Ο Πλάτων και το προπατορικό αμάρτημα.
Ας προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε το προπατορικό αμάρτημα, το οποίο σε πρώτη εκτίμηση διαφοροποιεί τον πολιτισμό της βίβλου από τον Οντολογικό Ελληνικό πολιτισμό: σε ποιο σημείο; Κυρίως στο σημείο εκείνο στο οποίο για πρώτη φορά στην ανθρωπίνη Ιστορία ο άνθρωπος ελέγχεται από τη στιγμή της γένεσής του και έπειτα. Το προπατορικό αμάρτημα σηματοδοτεί ότι ο άνθρωπος είναι νοήμων φύσις: όταν γεννάται ο άνθρωπος είναι συνέχεια νοητική της προαιώνιας αλυσίδας των εννοιακών Ανθρώπων: ο άνθρωπος όταν γεννάται δεν είναι απλή δύναμις αλλά νοητική και αξιακή μορφή και ουσία φέρουσα ιδέες και αξίες προαιώνιες μέσα από την προΰπαρξη όλων των προηγουμένων ανθρώπων: επίσης το προπατορικό αμάρτημα σηματοδοτεί ότι ο Άνθρωπος δημιουργεί το έδαφος, τη γνώση και τις αξίες των επομένων ανθρώπων: εν ολίγοις: ο άνθρωπος όταν γεννάται δεν είναι άγραφος χάρτης (tabula rasa): αντίθετα: φέρει τη γνώση της συνεχείας του και θα πρέπει να επιλέξει τις κατάλληλες θείες έννοιες και θείες αξίες ώστε να καταλήξει στον παράδεισο και όχι στην κόλαση (σύμφωνα με τους μονοθεϊστές).
Άρα το προπατορικό αμάρτημα διαλύει την Ηρακλείτεια οντολογική άποψη περί του ανθρώπου: Ενοχοποιεί τον Άνθρωπο, τον οποίο παύει από την κατάσταση της οντολογικής αθωότητας, δεν τον θεωρεί το προπατορικό αμάρτημα τον άνθρωπο ως απλή δύναμιν οντολογικής συνεχείας, αλλά τον θεωρεί ως ήδη γνωρίζοντα το καλό και το κακό (ως συνέχεια της εννοίας του ανθρώπου) άρα τον αναβιβάζει στη θέση ότι θα πρέπει να προσέξει να πράττει το καλό αφού το γνωρίσει έτι περαιτέρω και να απορρίπτει το κακό αφού το γνωρίσει έτι περαιτέρω. Σε αντίθεση με τον Ηράκλειτο (και γενικά το σύνολο των Οντολόγων προσωκρατικών φιλοσόφων) ο οποίος δέχεται ότι ο άνθρωπος ως tabula rasa από την γένεσή του ως άγραφος χάρτης, συνεχίζει την οντολογική πορεία του αειζώου και ασβέστου πυρός χωρίς να χρειάζεται να συναισθανθεί την ανύπαρκτη οντολογική διάκριση καλού και κακού.
Θα πρέπει λοιπόν να προσαρμόσουμε το προπατορικό αμάρτημα στο θέμα της γνώσης του καλού και του κακού, το οποίο ίδιο θέμα περιέργως ενέχει κυριώτατο ρόλο στη Σωκρατική-Πλατωνική γνωσιολογία (φιλοσοφία). Όλη η φιλολογία περί του καλού και του κακού, το οποίο τοποθετείται στο βάθρο της γνώσης και όχι απλά της ύπαρξής των, περιέργως μετά τη γένεση ανιχνεύεται και στο σύνολο των πλατωνικών γραπτών: Στην ίδια συχνότητα με τη γένεση: ο θεός δημιουργός του καλού, ο κόσμος ο καλός ενώ πράττει τα του θεού, ο άνθρωπος είναι καλός ενόσω ενθυμείται το θεό και τα αγαθά έργα του αλλοιώς είναι κακός. Μέσα από όλα αυτά το προπατορικό αμάρτημα μεταφέρεται από τη γένεση στα πλατωνικά γραπτά και στην πλατωνική ηθική πολιτειολογία και πολιτική.
Το προπατορικό αμάρτημα δεν έχει να κάνει με το στάδιο της Οντολογίας, διότι κανείς δεν αμφισβητεί το θεό και τα έργα του. Ας σταθούμε σε αυτό το σημείο ξεκινώντας από τη γένεση και επεκτεινόμενοι προς τον Πλάτωνα. Ο Αδάμ και η Εύα αποκτούν μέσω του Θεού το πρώτο επίπεδο γνώσης: δεν πρέπει να φάγουν από το δένδρο του καλού και του κακού: άρα δημιουργείται νοητικό υπόβαθρο γνώσης η οποία οδηγεί σε ανάλογη ηθική συμπεριφορά: ώστε λοιπόν ο άνθρωπος νοείται ως συνέχεια νοός, γνώσης, ήθους και πράξης.
Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιο είναι το καλό και ποιο είναι το κακό (περιέργως και η γένεση και ο Τίμαιος ακολουθούν το ίδιο μήκος κύματος στην έννοια του καλού και του κακού): Αφ΄ής στιγμής ο Θεός (ως Νούς ταξιθέτης Οντολογικών δυνάμεων, όχι όλων, κάποιων) δημιουργεί το μόρφωμα του Κόσμου καλό είναι η εισαγωγή του Ανθρώπου σε αυτόν να γίνει με τους όρους και τρόπους του Δημιουργού: αυτό είναι το Καλό.
Εδώ αναφύει ένα σημαντικό ερώτημα (στο οποίο και η Γένεση και ο Πλάτων δεν έχουν καμμία απάντηση και θα ιδούμε το γιατί): από ποια άλλη πηγή θα μπορούσε ο Άνθρωπος να τρέφεται γνωσιολογικά και ηθικώς αμφισβητώντας τη μοναδικότητα του Δημιουργού; Η απάντηση για τους Οντολόγους Έλληνες είναι πολύ απλή, όχι όμως για τη Γένεση και τον Πλάτωνα, οι οποίοι απομονώνουν ομοίως τον Άνθρωπο από τις Οντολογικές του καταβολές και δημιουργούν το μύθο του προπατορικού αμαρτήματος προκειμένου να απομονώσουν τον Άνθρωπο στον παρόντα Κόσμο, στην Παρούσα Πολιτεία.
Η άλλη πηγή εκ της οποίας ο Αδάμ, η Εύα, ο Πλατωνικός Πολίτης θα μπορούσε να αντλεί την Οντολογική του καθοδήγηση είναι το Είναι του Όντος, το Είναι της Οντολογικής Δυνάμεως το οποίο περνά μέσω πολλών και ποικίλων κόσμων και Όντων, όχι μόνον του κόσμου που αναφέρεται στη βίβλο και στον Τίμαιο, προσδίδοντας στον Άνθρωπο την Οδυσσεϊκή Οντολογική υπερκοσμική πορεία προς την Υπερβορεία συνέχεια μέσα στη χαοτική οντολογική σειρά την οποία προσπαθεί να λησμονήσει και η Γένεση και ο Πλατωνικός Τίμαιος.
Άρα το προπατορικό αμάρτημα έγκειται στο ότι ο Άνθρωπος έχει όλες εκείνες τις οντολογικές καταβολές να μην επιλέξει ως σημείο αναφοράς του τον κόσμο της Γένεσης και τον Ανθρωποκεντρικό τρόπο του θεού της γένεσης, να μην επιλέξει ως σημείο αναφοράς του τον κόσμο του Τιμαίου και τον ανθρωποκεντρικό τρόπο του θεού του Τιμαίου, αλλά να αγνοήσει αυτά τα περιστασιακά δομήματα και μέσα στο οντολογικό χάος να συνεχίσει με την κληρονομιά της ανωλέθρου δυνάμεως, του αειζώου πυρός, διότι τίποτε δεν υπάρχει μέσα στο Όν, ούτε θεός ούτε άνθρωπος ούτε κόσμος, αλλά πορεία ανακατανομής δυνάμεων και πρόσκαιρης εμφάνισης θεών ανθρώπων και κόσμων.
Είναι σίγουρο ότι ο Όφις ως Οντολογική συνέχεια (η οι φαύλες φωνές όπως αναφέρονται στον Πλάτωνα) αποτυπώνει την μεγίστη πηγή γνώσης και συνεχείας στον Άνθρωπο: ενάντια στο δημιουργό της Γένεσης και του Τιμαίου: αποτυπώνει ότι ο κάθε άνθρωπος (χωρίς να χρειάζεται τη γνώση της Γένεσης και του Πλατωνικού Τιμαίου) έχει εντός του την ατομική του Οντολογική συνέχεια η οποία διαπερνά τον Κόσμο αυτόν, την Πολιτείαν αυτή, και συνεχίζει σε άλλες μορφές και καταστάσεις: αυτό έχει να κάνει με την Ατομική Οντολογική Ελευθερία του Ανθρώπου, η οποία δεν χρειάζεται ούτε τον κόσμο της Γένεσης ούτε τον Κόσμο του Τιμαίου: είναι η οντολογική ενσυναίσθηση της Ατομικής Συνεχείας. Αυτό όμως περνά και στη Γένεση και στον Τίμαιο ως προπατορικό αμάρτημα, υπό την έννοια ότι ως θέμα γνώσης υποχρεωτικά οι άνθρωποι θα πρέπει δήθεν να θυμηθούν το Δημιουργό, τον Κόσμο, να υπακούσουν στον Τρόπο του Δημιουργού για ένα Κόσμο για μία Πολιτεία, για ένα πρότυπο ανθρώπου (Πιστού και Πολίτου) σύμφωνα με τις συντεταγμένες του Δημιουργού. Προπατορικό αμάρτημα και στη Γένεση και στον Πλατωνικό Τίμαιο ορίζεται η γνωσιολογική λήθη (απελευθέρωση οντολογική για εμάς) σύμφωνα με την οποία υπάρχει περίπτωση ο άνθρωπος να ενοραθεί της Οντολογικής του συνεχείας χωρίς να χρειασθεί να ασχοληθεί με τον κόσμο και τον Δημιουργό και τον Άνθρωπο της Γένεσης και του Τιμαίου.
Παρατηρούμε μία αξιοσημείωτη παράλληλη αναλογία ανάμεσα στον κόσμο της Γένεσης και του Πλατωνικού Τιμαίου. Και στα δύο αυτά αφηγήματα υπάρχει Δημιουργός: ο Δημιουργός σηματοδοτεί παύση της Οντολογικής συνεχείας άρα λήθη του Όλου και υιοθέτηση του μικροκόσμου του Δημιουργού της Γένεσης και του Τιμαίου. Επίσης: και στον Πλάτωνα και στη Γένεση έχουμε τον Παράδεισο και την Ατλαντίδα: δηλαδή: έχουμε ένα τέλειο (κατά τη Γένεση και τον Πλάτωνα) τόπο προκειμένου ο άνθρωπος ξεγελασμένος να πεισθεί ότι εάν ακολουθήσει το Δημιουργό θα ζήσει σε έναν τέλειο κόσμο.
Περιέργως και η γένεσις και ο Τίμαιος έχουν κοινοτάτη άποψη περί του τελείου: φοβίζει το οντολογικό χάος, φοβίζει η οντολογική ερεβότης, άρα τέλειος είναι ο κόσμος της γένεσης και του Τιμαίου διότι θέτει μέσα στο όντολογικό χάος (το οποίο εάν ενθυμηθεί από τον άνθρωπο είναι προπατορικό αμάρτημα) τη σειρά του Δημιουργού της Γένεσης και του Τιμαίου, ο άνθρωπος κλείεται στην οικία που του έχει ετοιμασθεί και ηρεμεί: έξω λυσσομανούν οι αέρηδες της Οντολογικής συνεχείας αλλά ο Άνθρωπος είναι Τέλειος διότι κλεισμένος μέσα στην οικία του Δημιουργού αποφεύγει την Οντολογική καταιγίδα της ατομικής συνεχείας (η οποία συνιστά το προπατορικό αμάρτημα) απολαμβάνοντας την υπακοή και υποταγή του στο Δημιουργό.
Περιέργως ο Άνθρωπος λοιπόν και στην Πολιτεία και στη Γένεση γεννάται έχοντας το προπατορικό αμάρτημα, την τάση δηλαδή να μείνει «αμόρφωτος» σε σχέση με τη γνώση του Δημιουργού και να ακολουθήσει τους δικούς του οντολογικούς δρόμους: στην Πολιτεία αναφέρεται από το Σωκράτη ότι αλοίμονο στους πεπαιδευμένους οι οποίοι ποτέ δεν θα καταφέρουν να εισέλθουν στην τελεία Πολιτεία (περιέργως και πάλι και η Γένεση και η Πλατωνική Πολιτεία κινούνται κυκλικά: πρέπει ο Αδάμ (ο οποίος στον Πλάτωνα είναι ο πεπτωκώς και μη ενθυμούμενος του καλού πολίτης) αλλά και ο Πλατωνικός Πολίτης να επιστρέψουν στην τελεία Παραδεισένια Πολιτεία: και η Γένεσις και η Πλατωνική Πολιτεία προσφέρουν το τέλειο μοντέλο ανθρώπου και Πόλεως μόνον και εφόσον απαλλαγεί του προπατορικού αμαρτήματος, δηλαδή εάν και εφόσον ο άνθρωπος εγκαταλείψει το έν γεννήσει κακό (συνέχεια ανεξάρτητη της ελευθέρας ατομικής οντολογικής πορείας) και εισέλθει στην προκαθορισμένη πορεία του Δημιουργού θεού του Τιμαίου και της Γένεσης.
Και στη Γένεση και στον Τίμαιο ο Δημιουργός θέτει κανόνες: όποιος δεν υπακούσει σε αυτούς τους κανόνες υποτάσσεται στο προπατορικό αμάρτημα: Πρό των Πατέρων αμάρτημα: ποιοι είναι οι Πατέρες ώστε πρό αυτών υπάρχει αμάρτημα; Σαφώς ο Θεός της γένεσης και ο Δημιουργός του Πλάτωνος πρό των οποίων αμαρτάνουν οι άνθρωποι, έχουν τη τάση άμα τη γεννήσει τους, να παρακάμψουν αυτούς τους Πατέρες και να ακολουθήσουν δικές τους οντολογικές πορείες. Υπάρχει κοινότητα της εννοίας του καλού και του δικαίου και στη Γένεση και στην Πλατωνική Πολιτεία: Η πλήρης εσωτερική ισορροπία του νοός της ψυχής και των πράξεων είναι το δίκαιο και στη Γένεση και στην Πολιτεία: άρα το προπατορικό αμάρτημα είναι η διάλυσις αυτής της ισορροπίας διότι ο υπερβαίνων την Γήν οντολόγος άνθρωπος δεν υπακούει στα κελεύσματα των Δημιουργών δήθεν Θεών και ακολουθεί την οντολογική του δική του πορεία: αυτό είναι εξάλλου και το προπατορικό αμάρτημα το οποίο τόσο φοβείται και η Γένεσις αλλά και ο Σωκράτης όταν αναφωνεί ότι «ουδείς εκών κακός»: το καλό είναι γνώση το κακό άγνοια: όμως ο Άνθρωπος ο οποίος ήδη είναι μέρος του Όντος και της Πορείας του γιατί δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι ήδη γνωρίζει την ατομική οντολογική του πορεία; Άρα η γνώση του πλατωνικού μικροκόσμου του Τιμαίου είναι αυτή η οποία τον σώζει από το προπατορικό αμάρτημα να ακολουθήσει την ατομική οντολογική του πορεία η οποία είναι η γνώση η οποία εκουσίως κάνει τον Πολίτη καλόν; Δηλαδή αυτός ο οποίος ποτέ δεν εμελέτησε τον Τίμαιο και τη Γένεση δεν είναι ήδη μέρος του Όντος; Ήδη δεν γνωρίζει τι ήδη πρέπει να κάνει και να πράξει;
Το προπατορικό αμάρτημα είναι το όριο ανάμεσα στο Χάος όπου ήδη εμπεριέχονται οι δυνάμεις του λόγου, και στην προσπάθεια των Ανθρώπων να δομήσουν ένα μικρόκοσμο Λόγου. Είναι όμως δρόμος που πρέπει να βαδισθεί και όχι να απαγορευθεί: ακολουθώντας την οδό του προπατορικού αμαρτήματος κατανοεί ο Οντολογικός Άνθρωπος ότι ακολουθεί την Οδό προς το Ατομικό χάος από όπου ξεπήδησε και όπου θα συνεχίσει την Οντολογική του Πορεία: πίσω από την Ημέρα και τη Νύκτα, το Φώς και το Σκότος, το Καλό και το κακό, εκεί στην ενιαία πορεία της Μιάς Οντολογικής δυνάμεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
vasilios888@yahoo.gr