Γιατί απουσιάζει η έννοια του Άλλου στην Ελληνική κοσμοθέαση;
Μελετώντας την πορεία του
Ελληνικού Πολιτειακού πολιτισμού παρατηρούμε ότι απουσιάζει η έννοια του Άλλου,
με τον τρόπο που αυτή ορίσθηκε στο χριστιανισμό, στον υπαρξισμό, στους νεωτέρους
μεταδιαφωτιστικούς χρόνους. Εάν προσέξουμε στον Όμηρο οι Αχαιοί αποτελούν ένα
ενιαίο όλον, δεν υφίσταται διαχωρισμός Εγώ και Άλλου: υπό την έννοια ότι όλοι
οι Αχαιοί, όλοι οι Μυρμιδόνες, πιστεύουν στους ίδιους θεούς, έχουν τα ίδια
ηρωϊκά ιδανικά, επίσης σκέπτονται και πράττουν κινούμενοι από τις ίδιες κοινές
αρχές και εξίες, του Ωραίου, του Ανδρείου, της Υστεροφημίας. Ίσως για αυτό το
λόγο οι Έλληνες προσέφεραν τον Ξένιο Δία ώστε ο Άλλος να αποκτήσει υπόσταση: ως
διαφορετικός ο οποίος όμως θα έπρεπε να υπηρετεί και αυτός ιδέες και αξίες,
θεούς και ιδεώδη.
Παρατηρούμε ότι στην Ιλιάδα απουσιάζει
το αντίπαλον δέος στα ηρωϊκά ιδεώδη, ακόμα και ο Θερσίτης είναι μία απλή
εξαίρεση η οποία επιτονίζει τον κανόνα: Υπό την έννοια ότι δεν έχει την
υπόσταση του Άλλου, του διαφορετικού, αλλά την υπόσταση απλά διαμαρτυρομένου
και φοβισμένου και απογοητευμένου ανθρώπου ο οποίος δεν μπορεί να ακολουθήσει
τον Ηρωϊκό δρόμο του Αχιλλέως και του Αίαντος. Όλοι οι Αχαιοί αποτελούν ένα
ενιαίο όλον ενώπιον του Σύμπαντος, των Θεών, των Ηρωϊκών ιδεωδών: Είναι το Εν
εις Πολλά, η Πολλότης λόγω της Ποιότητος ιδεών και ηρωϊκών αξιών διασφαλίζει
την Ενότητα: Απουσιάζει ο Άλλος ώς το διαφορετικό.
Θα μπορούσαμε (προσπαθώντας να
εξηγήσουμε την ενιαυτότητα των Ομηρικών Ηρώων και την απουσία του Άλλου) να
υποστηρίξουμε ότι οι Ομηρικοί Ήρωες
διαθέτουν μία θαυμαστή αυτοΰπαρξη η οποία επικοινωνώντας με το Σύμπαν και τους Θεούς
προσφέρει μία ολοκλήρωση στην Ύπαρξή τους: επειδή είναι Τέλειοι ώς πράξη και βίωμα δεν χρειάζεται
κανείς να διαφοροποιηθεί: δεν υπάρχει το Άλλον εκτός του Τελείου: άρα οι Ήρωες
ώς Τέλειοι εκφραστές του Ηρωϊκού ιδεώδους είναι Εν χωρίς τη διάκριση Εγώ και ο Άλλος:
διότι τους ενώνει ο κοινός Συμπαντικός δρόμος προς τον Όλυμπον των Θεών.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή
την Ηρωϊκή Πολιτειολογία του Ομήρου την δανείσθηκε εξ όλοκλήρου ο Πλάτων ο
οποίος και αυτός αρνείται (εν μέρει και κατά κάποιον τρόπο) την έννοια του
Άλλου: υπό την έννοια ότι ο Πλάτων ασχολείται με την Πολιτεία Όλων των Αγαθων
Πολιτών όπου δεν θα υπάρχει Εγώ και ο Άλλος
αλλά Όλοι θα Είναι μέλη ενός Αγαθού Ωραίου και Καλού Πολιτικού Όλου: απουσιάζει
η έννοια του Άλλου και ως διαφορετικής οντότητος αλλά και ώς Άλλης επιλογής
ζωής, διότι ουδείς εκών κακός, Όποιος
γνωρίσει το Καλό αποτελεί την Πολιτεία η οποία είναι σύνολο Πεπαιδευμένων
Πολιτών.
Τι σηματοδοτεί για την ανθρωπίνη
ταυτότητα λοιπόν αυτή η απουσία της εννοίας του Άλλου; Σηματοδοτεί ότι στην
Ελληνική Κοσμοθέαση, επειδή ακόμα ο Άνθρωπος προσανατολίζεται και προσδιορίζεται
με βάση το ήδη Υπάρχον Οντολογικό κοινό Αγαθό, συμμετέχει της κοινής
Συμπαντικής Φύσεως: δεν γίγνεται Εγώ και ο Άλλος μέσα στην κοινή Οντολογική
Συμπαντική πορεία να είμαστε διαφορετικοί διότι Όλοι είμαστε μέρος της μιάς
κοινής Συμπαντικής δυνάμεως: Όταν ο Αναξίμανδρος ομιλούσε για την κοινή
Ανώλεθρο δύναμιν εννοούσε ότι Όλοι Είμαστε Μέρη αυτής στην κοινή Οντολογική
πορεία: άρα στην Οντολογική Ελληνική κοσμοθέαση, πρίν αυτή χαθεί στις ατραπούς
του μονοθεϊσμού απουσιάζει η έννοια του Άλλου ώς διαφορετικού διότι Όλοι
είμαστε μέρη της Οντολογικής πορείας του Αγαθού: Υπό αυτήν την Έννοια η
Ελληνική κοσμοθέαση αντιμετωπίζει τον Άνθρωπο ώς Ήδη Όντα στην Οντολογική
πορεία, ώς Ήδη Ολοκληρωμένο άρα δεν συζητεί για ατελείς ανθρώπους οι οποίοι ώς
ατελές Εγώ έχουσιν Ανάγκη τον Άλλον ώς συμπλήρωση.
Για αυτό εξάλλου από την Ελληνική κοσμοθέαση απουσιάζει η Έννοια της Αγάπης αλλά ενυπάρχει η Έννοια του Έρωτος (με τη σημασία που της προσδίδει ο Πλάτων στο Συμπόσιο): Όταν ο Έλλογος Άνθρωπος συμμετέχει στην Οντολογική πορεία και Όλοι είναι Μέρη αυτής δεν χρειάζεται η Αγάπη αλλά ο Έρωτας ώς συνεκτική δύναμις ολοκλήρωσης της Οντολογικής πορείας: διότι η Αγάπη ενώνει διεσπασμένα και ερριμμένα Εγώ τα οποία με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να προσδιορισθούν έναντι του Θεού: Όταν όμως δεν υπάρχουν Εγώ ώς Άλλος και Άλλος, αλλά όλοι είναι Έν σύνολο Όντων ενώπιον του Αγαθού η Αγάπη δε νοείται, αλλά ο Έρως ώς ένωσις όλων αυτών εν τη Οντολογική ήδη υπάρχουσα δύναμιν: η Αγάπη δεν έχει την Οντολογική ένωση αλλά μόνον την υπαρξιακή ένωση: δύο άνθρωποι αγαπιούνται σημαίνει ότι ενώνουν τους εαυτούς τους οι οποίοι είναι διεσπασμένοι και με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να νοιώσουν ώς Ένα σε σχέση με μία κοινή Ιδέα (Θεόν): είναι δύο αλλοτροιωμένοι Άλλοι οι οποίοι ξέφυγαν από την κοινή οντολογική πορεία, έχουν χάσει την οντολογική κοινότητά τους και προσπαθούν με τη συναισθηματική αγάπη και με βάση τη μορφική ηθική του αλληλοσεβασμού να αγαπηθούν να πορευθούν ώς Ένα σε σχέση με το θεό ή την κοινή Ιδέα στην οποία υποτάσσονται.
Αυτό όμως δεν υπάρχει στην
Ελληνική κοσμοθέαση: Η Πόλις των Αγαθών Πολιτών, οι Μυκήνες των Ηρώων, η Φθία
των Μυρμιδόνων δεν διαχωρίζει τους Ανθρώπους σε επιλήσμονες της οντολογικής
πορείας ώστε να χρειάζονται αγάπη επανένωσης εξωτερικής: η Ελληνική κοσμοθέαση
μέσα από το Ηρακλείτειον κοινόν και αέναον πύρ δέχεται ότι ο Άνθρωπος ήδη Είναι
ώς μέρος της Οντολογικής πορείας, όλοι Είναι με αυτόν τον τρόπο, δεν υπάρχει Άλλος
άρα δεν υπάρχει η Έννοια της Αγάπης: διότι όλοι ήδη Είμαστε Εν σε σχέση με την
κοινή οντολογική πορεία: ο Οδυσσέας και ο Αχιλλέας Είναι ήδη ήρωες εν κοινή
ροή: αυτό το νόημα ενέχει και το παράδειγμα του Αχιλλέως και του Πατρόκλου: Δεν
υπάρχει Εγώ και ο Άλλος διότι είναι Έν σε σχέση με το ηρωϊκό ιδεώδες: σε σχέση
με την κοινή οντολογική πορεία: άρα ήδη Είναι. Έν χωρίς Εγώ και ο Άλλος.
Όταν όμως οι άνθρωποι απεκόπησαν από
την κοινή ενορατική Οντολογική πορεία, από αυτήν η οποία περιγράφεται στον
Ηράκλειτο ως αείζωον Πύρ, ώς κοινός Λόγος (ξυνός λόγος) τότε απεκόπησαν από τον
κοινό συνεκτικό εαυτό τους: Ως αποτέλεσμα συνέβη οι άνθρωποι ερριμμένοι εν τω
κόσμω να ζούν ώς ο Άλλος έναντι του Άλλου: διότι εχάθη η κοινή ταυτότης, ο
κοινός εαυτός , ο κάθε ένας διαφοροποιήθηκε έναντι του Άλλου: οι Πολιτείες
πλέον αποτελέσθησαν από διαφορετικούς ανθρώπους για αυτό λέγεται ότι η περσική
αυτοκρατορία ήταν συνονθύλευμα λαών οι οποίοι ενώθηκαν κάτω από τον κοινό
Ελληνικό λόγο.
Όμως ούτε ο κοινός Ελληνικός
λόγος (στα Ελληνιστικά χρόνια) μπόρεσε πραγματικά να ενώσει οντολογικά τους ανθρώπους:
πεπτωκότος του Οντολογικού Ελληνικού κοσμοειδώλου οι Άνθρωποι έμειναν ατάκτως
ερριμμένοι στον κόσμο: αυτό το καταλαβαίνουμε πολύ καλά μέσα από την Αριστοτελική
εμπειριοκρατία όπου δύο άνθρωποι διαφέρουσιν ώς μροφή και ουσία διότι μπορεί ο Ένας
να είναι Ηθικός ο άλλος μη, κάτι το οποίον ήταν αδιανόητον για την εποχή των Ηρώων. Όπως στους θεούς δεν
υπάρχει ο Άλλος διότι όλοι είναι μέρη τελειότητος, σταδιακά στη γή επικρατούσε
όχι το Όν αλλά η ιδέα περί του Όντος: αυτό διέλυσε τον ανθρώπινο συνεκτικό
δεσμό όπου όλοι ήσαν Έν και όχι Εγώ και ο Άλλος: διότι ο εις είχε την τάδε Ιδέα
περί του Όντος ο άλλος είχε την άλλη κ.ο.κ: τα πολλά δόγματα των χριστιανών
αυτό φανερώνει: όπως και η απίστευτος πολυθεΐα των ρωμαϊκών χρόνων.
Πλέον οι άνθρωποι (συζητούμε για
τα μεταρωμαϊκά και πρωτοβυζαντινά χρόνια) αποκομμένοι πλήρως από την ενορατική
ήδη υπάρχουσα οντολογική πορεία, ζούν όχι με βάση το Είναι αλλά την Ιδέα του
Είναι: αυτή γεννά και το θεό του μονοθεϊσμού ο οποίος θα επικρατήσει: τώρα
ιδεώδες δεν είναι η κοινή ώς τέτοια οντολογική φύση σε σχέση με την οποία όλοι
είμεθα ΕΝ: όχι: ιδεώδες είναι η λήθη του κοινού οντολογικού εαυτού μας και η
γνώσις των ιδεών και αξιών οι οποίες είναι ο καθρέπτης του Όντος επάνω μας:
βλέπουμε το Όν όχι επειδή είμεθα μέσα του αλλά επειδή αυτό αντανακλά επάνω μας διά
των ιδεών και αξιών: όμως η γνώσις αυτών των ιδεών και αξιών δεν είναι ενδόμυχες
αλλά επίπλαστες και επίκτητες διά της παιδείας: άρα έρχεται η εποχή του Εγώ και του Άλλου: δύο άνθρωποι
πλησιάζονται ώς Εγώ και ο Άλλος: διότι ο Ένας δεν γνωρίζει για τον Άλλον ποιος είναι,
ποιες είναι οι ιδέες του και οι αξίες του, οι γνώσεις του, αφ΄ής στιγμής έχει
χαθεί ο κοινός οντολογικός εαυτός: για αυτό και οι χριστιανισμός συζητεί για
την εξωτερική αγάπη, η οποία ενώνει τους ανθρώπους επιφανειακά όμως δεν τους επαναπροσδιορίζει
σε σχέση με την κοινή οντολογική πορεία διότι οι αγαπημένοι προσδιορίζονται σε
σχέση με την εξωτερικότητα του θεού και όχι την εσωτερικότητα του Όντος.
Ο Θεός βέβαια είναι εξωτερικότητα
διότι καταρρίπτεται άμεσα εάν και εφόσον οι άνθρωποι εισέλθουν στην κοινή
ξεχασμένη οντολογική πορεία όπου καμμία γνώση θεού δεν χρειάζεται παρά μόνον η
βύθισις της δυνάμεώς μας. Μετά βέβαια από το χριστιανικό βυζάντιο όλος ο κόσμος
εκτίσθη επάνω στο χριστιανικό μοντέλο πολιτειακής διακυβέρνησης: οι άνθρωποι
δεν αντιπροσωπεύουν τίποτε οντολογικό απλά υποτάσσονται ενώπιον του άρχοντος: ο
Ένας είναι ο άγνωστος έναντι του Άλλου αγνώστου έως τη στιγμή που η κοινή
παιδεία θα αναπτύξει κοινές ιδέες και αξίες: αυτή είναι και η διαφορά της σύγχρονης
πολιτείας από την Ομηρική Πολιτεία: στη σημερινή πολιτεία οι ενώσεις των ανθρώπων
γίγνονται και είναι επίπλαστες στηρίζονται επάνω σε πρόσκαιρες ιδέες και αξίες
αγάπης, ενώ στην Ομηρική Πολιτεία ο Αχιλλέας και ο Πάτροκλος είναι μία κοινή
οντολογική δύναμις σε κοινή συμπαντική ροή διότι η Πολιτεία Είναι δεν μπορεί να
Είναι άλλη ούτε να γίνει: για αυτό και στον
Όμηρο δεν έχουμε διχογνωμία πολιτεύματος διότι όλα είναι: Στη σύγχρονη
πολιτεία όπου δεν Είμαστε μέρος του όντος αλλά σκεφτόμαστε περί αυτού οι πολλές
ιδέες γεννούν πολιτειακές διαφοροποιήσεις και τη διχοτόμηση του Εγώ και του
Άλλου.
Ειδικά στη Δύση όταν ο Χάμπερμας έθεσε
το θέμα του Άλλου δεν κατάλαβε ο Γερμανός στοχαστής ότι ο Άλλος καταρρίπτεται όταν
Όλοι εσωτερικοποιηθούν στο κοινό Οντολογικό ποτάμι: διεσπασμένοι οι άνθρωποι σε
έσοπτρα ιδεών και αξιών χάνουν την κοινή οντολογική ταυτότητά τους και είναι οι
ιδέες και οι αξίες: άρα είναι πολλοί και Άλλοι. Για αυτό η ψηφιακή εποχή έστω
πρόσκαιρα θα καταργήσει τη διάκριση του Εγώ και του Άλλου ενώπιον της κοινής Εικόνος:
πρίν την κοινή επιστροφή στο κοινό Οντολογικό ποτάμι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
vasilios888@yahoo.gr