διαγώνισμα νέων ελληνικών κειμένων Α Γυμνασίου.


Κε Γυμνασιάρχη,
Σχετικά με το χτεσινό επεισόδιο πρέπει να πούμε ότι δεν είχαμε σκοπό ούτε να προσβάλουμε την καθηγήτρια ούτε να χάσουμε το μάθημα. Επειδή ήταν Πρωταπριλιά και συνηθίζεται στα σχολεία να κάνουν οι μαθητές κάποια αστεία, σκεφτήκαμε να φύγουμε από την αίθουσα μόνο για λίγο. Πήγαμε στη διπλανή αίθουσα και κάναμε ησυχία. Η καθηγήτρια μπήκε στην αίθουσα μας, δε μας βρήκε και έφυγε. Τότε γυρίσαμε γρήγορα γρήγορα, ανάψαμε το φως και καθίσαμε στα θρανία μας. Αποφασίσαμε να πάει ο Γ. Π. να φωνάξει την καθηγήτρια και να της πει ότι κάναμε ένα πρωταπριλιάτικο αστείο. Πριν να προλάβουμε όμως, εμφανίστηκε η καθηγήτριά μας και μας ρώτησε πού είχαμε πάει. Τότε ο Γ. Π. που έχει χιούμορ της απάντησε αυτό που σας ανέφερε η καθηγήτρια. Εκείνη όμως θύμωσε. Εμείς προσπαθήσαμε να της εξηγήσουμε ότι ήταν απλώς ένα πρωταπριλιάτικο αστείο και της ζητήσαμε συγγνώμη που άθελα μας τη στενοχωρήσαμε. Η καθηγήτρια όμως δε δέχτηκε τις δικαιολογίες και τη μεταμέλειά μας.
Λυπούμαστε πολύ που το αστείο μας έγινε αιτία να στεναχωρεθεί, αλλά σας επαναλαμβάνουμε ότι δεν είχαμε την πρόθεση να την προσβάλουμε.
Ο πρόεδρος του Β2
(σχ. εγχ., σ. 230)



ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:


1.            Ποιο είναι το αφηγηματικό περιεχόμενο της παραπάνω αφήγησης (γεγονότα και πράξεις προσώπων που συνιστούν το περιστατικό); Η αφήγηση αφορά πραγματικό ή φανταστικό γεγονός, το ίδιο ή διαφορετικό περιστατικό;
2.            Ποια είναι η οπτική γωνία της αφήγησης σε κάθε κείμενο; Τι παρατηρείτε όσον αφορά τον αφηγητή κάθε κειμένου;
3.            Ποιος είναι ο στόχος κάθε κειμένου; Είναι ο ίδιος ή διαφορετικός; Παρατηρείτε κάποια διαφοροποίηση στην ιεράρχηση των πληροφοριών στο κάθε κείμενο; Υπάρχει κάποια πληροφορία που παραλείπεται ή προβάλλεται από τους αφηγητές;
4.            Πώς κρίνετε τον τόνο της αφήγησης σε κάθε κείμενο; Δηλώνεται η συναισθηματική φόρτιση ή/και ο τρόπος που σκέφτεται ο αφηγητής; Ενυπάρχουν σχόλια στις αφηγήσεις;
5.            Υποθέστε πως είστε ένας από τους/τις μαθητές/-τριες του Β2 και διηγείστε το περιστατικό σε φίλους/συμμαθητές σας άλλου τμήματος. Προσπαθήστε να ζωντανέψετε τη αφήγησή σας εκφράζοντας τα προσωπικά σας συναισθήματα, τις σκέψεις σας, τη θέση σας και προσθέτοντας λεπτομέρειες για το περιστατικό με την καθηγήτρια.

Δύο ώρες πάνω από το Αιγαίο
Η θάλασσα ήταν γαλήνια και λαμποκοπούσε από τ’ αναρίθμητα διαμάντια των ακτίνων του ήλιου. Μικρές ψαρόβαρκες μ’ άσπρα πανιά την αυλάκωναν σ’ όλες τις κατευθύνσεις. Βλέπαμε μικρά ξερονήσια ψημένα απ’ τον ήλιο κι αριστερά μας έναν ωραίο κόλπο με χαμηλές βουνοσειρές. Ανάμεσα σ’ αυτές και στα ξερονήσια σχηματιζόταν ένας θαλάσσιος διάδρομος, μια γλαυκή λεωφόρος όπου διασταυρώνονταν μικρά καΐκια. Το χρώμα της θάλασσας ήταν ονειρικά γαλανό· γαλανό, όπως όταν την κοιτάζει κανένας από το φεγγίτη ενός βυθισμένου υποβρυχίου. Κοντά στις ακρογιαλιές άσπριζαν κάτω από την επιφάνεια των νερών οι ξέρες. Βρισκόμαστε στο σουνιακό ακρωτήριο. Τα στρογγυλά πεύκα του φαίνονταν μικροσκοπικά σαν τα δεντρα των παιδικών παιχνιδιών, μερικές τέντες κατασκηνώσεων έδιναν την εντύπωση πεταλίδων και οι διασκορπισμένες εδώ κι εκεί επαύλεις έκαναν μικρούς άσπρους κύβους μέσα στην πρασινάδα. Δεξιά μας βλέπαμε τώρα τον αρχαίο ναό του Ποσειδώνος, που στεφανώνει το ακρωτήριο, σαν ένα μεγάλο παραλληλόγραμμο ισοπεδωμένου εδάφους, που στο μέσο του οι άσπρες κολόνες ήταν παραταγμένες σαν στρατιωτάκια. Ο υπέροχος αυτός εξώστης, πάνω στο Αιγαίο, όπου ο Πλάτων ευχαριστιότανε να πηγαίνει με τους μαθητές του, φαινόταν, από το ύψος από το οποίο τον ατενίζαμε, κάτι το εντελώς πλατυσμένο και ασήμαντο. Αντίθετα, ό,τι είχε μαγευτική γραφικότητα ήταν οι διάφορες γλώσσες γης που εισχωρούσαν στη θάλασσα ίσαμε το Λαύριο, που απλωνόταν στο βάθος του ορίζοντα μαυρισμένο απ’ την καπνιά των ανθρακωρυχείων του...
6.       Κώστας Ουράνης, Ταξίδια: Ελλάδα
 Α. Μελετήστε το κείμενο α. Ο συγγραφέας δίνει την εντύπωση ότι μένει ακίνητος σε ένα σημείο και από εκεί περιγράφει ή κινείται στο χώρο; Ποια πορεία ακολουθεί η περιγραφή του;
Β. Μπορείτε να καταλάβετε σε τι είδους όχημα βρίσκεται ο συγγραφέας;

2. Α. «Η θάλασσα ήταν γαλήνια... στην πρασινάδα» (κείμ. α): Να αντικαταστήσετε όσα επίθετα και ρήματα του αποσπάσματος μπορείτε με άλλα που έχουν αντίθετη σημασία.
Β. Αφού ξαναδιαβάσετε το κείμενο στη νέα εκδοχή του, σημειώστε τι παρατηρείτε ως προς το νόημά του.
Αργύρη Εφταλιώτη, «Ο μπαρμπα-Γιάννης κι ο γάδαρός του»
Αν έχει ιστορία ο μπαρμπα-Γιάννης, τη χρωστάει στο γάδαρό του. Επειδή ο γάδαρός του —Ψαρό τον έλεγε, ας τον πούμε και μεις Ψαρό— δούλεψε καλά στη ζωή, του, από την ώρα που σήκωσε σαμάρι η ράχη του. Επειδή στάθηκε καλότυχος γάδαρος ο Ψαρός, μ' όλη του τη βαριά δουλειά που έκαμε στη ζωή του. Επειδή ήτανε γάδαρος με χαρακτήρα ο Ψαρός, και τον έδειξε τον χαρακτήρα του τότες που τον είχε ο μπαρμπα-Γιάννης έξι μήνες δεμένο στο μαγγανοπήγαδό του, έξι ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες που μπορούσαν και λιοντάρι να δαμάσουν, κι ωστόσο ο Ψαρός μήτε τη δύναμή του έχασε στο ζυγό εκείνο, μήτε τη μεγάλη του φωνή, μήτε τη σβελτάδα του, όταν από καιρό σε καιρό, τον άφηνε ο αφέντης του στο χωράφι να πάρει λιγάκι αέρα, να δροσιστεί με χορτάρι χλωρό.
Όταν ο μπαρμπα-Γιάννης έχασε το περιβόλι του, άλλο δεν του έμενε παρά ο Ψαρός. Αυτός ήταν ο φίλος του, η σερμαγιά του, το στήριγμά του. Μ' αυτόνα δούλευε, μ' αυτόνα μιλούσε. Ανεβοκατέβαινε το βουναράκι του χωριού του με τον Ψαρό, και δεν ήταν πραμάτεια, δεν ήτανε λαχανικά, πωρικά, ξύλο, που δεν περνούσαν από του Ψαρού τη σταυρωτή ράχη πριν να 'ρθουνε στου μπαρμπα-Γιάννη τη γειτονιά.
Κατάντησε μπαρμπα-Γιάννης και Ψαρός να είναι ένα πράμα. Μαζί τρώγανε, μαζί περπατούσανε, μαζί κοιμούνταν. Έξω, έξω στην άκρη του χωριού, ο μπαρμπα-Γιάννης στο καλύβι ολομόναχος, ο Ψαρός στην αυλή. Έβγαινε ο μπαρμπα-Γιάννης στην πόρτα του πρωί πρωί, κι η πρώτη του καλημέρα ήτανε στον Ψαρό. Γύριζε τότες ο Ψαρός το κεφάλι κατά τον αφέντη του, σάλευε τ' αυτιά του με λαχτάρα κι αγάπη, και τον κοίταζε με μάτια πανώρια, μάτια που μπορούσε κι η πιο μαυρομάτα κοπέλα να τα ζουλέψει.
Άλλοτε πάλι, στη δουλειά απάνω, αν ήτανε μεγάλη η ζέστη, παραπολύ βαρύ το γομάρι, και τύχαινε κι ο Ψαρός να είναι κακοδιάθετος ή παρακουρασμένος, και δεν ανέβαινε τον ανήφορο με μεγάλη προθυμία, έχανε την υπομονή του ο μπαρμπα-Γιάννης, και του μιλούσε σε γλώσσα που άνθρωπος να την υποφέρει ήταν αδύνατο, κι ωστόσο ο Ψαρός την υπόφερνε, κι έκανε τα καλά του μάλιστα, επειδή το γνώριζε πως έχει και ξύλο, αν και το ξύλο ο μπαρμπα-Γιάννης δεν του το 'δινε, παρά σαν έβλεπε πως δεν περνούσαν τα λόγια. Γάδαρος γνωστικότερος από ανθρώπους πολλούς που δεν εννοούν τίποτις να σου δώσουν, με τίποτις να συμφωνήσουν, όσο λογικό και να είναι, παρά σαν δούνε σα νιώσουν τη βία, είτε στη ράχη τους, είτε κι αλλιώς.
Ηρωικός γάδαρος ο Ψαρός, διακριτικός αφέντης ο μπαρμπα-Γιάννης. Γι' αυτό έζησε ο Ψαρός και χρόνια πολλά, και τον ωφέλησε τον αφέντη του, όσο γάδαρος άνθρωπο ποτές δεν ωφέλησε.







[Διασκευή από το «δελφίνι» του Θέμου Ποταμιάνου]
Δώδεκα παιδιά έκαμε ο πατέρας μου. Εγώ ήμουνα το πρώτο και το πιο ζωηρό. Ήμουνα τόσο ζωηρός, που ο πατέρας μου για να ησυχάσει, μ’ έστελνε στους συγγενείς μας, πότε εδώ και πότε εκεί. Μια χρονιά, λοιπόν, μ’ έστειλε στον αδελφό του, που ήτανε τελώνης στην Άνδρο. Τί μπάνια, τί βουτιές, τί μακροβούτια, τί λεμβοδρομίες, τί γαϊδουροκαβαλαρίες! [...] Είχα εφεύρει κι ένα δικό μου αγώνισμα, που το λέγαμε μαζί με ένα γκρούπ νεαρών «κολυμβητική μετ’ εμποδίων». Το εμπόδιο ήτανε δυο κολοκύθες που ζώναμε στη μέση μας και μια σανίδα που ρυμουλκούσε ο καθένας μας, καθώς παράβγαινε με τους άλλους στο κολύμπι.
Μια μέρα ζωσμένος με τις κολοκύθες που είχα χρησιμοποιήσει στους αγώνες, ανέβηκα σ’ ένα καΐκι, προχώρησα έως την άκρη του μπαστουνιού, κι πήδησα στη θάλασσα. Πλαφ! Εκείνη τη στιγμή έτυχε να περνά από κάτω ένα δελφίνι, κι εγώ βρέθηκα καβάλα! Παίρνει δρόμο το δελφίνι, κι εγώ γαντζώνομαι καλά απάνω του, για να μη με ρίξει. Έως εδώ τα πράγματα πήγαιναν περίφημα, αλλά ξαφνικά το δελφίνι βουτάει και με τραβάει μαζί του στο βυθό. Ευτυχώς οι κολοκύθες δεν το άφησαν να μείνει πολύ κάτω από το νερό, κι έτσι ξαναβγήκαμε πάλι στην επιφάνεια και δεν έπαθα ασφυξία.
— Και τώρα τί γίνεται; αναρωτήθηκα.
Μα όσο να σκεφτώ το δελφίνι είχε πάρει δρόμο κι βγήκε απ’ το λιμάνι κι τραβούσε ολοταχώς για το ανοιχτό πέλαγος.
— Θα ξεγαντζωθώ και θα γυρίσω στο λιμάνι κολυμπώντας, είπα.
Μα είδα ότι είχαμε μακρύνει μίλια απ’ τη στεριά κι φοβήθηκα να γυρίσω.
Εξάλλου, φοβήθηκα ότι, αν ξεγαντζωνόμουν, θα μου έδινε καμιά δαγκωνιά το δελφίνι για το άσχημο αστείο που του είχα παίξει, να βρεθώ ξαφνικά στη ράχη του. Έμεινα λοιπόν εκεί που ήμουν.
      Ωχ, δεν πιστεύω να βρέθηκε κανείς άλλος στη θέση μου! Το φαντάζεστε αυτό; Να ’σαι καβάλα σ’ ένα δελφίνι και να τραβάς προς το άγνωστο; Κοιτάζω πίσω μου. Μόλις διέκρινα την Άνδρο σαν σκιά. Σε λίγο την έχασα εντελώς από τα μάτια μου. Τέλος, έπειτα από καμιά ώρα είχανε χαθεί όλα τα νησιά από τα μάτια μου.
— Ωχ, είπα μέσα μου, αυτό το δαιμονισμένο έχει σκοπό να με πάει στην Αφρική. Χάθηκα!
—Τί να κάμω; Γαντζώθηκα πιο καλά στη ράχη του δελφινιού και εναπόθεσα τις ελπίδες μου στα πόδια του Κυρίου. Εκείνη τη στιγμή θα τρέχαμε περισσότερο από ενενήντα μίλια την ώρα. Περνούσαμε από ένα μέρος που η θάλασσα ήτανε γεμάτη φύκια, λείψανα από ναυάγια, σανίδια και τα ρέστα. Απλώνω το χέρι και αρπάζω ένα σανίδι. Ε, λοιπόν, αυτό το σανίδι, που το πήρα στα χέρια χωρίς σκοπό, στάθηκε για μένα πραγματική «σανίδα σωτηρίας».
Είχα ιδεί μια φορά έναν χωρικό που κυβερνούσε τον γάιδαρο του μ’ ένα παρόμοιο σανίδι. Καβάλα καθώς ήτανε, κρατούσε στο χέρι του το σανίδι, και σε κάθε σταυροδρόμι χτυπούσε το γάιδαρο άλλοτε στο δεξιό μάγουλο κι άλλοτε στο αριστερό. Όταν ήθελε να τραβήξει αριστερά, χτυπούσε το γάιδαρο στο δεξιό μάγουλο, κι όταν ήθελε να πάει δεξιά, τον χτυπούσε αριστερά. Ε, λοιπόν, το ίδιο ακριβώς έκανα κι εγώ έκαμα κι εγώ με το δελφίνι. […] Έτσι, χτυπώντας το δελφίνι άλλοτε στο αριστερό μάγουλο κι άλλοτε στο δεξιό, κατάφερα να το ξαναφέρω στην Άνδρο και να το μπάσω θριαμβευτικά στο λιμάνι. Την ώρα που έμπαινα σήκωσα το σανίδι κι χαιρέτησα τον κόσμο που είχε συναχθεί στην παραλία. Έπειτα, κάτω από τα μάτια του κόσμου που με χαιρετούσε με φωνές, έκαμα μια βόλτα γύρω γύρω στο λιμάνι και τέλος σταμάτησα στην αμμουδιά, όπου και αφίππευσα.
Πήδησα κάτω από τη ράχη του δελφινιού κι βγήκα έξω, ενώ τούτο έφευγε ολοταχώς προς την έξοδο του λιμανιού. Από τότε δεν ξαναφάνηκε δελφίνι στην Άνδρο.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Α)Στο κείμενο που σας έχει δοθεί,  παρουσιάζονται  στοιχεία από την ιστορία του ήρωα με το δελφίνι. Να εντοπίσετε ποιες από τις ακόλουθες πληροφορίες είναι σωστές και να παρουσιάσετε τα στοιχεία από το κείμενο που τις επιβεβαιώνουν, συμπληρώνοντας τον ακόλουθο πίνακα (Μονάδες 6)
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ
ΣΩΣΤΟ/ΛΑΘΟΣ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Ο αφηγητής έμενε μόνιμα στην Άνδρο.  


Οι κολοκύθες δεν επέτρεψαν στοδελφίνι να βυθιστεί στο βυθό για μεγάλο διάστημα


Ο ήρωας φοβήθηκε ότι το δελφίνι μπορεί να τον δαγκώσει αν ξεγαντζωθεί από πάνω του


Ο ήρωας έφτασε στην Αφρική


Ο ήρωας σώθηκε γιατί ακολούθησε το παράδειγμα ενός χωρικού με το γάιδαρο του.


Από το τέλος της ιστορίας και μετά εμφανίζονται πολλά δελφίνια στην Άνδρο



Β) 1 Να συμπληρώσετε τον πίνακα που ακολουθεί με στοιχεία που θα αντλήσετε από το κείμενο.
ΤΟΠΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΧΡΟΝΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΕΝΑΡΞΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ


ΕΞΕΛΙΞΗ ΑΦΗΓΗΣΗΣ
(ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ)


ΤΕΛΟΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ


2)  Να βρείτε τη δομή στην δεύτερη παράγραφο( Μια μέρα  … ασφυξία)  και να γράψετε από το κείμενο  δύο εκφράσεις που δηλώνουν χρόνο.
Μονάδες 4

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

vasilios888@yahoo.gr