ΔΑΜΩΝΑΣ (ΔΑΜΩΝ) ΚΑΙ Ο ΦΙΝΤΙΑΣ
Ο Δάμωνας (Δάμων) και ο Φιντίας ήταν
δύο πυθαγόρειοι φιλόσοφοι και φίλοι που έμειναν στην ιστορία για την μέχρι
θανάτου πιστή φιλία τους, η οποία έγινε πρότυπο και ενέπνευσε πολλά έργα
ζωγραφικής, μουσικής, αλλά και κινηματογραφικές ταινίες. Οι δύο φιλόσοφοι
ζούσαν ή βρέθηκαν στις Συρακούσες την εποχή που αυτές διοικούνταν απολυταρχικά
από τον Διονύσιο τον Νεότερο (367-357 και πάλι 346-343)[3] και ο Φιντίας δίκαια
ή μη, κατηγορήθηκε ότι σχεδίαζε την ανατροπή του τυράννου. Συνελήφθη και
καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά του ικανοποίησαν την τελευταία επιθυμία να
επισκεφθεί τους συγγενείς του ή να τακτοποιήσει κάποιες σοβαρές υποθέσεις υπό
τον όρο -αν δεν επιστρέψει εγκαίρως - να εκτελεστεί αντ'αυτού ο φίλος του
Δάμωνας, που προσφέρθηκε επί τούτου εθελοντικά. Σύμφωνα με όσα γράφτηκαν (από
τον Κικέρωνα, τον Βαλέριο Μάξιμο, τον Ιάμβλιχο τον φιλόσοφο Αριστόξενο, τον
Πορφύριο και τον Διόδωρο το Σικελό) μετά την απόφαση του Διονυσίου να εκτελέσει
τον Φιντία, ο Δάμωνας ίσως προσπαθεί να εκμαιεύσει χάρη, όμως δεν εισακούγεται.
Επειδή ο Φιντίας έχει σοβαρές εκκρεμότητες σχετικές με τις ευθύνες του και στον
κύκλο των Πυθαγορείων (δεν ξέρουμε τι λογής) ο Δάμων μένει ως όμηρος, ανθρώπινο
αμανάτι ή εγγύηση, και εκείνος φεύγει να τις τακτοποιήσει. Αν δεν επιστρέψει
εγκαίρως, στη θέση του θα εκτελεστεί ο Δάμων. Δεν είναι βέβαιο πώς ακριβώς
βρέθηκε ο Δάμων σε αυτή τη θέση αν και όλοι συμφωνούν ότι ήταν προθυμότατος.
Πιθανόν να προσφέρθηκε μόνος του ώστε να τακτοποιήσει ο φίλος του τις υποθέσεις
του, πιθανόν και να το πρότεινε ο Φιντίας σίγουρος ότι δεν θα αμφισβητείτο ο
λόγος της τιμής του ότι θα επιστρέψει, ίσως και να ήταν ιδέα του Διονυσίου
-όταν δηλαδή ο Φιντίας ζήτησε αναστολή εκτέλεσης της ποινής για λίγες ώρες ώστε
να ρυθμίσει σοβαρά ζητήματα, πιθανόν ο Διονύσιος να του είπε "εντάξει,
αλλά θα κρατήσω όμηρο τον Δάμωνα". Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Δάμων με
φυσικότητα και εμπιστοσύνη αποδέχτηκε την ομηρία. Αν ο Φιντίας δεν επέστρεφε,
θα σταύρωναν ή θα αποκεφάλιζαν εκείνον στη θέση του. Ο μυθιστορηματικές
παραλλαγές του μύθου αναφέρουν ότι έφυγε με τα πόδια για το χωριό του που δεν
ήταν ιδιαίτερα κοντά στις Συρακούσες και ότι αφού τακτοποίησε τα της μητέρας
και της αδελφής του, την πάντρεψε δηλαδή, στο δρόμο της επιστροφής τον έπιασαν
ληστές, ότι ξέφυγε αλλά βρέθηκε σε ένα φουσκωμένο ποτάμι και ταλαιπωρήθηκε να
το διαβεί και ότι έβλεπε τον ήλιο να δύει και να πλησιάζει η ώρα της εκτέλεσης
και να αγωνιά για το φίλο του.