβάλλον ότι ανήκει σε άλλη τάξη από το φίδι: νοιώθει ότι έχει άλλες δυνάμεις και άλλες ανάγκες, όπως και ο όφις. Επίσης: η φύσις δεν διαχωρίζει αλλά κατανέμει ώστε όλες οι δυνάμεις και ενέργειες να ικανοποιηθούν: απόδειξη ότι όλα είναι καλά αποτελεί το ότι κανείς λέων δεν μπορεί να γίνει όφις και το αντίστροφο. Βέβαια στην Φύση επικρατεί η Οντολογική σειρά της διαδοχής δυνάμεων χωρίς τη μεσολάβηση του ανθρωπίνου μυαλού το οποίο είναι λάτρης των διαχωρίσεων, όπως εξάλλου θα ιδούμε και θα διαπιστώσουμε.
Στην πλείονα λοιπόν οντολογική «λογική» της Φύσεως δεν υπάρχει η έννοια της τάξεως και της διαχωρίσεως αλλά η έννοια της κατανομής και της συνεχείας. Ίσως αυτό συνεχίζει στην ανθρωπίνη κοινωνία επί παγανιστικής εποχής ή σε εποχές όπου οι άνθρωποι ένοιωθαν και βίωναν τον εαυτό τους ως φυσική συνέχεια, υποταγμένη στην ενορατική οντολογική συνέχεια και όχι στην νοητική κλειστότητα του κόσμου της ανθρωπίνης δήθεν υπεροχής του λόγου και του ήθους, όπου όλα διαχωρίζονται διότι πλέον χάνεται η απειρία και η κατανομή της φύσης: ενώπιον του ανθρωπίνου μικροκόσμου και των αξιωμάτων του και των παροχών του δημιουργούνται τάξεις διαχωρίσεις.
Γιατί όμως η Φύσις κατανέμει ενώ ο Νούς διαχωρίζει; Γιατί η Φύσις απλά εξαντλεί δυνάμεις ενώ ο Νούς τις θέτει σε σειρά αλληλοεξόντωσης και ανταγωνισμού; Η απάντηση απαιτεί σειρά σκέψεων και προσεκτικών εκτιμήσεων: η Φύσις ως Οντολογική εσωτερική και ενορατική παράμετρος δεν γνωρίζει Νού και ελεγξιμότητα ιδεών και αξιών. Για αυτό και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης την άφησαν ήσυχη, έλαβαν δε από αυτή όσα εμπόρεσαν να κλείσουν σε ιδέες και πρόσκαιρες αξίες. Η Φύσις λοιπόν ως άπειρο μέγεθος διατηρεί ένα μέγεθος το οποίο ο Νούς το απολλύει πολύ γρήγορα: την οντολογική συνέχεια και απειρότητα: σε αυτή τη βάση οι δυνάμεις δεν εξυπηρετούν κάτι το εγωϊστικό και πρόσκαιρο αλλά κάτι το αιώνιο και διηνεκές; Τη συνέχεια και ανακατανομή δυνάμεων: ο λέων λοιπόν χαίρεται να είναι λέων διότι με αυτόν τον τρόπο ταξιδεύει στο άπειρο σύμπαν, δεν θέλει να γίνει κάτι άλλο υπό την έννοια ότι η οντολογική του συνέχεια του παρέχει όσα επιθυμεί. Δεν έχει κάτι πρόσκαιρο να επιθυμήσει το οποίο θα τον εκβάλει από την οντολογική του πορεία.